The words you are searching are inside this book. To get more targeted content, please make full-text search by clicking here.
Discover the best professional documents and content resources in AnyFlip Document Base.
Search
Published by galilea.gr, 2023-03-04 11:51:37

Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Keywords: Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΑ’


9 καὶ Δαυῒδ λέγει· γενηθήτω ἡ 9 Και ο Δαβίδ λέει: Ας γίνει το
τράπεζα αὐτῶν εἰς παγίδα καὶ εἰς τραπέζι τους παγίδα και ενέδρα,
θήραν καὶ εἰς σκάνδαλον καὶ εἰς και σκάνδαλο και ανταπόδοσή
ἀνταπόδομα αὐτοῖς· τους.
10 σκοτισθήτωσαν οἱ ὀφθαλμοὶ 10 Ας σκοτιστούν τα μάτια τους,
αὐτῶν τοῦ μὴ βλέπειν, καὶ τὸν για να μη βλέπουν, και κύρτωσε
νῶτον αὐτῶν διὰ παντὸς τα νώτα τους για πάντα.
σύγκαμψον. Η σωτηρία των εθνών
11 Λέγω οὖν, μὴ ἔπταισαν ἵνα 11 Λέω, λοιπόν, μήπως
πέσωσι; μὴ γένοιτο· ἀλλὰ τῷ σκόνταψαν, για να πέσουν; Είθε
αὐτῶν παραπτώματι ἡ σωτηρία να μη γίνει! Αλλά με το
τοῖς ἔθνεσιν, εἰς τὸ παραζηλῶσαι παράπτωμά τους η σωτηρία ήρθε
αὐτούς. στα έθνη, για να τους
παρακινήσει σε ζηλοτυπία.
12 εἰ δὲ τὸ παράπτωμα αὐτῶν 12 Και αν το παράπτωμά τους
πλοῦτος κόσμου καὶ τὸ ἥττημα είναι πλούτος για τον κόσμο και
αὐτῶν πλοῦτος ἐθνῶν, πόσῳ η ήττα τους είναι πλούτος για τα
μᾶλλον τὸ πλήρωμα αὐτῶν; έθνη, πόσο μάλλον η πλήρης
προσέλευσή τους!
13 ῾Υμῖν γὰρ λέγω τοῖς ἔθνεσιν. 13 Λέω λοιπόν σ’ εσάς τους
ἐφ᾿ ὅσον μέν εἰμι ἐγὼ ἐθνῶν εθνικούς: Βεβαιότατα, εφόσον
ἀπόστολος, τὴν διακονίαν μου εγώ είμαι απόστολος των εθνών,
δοξάζω, δοξάζω τη διακονία μου
14 εἴ πως παραζηλώσω μου τὴν 14 μήπως παρακινήσω σε
σάρκα καὶ σώσω τινὰς ἐξ αὐτῶν. ζηλοτυπία τους κατά σάρκα
ομοεθνείς μου και σώσω
μερικούς από αυτούς.
15 εἰ γὰρ ἡ ἀποβολὴ αὐτῶν 15 Γιατί, αν η αποβολή τους
καταλλαγὴ κόσμου, τίς ἡ επέφερε συμφιλίωση στον
πρόσληψις εἰ μὴ ζωὴ ἐκ νεκρῶν; κόσμο, τι θα είναι η πρόσληψή
τους παρά ζωή από τους νεκρούς;
16 εἰ δὲ ἡ ἀπαρχὴ ἁγία, καὶ τὸ 16 Αν λοιπόν η απαρχή είναι
φύραμα· καὶ εἰ ἡ ρίζα ἁγία, καὶ οἱ άγια, θα είναι και η ζύμη. Και αν
κλάδοι. η ρίζα είναι άγια, θα είναι και τα
κλαδιά.
17 Εἰ δέ τινες τῶν κλάδων 17 Αν όμως μερικά από τα κλαδιά
ἐξεκλάσθησαν, σὺ δὲ ἀγριέλαιος αποκόπηκαν, κι εσύ όντας
ὢν ἐνεκεντρίσθης ἐν αὐτοῖς καὶ αγριελιά μπολιάστηκες μεταξύ
συγκοινωνὸς τῆς ρίζης καὶ τῆς τους και έγινες συμμέτοχος της
πιότητος τῆς ἐλαίας ἐγένου, ρίζας και του πάχους της ελιάς,


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΑ’


18 μὴ κατακαυχῶ τῶν κλάδων· εἰ 18 μην καυχιέσαι κατά των
δὲ κατακαυχᾶσαι, οὐ σὺ τὴν κλαδιών. Αν όμως καυχιέσαι
ρίζαν βαστάζεις, ἀλλ᾿ ἡ ρίζα σέ. εναντίον τους, σκέψου ότι εσύ δε
βαστάζεις τη ρίζα, αλλά η ρίζα
εσένα.
19 ἐρεῖς οὖν· ἐξεκλάσθησαν οἱ 19 Θα πεις λοιπόν: «Αποκόπηκαν
κλάδοι, ἵνα ἐγὼ ἐγκεντρισθῶ. μερικά κλαδιά, για να
μπολιαστώ εγώ».
20 καλῶς· τῇ ἀπιστίᾳ 20 Καλώς. Εξαιτίας της απιστίας
ἐξεκλάσθησαν, σὺ δὲ τῇ πίστει αποκόπηκαν, κι εσύ έχεις σταθεί
ἕστηκας. μὴ ὑψηλοφρόνει, ἀλλὰ εξαιτίας της πίστης. Μην
φοβοῦ· υψηλοφρονείς, αλλά να φοβάσαι.
21 εἰ γὰρ ὁ Θεὸς τῶν κατὰ φύσιν 21 Γιατί αν ο Θεός δε λυπήθηκε τα
κλάδων οὐκ ἐφείσατο, μή πως φυσικά κλαδιά, μήπως ούτε
οὐδὲ σοῦ φείσεται. εσένα λυπηθεί.
22 ἴδε οὖν χρηστότητα καὶ 22 Δες, λοιπόν, τη χρηστότητα
ἀποτομίαν Θεοῦ, ἐπὶ μὲν τοὺς και την αυστηρότητα του Θεού:
πεσόντας ἀποτομίαν, ἐπὶ δὲ σὲ αφενός σ’ αυτούς που έπεσαν
χρηστότητα, ἐὰν ἐπιμείνῃς τῇ αυστηρότητα, αφετέρου σ’ εσένα
χρηστότητι· ἐπεὶ καὶ σὺ χρηστότητα – αν επιμένεις στη
ἐκκοπήσῃ. χρηστότητα, αλλιώς κι εσύ θα
κοπείς εντελώς.
23 καὶ ἐκεῖνοι δέ, ἐὰν μὴ 23 Αλλά κι εκείνοι, αν δεν
ἐπιμείνωσι τῇ ἀπιστίᾳ, επιμένουν στην απιστία, θα
ἐγκεντρισθήσονται· δυνατὸς γὰρ μπολιαστούν. γιατί δυνατός είναι
ὁ Θεός ἐστι πάλιν ἐγκεντρίσαι ο Θεός πάλι να τους μπολιάσει.
αὐτούς,
24 εἰ γὰρ σὺ ἐκ τῆς κατὰ φύσιν 24 Γιατί, αν εσύ κόπηκες εντελώς
ἐξεκόπης ἀγριελαίου καὶ παρὰ από τη φυσική αγριελιά και
φύσιν ἐνεκεντρίσθης εἰς μπολιάστηκες αντίθετα προς τη
καλλιέλαιον, πόσῳ μᾶλλον οὗτοι φύση σε ήμερη ελιά, πόσο
οἱ κατὰ φύσιν μάλλον αυτοί που είναι σύμφωνα
ἐγκεντρισθήσονται τῇ ἰδίᾳ ἐλαίᾳ; με τη φύση θα μπολιαστούν στη
δική τους ελιά.
Η αποκατάσταση του Ισραήλ
25 Οὐ γὰρ θέλω ὑμᾶς ἀγνοεῖν, 25 Γιατί δε θέλω εσείς να αγνοείτε,
ἀδελφοί, τὸ μυστήριον τοῦτο, ἵνα αδελφοί, αυτό το μυστήριο, για
μὴ ἦτε παρ᾿ ἑαυτοῖς φρόνιμοι, ὅτι να μη θεωρείτε τους εαυτούς σας
πώρωσις ἀπὸ μέρους τῷ ᾿Ισραὴλ φρόνιμους, ότι δηλαδή έχει γίνει
γέγονεν ἄχρις οὗ τὸ πλήρωμα πώρωση μερικώς στο λαό

τῶν ἐθνῶν εἰσέλθῃ, Ισραήλ, μέχρις ότου εισέλθει η
πληρότητα των εθνικών.


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΑ’


26 καὶ οὕτω πᾶς ᾿Ισραὴλ 26 Και έτσι όλος ο λαός Ισραήλ θα
σωθήσεται, καθὼς γέγραπται· σωθεί καθώς είναι γραμμένο: Θα
ἥξει ἐκ Σιὼν ὁ ρυόμενος καὶ έρθει από τη Σιών ο Σωτήρας, θα
ἀποστρέψει ἀσεβείας ἀπὸ ᾿Ιακώβ· απομακρύνει τις ασέβειες από
τον Ιακώβ.
27 καὶ αὕτη αὐτοῖς ἡ παρ᾿ ἐμοῦ 27 Και αυτή είναι η διαθήκη από
διαθήκη, ὅταν ἀφέλωμαι τὰς μέρους μου μ’ αυτούς, όταν
ἁμαρτίας αὐτῶν. αφαιρέσω τις αμαρτίες τους.
28 κατὰ μὲν τὸ εὐαγγέλιον ἐχθροὶ 28 Βέβαια, όσον αφορά το
δι᾿ ὑμᾶς, κατὰ δὲ τὴν ἐκλογὴν ευαγγέλιο είναι εχθροί για χάρη
ἀγαπητοὶ διὰ τοὺς πατέρας· σας, αλλά όσον αφορά την
εκλογή τους είναι αγαπητοί για
τους πατέρες τους.
29 ἀμεταμέλητα γὰρ τὰ 29 Γιατί είναι αμεταμέλητα τα
χαρίσματα καὶ ἡ κλῆσις τοῦ χαρίσματα και η κλήση του
Θεοῦ. Θεού.
30 ὥσπερ γὰρ καὶ ὑμεῖς ποτε 30 Γιατί, όπως ακριβώς εσείς
ἠπειθήσατε τῷ Θεῷ, νῦν δὲ κάποτε απειθήσατε στο Θεό,
ἠλεήθητε τῇ τούτων ἀπειθείᾳ, τώρα όμως ελεηθήκατε με την
απείθεια τούτων,
31 οὕτω καὶ οὗτοι νῦν ἠπείθησαν, 31 έτσι και αυτοί τώρα απείθησαν
τῷ ὑμετέρῳ ἐλέει ἵνα καὶ αὐτοὶ στο έλεος που έγινε σ’ εσάς, ώστε
ἐλεηθῶσι· κι αυτοί τώρα να ελεηθούν.
32 συνέκλεισε γὰρ ὁ Θεὸς τοὺς 32 Γιατί ο Θεός συνέκλεισε όλους
πάντας εἰς ἀπείθειαν, ἵνα τοὺς σε απείθεια, για να τους ελεήσει
πάντας ἐλεήσῃ. όλους.
33 ῏Ω βάθος πλούτου καὶ σοφίας 33 Ω βάθος πλούτου και σοφίας
καὶ γνώσεως Θεοῦ! ὡς και γνώσης Θεού! Πόσο
ἀνεξερεύνητα τὰ κρίματα αὐτοῦ ανεξερεύνητες είναι οι κρίσεις
καὶ ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοὶ αὐτοῦ! του και ανεξιχνίαστες οι οδοί του!
34 τίς γὰρ ἔγνω νοῦν Κυρίου; ἢ τίς 34 Γιατί ποιος γνώρισε το νου του
σύμβουλος αὐτοῦ ἐγένετο; Κυρίου; Ή ποιος έγινε σύμβουλός
του;
35 ἢ τίς προέδωκεν αὐτῷ, καὶ 35 Ή ποιος του έδωσε από πριν,
ἀνταποδοθήσεται αὐτῷ; για να του ανταποδοθεί;
36 ὅτι ἐξ αὐτοῦ καὶ δι᾿ αὐτοῦ καὶ 36 Γιατί από αυτόν και μέσω
εἰς αὐτὸν τὰ πάντα. αὐτῷ ἡ δόξα αυτού και σε αυτόν είναι τα
εἰς τοὺς αἰῶνας· ἀμήν. πάντα. Σε αυτόν η δόξα στους
αιώνες. Αμήν.


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΒ’




Η νέα ζωή στο Χριστό
1 Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, ἀδελφοί, 1 Σας παρακαλώ λοιπόν,
διὰ τῶν οἰκτιρμῶν τοῦ Θεοῦ, αδελφοί, με τους οικτιρμούς του
παραστῆσαι τὰ σώματα ὑμῶν Θεού, να παρουσιάσετε τα
θυσίαν ζῶσαν, ἁγίαν, εὐάρεστον σώματά σας σαν θυσία ζωντανή,
τῷ Θεῷ, τὴν λογικὴν λατρείαν άγια, ευάρεστη στο Θεό, που είναι
ὑμῶν, η λογική λατρεία σας.

2 καὶ μὴ συσχηματίζεσθαι τῷ 2 Και μη συμμορφώνεστε με τον
αἰῶνι τούτῳ, ἀλλὰ αιώνα τούτο, αλλά να
μεταμορφοῦσθαι τῇ μεταμορφώνεστε με την
ἀνακαινώσει τοῦ νοὸς ὑμῶν, εἰς ανακαίνιση του νου σας, για να
τὸ δοκιμάζειν ὑμᾶς τί τὸ θέλημα δοκιμάζετε ποιο είναι το θέλημα
τοῦ Θεοῦ, τὸ ἀγαθὸν καὶ του Θεού, το αγαθό και ευάρεστο
εὐάρεστον καὶ τέλειον. και τέλειο.
3 Λέγω γὰρ διὰ τῆς χάριτος τῆς 3 Γιατί λέω με τη χάρη που μου
δοθείσης μοι παντὶ τῷ ὄντι ἐν δόθηκε σε καθέναν που είναι
ὑμῖν, μὴ ὑπερφρονεῖν παρ᾿ ὃ δεῖ μεταξύ σας να μη φρονεί
φρονεῖν, ἀλλὰ φρονεῖν εἰς τὸ παραπάνω απ’ ό,τι πρέπει να
σωφρονεῖν, ἑκάστῳ ὡς ὁ Θεὸς φρονεί, αλλά να φρονεί έτσι ώστε
ἐμέρισε μέτρον πίστεως. να σωφρονεί, ανάλογα σε
καθέναν όπως ο Θεός μοίρασε το
μέτρο της πίστης.
4 καθάπερ γὰρ ἐν ἑνὶ σώματι 4 Γιατί, όπως ακριβώς σε ένα
μέλη πολλὰ ἔχομεν, τὰ δὲ μέλη σώμα έχουμε πολλά μέλη και όλα
πάντα οὐ τὴν αὐτὴν ἔχει πρᾶξιν, τα μέλη δεν έχουν την ίδια
λειτουργία,
5 οὕτως οἱ πολλοὶ ἓν σῶμά ἐσμεν 5 έτσι κι εμείς οι πολλοί είμαστε
ἐν Χριστῷ, ὁ δὲ καθ᾿ εἷς ἀλλήλων ένα σώμα στο Χριστό και ο
μέλη. καθένας είναι μέλος του άλλου.
6 ἔχοντες δὲ χαρίσματα κατὰ τὴν 6 Έχοντας, λοιπόν, χαρίσματα
χάριν τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν διάφορα, ας τα χρησιμοποιούμε
διάφορα, εἴτε προφητείαν, κατὰ κατά τη χάρη που μας δόθηκε,
τὴν ἀναλογίαν τῆς πίστεως, είτε προφητεία, κατά την
αναλογία της πίστης.
7 εἴτε διακονίαν, ἐν τῇ διακονίᾳ, 7 είτε διακονία, στη διακονία. είτε
εἴτε ὁ διδάσκων, ἐν τῇ είναι αυτός που διδάσκει, στη
διδασκαλίᾳ, διδασκαλία.
8 εἴτε ὁ παρακαλῶν, ἐν τῇ 8 είτε αυτός που προτρέπει, στην
παρακλήσει, ὁ μεταδιδούς, ἐν προτροπή. Όποιος δίνει ας το
κάνει με γενναιοδωρία. ο


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΒ’


ἁπλότητι, ὁ προϊστάμενος, ἐν προϊστάμενος ας το κάνει με
σπουδῇ, ὁ ἐλεῶν, ἐν ἱλαρότητι. ζήλο. όποιος ελεεί ας ελεεί με
ιλαρότητα.
Κανόνες χριστιανικής ζωής
9 ῾Η ἀγάπη ἀνυπόκριτος. 9 Η αγάπη ας είναι ανυπόκριτη.
ἀποστυγοῦντες τὸ πονηρόν, Να απεχθάνεστε το κακό και να
κολλώμενοι τῷ ἀγαθῷ, προσκολλάστε στο αγαθό.
10 τῇ φιλαδελφίᾳ εἰς ἀλλήλους 10 Ως προς τη φιλαδελφία να
φιλόστοργοι, τῇ τιμῇ ἀλλήλους είστε φιλόστοργοι ο ένας προς
προηγούμενοι, τον άλλο. Ως προς την εκτίμηση
να προηγείται ο ένας του άλλου.
11 τῇ σπουδῇ μὴ ὀκνηροί, τῷ 11 Ως προς το ζήλο να μην είστε
πνεύματι ζέοντες, τῷ Κυρίῳ οκνηροί, ως προς το πνεύμα να
δουλεύοντες, βράζετε, στον Κύριο να
υπηρετείτε ως δούλοι.
12 τῇ ἐλπίδι χαίροντες, τῇ θλίψει 12 Στην ελπίδα να χαίρετε, στη
ὑπομένοντες, τῇ προσευχῇ θλίψη να υπομένετε, στην
προσκαρτεροῦντες, προσευχή να επιμένετε
καρτερικά.
13 ταῖς χρείαις τῶν ἁγίων 13 Στις ανάγκες των αγίων να
κοινωνοῦντες, τὴν φιλοξενίαν συμμετέχετε, τη φιλοξενία να
διώκοντες. επιδιώκετε.
14 εὐλογεῖτε τοὺς διώκοντας 14 Ευλογείτε όσους σας
ὑμᾶς, εὐλογεῖτε καὶ μὴ καταδιώκουν, ευλογείτε και μην
καταρᾶσθε. καταριέστε.
15 χαίρειν μετὰ χαιρόντων καὶ 15 Να χαίρετε με όσους
κλαίειν μετὰ κλαιόντων. χαίρονται, να κλαίτε με όσους
κλαίνε.
16 τὸ αὐτὸ εἰς ἀλλήλους 16 Το ίδιο πράγμα να φρονείτε
φρονοῦντες. μὴ τὰ ὑψηλὰ μεταξύ σας. να μην
φρονοῦντες, ἀλλὰ τοῖς ταπεινοῖς υψηλοφρονείτε, αλλά με τους
συναπαγόμενοι. μὴ γίνεσθε ταπεινούς να συγκαταβαίνετε.
φρόνιμοι παρ᾿ ἑαυτοῖς. Μη θεωρείτε τους εαυτούς σας
φρόνιμους.
17 μηδενὶ κακὸν ἀντὶ κακοῦ 17 Σε κανέναν να μην
ἀποδιδόντες. προνοούμενοι καλὰ ανταποδίδετε κακό αντί κακού.
ἐνώπιον πάντων ἀνθρώπων· Να προνοείτε τα καλά μπροστά
σε όλους τους ανθρώπους.
18 εἰ δυνατόν, τὸ ἐξ ὑμῶν μετὰ 18 Αν είναι δυνατό, όσο εξαρτάται
πάντων ἀνθρώπων εἰρηνεύοντες. από εσάς, να ειρηνεύετε με όλους

τους ανθρώπους.


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΒ’


19 μὴ ἑαυτοὺς ἐκδικοῦντες, 19 Να μην εκδικείστε τους
ἀγαπητοί, ἀλλὰ δότε τόπον τῇ εαυτούς σας, αγαπητοί, αλλά
ὀργῇ· γέγραπται γάρ· ἐμοὶ δώστε τόπο στην οργή, γιατί
ἐκδίκησις, ἐγὼ ἀνταποδώσω, είναι γραμμένο: Σ’ εμένα ανήκει η
λέγει Κύριος. εκδίκηση, εγώ θα ανταποδώσω,
λέει ο Κύριος.
20 ἐὰν οὖν πεινᾷ ὁ ἐχθρός σου, 20 Αλλά αν πεινά ο εχθρός σου,
ψώμιζε αὐτόν, ἐὰν διψᾷ, πότιζε δώσε του να φάει. Αν διψά, δώσε
αὐτόν· τοῦτο γὰρ ποιῶν του να πιει. Γιατί κάνοντας αυτό
ἄνθρακας πυρὸς σωρεύσεις ἐπὶ θα μαζέψεις πυρωμένα κάρβουνα
τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ. πάνω στο κεφάλι του.
21 μὴ νικῶ ὑπὸ τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ 21 Μη νικιέσαι από το κακό, αλλά
νίκα ἐν τῷ ἀγαθῷ τὸ κακόν. νίκα το κακό με το αγαθό.


