The words you are searching are inside this book. To get more targeted content, please make full-text search by clicking here.
Discover the best professional documents and content resources in AnyFlip Document Base.
Search
Published by ΚΑΤΣΑΡΙΚΑΣ ΖΗΣΗΣ, 2019-01-02 03:28:37

ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΙΚΗ ΛΑΛΙΑ

ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΙΚΗ ΛΑΛΙΑ

5198. φυτό (είδος) = λαθούρι = το φυτό λάθυρος ο ήμερος και ο
καρπός του, φάβα.

5199. φυτό (είδος) = μπότσκα (ουργινέα η θαλάσσια) = φυτό με βολβό
που μοιάζει με ένα μεγάλο κρεμμύδι. Χρησιμοποιείται για
φυλαχτό στα κονάκια.

5200. φυτό λαδάνια (είδος) = κουνούκλα = Κίστος – Λαδανιά – Κουνούκλα –
Cistus incanus. Ανήκει στην οικογένεια
των Κιστιδών (Cistaceae). Εξαπλώνεται
στο μεγαλύτερο τμήμα της Μεσογείου
και είναι κοινό στην Ελλάδα. Είναι
θερμόφιλο φυτό, το οποίο απαιτεί
ξέφωτα και ηλιόλουστα μέρη. Αγαπάει τις πετρώδης θέσεις, τα φρύγανα και τα
διάκενα ημιορεινών δασών, τα φτωχά και ασβεστολιθικά εδάφη φυτό πόα και
με χρώμα μοβ που το αγαπούν πολύ τα πρόβατα.

5201. φυτό με το οποίο φκιάνουμε σκούπες = σουσούρα = Φθινοπωρινό ρείκι, σε
πλήρη άνθηση Έρικα ή σουσούρα, (Erica vertitillata or Erica
multipolyflora) ή κσούρι, ή πιρένι, τσαλί, κλαδί, χαμόρεικο, έρικας, τσάρο,
κισσούρι κλπ. είναι ονόματα που έχουν δοθεί στο φθινοπωρινό
ρείκι σε όλη την Ελλάδα από τους μελισσοκόμους. Είναι φυτό
με ιδιαίτερα μεγάλη μελισσοκομική αξία, αφού το μεν
φθινοπωρινό, δίνει στις μέλισσες τη γύρη που χρειάζονται, για να
αναδιοργανωθούν ενόψει χειμώνα, το δε ανοιξάτικο ανθοφορεί πολύ νωρίς,
με αποτέλεσμα να πιάνει τα μελίσσια στο ανοιξιάτικο ξεκίνημα. Η σουσούρα ή
Έρικα είναι αυτοφυές φυτό και γίνεται μικρός
θάμνος. Είναι φυτό ικανό να καλύψει ολόκληρες
πλαγιές αλλά και μεγάλες εκτάσεις. Πότε το
βρίσκουμε μόνο του και πότε μαζί με κουμαριές,
ανοιξιάτικο ρείκι, λαδανιές (Πήλιο - Κίσαβος - Ροδόπη - Νησιά Αν. Αιγαίου -