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΓ’




Υποταγή στις εξουσίες
1 Πᾶσα ψυχὴ ἐξουσίαις 1 Κάθε ψυχή ας υποτάσσεται στις
ὑπερεχούσαις ὑποτασσέσθω. οὐ εξουσίες που υπερέχουν. Γιατί δεν
γάρ ἐστιν ἐξουσία εἰ μὴ ὑπὸ Θεοῦ· υπάρχει εξουσία παρά μόνο από
αἱ δὲ οὖσαι ἐξουσίαι ὑπὸ τοῦ Θεοῦ το Θεό, και αυτές που υπάρχουν
τεταγμέναι εἰσίν. είναι ταγμένες από το Θεό.
2 ὥστε ὁ ἀντιτασσόμενος τῇ 2 Ώστε αυτός που αντιτάσσεται

ἐξουσίᾳ τῇ τοῦ Θεοῦ διαταγῇ στην εξουσία έχει αντισταθεί στη
ἀνθέστηκεν· οἱ δὲ ἀνθεστηκότες διαταγή του Θεού, και εκείνοι
ἑαυτοῖς κρῖμα λήψονται. που έχουν αντισταθεί θα λάβουν
στους εαυτούς τους καταδίκη.
3 οἱ γὰρ ἄρχοντες οὐκ εἰσὶ φόβος 3 Γιατί οι άρχοντες δεν είναι
τῶν ἀγαθῶν ἔργων, ἀλλὰ τῶν φόβος για τα αγαθά έργα, αλλά
κακῶν. θέλεις δὲ μὴ φοβεῖσθαι για τα κακά. Θέλεις λοιπόν να μη
τὴν ἐξουσίαν; τὸ ἀγαθὸν ποίει, φοβάσαι την εξουσία; Κάνε το
καὶ ἕξεις ἔπαινον ἐξ αὐτῆς· αγαθό και θα έχεις έπαινο από
αυτή.
4 Θεοῦ γὰρ διάκονός ἐστί σοι εἰς 4 γιατί είναι διάκονος του Θεού
τὸ ἀγαθόν. ἐὰν δὲ τὸ κακὸν ποιῇς, για σένα στο αγαθό. Αν όμως
φοβοῦ· οὐ γὰρ εἰκῆ τὴν μάχαιραν κάνεις το κακό, να φοβάσαι.
φορεῖ· Θεοῦ γὰρ διάκονός ἐστιν γιατί δε φορά τη μάχαιρα χωρίς
εἰς ὀργήν, ἔκδικος τῷ τὸ κακὸν λόγο. Γιατί είναι διάκονος του
πράσσοντι. Θεού, εκδικητής, για να εκτελέσει
την οργή σ’ αυτόν που πράττει το
κακό.
5 διὸ ἀνάγκη ὑποτάσσεσθαι οὐ 5 Γι’ αυτό είναι ανάγκη να
μόνον διὰ τὴν ὀργήν, ἀλλὰ καὶ υποτάσσεται κανείς όχι μόνο για
διὰ τὴν συνείδησιν. την οργή, αλλά και για τη
συνείδηση.
6 διὰ τοῦτο γὰρ καὶ φόρους 6 Επειδή γι’ αυτό και φόρους
τελεῖτε· λειτουργοὶ γὰρ Θεοῦ εἰσιν πληρώνετε: γιατί είναι δημόσιοι
εἰς αὐτὸ τοῦτο υπηρέτες του Θεού που
προσκαρτεροῦντες. ασχολούνται συνεχώς ακριβώς
σε αυτήν την υπηρεσία.
7 ἀπόδοτε οὖν πᾶσι τὰς ὀφειλάς, 7 Αποδώστε σε όλους τις οφειλές:
τῷ τὸν φόρον τὸν φόρον, τῷ τὸ το φόρο σ’ αυτόν που οφείλεται ο
τέλος τὸ τέλος, τῷ τὸν φόβον τὸν φόρος, το δασμό σ’ αυτόν που
φόβον, τῷ τὴν τιμὴν τὴν τιμήν. οφείλεται ο δασμός, το σεβασμό
σ’ αυτόν που οφείλεται ο


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΓ’


σεβασμός, την τιμή σ’ αυτόν που
οφείλεται η τιμή.
Η αδελφική αγάπη
8 Μηδενὶ μηδὲν ὀφείλετε εἰ μὴ τὸ 8 Σε κανέναν να μην οφείλετε
ἀγαπᾶν ἀλλήλους. ὁ γὰρ ἀγαπῶν τίποτα παρά μόνο το να αγαπάτε
τὸν ἕτερον νόμον πεπλήρωκε· ο ένας τον άλλο. Γιατί εκείνος που
αγαπά τον άλλο έχει εκπληρώσει
το νόμο.
9 τὸ γὰρ οὐ μοιχεύσεις, οὐ 9 Γιατί το μη μοιχέψεις, μη
φονεύσεις, οὐ κλέψεις, οὐκ φονεύσεις, μην κλέψεις, μην
ἐπιθυμήσεις, καὶ εἴ τις ἑτέρα επιθυμήσεις, και οποιαδήποτε
ἐντολή, ἐν τούτῳ τῷ λόγῳ άλλη εντολή, σ’ αυτόν το λόγο
ἀνακεφαλαιοῦται, ἐν τῷ, ανακεφαλαιώνεται, στο: Να
ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς αγαπήσεις τον πλησίον σου σαν
σεαυτόν. τον εαυτό σου.
10 ἡ ἀγάπη τῷ πλησίον κακὸν 10 Η αγάπη δεν εργάζεται κακό
οὐκ ἐργάζεται· πλήρωμα οὖν στον πλησίον. Εκπλήρωση
νόμου ἡ ἀγάπη. λοιπόν του νόμου είναι η αγάπη.
Η τελική σωτηρία πλησιάζει
11 Καὶ τοῦτο, εἰδότες τὸν καιρόν, 11 Και αυτό να πράττετε, επειδή
ὅτι ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ξέρετε τον καιρό που ζούμε. γιατί
ἐγερθῆναι· νῦν γὰρ ἐγγύτερον είναι ήδη ώρα εσείς να εγερθείτε
ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε από τον ύπνο, γιατί τώρα είναι
ἐπιστεύσαμεν. πιο κοντά σ’ εμάς η σωτηρία
παρά τότε που πιστέψαμε.
12 ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα 12 Η νύχτα προχώρησε και η
ἤγγικεν. ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα ημέρα έχει πλησιάσει. Ας
τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ αποθέσουμε, λοιπόν, τα έργα του
ὅπλα τοῦ φωτός. σκότους και ας ντυθούμε τα όπλα
του φωτός.
13 ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως 13 Ας περπατήσουμε ευπρεπώς
περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ όπως την ημέρα, όχι σε οργιώδη
μέθαις, μὴ κοίτας καὶ ἀσελγείαις, φαγοπότια και μεθύσια, όχι σε
μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, ανηθικότητες του κρεβατιού και
σε ασέλγειες, όχι σε έριδες και
ζήλιες.
14 ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον 14 Αλλά ντυθείτε τον Κύριο Ιησού
᾿Ιησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς Χριστό και μην προνοείτε για τις
πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς επιθυμίες της σάρκας.
ἐπιθυμίας.


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΔ’




Μην κρίνετε τον άλλο
1 Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει 1 Τον ασθενή όμως στην πίστη να
προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς τον δέχεστε, χωρίς να κρίνετε τις
διακρίσεις διαλογισμῶν. γνώμες του.
2 ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ 2 Ο ένας πιστεύει ότι μπορεί να
δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. φάει απ’ όλα, αλλά ο ασθενής
τρώει λάχανα.

3 ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ 3 Αυτός που τρώει ας μην
ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν εξουθενώνει εκείνον που δεν
ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ τρώει, κι εκείνος που δεν τρώει ας
αὐτὸν προσελάβετο. μην κρίνει αυτόν που τρώει, γιατί
ο Θεός τον δέχτηκε.
4 σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον 4 Εσύ ποιος είσαι που κρίνεις ξένο
οἰκέτην; τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ υπηρέτη; Στο δικό του κύριο
πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς στέκεται ή πέφτει – θα σταθεί
γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν. όμως, γιατί ο Κύριος είναι
δυνατός να τον κάνει να σταθεί.
5 ὃς μὲν κρίνει ἡμέραν παρ᾿ 5 Γιατί, βέβαια, ο ένας κρίνει
ἡμέραν, ὃς δὲ κρίνει πᾶσαν ανώτερη μια ημέρα από άλλη
ἡμέραν. ἕκαστος ἐν τῷ ἰδίῳ νοῒ ημέρα, ο άλλος όμως κρίνει ότι
πληροφορείσθω. κάθε ημέρα είναι ίδια. Καθένας
μέσα στο δικό του νου ας πειστεί
πλήρως.
6 ὁ φρονῶν τὴν ἡμέραν Κυρίῳ 6 Αυτός που φρονεί την ημέρα
φρονεῖ, καὶ ὁ μὴ φρονῶν τὴν ανώτερη, τη φρονεί για τον
ἡμέραν Κυρίῳ οὐ φρονεῖ. καὶ ὁ Κύριο. Και αυτός που τρώει, για
ἐσθίων Κυρίῳ ἐσθίει· εὐχαριστεῖ τον Κύριο τρώει, γιατί ευχαριστεί
γὰρ τῷ Θεῷ· καὶ ὁ μὴ ἐσθίων το Θεό. Και αυτός που δεν τρώει,
Κυρίῳ οὐκ ἐσθίει, καὶ εὐχαριστεῖ για τον Κύριο δεν τρώει και
τῷ Θεῷ. ευχαριστεί το Θεό.
7 οὐδεὶς γὰρ ἡμῶν ἑαυτῷ ζῆ καὶ 7 Γιατί κανείς από εμάς δε ζει για
οὐδεὶς ἑαυτῷ ἀποθνήσκει· τον εαυτό του και κανείς δεν
πεθαίνει για τον εαυτό του.
8 ἐάν τε γὰρ ζῶμεν, τῷ Κυρίῳ 8 Γιατί και αν ζούμε, για τον
ζῶμεν, ἐάν τε ἀποθνήσκωμεν, τῷ Κύριο ζούμε, και αν πεθαίνουμε,
Κυρίῳ ἀποθνήσκομεν. ἐάν τε οὖν για τον Κύριο πεθαίνουμε. Είτε,
ζῶμεν ἐάν τε ἀποθνήσκωμεν, τοῦ λοιπόν, ζούμε είτε πεθαίνουμε,
Κυρίου ἐσμέν. του Κυρίου είμαστε.
9 εἰς τοῦτο γὰρ Χριστὸς καὶ 9 Γιατί γι’ αυτό ο Χριστός πέθανε
ἀπέθανε καὶ ἀνέστη καὶ ἔζησεν, και έζησε, για να κυριαρχήσει


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΔ’


ἵνα καὶ νεκρῶν καὶ ζώντων και στους νεκρούς και στους
κυριεύσῃ. ζωντανούς.
10 Σὺ δὲ τί κρίνεις τὸν ἀδελφόν 10 Αλλά εσύ γιατί κρίνεις τον
σου; ἢ καὶ σὺ τί ἐξουθενεῖς τὸν αδελφό σου; Ή κι εσύ γιατί
ἀδελφόν σου; πάντες γὰρ εξουθενώνεις τον αδελφό σου;
παραστησόμεθα τῷ βήματι τοῦ Γιατί όλοι θα παρουσιαστούμε
Χριστοῦ. στο βήμα του Θεού.
11 γέγραπται γάρ· ζῶ ἐγώ, λέγει 11 Επειδή είναι γραμμένο: Ζω
Κύριος, ὅτι ἐμοὶ κάμψει πᾶν γόνυ, εγώ, λέει ο Κύριος, ότι σ’ εμένα θα
καὶ πᾶσα γλῶσσα κάμψει κάθε γόνατο και κάθε
ἐξομολογήσεται τῷ Θεῷ. γλώσσα θα ομολογήσει τη δόξα
του Θεού.
12 ἄρα οὖν ἕκαστος ἡμῶν περὶ 12 Άρα, λοιπόν, καθένας μας για
ἑαυτοῦ λόγον δώσει τῷ Θεῷ. τον εαυτό του θα δώσει λόγο στο
Θεό.
Μη βάζετε εμπόδια στον αδελφό
13 Μηκέτι οὖν ἀλλήλους 13 Ας μην κρίνουμε λοιπόν πια ο
κρίνωμεν, ἀλλὰ τοῦτο κρίνατε ένας τον άλλο. Αλλά αυτό
μᾶλλον, τὸ μὴ τιθέναι μάλλον να αποφασίσετε: το να
πρόσκομμα τῷ ἀδελφῷ ἢ μη θέτετε πρόσκομμα στον
σκάνδαλον. αδελφό ή σκάνδαλο.
14 οἶδα καὶ πέπεισμαι ἐν Κυρίῳ 14 Ξέρω και είμαι πεπεισμένος
᾿Ιησοῦ ὅτι οὐδὲν κοινὸν δι᾿ αὐτοῦ· από τον Κύριο Ιησού ότι τίποτα
εἰ μὴ τῷ λογιζομένῳ τι κοινὸν δεν είναι ακάθαρτο καθεαυτού.
εἶναι, ἐκείνῳ κοινόν. παρά μόνο για εκείνον που
νομίζει ότι είναι κάτι ακάθαρτο,
σ’ εκείνον είναι ακάθαρτο.
15 εἰ δὲ διὰ βρῶμα ὁ ἀδελφός σου 15 Γιατί αν ο αδελφός σου
λυπεῖται, οὐκέτι κατὰ ἀγάπην λυπάται για τροφή, δε
περιπατεῖς. μὴ τῷ βρώματί σου συμπεριφέρεσαι πια με αγάπη.
ἐκεῖνον ἀπόλλυε, ὑπὲρ οὗ Χριστὸς Μην κάνεις να χαθεί με το
ἀπέθανε. φαγητό σου εκείνον υπέρ του
16 μὴ βλασφημείσθω οὖν ὑμῶν οποίου ο Χριστός πέθανε.
τὸ ἀγαθόν. 16 Ας μη βλασφημείται, λοιπόν,
το δικό σας αγαθό της
ελευθερίας.
17 οὐ γάρ ἐστιν ἡ βασιλεία τοῦ 17 Γιατί δεν είναι η βασιλεία του
Θεοῦ βρῶσις καὶ πόσις, ἀλλὰ Θεού φαγητό και ποτό, αλλά
δικαιοσύνη καὶ εἰρήνη καὶ χαρὰ δικαιοσύνη και ειρήνη και χαρά
ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ· στο Πνεύμα το Άγιο.


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΔ’


18 ὁ γὰρ ἐν τούτοις δουλεύων τῷ 18 Γιατί εκείνος που σ’ αυτά
Χριστῷ εὐάρεστος τῷ Θεῷ καὶ υπηρετεί ως δούλος το Χριστό
δόκιμος τοῖς ἀνθρώποις. είναι ευάρεστος στο Θεό και
κρίνεται γνήσιος από τους
ανθρώπους.
19 ἄρα οὖν τὰ τῆς εἰρήνης 19 Άρα, λοιπόν, ας επιδιώκουμε
διώκωμεν καὶ τὰ τῆς οἰκοδομῆς τα πράγματα που οδηγούν στην
τῆς εἰς ἀλλήλους. ειρήνη και στην οικοδομή
μεταξύ μας.
20 μὴ ἕνεκεν βρώματος κατάλυε 20 Μην καταλύεις το έργο του
τὸ ἔργον τοῦ Θεοῦ. πάντα μὲν Θεού εξαιτίας τροφής. Βέβαια,
καθαρά, ἀλλὰ κακὸν τῷ όλα είναι καθαρά, αλλά είναι
ἀνθρώπῳ τῷ διὰ προσκόμματος κακό για τον άνθρωπο που τρώει
ἐσθίοντι. δίνοντας πρόσκομμα.
21 καλὸν τὸ μὴ φαγεῖν κρέα μηδὲ 21 Είναι καλό το να μη φας κρέας
πιεῖν οἶνον μηδὲ ἐν ᾧ ὁ ἀδελφός μήτε να πιεις κρασί μήτε να
σου προσκόπτει ἢ σκανδαλίζεται κάνεις κάτι στο οποίο
ἢ ἀσθενεῖ. σκοντάφτει ο αδελφός σου.
22 σὺ πίστιν ἔχεις; κατὰ σεαυτὸν 22 Εσύ την πίστη που έχεις, μέσα
ἔχε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. μακάριος ὁ στον εαυτό σου έχε την μπροστά
μὴ κρίνων ἑαυτὸν ἐν ᾧ δοκιμάζει. στο Θεό. Μακάριος αυτός που δεν
κατακρίνει τον εαυτό του σε ό,τι
επιδοκιμάζει.
23 ὁ δὲ διακρινόμενος ἐὰν φάγῃ, 23 Αλλά αυτός που αμφιβάλλει,
κατακέκριται, ὅτι οὐκ ἐκ αν φάει, έχει κατακριθεί, γιατί
πίστεως· πᾶν δὲ ὃ οὐκ ἐκ πίστεως, ό,τι κάνει δεν προέρχεται από την
ἁμαρτία ἐστίν. πίστη. Και καθετί που δεν
προέρχεται από την πίστη είναι
αμαρτία.


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΕ’




Να αρέσετε στον πλησίον σας
1 Ὀφείλομεν δὲ ἡμεῖς οἱ δυνατοὶ 1 Οφείλουμε, λοιπόν, εμείς οι
τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων δυνατοί να βαστούμε τις
βαστάζειν, καὶ μὴ ἑαυτοῖς αδυναμίες των αδυνάτων και να
ἀρέσκειν. μην αρέσουμε στους εαυτούς
μας.
2 ἕκαστος ἡμῶν τῷ πλησίον 2 Καθένας μας ας αρέσει στον

ἀρεσκέτω εἰς τὸ ἀγαθὸν πρὸς πλησίον του για το αγαθό προς
οἰκοδομήν· οικοδομή.
3 καὶ γὰρ ὁ Χριστὸς οὐχ ἑαυτῷ 3 Γιατί και ο Χριστός δεν άρεσε
ἤρεσεν, ἀλλὰ καθὼς γέγραπται, στον εαυτό του, αλλά καθώς
οἱ ὀνειδισμοὶ τῶν ὀνειδιζόντων είναι γραμμένο: Οι βρισιές αυτών
σε ἐπέπεσον ἐπ᾿ ἐμέ. που σε βρίζουν έπεσαν επάνω
μου.
4 ὅσα γὰρ προεγράφη, εἰς τὴν 4 Γιατί όσα γράφτηκαν στο
ἡμετέραν διδασκαλίαν παρελθόν, γράφτηκαν για τη
προεγράφη, ἵνα διὰ τῆς δική μας διδασκαλία, για να
ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως έχουμε την ελπίδα με την
τῶν γραφῶν τὴν ἐλπίδα ἔχωμεν. υπομονή και με την παρηγοριά
των Γραφών.
5 ὁ δὲ Θεὸς τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς 5 Και ο Θεός της υπομονής και
παρακλήσεως δῴη ὑμῖν τὸ αὐτὸ της παρηγοριάς είθε να σας
φρονεῖν ἐν ἀλλήλοις κατὰ δώσει να φρονείτε το ίδιο μεταξύ
Χριστὸν ᾿Ιησοῦν, σας σύμφωνα με το θέλημα του
Χριστού Ιησού,
6 ἵνα ὁμοθυμαδὸν ἐν ἑνὶ στόματι 6 για να δοξάζετε ομόψυχα με ένα
δοξάζητε τὸν Θεὸν καὶ πατέρα στόμα το Θεό και Πατέρα του
τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Το Ευαγγέλιο είναι και για τους
Ιουδαίους και για τους εθνικούς
7 διὸ προσλαμβάνεσθε ἀλλήλους, 7 Γι’ αυτό να δέχεστε ο ένας τον
καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς άλλο καθώς και ο Χριστός σας
προσελάβετο ὑμᾶς εἰς δόξαν δέχτηκε, προς δόξα του Θεού.
Θεοῦ.
8 Λέγω δὲ Χριστὸν ᾿Ιησοῦν 8 Γιατί λέω ότι ο Χριστός έχει γίνει
διάκονον γεγενῆσθαι περιτομῆς διάκονος αυτών που έχουν
ὑπὲρ ἀληθείας Θεοῦ, εἰς τὸ περιτομή χάρη της αλήθειας του
βεβαιῶσαι τὰς ἐπαγγελίας τῶν Θεού, για να βεβαιώσει τις
πατέρων, υποσχέσεις που δόθηκαν στους
πατέρες,


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΕ’


9 τὰ δὲ ἔθνη ὑπὲρ ἐλέους δοξάσαι 9 και τα έθνη χάρη του ελέους του
τὸν Θεόν, καθὼς γέγραπται· διὰ να δοξάσουν το Θεό καθώς είναι
τοῦτο ἐξομολογήσομαί σοι ἐν γραμμένο: Γι’ αυτό θα
ἔθνεσι, Κύριε, καὶ τῷ ὀνόματί σου ομολογήσω τη δόξα σου μεταξύ
ψαλῶ. των εθνών και στο όνομά σου θα
ψάλλω.
10 καὶ πάλιν λέγει· εὐφράνθητε 10 Και πάλι λέει: Ευφρανθείτε,
ἔθνη μετὰ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ. έθνη, μαζί με το λαό του.
11 καὶ πάλιν αἰνεῖτε τὸν Κύριον 11 Και πάλι: Αινείτε όλα τα έθνη
πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἐπαινέσατε τον Κύριο και ας επαινέσουν
αὐτὸν πάντες οἱ λαοί. αυτόν όλοι οι λαοί.
12 καὶ πάλιν ῾Ησαΐας λέγει· ἔσται 12 Και πάλι ο Ησαΐας λέει: Θα
ἡ ρίζα τοῦ ᾿Ιεσσαί, καὶ ὁ υπάρξει η ρίζα του Ιεσσαί και
ἀνιστάμενος ἄρχειν ἐθνῶν· ἐπ᾿ αυτός που θα σηκωθεί να
αὐτῷ ἔθνη ἐλπιοῦσιν. κυβερνήσει τα έθνη. σ’ αυτόν τα
έθνη θα ελπίσουν.
13 ῾Ο δὲ Θεὸς τῆς ἐλπίδος 13 Και ο Θεός της ελπίδας να σας
πληρώσαι ὑμᾶς πάσης χαρᾶς καὶ γεμίσει με κάθε χαρά και ειρήνη,
εἰρήνης ἐν τῷ πιστεύειν, εἰς τὸ ενώ πιστεύετε, για να
περισσεύειν ὑμᾶς ἐν τῇ ἐλπίδι ἐν περισσεύετε στην ελπίδα με
δυνάμει Πνεύματος ῾Αγίου. δύναμη Πνεύματος Αγίου.
Η αποστολική δράση του Παύλου
14 Πέπεισμαι δέ, ἀδελφοί μου, καὶ 14 Έχω πειστεί όμως, αδελφοί
αὐτὸς ἐγὼ περὶ ὑμῶν, ὅτι καὶ μου, και ο ίδιος εγώ για σας ότι κι
αὐτοὶ μεστοί ἐστε ἀγαθωσύνης, εσείς οι ίδιοι είστε γεμάτοι
πεπληρωμένοι πάσης γνώσεως, αγαθοσύνη, πλήρεις με όλη τη
δυνάμενοι καὶ ἀλλήλους γνώση, για να δύναστε και να
νουθετεῖν. νουθετείτε ο ένας τον άλλο.
15 τολμηρότερον δὲ ἔγραψα ὑμῖν, 15 Σας έγραψα όμως
ἀδελφοί, ἀπὸ μέρους, ὡς τολμηρότερα σε μερικά σημεία,
ἐπαναμιμνήσκων ὑμᾶς, διὰ τὴν ώστε να σας τα ξαναϋπενθυμίσω,
χάριν τὴν δοθεῖσάν μοι ὑπὸ τοῦ εξαιτίας της χάρης που μου
Θεοῦ δόθηκε από το Θεό
16 εἰς τὸ εἶναί με λειτουργὸν 16 στο να είμαι λειτουργός του
᾿Ιησοῦ Χριστοῦ εἰς τὰ ἔθνη, Χριστού Ιησού στα έθνη,
ἱερουργοῦντα τὸ εὐαγγέλιον τοῦ ιερουργώντας το ευαγγέλιο του
Θεοῦ, ἵνα γένηται ἡ προσφορὰ Θεού, για να γίνει η προσφορά
τῶν ἐθνῶν εὐπρόσδεκτος, των εθνών ευπρόσδεκτη,
ἡγιασμένη ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ. αγιασμένη με Πνεύμα Άγιο.
17 ἔχω οὖν καύχησιν ἐν Χριστῷ 17 Έχω λοιπόν την καύχηση στο

᾿Ιησοῦ τὰ πρὸς τὸν Θεόν· Χριστό Ιησού για τα πράγματα
που αφορούν το Θεό.


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΕ’


18 οὐ γὰρ τολμήσω λαλεῖν τι ὧν 18 Γιατί δε θα τολμήσω να
οὐ κατειργάσατο Χριστὸς δι᾿ μιλήσω για κάτι που δεν
ἐμοῦ εἰς ὑπακοὴν ἐθνῶν λόγῳ κατεργάστηκε ο Χριστός
καὶ ἔργῳ, διαμέσου εμένα για την υπακοή
των εθνών σ’ Εκείνον με λόγια
και με έργα,
19 ἐν δυνάμει σημείων καὶ 19 με δύναμη σημείων και
τεράτων, ἐν δυνάμει Πνεύματος τεράτων, με δύναμη Πνεύματος
Θεοῦ, ὥστε με ἀπὸ ῾Ιερουσαλὴμ Θεού. Ώστε από την Ιερουσαλήμ
καὶ κύκλῳ μέχρι τοῦ ᾿Ιλλυρικοῦ και ολόγυρα μέχρι την Ιλλυρία
πεπληρωκέναι τὸ εὐαγγέλιον τοῦ να έχω πλήρως κηρύξει το
Χριστοῦ, ευαγγέλιο του Χριστού.
20 οὕτω δὲ φιλοτιμούμενον 20 Και έτσι φιλοτιμούμαι να
εὐαγγελίζεσθαι οὐχ ὅπου ευαγγελίζω: όχι όπου κηρύχτηκε
ὠνομάσθη Χριστός, ἵνα μὴ ἐπ᾿ το όνομα του Χριστού, για να μην
ἀλλότριον θεμέλιον οἰκοδομῶ, οικοδομώ πάνω σε ξένο θεμέλιο,
21 ἀλλὰ καθὼς γέγραπται, οἷς 21 αλλά καθώς είναι γραμμένο:
οὐκ ἀνηγγέλη περὶ αὐτοῦ Θα δουν αυτοί στους οποίους δεν
ὄψονται, καὶ οἳ οὐκ ἀκηκόασι αναγγέλθηκε γι’ αυτόν και θα
συνήσουσι. καταλάβουν αυτοί που δεν έχουν
ακούσει.
Το σχέδιο τον Παύλου να
επισκεφτεί τη Ρώμη
22 Διὸ καὶ ἐνεκοπτόμην τὰ πολλὰ 22 Γι’ αυτό και εμποδιζόμουν
τοῦ ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς· πολλές φορές να έρθω προς εσάς.
23 νυνὶ δὲ μηκέτι τόπον ἔχων ἐν 23 Τώρα όμως, μην έχοντας πια
τοῖς κλίμασι τούτοις, ἐπιποθίαν τόπο να ευαγγελίσω σ’ αυτές τις
δὲ ἔχων τοῦ ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς ἀπὸ περιοχές, και επειδή έχω μεγάλο
πολλῶν ἐτῶν, πόθο να έρθω προς εσάς από
πολλά έτη,
24 ὡς ἐὰν πορεύωμαι εἰς τὴν 24 θα το κάνω καθώς θα
Σπανίαν, ἐλεύσομαι πρὸς ὑμᾶς· πορεύομαι στην Ισπανία. Γιατί
ἐλπίζω γὰρ διαπορευόμενος ελπίζω, περνώντας διαμέσου της
θεάσασθαι ὑμᾶς καὶ ὑφ᾿ ὑμῶν Ρώμης, να σας δω, και από εσάς
προπεμφθῆναι ἐκεῖ, ἐὰν ὑμῶν να κατευοδοθώ εκεί, αν πρώτα εν
πρῶτον ἀπὸ μέρους ἐμπλησθῶ. μέρει σας χορτάσω.
25 νυνὶ δὲ πορεύομαι εἰς 25 Τώρα όμως πορεύομαι στην
῾Ιερουσαλὴμ διακονῶν τοῖς Ιερουσαλήμ διακονώντας τους
ἁγίοις. αγίους.
26 εὐδόκησαν γὰρ Μακεδονία 26 Γιατί ευαρεστήθηκαν οι

καὶ ᾿Αχαΐα κοινωνίαν τινὰ αδελφοί της Μακεδονίας και της
Αχαΐας να κάνουν κάποια


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΕ’


ποιήσασθαι εἰς τοὺς πτωχοὺς συνεισφορά για τους φτωχούς
τῶν ἁγίων τῶν ἐν ῾Ιερουσαλήμ. των αγίων που είναι στην
Ιερουσαλήμ.
27 εὐδόκησαν γὰρ καὶ ὀφειλέται 27 Ευαρεστήθηκαν, πράγματι,
αὐτῶν εἰσιν· εἰ γὰρ τοῖς και μάλιστα είναι οφειλέτες τους.
πνευματικοῖς αὐτῶν Γιατί αν στα πνευματικά τους
ἐκοινώνησαν τὰ ἔθνη, ὀφείλουσι έγιναν συμμέτοχα τα έθνη,
καὶ ἐν τοῖς σαρκικοῖς οφείλουν και στις ανάγκες του
λειτουργῆσαι αὐτοῖς. σώματος να τους υπηρετήσουν
δημόσια.
28 τοῦτο οὖν ἐπιτελέσας, καὶ 28 Όταν επιτελέσω λοιπόν αυτό,
σφραγισάμενος αὐτοῖς τὸν και όταν παραδώσω με
καρπόν τοῦτον, ἀπελεύσομαι δι᾿ ασφάλεια σ’ αυτούς αυτόν τον
ὑμῶν εἰς τὴν Σπανίαν. καρπό, θα πάω περνώντας από
εσάς στην Ισπανία.
29 οἶδα δὲ ὅτι ἐρχόμενος πρὸς 29 Και ξέρω ότι, όταν έρθω προς
ὑμᾶς ἐν πληρώματι εὐλογίας τοῦ εσάς, θα έρθω γεμάτος από
εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ ευλογία Χριστού.
ἐλεύσομαι.
30 Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, 30 Σας παρακαλώ, λοιπόν,
διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ αδελφοί, μέσω του Κυρίου μας
Χριστοῦ καὶ διὰ τῆς ἀγάπης τοῦ Ιησού Χριστού και μέσω της
Πνεύματος, συναγωνίσασθαί μοι αγάπης του Πνεύματος να
ἐν ταῖς προσευχαῖς ὑπὲρ ἐμοῦ συναγωνιστείτε μ’ εμένα στις
πρὸς τὸν Θεόν, προσευχές για χάρη μου προς το
Θεό,
31 ἵνα ρυσθῶ ἀπὸ τῶν 31 για να σωθώ από αυτούς που
ἀπειθούντων ἐν τῇ ᾿Ιουδαίᾳ καὶ απειθούν στην Ιουδαία και η
ἵνα ἡ διακονία μου ἡ εἰς διακονία μου που θα γίνει στην
῾Ιερουσαλὴμ εὐπρόσδεκτος Ιερουσαλήμ να γίνει
γένηται τοῖς ἁγίοις, ευπρόσδεκτη στους αγίους,
32 ἵνα ἐν χαρᾷ ἔλθω πρὸς ὑμᾶς 32 ώστε, αφού έρθω με χαρά προς
διὰ θελήματος Θεοῦ καὶ εσάς με το θέλημα του Θεού, να
συναναπαύσωμαι ὑμῖν. αναπαυτώ μαζί σας.
33 ὁ δὲ Θεὸς τῆς εἰρήνης μετὰ 33 Και ο Θεός της ειρήνης ας είναι
πάντων ὑμῶν· ἀμήν. μαζί με όλους σας. Αμήν.


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΣΤ’




Χαιρετισμοί
1 Συνίστημι δὲ ὑμῖν Φοίβην τὴν 1 Σας συνιστώ, λοιπόν, τη Φοίβη
ἀδελφὴν ἡμῶν, οὖσαν διάκονον την αδελφή μας, η οποία είναι
τῆς ἐκκλησίας τῆς ἐν Κεγχρεαῖς, και διάκονος της εκκλησίας που
βρίσκεται στις Κεχρεές,
2 ἵνα αὐτὴν προσδέξησθε ἐν 2 για να τη δεχτείτε στο όνομα
Κυρίῳ ἀξίως τῶν ἁγίων καὶ του Κυρίου, όπως αξίζει στους

παραστῆτε αὐτῇ ἐν ᾧ ἂν ὑμῶν αγίους, και να της παρασταθείτε
χρῄζῃ πράγματι· καὶ γὰρ αὕτη σε όποιο πράγμα σάς έχει
προστάτις πολλῶν ἐγενήθη καὶ ανάγκη. γιατί και αυτή έγινε
αὐτοῦ ἐμοῦ. προστάτισσα πολλών και σ’
εμένα τον ίδιο.
3 ᾿Ασπάσασθε Πρίσκιλλαν καὶ 3 Χαιρετήστε την Πρίσκα και τον
᾿Ακύλαν τοὺς συνεργούς μου ἐν Ακύλα, τους συνεργάτες μου στο
Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, Χριστό Ιησού,
4 οἵτινες ὑπὲρ τῆς ψυχῆς μου τὸν 4 οι οποίοι υπέρ της ζωής μου το
ἑαυτῶν τράχηλον ὑπέθηκαν, οἷς δικό τους τράχηλο έθεσαν κάτω
οὐκ ἐγὼ μόνος εὐχαριστῶ, ἀλλὰ από τη μάχαιρα, τους οποίους δεν
καὶ πᾶσαι αἱ ἐκκλησίαι τῶν ευχαριστώ εγώ μόνος, αλλά και
ἐθνῶν, καὶ τὴν κατ᾿ οἶκον αὐτῶν όλες οι εκκλησίες των εθνών.
ἐκκλησίαν.
5 ἀσπάσασθε ᾿Επαίνετον τὸν 5 χαιρετήστε και την κατ’ οίκο
ἀγαπητόν μου, ὅς ἐστιν ἀπαρχὴ τους εκκλησία. Χαιρετήστε τον
τῆς ᾿Αχαΐας εἰς Χριστόν. Επαίνετο τον αγαπητό μου, που
είναι απαρχή της πίστης στο
Χριστό στην επαρχία της Ασίας.
6 ἀσπάσασθε Μαριάμ, ἥτις 6 Χαιρετήστε τη Μαρία, που πολύ
πολλὰ ἐκοπίασεν εἰς ἡμᾶς. κοπίασε για σας.
7 ἀσπάσασθε ᾿Ανδρόνικον καὶ 7 Χαιρετήστε τους Ανδρόνικο και
᾿Ιουνίαν τοὺς συγγενεῖς μου καὶ Ιουνιά, τους συγγενείς μου και
συναιχμαλώτους μου, οἵτινές συναιχμαλώτους μου, οι οποίοι
εἰσιν ἐπίσημοι ἐν τοῖς είναι επίσημοι μεταξύ των
ἀποστόλοις, οἳ καὶ πρὸ ἐμοῦ αποστόλων, οι οποίοι και πριν
γεγόνασιν ἐν Χριστῷ, από εμένα ήταν στο Χριστό.
8 ἀσπάσασθε ᾿Αμπλίαν τὸν 8 Χαιρετήστε τον Αμπλιάτο, τον
ἀγαπητόν μου ἐν Κυρίῳ. αγαπητό μου στον Κύριο.
9 ἀσπάσασθε Οὐρβανὸν τὸν 9 Χαιρετήστε τον Ουρβανό το
συνεργὸν ἡμῶν ἐν Χριστῷ καὶ συνεργάτη μας στο Χριστό και το
Στάχυν τὸν ἀγαπητόν μου. Στάχυ τον αγαπητό μου.


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΣΤ’


10 ἀσπάσασθε ᾿Απελλῆν τὸν 10 Χαιρετήστε τον Απελλή, το
δόκιμον ἐν Χριστῷ. ἀσπάσασθε δόκιμο στο Χριστό. Χαιρετήστε
τοὺς ἐκ τῶν ᾿Αριστοβούλου. αυτούς που είναι από τους
οικείους του Αριστόβουλου.
11 ἀσπάσασθε ῾Ηρῳδίωνα τὸν 11 Χαιρετήστε τον Ηρωδίωνα το
συγγενῆ μου. ἀσπάσασθε τοὺς ἐκ συγγενή μου. Χαιρετήστε αυτούς
τῶν Ναρκίσσου τοὺς ὄντας ἐν από τους οικείους του Ναρκίσσου
Κυρίῳ. που ζουν με τον Κύριο.
12 ἀσπάσασθε Τρύφαιναν καὶ 12 Χαιρετήστε την Τρύφαινα και
Τρυφῶσαν τὰς κοπιώσας ἐν την Τρυφώσα που κοπίασαν για
Κυρίῳ. ἀσπάσασθε Περσίδα τὴν τον Κύριο. Χαιρετήστε την
ἀγαπητήν, ἥτις πολλὰ ἐκοπίασεν Περσίδα την αγαπητή, που πολύ
ἐν Κυρίῳ. κοπίασε για τον Κύριο.
13 ἀσπάσασθε Ροῦφον τὸν 13 Χαιρετήστε το Ρούφο τον
ἐκλεκτὸν ἐν Κυρίῳ καὶ τὴν εκλεκτό μέσω του Κυρίου και τη
μητέρα αὐτοῦ καὶ ἐμοῦ. μητέρα του, που είναι και δική
μου.
14 ἀσπάσασθε ᾿Ασύγκριτον, 14 Χαιρετήστε τον Ασύγκριτο, το
Φλέγοντα, ῾Ερμᾶν, Πατρόβαν, Φλέγοντα, τον Ερμή, τον
῾Ερμῆν καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς Πατροβά, τον Ερμά και τους
ἀδελφούς. αδελφούς που είναι μαζί τους.
15 ἀσπάσασθε Φιλόλογον καὶ 15 Χαιρετήστε το Φιλόλογο και
᾿Ιουλίαν, Νηρέα καὶ τὴν ἀδελφὴν την Ιουλία, το Νηρέα και την
αὐτοῦ, καὶ ᾿Ολυμπᾶν καὶ τοὺς αδελφή του, και τον Ολυμπά και
σὺν αὐτοῖς πάντας ἁγίους. όλους τους αγίους που είναι μαζί
τους.
16 ἀσπάσασθε ἀλλήλους ἐν 16 Χαιρετήστε ο ένας τον άλλο με
φιλήματι ἁγίῳ. ἀσπάζονται ὑμᾶς φίλημα άγιο. Σας χαιρετούν όλες
αἱ ἐκκλησίαι τοῦ Χριστοῦ. οι εκκλησίες του Χριστού.
17 Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, 17 Και σας παρακαλώ, αδελφοί,
σκοπεῖν τοὺς τὰς διχοστασίας να προσέχετε αυτούς που
καὶ τὰ σκάνδαλα παρὰ τὴν δημιουργούν τις διχοστασίες και
διδαχὴν ἣν ὑμεῖς ἐμάθετε τα σκάνδαλα, αντίθετα προς τη
ποιοῦντας, καὶ ἐκκλίνατε ἀπ᾿ διδαχή που εσείς μάθατε να
αὐτῶν· εφαρμόζετε, και να τους
αποφεύγετε.
18 οἱ γὰρ τοιοῦτοι τῷ Κυρίῳ ἡμῶν 18 Γιατί οι τέτοιου είδους
᾿Ιησοῦ Χριστῷ οὐ δουλεύουσιν, άνθρωποι δεν υπηρετούν ως
ἀλλὰ τῇ ἑαυτῶν κοιλίᾳ, καὶ διὰ δούλοι στον Κύριό μας Χριστό,
τῆς χρηστολογίας καὶ εὐλογίας αλλά στη δική τους κοιλιά, και με

ἐξαπατῶσι τὰς καρδίας τῶν τα καλά και ωραία τους λόγια
ἀκάκων·


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΣΤ’