651

Πελοπόννησο, κλπ.)Τα άνθη της είναι μικρά και ροζ με αποχρώσεις προς το
μοβ με κόκκινους ανθήρες. Μόλις απανθίσουν παίρνουν ένα χαρακτηριστικό
καφέ-πορτοκαλί χρώμα.
5202. φυτό(είδος) = θρούμπι = μεσαιωνική ελληνική θρύμβη , αρχαία ελληνική
θύμβρη Ανήκει στην οικογένεια των Χειλανθών και το συναντούμε με τις
κοινές ονομασίες θρούμπα, γεροντόχορτο, θρούμπι,
θρύμπα, τραγορίγανος, ζαρμπούνιζαμπούρι, montana
ήthymbra, hortensis, spinosa και
cretica. Το θρούμπι είναι επίσης γνωστό με τα ονόματα
τραγόχορτο, γεροντόχορτο, σατουρέγια ή θύμβρα , θύμος, έρπυλλος,
χαμοθρούμπι και γαϊδουροθυμό. Καθώς επίσης είναι γνωστό και από την
αρχαιότητα με το όνομα θύμβρη (Διοσκορίδης, Θεόφραστος). Οι
θεραπευτικές ιδιότητες του φυτού ήταν γνωστές από την αρχαιότητα .Δρα ως
χωνευτικό χρησίμευε ως αφέψημα για τον πονόλαιμο, το βήχα, τον πονόδοντο
και τις πληγές στο στόμα, καθώς και ως απολυμαντικό για διάφορα σκεύη,
λόγω των αντιβακτηριδιακών και αντιμικρoβιακών του ιδιοτήτων. το
χρησιμοποιούσαν για περιπτώσεις ουρικής αρθρίτιδας, διάρροιας και διακοπής
εμμήνων. Βοηθάει παρά πολύ σε πεπτικά προβλήματα, κολικούς και σε αέρια
του στομάχου. Ανοίγει την όρεξη, είναι σπασμολυτικό, καταπραΰνει τις
νευροπάθειες, τις κρίσεις άσθματος, ενώ διώχνει την αϋπνία. Βοηθάει σε
περιπτώσεις αρθριτικών, σε ρευματισμούς και πετράς στα νεφρά. Σε
περιπτώσεις βαρηκοΐας είναι πολύ καλό. Αντιμυκητικό, αποχρεμπτικό,
διουρητικό και αφροδισιακό (το βοτάνι της ευτυχίας), ενώ σε εξωτερική χρήση
είναι αντισηπτικό σε πληγές και τσιμπήματα .Είναι μελισσοτροφικό φυτό.
5203. φυτό(είδος) = κρυφή φτέρη = φυτό που φυτρώνει σε βραχώδη μέρη και
χρησιμοποιείται για το άσθμα
5204. φωλιά = κούρνια = κουτουκούμασου, κοτέτσι, κοτέτς, κουτέτς, κουτέτσι,
κουτέτσους, κουτσίνα, κοταριό, κοκοτζέλι, ορνιθαριό, ορνιθοκούμασο,

652

καθικιά, κάτικας, κατίκ, κάτκας, κατιά, κιτάστρα,
κιτάστρια, κιτάς, γκαλινάρι, κούρνια, φωλιά, οβαστάριν,
πόνε, αγουμάς, αουμάς, αομάς, καπονάρα
5205. φωλιάζω = φουλιάζου = κάθομαι σ’ ένα μέρος για
αρκετό διάστημα, μένω άπραγος.
5206. φωλιάζω = κουρνιάζου
5207. φωνάζει νευρικά = τσιακατάς = κάνει φασαρία μιλώντας με νεύρα
5208. φωνάζω = κράζου = καλώ κάποιον
5209. φωνάζω = σαλαϊόμι = κάνω σάλαγο, θόρυβο, φασαρία.
5210. φωνάζω = κρένω
5211. φωνάζω αγριεμένα = μπήγου φουνή
5212. φωνάζω από πόνο = βελάζω = φωνή προβάτου, φωνάζω δυνατά όπως τα
πρόβατα, άνθρωπος που δεν έχει καμιά σοβαρότητα και λέει ανοησίες
5213. φωνάζω δυνατά = χουιάζου
5214. φωνάζω δυνατά = μπήγου φουνή
5215. φωνάζω δυνατά = σκούζου
5216. φώναξα από πόνο = βέλαξα (απ 'τον πόνο) = φώναξα δυνατά ή πόνεσα πολύ
5217. φώναξε = χουαϊαξε
5218. φωνές = σαλαητά = φωνές και σφυρίγματα με τα οποία κατευθύνω το
κοπάδι.
5219. φωνές δυνατές = σκούξιμο
5220. φωνές δυνατές = χουιατά
5221. φωνή (ελάχιστη) = άχνα = ανάσα,
5222. φωνή του αλόγου = χλιμίτρισμα
5223. φωνή των ζώων = βέλασμα (ομηρ. βλήχομαι)
5224. φως = φέξος, φέξου
5225. φωτιά βάζω = μπήγου φουτιά

653

5226. φωτιάς άναμα(τρόπος) = πρυουβουλού = προσπαθώ να ανάψω φωτιά με τον
πρυόβολο

5227. φωτιάς εργαλείο = ξυθάλλι,. ξιθάλι, ξυθάλ(ι) = μακρύ ξύλο λίγο κυρτό που
ανακατεύουν τα κάρβουνα Από τις ομηρικές λέξεις «ξέω» = ξύνω και
«αιθάλη» = στάχτη, καπνιά

5228. φωτίκια = τα δώρα του νονού κατά το βάπτισμα Σε κάποιες περιοχές (οι
Πολίτες Σαρακατσάνοι) έπερναν τα φωτίκια στην εφηβία και σταματούσαν
από εκει και μετά τα δώρα σε γιορτές. Αποτελούσαν μια ολόκληρη αλαξιά από
ποδήματα μέχρι καπέλο Παράγεται από το ρήμα «φωτίζω» =δίνω φως.

5229. φωτισμός = φέξη
5230. φωτογραφία = κάρτα

Χ

5231. χ’μουνίσιους, -α, -ου = χειμωνιάτικος.
5232. Χ’μουνουκαλόκιρου = όλος ο χρόνος
5233. χ’νόπουρους, χ’νουπώρι = το φθινόπωρο
5234. χ’νουπουριάζει = φθινοπωριάζει.
5235. χάδια = χάϊδια
5236. χάζεμα = κούτιασμα
5237. χαζεύω = χάσκου
5238. χαζό = παρασάνταλου, παρασάνταλο
5239. χαζοκουβεντιάζω = σαλουγκβιντιάζου
5240. χαζολογάς = χαζαναφέρς
5241. χαζός = χλιάρας = βλάκας
5242. χαζούλης = αγαθούτσ’κους
5243. χαθήκαμε = χάθκαμαν
5244. χάθηκε = αμούντι, εξαφανίστηκε
5245. χάθηκε άδικα = θράσιου = το ψοφίμι, , δεν πρόλαβε να το σφάξει

654

5246. χαϊδεμένο κορίτσι = τριανταφυλλούλα
5247. χαϊδευτικό = αηδουνούλαμ = χαϊδευτικό κοπέλας.
5248. χαιρετίσματα = δέοντα, δέουντα = πρέποντα, από το δέον = πρέπον
5249. χαλαρός = μπόσκους = μπόσικος, μπόσκος, γκεβσέκης, γκιφσένκους,

κεφσέκης, λάμπαμπους, λάσκος, υποχωρητικός από το boş
5250. χαλάρωσα = απόλ’σι του κουρμί = ξεκουράστηκα
5251. χαλασμός = χαλασιά = καταστροφή και κοσμοχαλασιά.
5252. χαλικάκια. = λιανουχάλ’κα
5253. χαλινάρι = χαλνό = δερμάτινο εξάρτημα σαν καπίστρι με μικρη μεταλική

ραβδο που μπαίνει στο στομα για να οδηγείς το άλογο, τα γκέμια
5254. χαλινάρι = καπίστρι
5255. χαλινάρι = γκιέμι
5256. χαλκοποιοός = χαλκιάς
5257. χαμηλά = χαμπλά
5258. χαμηλή όραση = θαμπά
5259. χαμηλό τίμημα = κουψουχρουνιά = στη διάρκεια της χρονιάς, χωρίς να

τελειώσει η χρονιά
5260. χαμηλόφωνα = σιγαλά
5261. χαμηλώνω = χαμπλώνου
5262. χαμογελάω σε κάποιον = προσγιλάου
5263. χαμοκέρασα = χαμουκιέρασα = οι άγριες φράουλες. Το χαμοκέρασο (αρχ.:

χαμαικέρασος) (Fragaria vesca, Χαμαικέρασος η λεπτή) κοινώς ονομάζεται
αγριοφράουλα και είναι ένα φυτό των δασικών εκτάσεων
5264. χαμόκλαδα με λουλούδια = ίτσια
5265. χαμομήλι = παπαδίτσα, χαμόμλου = ή χαμοπούλα, (marticaria chamemilla)
πήρε το όνομα του από το άρωμά του (μήλο του εδάφους) και ο πρώτος που
αναφέρει τις ευεργετικές του ιδιότητες είναι ο Ιπποκράτης (460-370 π. Χ.), ο
πατέρας της Ιατρικής που το θεωρούσε εμμηναγωγό και φάρμακο κατά της