εξαπατούν τις καρδιές των
άκακων ανθρώπων.
19 ἡ γὰρ ὑμῶν ὑπακοὴ εἰς πάντας 19 Γιατί η φήμη της υπακοής σας
ἀφίκετο. χαίρω οὖν τὸ ἐφ᾿ ὑμῖν· έφτασε σε όλους. Χαίρομαι
θέλω δὲ ὑμᾶς σοφοὺς μὲν εἶναι εἰς λοιπόν για σας, και θέλω να είστε
τὸ ἀγαθόν, ἀκεραίους δὲ εἰς τὸ σοφοί στο αγαθό και ακέραιοι
κακόν. στο κακό.
20 ὁ δὲ Θεὸς τῆς εἰρήνης 20 Και ο Θεός της ειρήνης θα
συντρίψει τὸν σατανᾶν ὑπὸ τοὺς συντρίψει γρήγορα το Σατανά
πόδας ὑμῶν ἐν τάχει. ῾Η χάρις τοῦ κάτω από τα πόδια σας. Η χάρη
Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ μεθ᾿ του Κυρίου μας Ιησού ας είναι
ὑμῶν. μαζί σας.
21 ᾿Ασπάζονται ὑμᾶς Τιμόθεος ὁ 21 Σας χαιρετά ο Τιμόθεος, ο
συνεργός μου, καὶ Λούκιος καὶ συνεργάτης μου, και ο Λούκιος
᾿Ιάσων καὶ Σωσίπατρος οἱ και ο Ιάσονας και ο Σωσίπατρος,
συγγενεῖς μου. οι συγγενείς μου.
22 ἀσπάζομαι ὑμᾶς ἐγὼ Τέρτιος ὁ 22 Σας χαιρετώ εγώ ο Τέρτιος που
γράψας τὴν ἐπιστολὴν ἐν Κυρίῳ. έγραψα την επιστολή με τη
βοήθεια του Κυρίου.
23 ἀσπάζεται ὑμᾶς Γάϊος ὁ ξένος 23 Σας χαιρετά ο Γάιος που
μου καὶ τῆς ἐκκλησίας ὅλης. φιλοξενεί εμένα και όλη την
ἀσπάζεται ὑμᾶς ῎Εραστος ὁ εκκλησία. Σας χαιρετά ο
οἰκονόμος τῆς πόλεως καὶ Έραστος ο οικονόμος της πόλης
Κούαρτος ὁ ἀδελφός. και ο Κούαρτος ο αδελφός.
24 ῾Η χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν 24 Η χάρη του Κυρίου μας Ιησού
᾿Ιησοῦ Χριστοῦ μετὰ πάντων Χριστού ας είναι μαζί με όλους
ὑμῶν· ἀμήν. σας. Αμήν.
Δοξολογία
25 Τῷ δὲ δυναμένῳ ὑμᾶς στηρίξαι 25 Σ’ αυτόν, λοιπόν, που δύναται
κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου καὶ τὸ να σας στηρίξει σύμφωνα με το
κήρυγμα Ἰησοῦ Χριστοῦ κατὰ ευαγγέλιό μου και με το κήρυγμα
ἀποκάλυψιν μυστηρίου χρόνοις του Ιησού Χριστού, σύμφωνα με
αἰωνίοις σεσιγημένου, την αποκάλυψη του μυστηρίου
για το οποίο είχε τηρηθεί σιγή
από χρόνους αιώνιους,
26 φανερωθέντος δὲ νῦν διά τε 26 αλλά που φανερώθηκε τώρα
γραφῶν προφητικῶν κατ' και με γραφές προφητικές κατ’
ἐπιταγὴν τοῦ αἰωνίου θεοῦ εἰς εντολή του αιώνιου Θεού, για να
ὑπακοὴν πίστεως εἰς πάντα τὰ υπακούσουν στην πίστη οι
ἔθνη γνωρισθέντος, άνθρωποι, αφού το μυστήριο

γνωρίστηκε σ’ όλα τα έθνη,


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Κεφ. ΙΣΤ’


27 μόνῳ σοφῷ θεῷ, διὰ Ἰησοῦ 27 στο μόνο σοφό Θεό, μέσω του
Χριστοῦ, ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς Ιησού Χριστού, σ’ αυτόν ας είναι
αἰῶνας, ἀμήν. η δόξα στους αιώνες. Αμήν.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Α’




Χαιρετισμός και ευχαριστία
1 Παῦλος, κλητὸς ἀπόστολος 1 Παύλος, κλητός απόστολος του
᾿Ιησοῦ Χριστοῦ διὰ θελήματος Χριστού Ιησού με το θέλημα του
Θεοῦ, καὶ Σωσθένης ὁ ἀδελφός, Θεού και ο Σωσθένης ο αδελφός
2 τῇ ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ τῇ οὔσῃ 2 προς την εκκλησία του Θεού
ἐν Κορίνθῳ, ἡγιασμένοις ἐν που είναι στην Κόρινθο, στους
Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, κλητοῖς ἁγίοις, αγιασμένους μέσα στο Χριστό

σὺν πᾶσι τοῖς ἐπικαλουμένοις τὸ Ιησού, στους κλητούς αγίους,
ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ μαζί με όλους εκείνους που
Χριστοῦ ἐν παντὶ τόπῳ αὐτῶν τε επικαλούνται το όνομα του
καὶ ἡμῶν· Κυρίου μας Ιησού Χριστού σε
κάθε τόπο, Κυρίου δικού τους και
δικού μας.
3 χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ Θεοῦ 3 Χάρη σ’ εσάς και ειρήνη από το
πατρὸς ἡμῶν καὶ Κυρίου ᾿Ιησοῦ Θεό Πατέρα μας και από τον
Χριστοῦ. Κύριο Ιησού Χριστό.
4 Εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ μου πάντοτε 4 Ευχαριστώ το Θεό μου πάντοτε
περὶ ὑμῶν ἐπὶ τῇ χάριτι τοῦ Θεοῦ για σας, για τη χάρη του Θεού
τῇ δοθείση ὑμῖν ἐν Χριστῷ που δόθηκε σ’ εσάς με το Χριστό
᾿Ιησοῦ, Ιησού,
5 ὅτι ἐν παντὶ ἐπλουτίσθητε ἐν 5 γιατί σε καθετί πλουτιστήκατε
αὐτῷ, ἐν παντὶ λόγῳ καὶ πάσῃ με αυτόν, σε κάθε λόγο και σε
γνώσει, κάθε γνώση,
6 καθὼς τὸ μαρτύριον τοῦ 6 καθώς η μαρτυρία του Χριστού
Χριστοῦ ἐβεβαιώθη ἐν ὑμῖν, βεβαιώθηκε μεταξύ σας,
7 ὥστε ὑμᾶς μὴ ὑστερεῖσθαι ἐν 7 ώστε εσείς να μη στερείστε
μηδενὶ χαρίσματι, κανένα χάρισμα καθώς
ἀπεκδεχομένους τὴν περιμένετε την αποκάλυψη του
ἀποκάλυψιν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
᾿Ιησοῦ Χριστοῦ· 8 Αυτός και θα σας στερεώσει ως
8 ὃς καὶ βεβαιώσει ὑμᾶς ἕως το τέλος ακατηγόρητους κατά
τέλους ἀνεγκλήτους ἐν τῇ ἡμέρᾳ την ημέρα του Κυρίου μας Ιησού
τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Χριστού.
9 πιστὸς ὁ Θεὸς δι᾿ οὗ ἐκλήθητε 9 Πιστός ο Θεός, μέσω του οποίου
εἰς κοινωνίαν τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ κληθήκατε σε κοινωνία με τον
᾿Ιησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν. Υιό του Ιησού Χριστό, τον Κύριό
μας.
Διαιρέσεις μέσα στην εκκλησία
10 Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, 10 Σας παρακαλώ λοιπόν,
διὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου αδελφοί, διαμέσου του ονόματος


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Α’


ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ἵνα τὸ αὐτὸ του Κυρίου μας Ιησού Χριστού,
λέγητε πάντες, καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν να λέτε το ίδιο όλοι και να μην
σχίσματα, ἦτε δὲ κατηρτισμένοι υπάρχουν μεταξύ σας σχίσματα,
ἐν τῷ αὐτῷ νοῒ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ αλλά να είστε τελείως ενωμένοι
γνώμῃ. με τον ίδιο νου και με την ίδια
γνώμη.
11 ἐδηλώθη γάρ μοι περὶ ὑμῶν, 11 Γιατί μου δηλώθηκε για σας,
ἀδελφοί μου, ὑπὸ τῶν Χλόης ὅτι αδελφοί μου, από τους οικείους
ἔριδες ἐν ὑμῖν εἰσι. της Χλόης ότι έριδες υπάρχουν
μεταξύ σας.
12 λέγω δὲ τοῦτο, ὅτι ἕκαστος 12 Και εννοώ αυτό, ότι καθένας
ὑμῶν λέγει· ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, σας λέει: «Εγώ βέβαια είμαι του
ἐγὼ δὲ ᾿Απολλώ, ἐγὼ δὲ Κηφᾶ, Παύλου», «Εγώ όμως του
ἐγὼ δὲ Χριστοῦ. Απολλώ», «Κι εγώ του Κηφά», «Κι
εγώ του Χριστού».
13 μεμέρισται ὁ Χριστός; μὴ 13 Έχει διαιρεθεί ο Χριστός;
Παῦλος ἐσταυρώθη ὑπὲρ ὑμῶν; ἢ Μήπως ο Παύλος σταυρώθηκε
εἰς τὸ ὄνομα Παύλου για σας ή στο όνομα του Παύλου
ἐβαπτίσθητε; βαφτιστήκατε;
14 εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ ὅτι οὐδένα 14 Ευχαριστώ το Θεό γιατί
ὑμῶν ἐβάπτισα εἰ μὴ Κρίσπον καὶ κανέναν από εσάς δε βάφτισα
Γάϊον, παρά τον Κρίσπο και το Γάιο,
15 ἵνα μή τις εἴπῃ ὅτι εἰς τὸ ἐμὸν 15 για να μην πει κανείς ότι στο
ὄνομα ἐβάπτισα. δικό μου όνομα βαφτιστήκατε.
16 ἐβάπτισα δὲ καὶ τὸν Στεφανᾶ 16 Βάφτισα επίσης και τον οίκο
οἶκον· λοιπὸν οὐκ οἶδα εἴ τινα του Στεφανά. λοιπόν, δεν ξέρω αν
ἄλλον ἐβάπτισα. κάποιον άλλο βάφτισα.
17 οὐ γὰρ ἀπέστειλέ με Χριστὸς 17 Γιατί δε με απέστειλε ο Χριστός
βαπτίζειν, ἀλλ᾿ εὐαγγελίζεσθαι, να βαφτίζω, αλλά να ευαγγελίζω,
οὐκ ἐν σοφίᾳ λόγου, ἵνα μὴ όχι με σοφία λόγου, για να μην
κενωθῇ ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ. κενωθεί ο σταυρός του Χριστού.
Η σοφία του Θεού ως μωρία
18 ῾Ο λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ 18 Γιατί ο λόγος του σταυρού
τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία αφενός γι’ αυτούς που χάνονται
ἐστί, τοῖς δὲ σῳζομένοις ἡμῖν είναι μωρία, αφετέρου για εμάς
δύναμις Θεοῦ ἐστι. που σωζόμαστε είναι δύναμη
Θεού.
19 γέγραπται γάρ· ἀπολῶ τὴν 19 Γιατί είναι γραμμένο: Θα
σοφίαν τῶν σοφῶν, καὶ τὴν καταστρέψω τη σοφία των
σύνεσιν τῶν συνετῶν ἀθετήσω. σοφών και τη σύνεση των

συνετών θα απορρίψω.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Α’


20 ποῦ σοφός; ποῦ γραμματεύς; 20 Πού είναι ο σοφός; Πού ο
ποῦ συζητητὴς τοῦ αἰῶνος γραμματέας; Πού ο συζητητής
τούτου; οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν του αιώνα τούτου; Δε μώρανε ο
σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου; Θεός τη σοφία του κόσμου;
21 ἐπειδὴ γὰρ ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ 21 Επειδή, λοιπόν, με τη σοφία
Θεοῦ οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς του Θεού, δε γνώρισε ο κόσμος
σοφίας τὸν Θεόν, εὐδόκησεν ὁ διαμέσου της σοφίας του το Θεό,
Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ ευδόκησε ο Θεός διαμέσου της
κηρύγματος σῶσαι τοὺς μωρίας του κηρύγματος να
πιστεύοντας. σώσει εκείνους που πιστεύουν.
22 ἐπειδὴ καὶ ᾿Ιουδαῖοι σημεῖον 22 Επειδή, πράγματι, οι Ιουδαίοι
αἰτοῦσι καὶ ῞Ελληνες σοφίαν απαιτούν σημεία και οι Έλληνες
ζητοῦσιν, ζητούν σοφία,
23 ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν 23 εμείς όμως κηρύττουμε Χριστό
ἐσταυρωμένον, ᾿Ιουδαίοις μὲν σταυρωμένο, αφενός στους
σκάνδαλον, ῞Ελλησι δὲ μωρίαν, Ιουδαίους είναι σκάνδαλο,
αφετέρου στα έθνη μωρία.
24 αὐτοῖς δὲ τοῖς κλητοῖς, 24 Σ’ αυτούς όμως τους κλητούς,
᾿Ιουδαίοις τε καὶ ῞Ελλησι, Ιουδαίους και Έλληνες, ο Χριστός
Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ είναι Θεού δύναμη και Θεού
σοφίαν· σοφία.
25 ὅτι τὸ μωρὸν τοῦ Θεοῦ 25 Γιατί το μωρό του Θεού είναι
σοφώτερον τῶν ἀνθρώπων ἐστί, σοφότερο των ανθρώπων και το
καὶ τὸ ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ ασθενές του Θεού είναι
ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων ἐστί. ισχυρότερο των ανθρώπων.
26 Βλέπετε γὰρ τὴν κλῆσιν ὑμῶν, 26 Βλέπετε πράγματι την κλήση
ἀδελφοί, ὅτι οὐ πολλοὶ σοφοὶ σας, αδελφοί, γιατί δεν είστε
κατὰ σάρκα, οὐ πολλοὶ δυνατοί, πολλοί σοφοί κατά σάρκα, δεν
οὐ πολλοὶ εὐγενεῖς, είστε πολλοί δυνατοί, δεν είστε
πολλοί ευγενείς.
27 ἀλλὰ τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου 27 Αλλά τα μωρά του κόσμου
ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα τοὺς σοφοὺς εξέλεξε ο Θεός, για να
καταισχύνῃ, καὶ τὰ ἀσθενῆ τοῦ καταντροπιάσει τους σοφούς,
κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα και τα ασθενή του κόσμου
καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά, εξέλεξε ο Θεός, για να
καταντροπιάσει τα ισχυρά,
28 καὶ τὰ ἀγενῆ τοῦ κόσμου καὶ 28 και τα αγενή του κόσμου στην
τὰ ἐξουθενημένα ἐξελέξατο ὁ καταγωγή και τα εξουθενωμένα
Θεός, καὶ τὰ μὴ ὄντα, ἵνα τὰ ὄντα εξέλεξε ο Θεός, αυτά που δεν
καταργήσῃ, είναι, για να καταργήσει αυτά

που είναι,


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Α’


29 ὅπως μὴ καυχήσηται πᾶσα 29 με σκοπό να μην καυχηθεί
σὰρξ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. καμιά σάρκα μπροστά στο Θεό.
30 ἐξ αὐτοῦ δὲ ὑμεῖς ἐστε ἐν 30 Από Αυτόν λοιπόν εσείς είστε
Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, ὃς ἐγενήθη ἡμῖν μέσα στο Χριστό Ιησού, ο οποίος
σοφία ἀπὸ Θεοῦ, δικαιοσύνη τε έγινε σοφία για μας από το Θεό
καὶ ἁγιασμὸς καὶ ἀπολύτρωσις, και δικαιοσύνη και αγιασμός και
απολύτρωση,
31 ἵνα, καθὼς γέγραπται, ὁ 31 ώστε, καθώς είναι γραμμένο,
καυχώμενος ἐν Κυρίῳ αυτός που καυχιέται, στον Κύριο
καυχάσθω. ας καυχιέται.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Β’




Κήρυγμα του σταυρωμένου Ιησού
1 Κἀγὼ ἐλθὼν πρὸς ὑμᾶς, 1 Κι εγώ, όταν ήρθα προς εσάς,
ἀδελφοί, ἦλθον οὐ καθ᾿ αδελφοί, ήρθα όχι με υπεροχή
ὑπεροχὴν λόγου ἢ σοφίας λόγου ή σοφίας, για να
καταγγέλλων ὑμῖν τὸ μαρτύριον αναγγέλλω σ’ εσάς το μυστήριο
τοῦ Θεοῦ. του Θεού.
2 οὐ γὰρ ἔκρινα τοῦ εἰδέναι τι ἐν 2 Γιατί αποφάσισα να μην ξέρω

ὑμῖν εἰ μὴ ᾿Ιησοῦν Χριστόν, καὶ τίποτα μεταξύ σας παρά μόνο
τοῦτον ἐσταυρωμένον. τον Ιησού Χριστό και αυτόν
σταυρωμένο.
3 καὶ ἐγὼ ἐν ἀσθενείᾳ καὶ ἐν 3 Κι εγώ ήρθα προς εσάς με
φόβῳ καὶ ἐν τρόμῳ πολλῷ ασθένεια και με φόβο και με
ἐγενόμην πρὸς ὑμᾶς, τρόμο πολύ.
4 καὶ ὁ λόγος μου καὶ τὸ κήρυγμά 4 Και ο λόγος μου και το κήρυγμά
μου οὐκ ἐν πειθοῖς ἀνθρωπίνης μου έγιναν όχι με πειστικούς
σοφίας λόγοις, ἀλλ᾿ ἐν ἀποδείξει λόγους σοφίας, αλλά με
Πνεύματος καὶ δυνάμεως, απόδειξη Πνεύματος και
δύναμης,
5 ἵνα ἡ πίστις ὑμῶν μὴ ᾖ ἐν σοφίᾳ 5 για να μην είναι η πίστη σας
ἀνθρώπων, ἀλλ᾿ ἐν δυνάμει Θεοῦ. βασισμένη στη σοφία των
ανθρώπων, αλλά στη δύναμη του
Θεού.
Η αποκάλυψη της σοφίας του Θεού
δια του Πνεύματος
6 Σοφίαν δὲ λαλοῦμεν ἐν τοῖς 6 Σοφία όμως μιλούμε μεταξύ
τελείοις, σοφίαν δὲ οὐ τοῦ αἰῶνος των τελείων, σοφία όμως όχι του
τούτου, οὐδὲ τῶν ἀρχόντων τοῦ αιώνα τούτου ούτε των αρχόντων
αἰῶνος τούτου τῶν του αιώνα τούτου που
καταργουμένων· καταργούνται.
7 ἀλλὰ λαλοῦμεν σοφίαν Θεοῦ ἐν 7 Αλλά μιλούμε Θεού σοφία που
μυστηρίῳ, τὴν ἀποκεκρυμμένην, είναι αποκρυμμένη μέσα σε
ἣν προώρισεν ὁ Θεὸς πρὸ τῶν μυστήριο, την οποία προόρισε ο
αἰώνων εἰς δόξαν ἡμῶν, Θεός πριν από τους αιώνες προς
δόξα μας,
8 ἣν οὐδεὶς τῶν ἀρχόντων τοῦ 8 την οποία κανείς από τους
αἰῶνος τούτου ἔγνωκεν· εἰ γὰρ άρχοντες του αιώνα τούτου δεν
ἔγνωσαν, οὐκ ἂν τὸν Κύριον τῆς έχει γνωρίσει. Γιατί αν τη
δόξης ἐσταύρωσαν· γνώριζαν δε θα σταύρωναν τον
Κύριο της δόξας.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Β’


9 ἀλλὰ καθὼς γέγραπται, ἃ 9 Αλλά καθώς είναι γραμμένο:
ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ Αυτά που οφθαλμός δεν είδε και
ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν αυτί δεν άκουσε και σε καρδιά
ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ανθρώπου δεν ανέβηκαν, αυτά
ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν ετοίμασε ο Θεός για όσους τον
αὐτόν. αγαπούν.
10 ἡμῖν δὲ ὁ Θεὸς ἀπεκάλυψε διὰ 10 Σ’ εμάς όμως τα αποκάλυψε ο
τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ· τὸ γὰρ Θεός με το Πνεύμα. γιατί το
Πνεῦμα πάντα ἐρευνᾷ, καὶ τὰ Πνεύμα τα πάντα ερευνά, ακόμα
βάθη τοῦ Θεοῦ. και τα βάθη του Θεού.
11 τίς γὰρ οἶδεν ἀνθρώπων τὰ τοῦ 11 Γιατί ποιος από τους
ἀνθρώπου εἰ μὴ τὸ πνεῦμα τοῦ ανθρώπους ξέρει τα ιδιαίτερα του
ἀνθρώπου τὸ ἐν αὐτῷ; οὕτω καὶ ανθρώπου παρά μόνο το πνεύμα
τὰ τοῦ Θεοῦ οὐδεὶς οἶδεν εἰ μὴ τὸ του ανθρώπου που είναι μέσα
Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. του; Έτσι και τα ιδιαίτερα του
Θεού κανείς δεν τα έχει γνωρίσει
παρά μόνο το Πνεύμα του Θεού.
12 ἡμεῖς δὲ οὐ τὸ πνεῦμα τοῦ 12 Κι εμείς δε λάβαμε το πνεύμα
κόσμου ἐλάβομεν, ἀλλὰ τὸ του κόσμου, αλλά το Πνεύμα που
Πνεῦμα τὸ ἐκ τοῦ Θεοῦ, ἵνα είναι από το Θεό, για να ξέρουμε
εἰδῶμεν τὰ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ αυτά που χαρίστηκαν σ’ εμάς
χαρισθέντα ἡμῖν. από το Θεό.
13 ἃ καὶ λαλοῦμεν οὐκ ἐν 13 Αυτά και μιλούμε όχι με
διδακτοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας διδακτικούς λόγους ανθρώπινης
λόγοις, ἀλλ᾿ ἐν διδακτοῖς σοφίας, αλλά με διδακτικούς
Πνεύματος ῾Αγίου, πνευματικοῖς λόγους Πνεύματος,
πνευματικὰ συγκρίνοντες. ερμηνεύοντας στους
πνευματικούς τα πνευματικά.
14 ψυχικὸς δὲ ἄνθρωπος οὐ 14 Ο ψυχικός όμως άνθρωπος δε
δέχεται τὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ δέχεται τα πράγματα του
Θεοῦ· μωρία γὰρ αὐτῷ ἐστι, καὶ Πνεύματος του Θεού, γιατί είναι
οὐ δύναται γνῶναι, ὅτι μωρία γι’ αυτόν. και δε δύναται
πνευματικῶς ἀνακρίνεται. να τα γνωρίσει, γιατί
πνευματικώς ανακρίνονται.
15 ὁ δὲ πνευματικὸς ἀνακρίνει 15 Αλλά ο πνευματικός ανακρίνει
μὲν πάντα, αὐτὸς δὲ ὑπ᾿ οὐδενὸς τα πάντα, αυτός όμως από
ἀνακρίνεται. κανέναν δεν ανακρίνεται.
16 τίς γὰρ ἔγνω νοῦν Κυρίου, ὃς 16 Γιατί ποιος γνώρισε το νου του
συμβιβάσει αὐτόν; ἡμεῖς δὲ νοῦν Κυρίου, ο οποίος θα διδάξει
Χριστοῦ ἔχομεν. Αυτόν; Εμείς λοιπόν έχουμε το

νου του Χριστού.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Γ’




Η αληθινή σοφία ταιριάζει στους
πνευματικά ώριμους
1 Καὶ ἐγώ, ἀδελφοί, οὐκ 1 Κι εγώ, αδελφοί, δεν μπόρεσα
ἠδυνήθην ὑμῖν λαλῆσαι ὡς να μιλήσω σ’ εσάς όπως σε
πνευματικοῖς, ἀλλ᾿ ὡς σαρκικοῖς, πνευματικούς, αλλά όπως σε
ὡς νηπίοις ἐν Χριστῷ. σάρκινους, όπως σε νήπια στο
Χριστό.