655

υστερίας Έχει αντιβακτηριδιακές και αντιφλεγμονώδεις δράσεις και είναι το πιο
χαλαρωτικό ρόφημα.
Καταπολεμά τους κυρίως
πολλούς ιούς και
χρησιμοποιείται συνήθως κατά
του έλκους του στομάχου. Έχει
επίσης παρατηρηθεί ότι η
συνεχής χρήση του μειώνει σημαντικά το ουρικό οξύ στο αίμα, γεγονός που
πιθανόν να προσφέρει τις θεραπευτικές του ιδιότητες για ασθενείς πάσχοντες
από ποδάγρα. Το ρόφημα του είναι καλό για το στομάχι, για τον βήχα, για
τους πόνους της κοιλιάς και της εμμηνόρροιας (περιόδου) των γυναικών, για
τον λαιμό και για την βραχνάδα. Η πιο διαδεδομένη ιδιότητα του χαμομηλιού
είναι η ικανότητα του να ηρεμεί τα νεύρα και να ανακουφίζει και ηρεμεί από
τα έντονα προβλήματα που μας απασχολούν καθώς επίσης μας βοηθάει να
αντιμετωπίζουμε φυσικά την αϋπνία. Η καταπραϋντική του δράση βοηθάει
στην ανακούφιση των παιδιών από τους πόνους της οδοντοφυΐας. Το τσάι
από χαμομήλι έχει και αντιπηκτικές ιδιότητες. Μειώνει τη συγκόλληση των
αιμοπεταλίων. Έχει συνεργιστική δράση με φάρμακα που χορηγούνται σε
ασθενείς με καρδιοπάθεια ή κίνδυνο για εγκεφαλικά επεισόδια και προσφέρει
επιπρόσθετη αντιπηκτική δράση. Επίσης δρα σε συνέργια με ηρεμιστικά ή
υπνωτικά φάρμακα. Για τους λόγους αυτούς οι γιατροί των ασθενών που
παίρνουν αντιπηκτικά, υπνωτικά ή ηρεμιστικά φάρμακα πρέπει να γνωρίζουν
εάν οι ασθενείς τους καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες από χαμομήλι. Επίσης
όταν τα νήπια είχαν πόνους στην κοιλιά τους έδιναν χαμομήλι για να
καταπραϋνει ο πόνος.
5266. χανιάτικα = αχανιάτ’κα = χρήματα που πληρώνει ο τσέλιγκας στα χάνια
5267. χάνουν τελείως το γάλα τους τα πρόβατα = στιρφεύουν τα πρότα
5268. χαντακώθηκα = χαντακώθκα

656

5269. χάπι = χάπιου
5270. χάπια = χάπιις
5271. χαράζει για τα καλά = ξιχαράζει
5272. χαρακιά, κάνω = χαρακιάζου = χαράζω για να κόψω κάτι, χαράζω κάποια

ενέργεια
5273. χαρακτηριστικός = σ’μαδιακός = σπάνιος
5274. χαραμάδα = αγραμάδα
5275. χαραμάδα σε βράχο = γράβα, γράδα = σχισμή στο βράχο.
5276. χαραυγή = χαραή
5277. χαραυγή = θαμπουξικίν’μα = το κίνημα της στάνης για τα χειμαδιά ή τα βουνά
5278. χάρος = χάρους = αλλα και κακός, αντιπαθητικός άνθρωπος
5279. χαρούμενα ρούχα = ασπρόρουχα = άσπρα
5280. χαρούπια = καρούμπις, ξυλουκιέρατα
5281. χαρούπια = καρούμπις
5282. χάση φεγγαριού = χάση = περίοδος που μειώνεται το φεγγάρι
5283. χασομεράω = χασουμεράου = χάνω το χρόνο άσκοπα
5284. χασομέρης = χασουμέρς = ο αργοκίνητος, ο αργός
5285. χασομέρια = χασουμέρια = χαμένος χρόνος, καθυστέρηση που προκαλεί

χάσιμο χρόνου.
5286. χάσου = χούμπουσι, χουμπόσ
5287. χαστούκι = μπατσαλιά
5288. χαστουκίζω= μπατσαλίζου , μπατσαλάω
5289. χαψιά = χάψα, χαψιά = μπουκιά Από το ρήμα «χάπτω» = ανοίγω το στόμα

μου
5290. χείλη φουσκωτά = τζουραχείλ’κα = πρησμένα χείλη
5291. χειμαδιά = χ’μαδιά = τόπος που ξεχειμωνιάζουν οι κτηνοτρόφοι με τα κοπάδια

τους

657

5292. χείμαρρος = ρέμα = ποτάμι που κατεβάζει μόνο το χειμώνα η μετά από πολύ
βροχή

5293. χειμώνας = βαρυχειμουνιά = δύσκολος χειμώνας, βαρύς μεγάλης διάρκειας και
πολύ κρύος χειμώνας

5294. χειμωνιάζω = χειμάζου = προκαλώ χειμώνα, προκαλώ κακοκαιρία , παράξενη
συμπεριφορά

5295. χειραψία =χειρουδώσμο
5296. χειροποίητο = χειρουφκιασμένου
5297. χεριά = χειργιά = ποσότητα που μπορούμε να πιάσουμε με το χέρι,