2 γάλα ὑμᾶς ἐπότισα καὶ οὐ 2 Γάλα σας έδωσα να πιείτε, όχι
βρῶμα. οὔπω γὰρ ἠδύνασθε. ἀλλ᾿ στερεή τροφή. γιατί δεν
οὔτε ἔτι νῦν δύνασθε· ἔτι γὰρ μπορούσατε ακόμα. Αλλά ούτε
σαρκικοί ἐστε. ακόμα τώρα μπορείτε,
3 ὅπου γὰρ ἐν ὑμῖν ζῆλος καὶ ἔρις 3 γιατί ακόμα είστε σαρκικοί.
καὶ διχοστασίαι, οὐχὶ σαρκικοί Γιατί όταν ζείτε σε καταστάσεις
ἐστε καὶ κατὰ ἄνθρωπον όπου είναι μεταξύ σας ζήλια και
περιπατεῖτε; έριδα, δεν είστε σαρκικοί και δεν
περπατάτε ανθρώπινα;
4 ὅταν γὰρ λέγῃ τις, ἐγὼ μέν εἰμι 4 Γιατί όταν λέει κάποιος: «Εγώ
Παύλου, ἕτερος δὲ ἐγὼ ᾿Απολλώ, βέβαια είμαι του Παύλου», και
οὐχὶ σαρκικοί ἐστε; άλλος: «Εγώ του Απολλώ», δεν
είστε κοινοί άνθρωποι;
Οι Απόστολοι και το έργο τους
μέσα στην κοινότητα
5 Τίς οὖν ἐστι Παῦλος, τίς δὲ 5 Τι είναι λοιπόν ο Απολλώς; Και
᾿Απολλὼς ἀλλ᾿ ἢ διάκονοι δι᾿ ὧν τι είναι ο Παύλος; Διάκονοι μέσω
ἐπιστεύσατε, καὶ ἑκάστῳ ὡς ὁ των οποίων πιστέψατε, και όπως
Κύριος ἔδωκεν; ο Κύριος έδωσε χαρίσματα στον
καθένα.
6 ἐγὼ ἐφύτευσα, ᾿Απολλὼς 6 Εγώ φύτεψα, ο Απολλώς πότισε,
ἐπότισεν, ἀλλ᾿ ὁ Θεὸς ηὔξανεν· αλλά ο Θεός αύξανε.
7 ὥστε οὔτε ὁ φυτεύων ἐστί τι 7 Ώστε ούτε αυτός που φυτεύει
οὔτε ὁ ποτίζων, ἀλλ᾿ ὁ αὐξάνων είναι κάτι ούτε αυτός που ποτίζει,
Θεός. αλλά ο Θεός που, αυξάνει.
8 ὁ φυτεύων δὲ καὶ ὁ ποτίζων ἕν 8 Αυτός που φυτεύει, λοιπόν, και
εἰσιν· ἕκαστος δὲ τὸν ἴδιον μισθὸν αυτός που ποτίζει είναι ένα
λήψεται κατὰ τὸν ἴδιον κόπον. πράγμα, και καθένας το δικό του
μισθό θα λάβει σύμφωνα με το
δικό του κόπο.
9 Θεοῦ γάρ ἐσμεν συνεργοί· Θεοῦ 9 Γιατί είμαστε του Θεού
γεώργιον, Θεοῦ οἰκοδομή ἐστε. συνεργάτες, ενώ εσείς είστε


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Γ’


καλλιεργημένο χωράφι του
Θεού, οικοδομή του Θεού.
10 Κατὰ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ τὴν 10 Κατά τη χάρη του Θεού που
δοθεῖσάν μοι ὡς σοφὸς μου δόθηκε σαν σοφός
ἀρχιτέκτων θεμέλιον τέθεικα, αρχιτέκτονας έθεσα θεμέλιο,
ἄλλος δὲ ἐποικοδομεῖ· ἕκαστος δὲ άλλος όμως εποικοδομεί.
βλεπέτω πῶς ἐποικοδομεῖ· Καθένας λοιπόν ας βλέπει πώς
εποικοδομεί.
11 θεμέλιον γὰρ ἄλλον οὐδεὶς 11 Γιατί θεμέλιο άλλο κανείς δε
δύναται θεῖναι παρὰ τὸν δύναται να θέσει παρά εκείνο που
κείμενον, ὅς ἐστιν ᾿Ιησοῦς κείται, που είναι ο Ιησούς
Χριστός. Χριστός.
12 εἰ δέ τις ἐποικοδομεῖ ἐπὶ τὸν 12 Και αν κάποιος οικοδομεί
θεμέλιον τοῦτον χρυσόν, πάνω στο θεμέλιο χρυσάφι,
ἄργυρον, λίθους τιμίους, ξύλα, άργυρο, πολύτιμους λίθους,
χόρτον, καλάμην, ξύλα, χορτάρι, καλάμι,
13 ἑκάστου τὸ ἔργον φανερὸν 13 καθενός το έργο θα γίνει
γενήσεται· ἡ γὰρ ἡμέρα δηλώσει· φανερό, γιατί η Ημέρα θα το
ὅτι ἐν πυρὶ ἀποκαλύπτεται· καὶ φανερώσει, επειδή με φωτιά
ἑκάστου τὸ ἔργον ὁποῖόν ἐστι τὸ αποκαλύπτεται. Και καθενός το
πῦρ δοκιμάσει. έργο, τι είδους είναι, η φωτιά θα
το δοκιμάσει.
14 εἴ τινος τὸ ἔργον μενεῖ ὃ 14 Αν κάποιου θα μείνει το έργο
ἐπῳκοδόμησε, μισθὸν λήψεται· που εποικοδόμησε, θα λάβει
μισθό.
15 εἴ τινος τὸ ἔργον 15 Αν κάποιου το έργο θα
κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, κατακαεί, θα ζημιωθεί, αυτός
αὐτὸς δὲ σωθήσεται, οὕτως δὲ ὡς όμως θα σωθεί, αλλά έτσι σαν
διὰ πυρός. διαμέσου φωτιάς.
16 Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε 16 Δεν ξέρετε ότι είστε ναός του
καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν Θεού και το Πνεύμα του Θεού
ὑμῖν; κατοικεί μέσα σας;
17 εἴ τις τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ 17 Αν κάποιος φθείρει το ναό του
φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός· ὁ Θεού, θα φθείρει αυτόν ο Θεός.
γὰρ ναὸς τοῦ Θεοῦ ἅγιός ἐστιν, γιατί ο ναός του Θεού είναι άγιος,
οἵτινές ἐστε ὑμεῖς. οι οποίοι είστε εσείς.
18 Μηδεὶς ἑαυτὸν ἐξαπατάτω· εἴ 18 Κανείς τον εαυτό του ας μην
τις δοκεῖ σοφὸς εἶναι ἐν ὑμῖν ἐν εξαπατά. αν κάποιος νομίζει πως
τῷ αἰῶνι τούτῳ, μωρὸς γενέσθω, είναι σοφός μεταξύ σας σε τούτο
ἵνα γένηται σοφός. τον αιώνα, μωρός ας γίνει, για να

γίνει σοφός.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Γ’


19 ἡ γὰρ σοφία τοῦ κόσμου 19 Γιατί η σοφία του κόσμου
τούτου μωρία παρὰ τῷ Θεῷ ἐστι. τούτου είναι μωρία μπροστά στο
γέγραπται γάρ· ὁ δρασσόμενος Θεό. Γιατί είναι γραμμένο: Αυτός
τοὺς σοφοὺς ἐν τῇ πανουργίᾳ που αδράχνει τους σοφούς μέσα
αὐτῶν. στην πανουργία τους.
20 καὶ πάλιν· Κύριος γινώσκει 20 και πάλι: Ο Κύριος γνωρίζει
τοὺς διαλογισμοὺς τῶν σοφῶν, τους διαλογισμούς των σοφών
ὅτι εἰσὶ μάταιοι. ότι είναι μάταιοι,
21 ὥστε μηδεὶς καυχάσθω ἐν 21 Ώστε κανείς ας μην καυχιέται
ἀνθρώποις· πάντα γὰρ ὑμῶν σε ανθρώπους. γιατί τα πάντα
ἐστιν, είναι δικά σας,
22 εἴτε Παῦλος εἴτε ᾿Απολλὼς εἴτε 22 είτε ο Παύλος είτε ο Απολλώς
Κηφᾶς εἴτε κόσμος εἴτε ζωὴ εἴτε είτε ο Κηφάς, είτε ο κόσμος είτε η
θάνατος εἴτε ἐνεστῶτα εἴτε ζωή είτε ο θάνατος, είτε τα
μέλλοντα, πάντα ὑμῶν ἐστιν, τωρινά είτε τα μελλοντικά. Τα
πάντα είναι δικά σας,
23 ὑμεῖς δὲ Χριστοῦ, Χριστὸς δὲ 23 κι εσείς του Χριστού, και ο
Θεοῦ. Χριστός του Θεού.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Δ’




Η διακονία των αποστόλων
1 Οὕτως ἡμᾶς λογιζέσθω 1 Έτσι ας μας θεωρεί κάθε
ἄνθρωπος, ὡς ὑπηρέτας Χριστοῦ άνθρωπος: ως υπηρέτες του
καὶ οἰκονόμους μυστηρίων Θεοῦ. Χριστού και οικονόμους
μυστηρίων του Θεού.
2 ὃ δὲ λοιπὸν ζητεῖται ἐν τοῖς 2 Σ’ αυτήν την κατάσταση,
οἰκονόμοις, ἵνα πιστός τις λοιπόν, ζητείται από τους

εὑρεθῇ. οικονόμους να βρεθεί κανείς
πιστός.
3 ἐμοὶ δὲ εἰς ἐλάχιστόν ἐστιν ἵνα 3 Σ’ εμένα όμως είναι ελάχιστο να
ὑφ᾿ ὑμῶν ἀνακριθῶ ἢ ὑπὸ κριθώ γι’ αυτό από εσάς ή από
ἀνθρωπίνης ἡμέρας· ἀλλ᾿ οὐδὲ ανθρώπινο δικαστήριο σε ημέρα
ἐμαυτὸν ἀνακρίνω· δίκης. αλλά ούτε τον εαυτό μου
κρίνω.
4 οὐδὲν γὰρ ἑμαυτῷ σύνοιδα· 4 Γιατί δεν έχω συνείδηση για
ἀλλ᾿ οὐκ ἐν τούτῳ δεδικαίωμαι· ὁ τίποτα ενάντια στον εαυτό μου,
δὲ ἀνακρίνων με Κύριός ἐστιν. αλλά με αυτό δεν έχω δικαιωθεί.
εκείνος λοιπόν που με κρίνει είναι
ο Κύριος.
5 ὥστε μὴ πρὸ καιροῦ τι κρίνετε, 5 Ώστε μην κρίνετε κάτι πριν από
ἕως ἂν ἔλθῃ ὁ Κύριος, ὃς καὶ τον ορισμένο καιρό, ωσότου έρθει
φωτίσει τὰ κρυπτὰ τοῦ σκότους ο Κύριος, ο οποίος και θα φωτίσει
καὶ φανερώσει τὰς βουλὰς τῶν τα κρυφά του σκότους και θα
καρδιῶν, καὶ τότε ὁ ἔπαινος φανερώσει τις βουλές των
γενήσεται ἑκάστῳ ἀπὸ τοῦ Θεοῦ. καρδιών. και τότε ο έπαινος θα
γίνει σε καθέναν από το Θεό.
6 Ταῦτα δέ, ἀδελφοί, 6 Αυτά λοιπόν, αδελφοί, είπα
μετεσχημάτισα εἰς ἐμαυτὸν καὶ μεταφορικά για τον εαυτό μου
᾿Απολλὼ δι᾿ ὑμᾶς, ἵνα ἐν ἡμῖν και τον Απολλώ για σας, ώστε
μάθητε τὸ μὴ ὑπὲρ ὃ γέγραπται από εμάς να μάθετε το: “Όχι
φρονεῖν, ἵνα μὴ εἷς ὑπὲρ τοῦ ἑνὸς περισσότερο από αυτά που είναι
φυσιοῦσθε κατὰ τοῦ ἑτέρου. γραμμένα”, ώστε να μη
φουσκώνετε από υπερηφάνεια ο
ένας υπέρ του ενός και κατά του
άλλου.
7 τίς γάρ σε διακρίνει; τί δὲ ἔχεις ὃ 7 Γιατί ποιος σε κάνει να
οὐκ ἔλαβες; εἰ δὲ καὶ ἔλαβες, τί διακρίνεις; Και τι έχεις που δεν
καυχᾶσαι ὡς μὴ λαβών; έλαβες; Αν λοιπόν πράγματι το
έλαβες, τι καυχιέσαι σαν να μην
το έλαβες;


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Δ’


8 ἤδη κεκορεσμένοι ἐστέ, ἤδη 8 Ήδη είστε χορτασμένοι, ήδη
ἐπλουτήσατε, χωρὶς ἡμῶν πλουτίσατε, χωρίς εμάς
ἐβασιλεύσατε· καὶ ὄφελόν γε βασιλέψατε. και είθε βέβαια να
ἐβασιλεύσατε, ἵνα καὶ ἡμεῖς ὑμῖν βασιλεύατε, για να βασιλέψουμε
συμβασιλεύσωμεν. κι εμείς μαζί σας.
9 δοκῶ γὰρ ὅτι ὁ Θεὸς ἡμᾶς τοὺς 9 Γιατί νομίζω ότι ο Θεός εμάς
ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν, τους αποστόλους μάς έδειξε
ὡς ἐπιθανατίους, ὅτι θέατρον τελευταίους σαν μελλοθάνατους,
ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ, καὶ γιατί θέατρο γίναμε στον κόσμο,
ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις. και σε αγγέλους και σε
ανθρώπους.
10 ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς 10 Εμείς μωροί για το Χριστό,
δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς εσείς όμως φρόνιμοι στο Χριστό.
ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ὑμεῖς εμείς αδύναμοι, εσείς όμως
ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι. ισχυροί. εσείς ένδοξοι, εμείς όμως
ατίμητοι.
11 ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας καὶ 11 Μέχρι την ώρα αυτήν και
πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ πεινούμε και διψούμε και είμαστε
γυμνητεύομεν καὶ κολαφιζόμεθα γυμνοί και μας χαστουκίζουν και
καὶ ἀστατοῦμεν δε ζούμε σε σταθερό μέρος
12 καὶ κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς 12 και κοπιάζουμε εργαζόμενοι
ἰδίαις χερσί· λοιδορούμενοι με τα ίδια μας τα χέρια. Όταν μας
εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι βρίζουν, ευλογούμε. όταν μας
ἀνεχόμεθα, καταδιώκουν, το ανεχόμαστε.
13 βλασφημούμενοι 13 όταν μας δυσφημούν,
παρακαλοῦμεν· ὡς παρακαλούμε ευγενικά. σαν
περικαθάρματα τοῦ κόσμου σκουπίδια του κόσμου γίναμε,
ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα όλων αποσφούγγισμα ως τώρα.
ἕως ἄρτι.
14 Οὐκ ἐντρέπων ὑμᾶς γράφω 14 Δε σας γράφω αυτά για να σας
ταῦτα, ἀλλ᾿ ὡς τέκνα μου ντροπιάζω, αλλά σαν τέκνα μου
ἀγαπητὰ νουθετῶ. αγαπητά σας νουθετώ.
15 ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς 15 Γιατί και αν μύριους
ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ᾿ οὐ πολλοὺς παιδαγωγούς έχετε στο Χριστό,
πατέρας· ἐν γὰρ Χριστῷ ᾿Ιησοῦ όμως δεν έχετε πολλούς πατέρες.
διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς Γιατί στο Χριστό Ιησού μέσω του
ἐγέννησα. ευαγγελίου εγώ σας γέννησα.
16 παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μιμηταί 16 Σας παρακαλώ, λοιπόν,
μου γίνεσθε. μιμητές μου γίνεστε.
17 Διὰ τοῦτο ἔπεμψα ὑμῖν 17 Γι’ αυτό σας έστειλα τον

Τιμόθεον, ὅς ἐστι τέκνον μου Τιμόθεο, που είναι τέκνο μου
ἀγαπητὸν καὶ πιστὸν ἐν Κυρίῳ, αγαπητό και πιστό στον Κύριο, ο


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Δ’


ὃς ὑμᾶς ἀναμνήσει τὰς ὁδούς μου οποίος θα σας υπενθυμίσει τις
τὰς ἐν Χριστῷ, καθὼς πανταχοῦ οδούς μου που είναι στο Χριστό
ἐν πάσῃ ἐκκλησίᾳ διδάσκω. Ιησού καθώς παντού σε κάθε
εκκλησία διδάσκω.
18 ῾Ως μὴ ἐρχομένου δέ μου πρὸς 18 Αλλά μερικοί φούσκωσαν από
ὑμᾶς ἐφυσιώθησάν τινες· υπερηφάνεια σαν εγώ να μην
ερχόμουν προς εσάς.
19 ἐλεύσομαι δὲ ταχέως πρὸς 19 Θα έρθω όμως γρήγορα προς
ὑμᾶς, ἐὰν ὁ Κύριος θελήσῃ, καὶ εσάς, αν ο Κύριος το θελήσει, και
γνώσομαι οὐ τὸν λόγον τῶν θα γνωρίσω όχι το λόγο των
πεφυσιωμένων, ἀλλὰ τὴν φουσκωμένων από υπερηφάνεια,
δύναμιν· αλλά τη δύναμη.
20 οὐ γὰρ ἐν λόγῳ ἡ βασιλεία τοῦ 20 Γιατί δε φαίνεται με τα λόγια η
Θεοῦ, ἀλλ᾿ ἐν δυνάμει. βασιλεία του Θεού, αλλά με
δύναμη.
21 τί θέλετε; ἐν ράβδῳ ἔλθω πρὸς 21 «Τι θέλετε; Με ραβδί να έρθω
ὑμᾶς, ἢ ἐν ἀγάπῃ πνεύματί τε προς εσάς ή με αγάπη και πνεύμα
πρᾳότητος; πραότητας;


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Ε’




Καταδίκη της ανηθικότητας από
την εκκλησία
1 Ὃλως ἀκούεται ἐν ὑμῖν 1 Γενικά, ακούγεται πως υπάρχει
πορνεία, καὶ τοιαύτη πορνεία, μεταξύ σας πορνεία, και τέτοια
ἥτις οὐδὲ ἐν τοῖς ἔθνεσιν πορνεία που δεν υπάρχει ούτε
ὀνομάζεται, ὥστε γυναῖκά τινα μεταξύ των εθνικών, ώστε να έχει
τοῦ πατρὸς ἔχειν. κάποιος δική του τη γυναίκα του