μπουκέτο
5298. χεριά = χιργιά = όσο χωράει η παλάμη
5299. χέρια (χαρακτηρισμός) = ξηραχουμάρα = χέρια σαν ξερά ξύλα που δεν πιάνουν,

απραξία, το να κάθεσαι με τα χέρια σταυρωμένα, νωθρότητα.
5300. χεριά θεριστή = χερόβολο = ποσότητα σταχυών που μπορεί να κρατήσει με το

ένα χέρι αυτός που θερίζει
5301. χερούλι = χειρούλι
5302. χερούλι σκεύους = αρβάλι = χειρολαβή. το ίδιο το σκεύος
5303. χερσότοπος = μπαϊρι = ακαλλιέργητο (μικρό ύψωμα συνήθως) , πλαγιά ,

λόφος
5304. χέστης = χιζούρ’ς
5305. χθεσινό = χτισνό
5306. χθεσινοβραδινό = ψισνό
5307. χιλιάρικο = χλιάρκου
5308. χιλιοτρυπημένο = πάρπαλου = κομμάτια απ τις τρύπες
5309. χιονίζει και ρίχνει μεγάλες νιφάδες = τ’λούπις ρίχνει
5310. χλιαρά = ανάχλια = σιγά-σιγά, με μαλακό τρόπο
5311. χλιαρό = χλιό
5312. χλιμιντρίσματα = χλιμιτρίσματα = φωνές αλόγων

658

5313. χλωρό γινομένο στάχυ = ψάνα
5314. χλωρό τυρί = χλουρό τυρί
5315. χνουδάτη στο λαιμό και στο μέτωπο = γατσόμαλλα
5316. χόβολη που τη χρησιμοποιούμε ως θεραπευτικό μέσον στα κρυολογήματα, ως

θερμοφόρα = σταχτουπύρι
5317. χόνδρος = κριτσιαλίδα, κριτσιανίδα = χόνδρος που βρίσκεται ανάμεσα στα

κόκκαλα, τραγανάδι από το αφτί
5318. χοντροκαμωμένος = χουντρουκουπάνι
5319. χοντρόπετσος ,είναι = γαϊδουρουτόμαρου είνι = είναι ασυγκίνητος
5320. χοραφιού (μέρος) = δουμός, δομός = το σύνορο μεταξύ χωραφιών,

ακαλλιέργητο, που το έβοσκαν τα πρόβατα, κάθε σειρά από σάλλωμα στη
σκεπή
5321. χοροπατάει σαν να χορεύει = συγκαθάει
5322. χορός (είδος) = κτσάδ’κους
5323. χορός (είδος) = κάτσα = χορός αλλα και χορευτική φιγούρα. Είναι κλέφτικος,
ανδρικός χορός. Χορεύονταν κυρίως από τους Σαρακατσάνους της
Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και το κύριο χαρακτηριστικό του είναι
ένα κάθισμα των χορευτών, που ονομάζεται ‘’κάτσα’’. Έχει δύο μέρη, το αργό
και το γρήγορο σήκωμα. Το πρώτο μέρος είναι κυρίως τραγουδιστικό με
βήματα πολύ αργά. Το δεύτερο μέρος είναι γρήγορο και τα βήματα είναι
ζωηρά σε ρυθμό. Στους Σαρακατσάνους της περιοχής μας, η ‘’κάτσα’’ ήταν ο
επίσημος χορός που χορευόταν από το γαμπρό τη μέρα του γάμου. Φυσικά
δεν υπήρχε Σαρακατσάνικο γλέντι χωρίς ‘’κάτσα’’.
5324. χορός (είδος) = σταυρουτός = χορός στον οποίο οι χορευτές ενώνουν τα χέρια
τους και σχηματίζουν το
σχήμα του σταυρού.
Σταυροφορούντες οι
Σαρακατσάνοι των οποίων