πατέρα του.
2 καὶ ὑμεῖς πεφυσιωμένοι ἐστέ, 2 Και εσείς είστε φουσκωμένοι
καὶ οὐχὶ μᾶλλον ἐπενθήσατε, ἵνα από υπερηφάνεια και μάλλον δεν
ἐξαρθῇ ἐκ μέσου ὑμῶν ὁ τὸ ἔργον πενθήσατε, για να αφαιρεθεί από
τοῦτο ποιήσας! το μέσο σας αυτός που έπραξε
τούτο το έργο;
3 ἐγὼ μὲν γὰρ ὡς ἀπὼν τῷ 3 Γιατί εγώ, βέβαια, απών στο
σώματι, παρὼν δὲ τῷ πνεύματι, σώμα, παρών όμως στο πνεύμα,
ἤδη κέκρικα ὡς παρὼν τὸν οὕτω ήδη έχω κρίνει σαν να είμαι
τοῦτο κατεργασάμενον, παρών αυτόν που έτσι
κατεργάστηκε τούτο.
4 ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου ἡμῶν 4 Στο όνομα του Κυρίου μας
᾿Ιησοῦ Χριστοῦ συναχθέντων Ιησού, αφού συναχτείτε εσείς και
ὑμῶν καὶ τοῦ ἐμοῦ πνεύματος το δικό μου πνεύμα μαζί με τη
σὺν τῇ δυνάμει τοῦ Κυρίου ἡμῶν δύναμη του Κυρίου μας Ιησού,
᾿Ιησοῦ Χριστοῦ
5 παραδοῦναι τὸν τοιοῦτον τῷ 5 να παραδώσετε τέτοιον
σατανᾷ εἰς ὄλεθρον τῆς σαρκός, άνθρωπο στο Σατανά προς
ἵνα τὸ πνεῦμα σωθῇ ἐν τῇ ἡμέρᾳ όλεθρο της σάρκας του, για να
τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ. σωθεί το πνεύμα του κατά την
ημέρα του Κυρίου.
6 Οὐ καλὸν τὸ καύχημα ὑμῶν. 6 Δεν είναι καλό το καύχημά σας.
οὐκ οἴδατε ὅτι μικρὰ ζύμη ὅλον Δεν ξέρετε ότι λίγο προζύμι
τὸ φύραμα ζυμοῖ; ζυμώνει όλο το ζυμάρι;
7 ἐκκαθάρατε οὖν τὴν παλαιὰν 7 Καθαρίστε εντελώς το παλιό
ζύμην, ἵνα ἦτε νέον φύραμα, προζύμι, για να είστε νέο ζυμάρι
καθώς ἐστε ἄζυμοι. καὶ γὰρ τὸ καθώς είστε άζυμοι. και γιατί ο
πάσχα ἡμῶν ὑπὲρ ἡμῶν ἐτύθη πασχαλινός μας αμνός
Χριστός· θυσιάστηκε, ο Χριστός.
8 ὥστε ἑορτάζωμεν μὴ ἐν ζύμῃ 8 Ώστε να γιορτάζουμε όχι με
παλαιᾷ, μηδὲ ἐν ζύμῃ κακίας καὶ προζύμι παλιό μήτε με προζύμι
πονηρίας, ἀλλ᾿ ἐν ἀζύμοις κακίας και πονηρίας, αλλά με
εἰλικρινείας καὶ ἀληθείας. άζυμα ειλικρίνειας και αλήθειας.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Ε’


9 ῎Εγραψα ὑμῖν ἐν τῇ ἐπιστολῇ μὴ 9 Σας έγραψα στην επιστολή να
συναναμίγνυσθαι πόρνοις, μην ανακατεύεστε μαζί με
πόρνους,
10 καὶ οὐ πάντως τοῖς πόρνοις τοῦ 10 όχι πάντως με τους πόρνους
κόσμου τούτου ἢ τοῖς του κόσμου τούτου ή με τους
πλεονέκταις ἢ ἅρπαξιν ἢ πλεονέκτες και με άρπαγες ή με
εἰδωλολάτραις· ἐπεὶ ὀφείλετε ἄρα ειδωλολάτρες, επειδή άρα θα
ἐκ τοῦ κόσμου ἐξελθεῖν· οφείλατε από τον κόσμο να
εξέλθετε.
11 νῦν δὲ ἔγραψα ὑμῖν μὴ 11 Τώρα όμως σας έγραψα να μην
συναμίγνυσθαι ἐάν τις ἀδελφὸς ανακατεύεστε μαζί με κάποιον
ὀνομαζόμενος ᾖ πόρνος ἢ που ονομάζεται αδελφός, αν
πλεονέκτης ἢ εἰδωλολάτρης ἢ είναι πόρνος ή πλεονέκτης ή
λοίδορος ἢ μέθυσος ἢ ἅρπαξ, τῷ ειδωλολάτρης ή υβριστής ή
τοιούτῳ μηδὲ συνεσθίειν. μέθυσος ή άρπαγας. με τέτοιους
μήτε να τρώτε μαζί.
12 τί γάρ μοι καὶ τοὺς ἔξω κρίνειν; 12 Γιατί τι δουλειά έχω εγώ να
οὐχὶ τοὺς ἔσω ὑμεῖς κρίνετε; κρίνω τους έξω; Τους μέσα εσείς
δεν τους κρίνετε;
13 τοὺς δὲ ἔξω ὁ Θεὸς κρίνει. καὶ 13 Ενώ τους έξω ο Θεός θα τους
ἐξαρεῖτε τὸν πονηρὸν ἐξ ὑμῶν κρίνει. Βγάλτε έξω τον κακό από
αὐτῶν. ανάμεσά σας.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. ΣΤ’




Δίκες μεταξύ πιστών
1 Τολμᾷ τις ὑμῶν, πρᾶγμα ἔχων 1 Τολμά κάποιος από εσάς, όταν
πρὸς τὸν ἕτερον, κρίνεσθαι ἐπὶ έχει θέμα αντιδικίας ενάντια
τῶν ἀδίκων καὶ οὐχὶ ἐπὶ τῶν στον άλλο, να κρίνεται μπροστά
ἁγίων; στους αδίκους και όχι μπροστά
στους αγίους;
2 οὐκ οἴδατε ὅτι οἱ ἅγιοι τὸν 2 Ή δεν ξέρετε ότι οι άγιοι θα

κόσμον κρινοῦσι; καὶ εἰ ἐν ὑμῖν κρίνουν τον κόσμο; Και αν από
κρίνεται ὁ κόσμος, ἀνάξιοί ἐστε εσάς κρίνεται ο κόσμος, ανάξιοι
κριτηρίων ἐλαχίστων; είστε για κριτήρια δίκης
ελάχιστα;
3 οὐκ οἴδατε ὅτι ἀγγέλους 3 Δεν ξέρετε ότι αγγέλους θα
κρινοῦμεν; μήτι γε βιωτικά; κρίνουμε, και δεν μπορούμε
κάποιες βιοτικές διαφορές;
4 βιωτικὰ μὲν οὖν κριτήρια ἐὰν 4 Αν, λοιπόν, έχετε δίκες για
ἔχητε, τοὺς ἐξουθενημένους ἐν τῇ βιοτικές διαφορές, τους
ἐκκλησίᾳ τούτους καθίζετε. εξουθενωμένους μέσα στην
εκκλησία, αυτούς καθίζετε
κριτές;
5 πρὸς ἐντροπὴν ὑμῖν λέγω. 5 Για ντροπή σας το λέω. Έτσι, δεν
οὕτως οὐκ ἔνι ἐν ὑμῖν σοφὸς οὐδὲ υπάρχει μεταξύ σας κανείς
εἷς ὃς δυνήσεται διακρῖναι ἀνὰ σοφός που θα δυνηθεί να
μέσον τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ, διακρίνει ανάμεσα στους
αδελφούς του;
6 ἀλλὰ ἀδελφὸς μετὰ ἀδελφοῦ 6 Αλλά αδελφός κρίνεται μαζί με
κρίνεται, καὶ τοῦτο ἐπὶ ἀπίστων; αδελφό και αυτό μπροστά σε
άπιστους;
7 ἤδη μὲν οὖν ὅλως ἥττημα ὑμῖν 7 Ήδη πράγματι, λοιπόν, είναι
ἐστιν ὅτι κρίματα ἔχετε μεθ᾿ για σας εντελώς πνευματική
ἑαυτῶν. διατί οὐχὶ μᾶλλον ήττα το ότι έχετε δίκες μεταξύ
ἀδικεῖσθε; διατί οὐχὶ μᾶλλον σας. Γιατί μάλλον δεν αδικείστε;
ἀποστερεῖσθε; Γιατί μάλλον δεν αποστερείστε;
8 ἀλλὰ ὑμεῖς ἀδικεῖτε καὶ 8 Αλλά εσείς αδικείτε και
ἀποστερεῖτε, καὶ ταῦτα αποστερείτε, και αυτό το κάνετε
ἀδελφούς; σε αδελφούς.
9 ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι ἄδικοι 9 Ή δεν ξέρετε ότι οι άδικοι τη
βασιλείαν Θεοῦ οὐ βασιλεία του Θεού δε θα την
κληρονομήσουσι; μὴ πλανᾶσθε· κληρονομήσουν; Μην πλανάστε.
οὔτε πόρνοι οὔτε εἰδωλολάτραι ούτε πόρνοι ούτε ειδωλολάτρες
ούτε μοιχοί ούτε θηλυπρεπείς


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. ΣΤ’


οὔτε μοιχοὶ οὔτε μαλακοὶ οὔτε ομοφυλόφιλοι ούτε αρσενοκοίτες
ἀρσενοκοῖται ομοφυλόφιλοι,
10 οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται 10 ούτε κλέφτες ούτε πλεονέκτες,
οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ούτε μέθυσοι ούτε υβριστές ούτε
ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ οὐ άρπαγες δε θα κληρονομήσουν
κληρονομήσουσι. τη βασιλεία του Θεού.
11 καὶ ταῦτά τινες ἦτε· ἀλλὰ 11 Και αυτά ήσασταν μερικοί.
ἀπελούσασθε, ἀλλὰ ἡγιάσθητε, αλλά απολουστήκατε, αλλά
ἀλλὰ ἐδικαιώθητε ἐν τῷ ὀνόματι αγιαστήκατε, αλλά
τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ καὶ ἐν τῷ δικαιωθήκατε με το όνομα του
Πνεύματι τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Κυρίου μας Ιησού Χριστού και με
το Πνεύμα του Θεού μας.
Ο Θεός δοξάζεται με το πνεύμα και
με το σώμα μας
12 Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ 12 Όλα μου επιτρέπονται, αλλά
πάντα συμφέρει· πάντα μοι όλα δε συμφέρουν. όλα μου
ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐκ ἐγὼ επιτρέπονται, αλλά εγώ δε θα
ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος. εξουσιαστώ από κανένα.
13 τὰ βρώματα τῇ κοιλίᾳ καὶ ἡ 13 Τα φαγητά είναι για την
κοιλία τοῖς βρώμασιν· ὁ δὲ Θεὸς κοιλιά και η κοιλιά για τα
καὶ ταύτην καὶ ταῦτα φαγητά, αλλά ο Θεός και αυτήν
καταργήσει. τὸ δὲ σῶμα οὐ τῇ και αυτά θα καταργήσει. Το
πορνείᾳ, ἀλλὰ τῷ Κυρίῳ, καὶ ὁ σώμα όμως δεν είναι για την
Κύριος τῷ σώματι· πορνεία, αλλά για τον Κύριο, και
ο Κύριος για το σώμα.
14 ὁ δὲ Θεὸς καὶ τὸν Κύριον ἤγειρε 14 Ο Θεός λοιπόν και τον Κύριο
καὶ ἡμᾶς ἐξεγερεῖ διὰ τῆς έγειρε και εμάς θα εγείρει από
δυνάμεως αὐτοῦ. τους νεκρούς με τη δύναμή του.
15 οὐκ οἴδατε ὅτι τὰ σώματα 15 Δεν ξέρετε ότι τα σώματά σας
ὑμῶν μέλη Χριστοῦ ἐστιν; ἄρας είναι μέλη Χριστού; Να πάρω
οὖν τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ ποιήσω λοιπόν τα μέλη του Χριστού και
πόρνης μέλη; μὴ γένοιτο. να τα κάνω μέλη πόρνης; Είθε να
μη γίνει!
16 ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι ὁ κολλώμενος 16 Ή δεν ξέρετε ότι αυτός που
τῇ πόρνῃ ἓν σῶμά ἐστιν; ἔσονται προσκολλάται στην πόρνη είναι
γάρ, φησίν, οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν· ένα σώμα μ’ αυτήν; Γιατί θα είναι,
λέει, οι δύο μία σάρκα.
17 ὁ δὲ κολλώμενος τῷ Κυρίῳ ἓν 17 Όποιος όμως προσκολλάται
πνεῦμά ἐστι. στον Κύριο είναι ένα πνεύμα μ’
αυτόν.

18 φεύγετε τὴν πορνείαν. πᾶν 18 Αποφεύγετε την πορνεία. Κάθε
ἁμάρτημα ὃ ἐὰν ποιήσῃ αμάρτημα που κάνει ο άνθρωπος


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. ΣΤ’


ἄνθρωπος ἐκτὸς τοῦ σώματός είναι εκτός του σώματος. όποιος
ἐστιν, ὁ δὲ πορνεύων εἰς τὸ ἴδιον όμως πορνεύει αμαρτάνει στο
σῶμα ἁμαρτάνει. ίδιο του το σώμα.
19 ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι τὸ σῶμα ὑμῶν 19 Ή δεν ξέρετε ότι το σώμα σας
ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν ῾Αγίου είναι ναός του Αγίου Πνεύματος
Πνεύματός ἐστιν, οὗ ἔχετε ἀπὸ που είναι μέσα σας, το οποίο
Θεοῦ, καὶ οὐκ ἐστὲ ἑαυτῶν; έχετε από το Θεό, και δεν ανήκετε
στους εαυτούς σας;
20 ἠγοράσθητε γὰρ τιμῆς· 20 Γιατί αγοραστήκατε με τιμή.
δοξάσατε δὴ τὸν Θεὸν ἐν τῷ δοξάστε λοιπόν το Θεό με το
σώματι ὑμῶν καὶ ἐν τῷ πνεύματι σώμα σας και με το πνεύμα σας,
ὑμῶν, ἅτινά ἐστι τοῦ Θεοῦ. τα οποία είναι του Θεού.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Ζ’




1 Περὶ δὲ ὧν ἐγράψατέ μοι, καλὸν Προβλήματα που αφορούν το
ἀνθρώπῳ γυναικὸς μὴ ἅπτεσθαι· γάμο
2 διὰ δὲ τὰς πορνείας ἕκαστος τὴν 1 Σχετικά λοιπόν με όσα γράψατε,
ἑαυτοῦ γυναῖκα ἐχέτω, καὶ είναι καλό στον άνθρωπο να μην
ἑκάστη τὸν ἴδιον ἄνδρα ἐχέτω. αγγίζει γυναίκα.
3 τῇ γυναικὶ ὁ ἀνὴρ τὴν 2 Αλλά εξαιτίας των πορνειών,
ὀφειλομένην εὔνοιαν ἀποδιδότω, καθένας ας έχει τη δική του

ὁμοίως δὲ καὶ ἡ γυνὴ τῷ ἀνδρί. γυναίκα και καθεμιά ας έχει το
4 ἡ γυνὴ τοῦ ἰδίου σώματος οὐκ δικό της άντρα.
ἐξουσιάζει, ἀλλ᾿ ὁ ἀνήρ· ὁμοίως 3 Στη γυναίκα ο άντρας ας της
δὲ καὶ ὁ ἀνὴρ τοῦ ἰδίου σώματος αποδίδει την οφειλή. αλλά όμοια
οὐκ ἐξουσιάζει, ἀλλ᾿ ἡ γυνή. και η γυναίκα στον άντρα.
5 μὴ ἀποστερεῖτε ἀλλήλους, εἰ μή 4 Η γυναίκα το δικό της σώμα δεν
τι ἂν ἐκ συμφώνου πρὸς καιρόν, το εξουσιάζει, αλλά ο άντρας.
ἵνα σχολάζητε τῇ νηστείᾳ καὶ τῇ όμοια επίσης και ο άντρας το
προσευχῇ καὶ πάλιν ἐπὶ τὸ αὐτὸ δικό του σώμα δεν το εξουσιάζει,
συνέρχησθε, ἵνα μὴ πειράζῃ ὑμᾶς αλλά η γυναίκα.
ὁ σατανᾶς διὰ τὴν ἀκρασίαν 5 Μην αποστερείτε ο ένας τον
ὑμῶν. άλλο, εκτός αν γίνει από κοινή
6 τοῦτο δὲ λέγω κατὰ συμφωνία πρόσκαιρα, για να
συγγνώμην, οὐ κατ᾿ ἐπιταγήν. απασχοληθείτε στη νηστεία και
7 θέλω γὰρ πάντας ἀνθρώπους στην προσευχή και πάλι να είστε
εἶναι ὡς καὶ ἐμαυτόν· ἀλλ᾿ μαζί, για να μη σας πειράζει ο
ἕκαστος ἴδιον χάρισμα ἔχει ἐκ Σατανάς εξαιτίας της ακράτειάς
Θεοῦ, ὃς μὲν οὕτως, ὃς δὲ οὕτως. σας.
8 Λέγω δὲ τοῖς ἀγάμοις καὶ ταῖς 6 Και αυτό το λέω κατά
χήραις, καλὸν αὐτοῖς ἐστιν ἐὰν συγκατάβαση, όχι ως διαταγή.
μείνωσιν ὡς κἀγώ. 7 Θέλω, όμως, όλοι οι άνθρωποι
9 εἰ δὲ οὐκ ἐγκρατεύονται, να είναι όπως και ο εαυτός μου.
γαμησάτωσαν· κρεῖσσον γάρ αλλά καθένας έχει το δικό του
ἐστι γαμῆσαι ἢ πυροῦσθαι. χάρισμα από το Θεό, ο ένας έτσι,
10 τοῖς δὲ γεγαμηκόσι ο άλλος αλλιώς.
παραγγέλλω, οὐκ ἐγώ, ἀλλ᾿ ὁ 8 Αλλά λέω στους άγαμους και
Κύριος, γυναῖκα ἀπὸ ἀνδρὸς μὴ στις χήρες, είναι καλό γι’ αυτούς
χωρισθῆναι· να μείνουν όπως κι εγώ.
11 ἐὰν δὲ καὶ χωρισθῇ, μενέτω 9 Αν όμως δεν εγκρατεύονται, ας
ἄγαμος ἢ τῷ ἀνδρὶ παντρευτούν, γιατί είναι
καταλλαγήτω· καὶ ἄνδρα καλύτερο να παντρευτεί κανείς
γυναῖκα μὴ ἀφιέναι. παρά να πυρώνεται από
επιθυμία.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Ζ’