659

οι γυναίκες κάνουν τατουάζ στο μέτωπο και στα χέρια. Είναι δε τέτοιο το
καμάρι που όταν θέλουν να δείξουν σε κάποιον ότι τον εκτιμούν αφάνταστα
χρησιμοποιούν τη φράση: “Σ΄ έχω σταυρό στ’ μπάλα (μέτωπο)”. Σταυρός η
κατσούλα στην κορυφή της καλύβας, σταυρός στα κεντημένα ρούχα, σταυρός
ο χορός τους (σταυρωτός).
5325. χορός στα τρία = καλτσάτκους
5326. χορός στα τρία = στα τρία, απλουτός
5327. χοροστάσι = χουρουστάσι = αλώνι για χορό, ξέφωτο για χορό στο οποίο
πιστεύουμε ότι μαζεύονται οι νεράιδες και χορεύουν.
5328. χόρτα = νάνις λαχανικό "Νάνες" άγρια χόρτα σαν σπανάκi
5329. χορταίνω εντελώς = ρουπώνου = παραχορταίνω
5330. χορτάρι (ειδος) = γιελαντζούρι = πρώιμο ανοιξιάτικο χορτάρι.
5331. χορτάρι (είδος) = γούρδας = ανοιξιάτικο χορτάρι που, όταν το τρώνε οι άσπρες
προβατίνες, κοκκινίζει το σώμα τους
5332. χορτάρι (είδος) = ξυνήθρα = χορτάρι με ξινή γεύση
5333. χορτάρι για βοσκή κατάλληλο από μεγάλα κυρίως ζώα = στριβάδι
5334. χορταριάζει (αρχίζει να) = μιτιάζει ου τόπους
5335. χορταριάζει ο τόπος = μύτιασι ου τόπους = άρχισε να βγάζει χορτάρι.
5336. χόρτασα τρώγοντας και σταματώ = ρούπωσα = έφαγα και χόρτασα
5337. χόρτο(είδος) = λιβιθουχόρταρου (αρτεμισία η κοινή) = χορταρικό το οποίο
χρησιμοποιούμε για τα σκουλήκια στα έντερα
5338. χουβαρντάς = απλόχερος
5339. χουζούρι = ραχάτ(ι) = ανάπαυση, τεμπελιά.
5340. χούνη = χούνη = κοιλότητα ανάμεσα σε πλαγιές, στενή λαγκάδα
5341. χούφτα (περιεχόμενο) = πλόχειρου = όσο
χωράει η χούφτα ενός χεριού
5342. χουχουλίζω = χουχουλάου = θερμαίνω κάτι με
την εκπνοή του αέρα

660

5343. χοχλάζει το νερό = χουχλάζει του νιρό
5344. χρεμετίζει = χλιμιτράει = η φωνή του αλόγου .
5345. χρεώστης = χριουστής = αυτός που χρωστάει,
5346. χρήματα = λιπτά, λιφτά
5347. χρήματα = παράδις
5348. χρήματα = όβουλα
5349. χρήματα για προμηθευτή = απουδουτ’λίκια = χρήματα με τα οποία το

τσελιγκάτο τον πληρώνει
5350. Χριστός = Άης
5351. Χριστόψωμα = Χριστόψουμα Ήταν γνωστό ότι Σαρακατσάνοι έφτιαχναν

δύο Χριστόψωμα. Το πρώτο, το καλύτερο και με τα πιο πολλά κεντίδια, είναι
για τον Αη (τον Χριστό). Πάνω του σκάλιζαν ένα μεγάλο σταυρό , φεγγάρι με
πέντε λουλούδια. Το δεύτερο, η τρανή Χριστοκουλούρα, είναι για τα πρόβατα.
Ιδιαίτερη τιμή για τα ζωντανά των Σαρακατσάνων ώστε να τα έχει καλά ο
Χριστός. Στη Χριστοκουλούρα παριστάνεται με ζύμη, όλη η ζωή της στάνης,
δηλαδή, η μάντρα, τα πρόβατα, οι βοσκοί κ.α.
5352. χρονιά κακή = λειψουχρουνιά = ελλείμματική χρονιά,
5353. χρονιάρα κότα = π’λακίδα
5354. χρονιάρικος = χρουνιάρ’κους
5355. χρονικό διάστημα (μεγάλο) = ζαμάνι
5356. χρυσαφένιος (από χρυσό) = μαλαματένιους, -α, -ου = αυτός που είναι από
χρυσό, λαμπρός-η-ο
5357. χρυσό φλουρί = χρυσόφλουρου
5358. χρυσός = μάλαμα = χρυσάφι. πολύ καλός, με καλό χαρακτήρα, αισθήματα κ,α.,
είναι πολύ καλός.
5359. χρυσοχόος = χρυσικός, σαράφ'ς
5360. χρώμα = καλιμπαρδί, του χρώμα πολύ κοντά στο πορτοκαλί.

661

5361. χρώμα = σίβους, -α, -ου = αυτός που το χρώμα του είναι μεταξύ γκρι και
μπεζ.