12 τοῖς δὲ λοιποῖς ἐγὼ λέγω, οὐχ ὁ 10 Και σε όσους έχουν κάνει γάμο
Κύριος· εἴ τις ἀδελφὸς γυναῖκα παραγγέλλω, όχι εγώ αλλά ο
ἔχει ἄπιστον, καὶ αὐτὴ Κύριος, η γυναίκα από τον άντρα
συνευδοκεῖ οἰκεῖν μετ᾿ αὐτοῦ, μὴ της να μη χωριστεί
ἀφιέτω αὐτήν· 11 – αν όμως και χωριστεί, ας
13 καὶ γυνὴ εἴ τις ἔχει ἄνδρα μένει άγαμη ή με τον άντρα της
ἄπιστον, καὶ αὐτὸς συνευδοκεῖ ας συμφιλιωθεί – και ο άντρας τη
οἰκεῖν μετ᾿ αὐτῆς, μὴ ἀφιέτω γυναίκα του να μην την αφήνει.
αὐτόν. 12 Αλλά στους υπόλοιπους λέω
14 ἡγίασται γὰρ ὁ ἀνὴρ ὁ ἄπιστος εγώ, όχι ο Κύριος: Αν κάποιος
ἐν τῇ γυναικί, καὶ ἡγίασται ἡ αδελφός έχει γυναίκα άπιστη και
γυνὴ ἡ ἄπιστος ἐν τῷ ἀνδρί· ἐπεὶ αυτή συμφωνεί να κατοικεί μαζί
ἄρα τὰ τέκνα ὑμῶν ἀκάθαρτά του, ας μην την αφήνει.
ἐστι, νῦν δὲ ἅγιά ἐστιν. 13 Και αν κάποια γυναίκα έχει
15 εἰ δὲ ὁ ἄπιστος χωρίζεται, άντρα άπιστο και αυτός
χωριζέσθω. οὐ δεδούλωται ὁ συμφωνεί να κατοικεί μαζί της,
ἀδελφὸς ἢ ἡ ἀδελφὴ ἐν τοῖς ας μην αφήνει τον άντρα της.
τοιούτοις. ἐν δὲ εἰρήνῃ κέκληκεν 14 Γιατί έχει αγιαστεί ο άντρας ο
ἡμᾶς ὁ Θεός. άπιστος με τη γυναίκα του και
16 τί γὰρ οἶδας, γύναι, εἰ τὸν έχει αγιαστεί η γυναίκα η άπιστη
ἄνδρα σώσεις; ἢ τί οἶδας, ἄνερ, εἰ με τον αδελφό. επειδή αλλιώς τα
τὴν γυναῖκα σώσεις; παιδιά σας θα είναι ακάθαρτα,
17 εἰ μὴ ἑκάστῳ ὡς ἐμέρισεν ὁ τώρα όμως είναι άγια.
Θεός, ἕκαστον ὡς κέκληκεν ὁ 15 Αν όμως ο άπιστος θέλει να
Κύριος, οὕτω περιπατείτω. καὶ χωρίζεται, ας χωρίζεται. Δεν έχει
οὕτως ἐν ταῖς ἐκκλησίαις πάσαις δουλωθεί ο αδελφός ή η αδελφή
διατάσσομαι. με τέτοιους. σε ειρήνη λοιπόν μας
18 περιτετμημένος τις ἐκλήθη; μὴ έχει καλέσει ο Θεός.
ἐπισπάσθω. ἐν ἀκροβυστίᾳ τις 16 Γιατί τι ξέρεις, γυναίκα, αν τον
ἐκλήθη; μὴ περιτεμνέσθω. άντρα σου θα σώσεις; Ή τι ξέρεις,
19 ἡ περιτομὴ οὐδέν ἐστι, καὶ ἡ άντρα, αν τη γυναίκα σου θα
ἀκροβυστία οὐδέν ἐστιν, ἀλλὰ σώσεις;
τήρησις ἐντολῶν Θεοῦ. Να μένουμε στην κατάσταση
20 ἕκαστος ἐν τῇ κλήσει ᾗ που μας κάλεσε ο θεός
ἐκλήθη, ἐν ταύτῃ μενέτω. 17 Μόνο, όπως ο Κύριος μοίρασε
21 δοῦλος ἐκλήθης; μή σοι σε καθέναν, όπως ο Θεός έχει
μελέτω· ἀλλ᾿ εἰ καὶ δύνασαι καλέσει καθέναν, έτσι ας
ἐλεύθερος γενέσθαι, μᾶλλον περπατά. Και έτσι διατάζω σε
χρῆσαι. όλες τις εκκλησίες.
22 ὁ γὰρ ἐν Κυρίῳ κληθεὶς δοῦλος 18 Περιτμημένος κάποιος

ἀπελεύθερος Κυρίου ἐστίν· καλέστηκε; Ας μην καλύπτει την
περιτομή. Με ακροβυστία έχει


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Ζ’


ὁμοίως καὶ ὁ ἐλεύθερος κληθεὶς καλεστεί κανείς; Ας μην
δοῦλός ἐστι Χριστοῦ. περιτέμνεται.
23 τιμῆς ἠγοράσθητε· μὴ γίνεσθε 19 Η περιτομή τίποτα δεν είναι
δοῦλοι ἀνθρώπων. και η ακροβυστία τίποτα δεν
24 ἕκαστος ἐν ᾧ ἐκλήθη, ἀδελφοί, είναι, αλλά η τήρηση των
ἐν τούτῳ μενέτω παρὰ τῷ Θεῷ. εντολών του Θεού.
25 Περὶ δὲ τῶν παρθένων 20 Καθένας στην κλήση που
ἐπιταγὴν Κυρίου οὐκ ἔχω, καλέστηκε, σ’ αυτήν ας μένει.
γνώμην δὲ δίδωμι ὡς ἠλεημένος 21 Δούλος κλήθηκες, ας μη σε
ὑπὸ Κυρίου πιστὸς εἶναι. μέλει. αλλά αν επίσης δύνασαι να
26 νομίζω οὖν τοῦτο καλὸν γίνεις ελεύθερος, χρησιμοποίησε
ὑπάρχειν διὰ τὴν ἐνεστῶσαν μάλλον την ευκαιρία.
ἀνάγκην, ὅτι καλὸν ἀνθρώπῳ τὸ 22 Γιατί όποιος καλέστηκε στον
οὕτως εἶναι. Κύριο δούλος, είναι απελεύθερος
27 δέδεσαι γυναικί; μὴ ζήτει του Κυρίου. Όμοια, όποιος
λύσιν· λέλυσαι ἀπὸ γυναικός; μὴ καλέστηκε ελεύθερος, δούλος
ζήτει γυναῖκα· είναι του Χριστού.
28 ἐὰν δὲ καὶ γήμῃς, οὐχ ἥμαρτες· 23 Με τιμή αγοραστήκατε. μη
καὶ ἐὰν γήμῃ ἡ παρθένος, οὐχ γίνεστε δούλοι ανθρώπων.
ἥμαρτε· θλῖψιν δὲ τῇ σαρκὶ 24 Καθένας σ’ αυτό που κλήθηκε,
ἕξουσιν οἱ τοιοῦτοι· ἐγὼ δὲ ὑμῶν αδελφοί, σ’ αυτό ας μένει κοντά
φείδομαι. στο Θεό.»
29 τοῦτο δέ φημι, ἀδελφοί, ὁ Άγαμοι και χήρες
καιρὸς συνεσταλμένος τὸ λοιπόν 25 Σχετικά όμως με τους
ἐστιν, ἵνα καὶ οἱ ἔχοντες γυναῖκας παρθένους διαταγή του Κυρίου
ὡς μὴ ἔχοντες ὦσι, δεν έχω, αλλά γνώμη δίνω ως
30 καὶ οἱ κλαίοντες ὡς μὴ ελεημένος από τον Κύριο να είμαι
κλαίοντες, καὶ οἱ χαίροντες ὡς μὴ πιστός.
χαίροντες, καὶ οἱ ἀγοράζοντες ὡς 26 Νομίζω, λοιπόν, πως αυτό
μὴ κατέχοντες, είναι καλό εξαιτίας της
31 καὶ οἱ χρώμενοι τῷ κόσμῳ παρούσας ανάγκης, ότι είναι
τούτῳ ὡς μὴ καταχρώμενοι· καλό για τον άνθρωπο το να
παράγει γὰρ τὸ σχῆμα τοῦ μένει έτσι όπως είναι.
κόσμου τούτου. 27 Είσαι δεμένος με γυναίκα, μη
32 θέλω δὲ ὑμᾶς ἀμερίμνους εἶναι. ζητάς διάλυση. είσαι λυμένος
ὁ ἄγαμος μεριμνᾷ τὰ τοῦ Κυρίου, από γυναίκα, μη ζητάς γυναίκα.
πῶς ἀρέσει τῷ Κυρίῳ· 28 Αν όμως και νυμφευτείς, δεν
33 ὁ δὲ γαμήσας μεριμνᾷ τὰ τοῦ αμάρτησες, και αν παντρευτεί η
κόσμου, πῶς ἀρέσει τῇ γυναικί. παρθένα, δεν αμάρτησε. Θλίψη
34 μεμέρισται καὶ ἡ γυνὴ καὶ ἡ όμως στη σάρκα θα έχουν οι

παρθένος. ἡ ἄγαμος μεριμνᾷ τὰ τέτοιοι, κι εγώ σας λυπάμαι.
τοῦ Κυρίου, ἵνα ᾖ ἁγία καὶ


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Ζ’


σώματι καὶ πνεύματι· ἡ δὲ 29 Αυτό λοιπόν λέω, αδελφοί: ο
γαμήσασα μεριμνᾷ τὰ τοῦ καιρός είναι σύντομος. Λοιπόν,
κόσμου, πῶς ἀρέσει τῷ ἀνδρί. και όσοι έχουν γυναίκες να είναι
35 τοῦτο δὲ πρὸς τὸ ὑμῶν αὐτῶν σαν να μην έχουν,
συμφέρον λέγω, οὐχ ἵνα βρόχον 30 και όσοι κλαίνε σαν να μην
ὑμῖν ἐπιβάλω, ἀλλὰ πρὸς τὸ κλαίνε, και όσοι χαίρονται σαν
εὔσχημον καὶ εὐπάρεδρον τῷ να μη χαίρονται, και όσοι
Κυρίῳ ἀπερισπάστως. αγοράζουν σαν να μην κατέχουν,
36 Εἰ δέ τις ἀσχημονεῖν ἐπὶ τὴν 31 και όσοι μεταχειρίζονται τα
παρθένον αὐτοῦ νομίζει, ἐὰν ᾖ πράγματα του κόσμου σαν να
ὑπέρακμος, καὶ οὕτως ὀφείλει μην καταχρώνται αυτά. γιατί
γίνεσθαι ὃ θέλει ποιείτω· οὐχ παρέρχεται το σχήμα του κόσμου
ἁμαρτάνει· γαμείτωσαν. τούτου.
37 ὃς δὲ ἕστηκεν ἑδραῖος ἐν τῇ 32 Σας θέλω, λοιπόν, να είστε
καρδίᾳ, μὴ ἔχων ἀνάγκην, αμέριμνοι. Ο άγαμος μεριμνά για
ἐξουσίαν δὲ ἔχει περὶ τοῦ ἰδίου τα πράγματα του Κυρίου, πώς να
θελήματος, καὶ τοῦτο κέκρικεν ἐν αρέσει στον Κύριο.
τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ, τοῦ τηρεῖν τὴν 33 Εκείνος όμως που νυμφεύτηκε
ἑαυτοῦ παρθένον, καλῶς ποιεῖ. μεριμνά για τα πράγματα του
38 ὥστε καὶ ὁ ἐκγαμίζων καλῶς κόσμου, πώς να αρέσει στη
ποιεῖ, ὁ δὲ μὴ ἐκγαμίζων γυναίκα,
κρεῖσσον ποιεῖ. 34 και είναι μοιρασμένος. Και η
39 Γυνὴ δέδεται νόμῳ ἐφ᾿ ὅσον γυναίκα η άγαμη και η παρθένα
χρόνον ζῇ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς· ἐὰν δὲ μεριμνά για τα πράγματα του
κοιμηθῇ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, ἐλευθέρα Κυρίου, για να είναι άγια και στο
ἐστὶν ᾧ θέλει γαμηθῆναι, μόνον σώμα και στο πνεύμα. Εκείνη
ἐν Κυρίῳ. όμως που παντρεύτηκε μεριμνά
40 μακαριωτέρα δέ ἐστιν ἐὰν για τα πράγματα του κόσμου,
οὕτω μείνῃ, κατὰ τὴν ἐμὴν πώς να αρέσει στον άντρα.
γνώμην· δοκῶ δὲ κἀγὼ Πνεῦμα 35 Και τούτο για το δικό σας
Θεοῦ ἔχειν. συμφέρον το λέω, όχι για να
βάλω πάνω σας βρόχο, αλλά για
να κάνετε το ευπρεπές και να
παραμένετε καλά στον Κύριο
απερίσπαστα.
36 Αν όμως κάποιος νομίζει πως
συμπεριφέρεται άσχημα προς
την παρθένα του, αν έχει υπερβεί
την ακμή της νεότητάς της και
έτσι οφείλει να γίνεται, αυτό που

θέλει ας κάνει. δεν αμαρτάνει. ας
παντρευτούν.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Ζ’


37 Όποιος όμως έχει σταθεί
εδραίος μέσα στην καρδιά του
μην έχοντας ανάγκη, και έχει
εξουσία πάνω στο δικό του
θέλημα και αυτό έχει αποφασίσει
μέσα στη δική του καρδιά, να
τηρεί τη δική του παρθένα
άγαμη, καλά θα κάνει.
38 Ώστε και αυτός που παντρεύει
τη δική του παρθένα καλά κάνει
και αυτός που δεν την παντρεύει
καλύτερα θα κάνει.
39 Η γυναίκα είναι δεμένη για
όσο χρόνο ζει ο άντρας της. Αν
όμως κοιμηθεί ο άντρας της,
ελεύθερη είναι με όποιον θέλει να
παντρευτεί, μόνο να γίνει μέσα
στο θέλημα του Κυρίου.
40 Μακαριότερη όμως είναι αν
μείνει έτσι, κατά τη δική μου
γνώμη. Νομίζω, λοιπόν, πως κι
εγώ έχω Πνεύμα Θεού.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Η’




Σχετικά με τα ειδωλόθυτα
1 Περὶ δὲ τῶν εἰδωλοθύτων, 1 Σχετικά τώρα με τα ειδωλόθυτα
οἴδαμεν ὅτι πάντες γνῶσιν ξέρουμε ότι όλοι έχουμε γνώση. Η
ἔχομεν. γνώση φουσκώνει από
υπερηφάνεια, η αγάπη όμως
οικοδομεί.
2 ἡ γνῶσις φυσιοῖ, ἡ δὲ ἀγάπη 2 Αν κάποιος νομίζει ότι έχει

οἰκοδομεῖ. εἰ δέ τις δοκεῖ εἰδέναι γνωρίσει κάτι, ακόμα δεν το
τι, οὐδέπω οὐδὲν ἔγνωκε καθὼς γνώρισε καθώς πρέπει να το
δεῖ γνῶναι· γνωρίσει.
3 εἰ δέ τις ἀγαπᾷ τὸν Θεόν, οὗτος 3 Αν όμως κάποιος αγαπά το Θεό,
ἔγνωσται ὑπ᾿ αὐτοῦ. αυτός έχει γνωριστεί από Αυτόν.
4 Περὶ τῆς βρώσεως οὖν τῶν 4 Σχετικά με την τροφή λοιπόν
εἰδωλοθύτων οἴδαμεν ὅτι οὐδὲν του κρέατος των ειδωλοθύτων,
εἴδωλον ἐν κόσμῳ, καὶ ὅτι οὐδεὶς ξέρουμε ότι τίποτα δεν είναι το
Θεὸς ἕτερος εἰ μὴ εἷς. είδωλο στον κόσμο και ότι
κανένας Θεός δεν υπάρχει παρά
μόνο ένας.
5 καὶ γὰρ εἴπερ εἰσὶ λεγόμενοι 5 Και γιατί, αν βέβαια υπάρχουν
θεοὶ εἴτε ἐν οὐρανῷ εἴτε ἐπὶ τῆς λεγόμενοι θεοί είτε στον ουρανό
γῆς, ὥσπερ εἰσὶ θεοὶ πολλοὶ καὶ είτε πάνω στη γη, όπως ακριβώς
κύριοι πολλοί, υπάρχουν θεοί πολλοί και κύριοι
πολλοί,
6 ἀλλ᾿ ἡμῖν εἷς Θεὸς ὁ πατήρ, ἐξ 6 αλλά για μας ένας Θεός
οὗ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς εἰς αὐτόν, υπάρχει, ο Πατέρας, από τον
καὶ εἷς Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστός, οποίο προέρχονται τα πάντα και
δι᾿ οὗ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς δι᾿ εμείς ανήκουμε σ’ αυτόν, και ένας
αὐτοῦ. Κύριος Ιησούς Χριστός, μέσω του
οποίου έγιναν τα πάντα και εμείς
μέσω αυτού.
7 ᾿Αλλ᾿ οὐκ ἐν πᾶσιν ἡ γνῶσις· 7 Αλλά δεν υπάρχει σε όλους
τινὲς δὲ τῇ συνειδήσει τοῦ αυτή η γνώση. Μερικοί πιστοί
εἰδώλου ἕως ἄρτι ὡς εἰδωλόθυτον μάλιστα, από τη συνήθεια ως
ἐσθίουσι, καὶ ἡ συνείδησις αὐτῶν τώρα για το είδωλο, ως
ἀσθενὴς οὖσα μολύνεται. ειδωλόθυτο το τρώνε, και η
συνείδησή τους που είναι
ασθενής μολύνεται.
8 βρῶμα δὲ ἡμᾶς οὐ παρίστησι τῷ 8 Η τροφή λοιπόν δε θα μας
Θεῷ· οὔτε γὰρ ἐὰν φάγωμεν παρουσιάσει, για να
επιδοκιμαστούμε από το Θεό.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Η’


περισσεύωμεν, οὔτε ἐὰν μὴ Ούτε αν δε φάμε, στερούμαστε,
φάγωμεν ὑστερούμεθα. ούτε αν φάμε, περισσεύουμε.
9 βλέπετε δὲ μήπως ἡ ἐξουσία 9 Προσέχετε, όμως, μήπως η
ὑμῶν αὕτη πρόσκομμα γένηται εξουσία σας αυτή γίνει
τοῖς ἀσθενοῦσιν. πρόσκομμα στους ασθενείς κατά
την πίστη.
10 ἐὰν γάρ τις ἴδῃ σε, τὸν ἔχοντα 10 Γιατί αν κάποιος δει εσένα που
γνῶσιν, ἐν εἰδωλείῳ έχεις γνώση να κάθεσαι μέσα σε
κατακείμενον, οὐχὶ ἡ συνείδησις ναό ειδώλων, η συνείδησή του,
αὐτοῦ ἀσθενοῦς ὄντος επειδή αυτός είναι ασθενής στην
οἰκοδομηθήσεται εἰς τὸ τὰ πίστη, δε θα εδραιωθεί στο να
εἰδωλόθυτα ἐσθίειν; τρώει τα ειδωλόθυτα;
11 καὶ ἀπολεῖται ὁ ἀσθενῶν 11 Χάνεται δηλαδή ο ασθενής
ἀδελφὸς ἐπὶ τῇ σῇ γνώσει, δι᾿ ὃν στην πίστη με τη δική σου
Χριστὸς ἀπέθανεν. γνώση, ο αδελφός για τον οποίο ο
Χριστός πέθανε.
12 οὕτω δὲ ἁμαρτάνοντες εἰς τοὺς 12 Έτσι, όμως, αμαρτάνοντας
ἀδελφοὺς καὶ τύπτοντες αὐτῶν στους αδελφούς και
τὴν συνείδησιν ἀσθενοῦσαν εἰς πληγώνοντας τη συνείδησή τους
Χριστὸν ἁμαρτάνετε. που είναι ασθενής, στο Χριστό
αμαρτάνετε.
13 διόπερ εἰ βρῶμα σκανδαλίζει 13 Γι’ αυτό ακριβώς, αν τροφή
τὸν ἀδελφόν μου, οὐ μὴ φάγω σκανδαλίζει τον αδελφό μου, δε
κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν θα φάω κρέας στον αιώνα, για να
ἀδελφόν μου σκανδαλίσω. μη σκανδαλίσω τον αδελφό μου.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Θ’




Τα δικαιώματα του αποστόλου
1 Οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος; οὐκ εἰμὶ 1 Δεν είμαι ελεύθερος; Δεν είμαι
ἐλεύθερος; οὐχὶ ᾿Ιησοῦν Χριστὸν απόστολος; Δεν έχω δει τον Ιησού
τὸν Κύριον ἡμῶν ἑώρακα; οὐ τὸ τον Κύριό μας; Δεν είστε εσείς το
ἔργον μου ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ; έργο μου στον Κύριο;
2 εἰ ἄλλοις οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος, 2 Αν για άλλους δεν είμαι
ἀλλά γε ὑμῖν εἰμι· ἡ γὰρ σφραγὶς απόστολος, αλλά βέβαια για σας

τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν είμαι. γιατί η σφραγίδα της
Κυρίῳ. αποστολής μου εσείς είστε στον
Κύριο.
3 ἡ ἐμὴ ἀπολογία τοῖς ἐμὲ 3 Η δική μου απολογία σ’ όσους
ἀνακρίνουσιν αὕτη ἐστί. με ανακρίνουν είναι αυτή.
4 Μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν φαγεῖν 4 Μήπως δεν έχουμε εξουσία να
καὶ πιεῖν; φάμε και να πιούμε;
5 μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν 5 Μήπως δεν έχουμε εξουσία να
ἀδελφὴν γυναῖκα περιάγειν, ὡς περιφέρουμε αδελφή γυναίκα
καὶ οἱ λοιποὶ ἀπόστολοι καὶ οἱ όπως και οι λοιποί απόστολοι και
ἀδελφοὶ τοῦ Κυρίου καὶ Κηφᾶς; οι αδελφοί του Κυρίου και ο
Κηφάς;
6 ἢ μόνος ἐγὼ καὶ Βαρνάβας οὐκ 6 Ή μόνος εγώ και ο Βαρνάβας
ἔχομεν ἐξουσίαν τοῦ μὴ δεν έχουμε εξουσία να μην
ἐργάζεσθαι; εργαζόμαστε;
7 τίς στρατεύεται ἰδίοις ὀψωνίοις 7 Ποιος στρατεύεται με δικά του
ποτέ; τίς φυτεύει ἀμπελῶνα καὶ έξοδα ποτέ; Ποιος φυτεύει
ἐκ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ οὐκ ἐσθίει; αμπελώνα και τον καρπό του δεν
ἢ τίς ποιμαίνει ποίμνην καὶ ἐκ τρώει; Ή ποιος ποιμαίνει ποίμνιο
τοῦ γάλακτος τῆς ποίμνης οὐκ και από το γάλα του ποιμνίου δεν
ἐσθίει; τρώει;
8 Μὴ κατὰ ἄνθρωπον ταῦτα 8 Μήπως κατά ανθρώπινο τρόπο
λαλῶ; ἢ οὐχὶ καὶ ὁ νόμος ταῦτα αυτά μιλώ ή και ο νόμος δε λέει
λέγει; αυτά;
9 ἐν γὰρ τῷ Μωϋσέως νόμῳ 9 Γιατί μέσα στο νόμο του Μωυσή
γέγραπται· οὐ φιμώσεις βοῦν είναι γραμμένο: Δε θα φιμώσεις
ἀλοῶντα. μὴ τῶν βοῶν μέλει τῷ βόδι που αλωνίζει. Μήπως μόνο
Θεῷ; για τα βόδια μέλει το Θεό
10 ἢ δι᾿ ἡμᾶς πάντως λέγει; δι᾿ 10 ή και για μας εννοεί
ἡμᾶς γὰρ ἐγράφη, ὅτι ἐπ᾿ ἐλπίδι ολοκληρωτικά; Για μας, βεβαίως,
ὀφείλει ὁ ἀροτριῶν ἀροτριᾶν, καὶ γράφτηκε, γιατί οφείλει όποιος
ὁ ἀλοῶν τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ οργώνει να οργώνει με ελπίδα,
μετέχειν ἐπ᾿ ἐλπίδι.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Θ’


και όποιος αλωνίζει να έχει
ελπίδα στο να μετέχει.
11 Εἰ ἡμεῖς ὑμῖν τὰ πνευματικὰ 11 Αν εμείς σ’ εσάς σπείραμε τα
ἐσπείραμεν, μέγα εἰ ἡμεῖς ὑμῶν πνευματικά, είναι μεγάλο
τὰ σαρκικὰ θερίσομεν; πράγμα αν εμείς θερίσουμε από
εσάς τα υλικά;
12 εἰ ἄλλοι τῆς ἐξουσίας ὑμῶν 12 Αν άλλοι μετέχουν στην
μετέχουσιν, οὐ μᾶλλον ἡμεῖς; εξουσία πάνω σας, δεν πρέπει
ἀλλ᾿ οὐκ ἐχρησάμεθα τῇ ἐξουσίᾳ περισσότερο εμείς; Αλλά δε
ταύτῃ, ἀλλὰ πάντα στέγομεν, ἵνα χρησιμοποιήσαμε την εξουσία
μὴ ἐγκοπήν τινα δῶμεν τῷ αυτή, αλλά τα πάντα
εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ. ανεχόμαστε, για να μη δώσουμε
κανένα εμπόδιο στο ευαγγέλιο
του Χριστού.
13 οὐκ οἴδατε ὅτι οἱ τὰ ἱερὰ 13 Δεν ξέρετε ότι οι εργαζόμενοι
ἐργαζόμενοι ἐκ τοῦ ἱεροῦ στα ιερά πράγματα τρώνε από τα
ἐσθίουσιν, οἱ τῷ θυσιαστηρίῳ προσφερόμενα στο ναό, και
προσεδρεύοντες τῷ θυσιαστηρίῳ αυτοί που μένουν συνεχώς δίπλα
συμμερίζονται; στο θυσιαστήριο παίρνουν μέρος
από αυτά που προσφέρονται στο
θυσιαστήριο;
14 οὕτω καὶ ὁ Κύριος διέταξε τοῖς 14 Έτσι και ο Κύριος διέταξε γι’
τὸ εὐαγγέλιον καταγγέλλουσιν αυτούς που αναγγέλλουν το
ἐκ τοῦ εὐαγγελίου ζῆν. ευαγγέλιο να ζουν από το
ευαγγέλιο.
15 ἐγὼ δὲ οὐδενὶ ἐχρησάμην 15 Εγώ όμως δεν έχω
τούτων. Οὐκ ἔγραψα δὲ ταῦτα ἵνα χρησιμοποιήσει κανένα από
οὕτω γένηται ἐν ἐμοί· καλὸν γάρ αυτά τα δικαιώματα. Και δεν
μοι μᾶλλον ἀποθανεῖν ἢ τὸ έγραψα αυτά, για να γίνει έτσι σ’
καύχημά μου ἵνα τις κενώσῃ. εμένα. γιατί καλό είναι για μένα
μάλλον να πεθάνω παρά... – το
καύχημά μου κανείς δε θα
κενώσει.
16 ἐὰν γὰρ εὐαγγελίζωμαι, οὐκ 16 Γιατί αν ευαγγελίζω, δεν έχω
ἔστι μοι καύχημα· ἀνάγκη γάρ καύχημα. επειδή ως ανάγκη μού
μοι ἐπίκειται· οὐαὶ δὲ μοί ἐστιν επιβάλλεται. Γιατί αλίμονο σ’
ἐὰν μὴ εὐαγγελίζωμαι· εμένα αν δεν ευαγγελίσω.
17 εἰ γὰρ ἑκὼν τοῦτο πράσσω, 17 Γιατί αν εκούσια αυτό το
μισθὸν ἔχω· εἰ δὲ ἄκων, πράττω, έχω μισθό. αν όμως
οἰκονομίαν πεπίστευμαι. ακούσια, μου έχουν εμπιστευτεί

οικονομία.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Θ’


18 τίς οὖν μοί ἐστιν ὁ μισθός; ἵνα 18 Ποιος λοιπόν είναι ο μισθός
εὐαγγελιζόμενος ἀδάπανον μου; Να θέσω αδάπανο το
θήσω τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ, ευαγγέλιο, όταν ευαγγελίζω, για
εἰς τὸ μὴ καταχρήσασθαι τῇ να μην καταχραστώ την εξουσία
ἐξουσίᾳ μου ἐν τῷ εὐαγγελίῳ. μου στο ευαγγέλιο.
19 ᾿Ελεύθερος γὰρ ὢν ἐκ πάντων 19 Γιατί, ενώ είμαι ελεύθερος από
πᾶσιν ἐμαυτὸν ἐδούλωσα, ἵνα όλους, σε όλους δούλωσα τον
τοὺς πλείονας κερδήσω· εαυτό μου, για να κερδίσω τους
περισσότερους.
20 καὶ ἐγενόμην τοῖς ᾿Ιουδαίοις 20 Και έγινα στους Ιουδαίους σαν
ὡς ᾿Ιουδαῖος, ἵνα ᾿Ιουδαίους Ιουδαίος, για να κερδίσω τους
κερδήσω· τοῖς ὑπὸ νόμον ὡς ὑπὸ Ιουδαίους. Σ’ αυτούς που είναι
νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον κάτω από νόμο σαν να είμαι
κερδήσω· κάτω από νόμο, ενώ δεν είμαι ο
ίδιος κάτω από νόμο, για να
κερδίσω αυτούς που είναι κάτω
από το νόμο.
21 τοῖς ἀνόμοις ὡς ἄνομος, μὴ ὢν 21 Στους ανόμους σαν άνομος,
ἄνομος Θεῷ, ἀλλ᾿ ἔννομος ενώ δεν είμαι άνομος στο Θεό,
Χριστῷ, ἵνα κερδήσω ἀνόμους· αλλά έννομος στο Χριστό, για να
κερδίσω τους ανόμους.
22 ἐγενόμην τοῖς ἀσθενέσιν ὡς 22 Έγινα ασθενής στους ασθενείς
ἀσθενής, ἵνα τοὺς ἀσθενεῖς ως προς την πίστη, για να
κερδήσω· τοῖς πᾶσι γέγονα τὰ κερδίσω τους ασθενείς. Σε όλους
πάντα, ἵνα πάντως τινὰς σώσω. έχω γίνει όλα, για να σώσω με
κάθε τρόπο μερικούς.
23 Τοῦτο δὲ ποιῶ διὰ τὸ 23 Και όλα τα κάνω για χάρη τού
εὐαγγέλιον, ἵνα συγκοινωνὸς ευαγγελίου, για να γίνω
αὐτοῦ γένωμαι. συμμέτοχος αυτού.
24 Οὐκ οἴδατε ὅτι οἱ ἐν σταδίῳ 24 Δεν ξέρετε ότι όσοι τρέχουν στο
τρέχοντες πάντες μὲν τρέχουσιν, στάδιο, όλοι βέβαια τρέχουν,
εἷς δὲ λαμβάνει τὸ βραβεῖον; οὕτω αλλά ένας λαβαίνει το βραβείο;
τρέχετε, ἵνα καταλάβητε. Έτσι να τρέχετε, ώστε να το
καταχτήσετε.
25 πᾶς δὲ ὁ ἀγωνιζόμενος πάντα 25 Καθένας λοιπόν που
ἐγκρατεύεται, ἐκεῖνοι μὲν οὖν ἵνα αγωνίζεται εγκρατεύεται σε όλα,
φθαρτὸν στέφανον λάβωσιν, εκείνοι, βέβαια, για να λάβουν
ἡμεῖς δὲ ἄφθαρτον. φθαρτό στέφανο, εμείς όμως
άφθαρτο.
26 ἐγὼ τοίνυν οὕτω τρέχω, ὡς οὐκ 26 Εγώ, λοιπόν, έτσι τρέχω: όχι

ἀδήλως, οὕτω πυκτεύω, ὡς οὐκ σαν να μην έχω σκοπό. έτσι
ἀέρα δέρων,


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Θ’


πυγμαχώ: όχι σαν να δέρνω τον
αέρα.
27 ἀλλ᾿ ὑποπιάζω μου τὸ σῶμα 27 Αλλά καταπιέζω το σώμα μου
καὶ δουλαγωγῶ, μήπως ἄλλοις και το δουλαγωγώ, μήπως, ενώ
κηρύξας αὐτὸς ἀδόκιμος σε άλλους κήρυξα, εγώ ο ίδιος
γένωμαι. γίνω αδόκιμος.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Ι’




Προειδοποίηση κατά της
ειδωλολατρίας
1 Οὐ θέλω δὲ ὑμᾶς ἀγνοεῖν, 1 Γιατί δε θέλω εσείς να αγνοείτε,
ἀδελφοί, ὅτι οἱ πατέρες ἡμῶν αδελφοί, ότι οι πατέρες μας ήταν
πάντες ὑπὸ τὴν νεφέλην ἦσαν, όλοι κάτω από τη νεφέλη και
καὶ πάντες διὰ τῆς θαλάσσης όλοι πέρασαν διαμέσου της
διῆλθον, θάλασσας

2 καὶ πάντες εἰς τὸν Μωϋσῆν 2 και όλοι βαφτίστηκαν στο
ἐβαπτίσαντο ἐν τῇ νεφέλῃ καὶ ἐν Μωυσή μέσα στη νεφέλη και
τῇ θαλάσσῃ, μέσα στη θάλασσα,
3 καὶ πάντες τὸ αὐτὸ βρῶμα 3 και όλοι έφαγαν την ίδια
πνευματικὸν ἔφαγον, πνευματική τροφή
4 καὶ πάντες τὸ αὐτὸ πόμα 4 και όλοι ήπιαν το ίδιο
πνευματικὸν ἔπιον· ἔπινον γὰρ ἐκ πνευματικό ποτό. Γιατί έπιναν
πνευματικῆς ἀκολουθούσης από την πνευματική πέτρα που
πέτρας, ἡ δὲ πέτρα ἦν ὁ Χριστός. τους ακολουθούσε, και η πέτρα
ήταν ο Χριστός.
5 ἀλλ᾿ οὐκ ἐν τοῖς πλείοσιν αὐτῶν 5 Αλλά στους περισσότερους από
εὐδόκησεν ὁ Θεός· αυτούς δεν ευαρεστήθηκε ο Θεός,
κατεστρώθησαν γὰρ ἐν τῇ γι’ αυτό στρώθηκαν κάτω στην
ἐρήμῳ. έρημο.
6 Ταῦτα δὲ τύποι ἡμῶν 6 Αυτά λοιπόν έγιναν
ἐγενήθησαν, εἰς τὸ μὴ εἶναι ἡμᾶς παραδείγματα για μας, για να
ἐπιθυμητὰς κακῶν, καθὼς μην επιθυμούμε εμείς κακά
κἀκεῖνοι ἐπεθύμησαν. καθώς κι εκείνοι επιθύμησαν.
7 μηδὲ εἰδωλολάτραι γίνεσθε, 7 Μήτε να γίνεστε ειδωλολάτρες
καθώς τινες αὐτῶν, ὡς καθώς μερικοί από αυτούς, όπως
γέγραπται· ἐκάθισεν ὁ λαὸς ακριβώς είναι γραμμένο: Κάθισε
φαγεῖν καὶ πιεῖν, καὶ ἀνέστησαν ο λαός να φάει και να πιει και
παίζειν. σηκώθηκαν να παίζουν.
8 μηδὲ πορνεύωμεν, καθώς τινες 8 Μήτε να πορνεύουμε καθώς
αὐτῶν ἐπόρνευσαν καὶ ἔπεσον ἐν μερικοί από αυτούς πόρνευσαν
μιᾷ ἡμέρᾳ εἰκοσιτρεῖς χιλιάδες. και έπεσαν σε μια ημέρα είκοσι
τρεις χιλιάδες.
9 μηδὲ ἐκπειράζωμεν τὸν 9 Μήτε να πειράζουμε το Χριστό
Χριστόν, καθὼς καί τινες αὐτῶν καθώς μερικοί από αυτούς
ἐπείρασαν καὶ ὑπὸ τῶν ὄφεων πείραξαν και θανατώθηκαν από
ἀπώλοντο. τα φίδια.


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Ι’


10 μηδὲ γογγύζετε, καθὼς καί 10 Μήτε να γογγύζετε καθώς
τινες αὐτῶν ἐγόγγυσαν καὶ ακριβώς μερικοί από αυτούς
ἀπώλοντο ὑπὸ τοῦ ὀλοθρευτοῦ. γόγγυσαν και θανατώθηκαν από
τον εξολοθρευτή.
11 ταῦτα δὲ πάντα τύποι 11 Αυτά, λοιπόν, ως τύπος
συνέβαινον ἐκείνοις, ἐγράφη δὲ συνέβαιναν σ’ εκείνους και
πρὸς νουθεσίαν ἡμῶν, εἰς οὓς τὰ γράφτηκαν για νουθεσία δική
τέλη τῶν αἰώνων κατήντησεν. μας, για μας στους οποίους
έφτασαν τα τέλη των αιώνων.
12 ῞Ωστε ὁ δοκῶν ἑστάναι 12 Ώστε όποιος νομίζει πως έχει
βλεπέτω μὴ πέσῃ. σταθεί ας προσέχει μην πέσει.
13 πειρασμὸς ὑμᾶς οὐκ εἴληφεν εἰ 13 Πειρασμός δε σας έχει
μὴ ἀνθρώπινος· πιστὸς δὲ ὁ Θεός, καταλάβει παρά μόνο
ὃς οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ανθρώπινος. Πιστός είναι λοιπόν
ὑπὲρ ὃ δύνασθε, ἀλλὰ ποιήσει ο Θεός, ο οποίος δε θα σας αφήσει
σὺν τῷ πειρασμῷ καὶ τὴν να πειραχτείτε παραπάνω από
ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑμᾶς ό,τι δύναστε, αλλά θα κάνει μαζί
ὑπενεγκεῖν. με τον πειρασμό και την έκβαση,
για να δύναστε να υποφέρετε.
14 Διόπερ, ἀγαπητοί μου, φεύγετε 14 Γι’ αυτό ακριβώς, αγαπητοί
ἀπὸ τῆς εἰδωλολατρείας. μου, αποφεύγετε την
ειδωλολατρία.
15 ὡς φρονίμοις λέγω· κρίνατε 15 Σε φρόνιμους το λέω. κρίνετε
ὑμεῖς ὅ φημι. εσείς αυτό που λέω:
16 τὸ ποτήριον τῆς εὐλογίας ὃ 16 το ποτήρι της ευλογίας που
εὐλογοῦμεν, οὐχὶ κοινωνία τοῦ ευλογούμε δεν είναι κοινωνία του
αἵματος τοῦ Χριστοῦ ἐστι; τὸν αίματος του Χριστού; Τον άρτο
ἄρτον ὃν κλῶμεν, οὐχὶ κοινωνία που κόβουμε με τα χέρια δεν είναι
τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ ἐστιν; κοινωνία του σώματος του
Χριστού;
17 ὅτι εἷς ἄρτος, ἓν σῶμα οἱ 17 Επειδή ένας είναι ο άρτος, ένα
πολλοί ἐσμεν· οἱ γὰρ πάντες ἐκ σώμα είμαστε οι πολλοί, γιατί
τοῦ ἑνὸς ἄρτου μετέχομεν. όλοι από τον έναν άρτο
μετέχουμε.
18 βλέπετε τὸν ᾿Ισραὴλ κατὰ 18 Προσέχετε τον Ισραήλ κατά
σάρκα· οὐχὶ οἱ ἐσθίοντες τὰς σάρκα: όσοι τρώνε τις θυσίες δεν
θυσίας κοινωνοὶ τοῦ είναι συμμέτοχοι του
θυσιαστηρίου εἰσί; θυσιαστηρίου;
19 τί οὖν φημί; ὅτι εἴδωλόν τί 19 Τι λοιπόν λέω; Ότι το
ἐστιν; ἢ ὅτι εἰδωλόθυτόν τί ἐστιν; ειδωλόθυτο είναι κάτι ή ότι το

είδωλο είναι κάτι;


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α Κεφ. Ι’


20 ἀλλ᾿ ὅτι ἃ θύει τὰ ἔθνη, 20 Όχι, αλλά ότι όσα θυσιάζουν,
δαιμονίοις θύει καὶ οὐ Θεῷ· οὐ στα δαιμόνια και όχι στο Θεό τα
θέλω δὲ ὑμᾶς κοινωνοὺς τῶν θυσιάζουν. Δε θέλω λοιπόν εσείς
δαιμονίων γίνεσθαι. να γίνεστε συμμέτοχοι των
δαιμονίων.
21 οὐ δύνασθε ποτήριον Κυρίου 21 Δε δύναστε να πίνετε το ποτήρι
πίνειν καὶ ποτήριον δαιμονίων· του Κυρίου και το ποτήρι των
οὐ δύνασθε τραπέζης Κυρίου δαιμονίων, δε δύναστε να
μετέχειν καὶ τραπέζης μετέχετε στο τραπέζι του Κυρίου
δαιμονίων. και στο τραπέζι των δαιμονίων.
22 ἢ παραζηλοῦμεν τὸν Κύριον; 22 Ή προκαλούμε σε ζηλοτυπία
μὴ ἰσχυρότεροι αὐτοῦ ἐσμεν; τον Κύριο; Μήπως είμαστε
ισχυρότεροι από αυτόν;
Τα πάντα να κάνετε για τη δόξα
του Θεού
23 Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ 23 Όλα επιτρέπονται, αλλά δε
πάντα συμφέρει· πάντα μοι συμφέρουν όλα. όλα
ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα οἰκοδομεῖ. επιτρέπονται, αλλά δεν
οικοδομούν όλα.
24 μηδεὶς τὸ ἑαυτοῦ ζητείτω, 24 Κανείς ας μη ζητά το δικό του,
ἀλλὰ τὸ τοῦ ἑτέρου ἕκαστος. αλλά αυτό του άλλου.
25 Πᾶν τὸ ἐν μακέλλῳ 25 Καθετί που πουλιέται σε
πωλούμενον ἐσθίετε μηδὲν κρεοπωλείο τρώτε το, χωρίς να
ἀνακρίνοντες διὰ τὴν ανακρίνετε τίποτα για τη
συνείδησιν· συνείδηση.
26 τοῦ γὰρ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ 26 γιατί του Κυρίου είναι η γη και
πλήρωμα αὐτῆς. το πλήρωμα αυτής.
27 εἰ δέ τις καλεῖ ὑμᾶς τῶν 27 Αν κάποιος από τους άπιστους
ἀπίστων καὶ θέλετε πορεύεσθαι, σας καλεί και θέλετε να πάτε,
πᾶν τὸ παρατιθέμενον ὑμῖν καθετί που σας παραθέτουν
ἐσθίετε μηδὲν ἀνακρίνοντες διὰ τρώτε το, χωρίς να ανακρίνετε
τὴν συνείδησιν. τίποτα για τη συνείδηση.
28 ἐὰν δέ τις ὑμῖν εἴπῃ, τοῦτο 28 Αν όμως κάποιος σας πει:
εἰδωλόθυτόν ἐστι, μὴ ἐσθίετε δι᾿ «Αυτό είναι ιερόθυτο», μην το
ἐκεῖνον τὸν μηνύσαντα καὶ τὴν τρώτε για εκείνον που το μήνυσε
συνείδησιν· τοῦ γὰρ Κυρίου ἡ γῆ και για τη συνείδηση.
καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς.
29 συνείδησιν δὲ λέγω οὐχὶ τὴν 29 Και συνείδηση εννοώ όχι τη
ἑαυτοῦ, ἀλλὰ τὴν τοῦ ἑτέρου. δική σου, αλλά αυτήν του άλλου.
ἱνατί γὰρ ἡ ἐλευθερία μου Γιατί η ελευθερία μου να κρίνεται

κρίνεται ὑπὸ ἄλλης συνειδήσεως; από άλλη συνείδηση;


Click to View FlipBook Version