5362. χρώμα αλόγου = αστιράτου = άλογο που έχει άσπρο μπάλωμα στο πρόσωπο.
5363. χρώμα ανοιχτό γαλάζιο = νηρουγάλαζιου
5364. χρώμα προβατίνας = ασπρουνόρα, -κου = μαύρη προβατίνα που έχει άσπρο

την άκρη από την ουρά της, η μαύρο αρσενικό πρόβατο που έχει άσπρη την
άκρη από την ουρά του
5365. χρώμα προβατίνας = καλέσια = άσπρη προβατίνα με μαύρες βούλες στο
κεφάλι
5366. χρώμα προβατίνας = καλιγούσια = λάια (μαύρη) προβατίνα με άσπρα πόδια ή
άσπρους δακτύλιους στα πόδια
5367. χρώμα προβατίνας = αλαφότριχη = προβατίνα που έχει άσπρες και μαύρες
τρίχες ανακατωμένες
5368. χρώμα προβατίνας, γίδας = κάλισια = άσπρη προβατίνα με μαύρες κηλίδες
στο πρόσωπο και στα πόδια
5369. χρώμα φοραδας = αστέρου = φοράδα με άσπρο μπάλωμα στο πρόσωπο.
5370. χρώμα.λαχανί = νηρουπράσινου
5371. κυλμόχτενο = κιλιμόχτινου = ειδικό χτένι που το βάζω στον αργαλειό, όταν
υφαίνω κιλίμια.
5372. χτενίζω το μαλλί ξεμπλέκοντας το = ξαίνω =. Ομηρική λέξη. Οδύσσεια χ, 423
5373. χτενίσματος είδος = κουκουρέτσι = μαλλί τυλιγμένο με σιρίτια που μπαίνει στο
χτένισμα του κεφαλιού της γυναίκας ψηλά στο μέτωπο.
5374. χτες βράδυ = ψες, ιψές
5375. χτυπάω = κρούου ,
5376. χτυπάω με τα κέρατα = κουντράου
5377. χτύπημα = βάριμα, βάρεμα = πληγή, τραύμα, το βάρεμα των προβάτων στη
στρούγκα
5378. χτύπημα = τσιουκάν’σμα

662

5379. χτύπημα του μαλλιού = βέργισμα = διαδικασία (χτύπημα με τριχιές) που
ακολουθούν οι γυναίκες για να καθαρίσουν το τραγόμαλλο, έδέναν όχι σε ίσιες
αποστάσεις τέσσερα βεργόσκοινα φτιαγμένα από κανάβι σε ένα ξύλινο
κοντάρι που τόχε πλακωμένο με μεγάλες πέτρες. Μια οργιά περίπου το κάθε
βεργόσκοινο κι όλες οι άκρες είχαν δεθεί σε ξύλο δυο σπιθαμές περίπου. Το
ξύλο αυτό κράταγαν οι βεργίστρες και μαυτό έδερναν με δύναμη τα
τραγόμαλλα που έστρωναν καταγής, κάτω από τα βεργόσκοινα. Κι έβλεπες
τότες τα μαλλιά, να χτυπιούνται, να σκορπίζονται, να ξεπετιούνται, να
ανοίγουν και στο τέλος να πέφτουν εδώ κι εκεί. Αφηνε κάτω τα σκοινιά η
βεργίστρα, συμμάζευε τα μαλλιά και τάκανε τλούπες.

5380. χτύπησα = τσακίσκα
5381. χτύπησα το κεφάλι μου = κούντρισα
5382. χτυπώ = βαρού = ηχώ (χτυπώ μουσικό όργανο π.χ, τζαμάρα, κλαρίνο κ.α),

αλλα και σκοτώνω βαρού τα πρότα πιέζω τις προβατίνες να περάσουν στη
στρούγκα, για να τις αρμέξουν οι αρμεχτάδες. βαρού τζαμάρα παίζω τζαμάρα,
βαρού του γάλα = το αποβουτυρώνω, πυροβολώ, ρίχνω (βάρεσαν τουν
Γιάννου = τον χτύπησαν η τον πυροβόλησαν )
5383. χτυπώ = τσουκανάου = κρούω, συγκρούω, βαράω. Από τη βυζαντινή λέξη
(Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος) τσουκανίζω. Από το ρήμα αυτό προφανώς
παράγεται και η λέξη «τσόκου» = σφυρί
5384. χτυπώ (τρόπος) = πιτσώνου = χτυπώ στο πρόσωπο κάποιον με την παλάμη,
επιδιορθώνω τα υποδήματα κολλώντας ένα πετσί, ένα κομμάτι δέρμα
5385. χτυπώ με το χέρι μου = καταχειρίζου = χαστουκίζω
5386. χυλός = χ’λός = πρόχειρο φαγητό (βραστό αλεύρι).
5387. χυλός = χ(υ)λός = αλεύρι βρασμένο με νερό ,
5388. χυλός (είδος) = κατσιαμάκι = (καλαμποκίσιο αλεύρι +αλάτι + πιπέρι + λάδι)
5389. χωριάτες = χουριάτις = κάτοικοι των χωριών μη Σαρακατσιαναίοι.
5390. χωριατεύω = γκρικεύου = γίνομαι χωριάτης. παντρεύομαι χωριάτη

663

5391. χωρίζω (το κοπάδι των γκαστρωμένων) = γκαστρουχουρίζου = χωρίζω από το
κοπάδι αυτά που θα γεννήσουν σε λίγο

5392. χωρίς = διχώς
5393. χωρίς βρακί = άβρακουτους
5394. χωρίς θόρυβο = απαγάλια
5395. χωρίς κέρατα = σιούτα = αυτά που δεν έχουν κέρατα
5396. χωρίς κουδούνι = άκυπρου = ζώο χωρίς κουδούνι (κυπρί).
5397. χωρίς ουρά = κουλουβό
5398. χωρίς παπούτσια = ανυπουδησιά = κακομοιριά, φτώχεια.
5399. χωρίς σημάδι πάνω του = ασήμαδο, -δους
5400. χώρισμα = χουρ’σιά = ομάδα, δόση
5401. χωρισμός = ξιχουρισμός (πχ της μάνας απ τη κόρη στο γάμο)
5402. χώρος ζώων (ειδικός) = στάλος = χώρος που κοιμούνται τα ζώα να γλυτώσουν

την κάψα του μεσημεριού , τόπος με σκιά για το κοπάδι. Παράγεται πιθανόν
από τη λέξη «στάλιξ-ικος» = πάσσαλος στο οποίο προσδένονται δίκτυα.
5403. χώρος ή δοχείο στο οποίο συγκεντρώνουμε τη στάχτη = σταχτουλόους

Ψ

5404. ψαλίδι = ψαλίδι = αρχαία "ψαλίς" Aρx.,ίδιο ύψος, ίδια ηλικία, ίση αξία
5405. ψαλίδι (ειδικό) = πρατοψάλιδο = ψαλίδι κουρέματος προβάτων
5406. ψαλίδι για το κούρεμα = κουρουψάλ’δυο
5407. ψάχνω = σγαρλάου, σγαρλεύου
5408. ψάχνω = χαλεύω
5409. ψάχνω και ρωτάω = ψαχνουρουτάου
5410. ψείρες, τα αβγά τους = κόντις
5411. ψευτιά = ψιφτιά
5412. ψεύτικος (κοντός και αδύνατος) =

απόσουσμα

664

5413. ψευτοπαλληκαράς = κάργας
5414. ψηλά = αψήλου (τ’) = σε ύψος
5415. ψηλά = λιανά = λεπτά ,
5416. ψηλά σε ύψος = ψλά
5417. ψηλός = αψηλός
5418. ψηλώνω = αξαίνω = μεγαλώνω
5419. ψήνω = ψένου
5420. ψιλά = λιανόματα = μικρά κομμάτια από κάτι,( β.λ. λιανώματα)
5421. ψιλά κέρματα = ψλά
5422. ψιλά κομματια κρέατος = λιανώματα = τα μικρά κομμάτια από το λίανισμα

του κρέατος, "…. Ηταν καμιά τριανταριά όλοι-όλοι. Οι πλειότεροι ήσαν
Σαρακατσάνοι. Σαρακατσάνος ήταν κι ο καπετάνιος…… Κι ΄ελέγετο
Θανάσης Μπαλατσός. Έφεραν τα ψητά. Τα λιάνισαν τα παιδιά με τα
δάχτυλα και με τα χατζάρια. Ο καπετάνιος
έβγαλε την δεξιάν πλάτην τού ενός και την
έδωκε τού ψυχοπατέρα τον Γέρου-Δήμου,
και τά λιανώματα τά μοίρασε με ψωμί σ'
όλους γύρα-γύρα. Την εκαθάρισεν ο
ψυχοπατέρας την πλάτην του ψητού με τον
σουγιάν και είπε, καλά σημάδια για την ώρα
απάνου της…", ( διήγημα του Κ. Κρυστάλλη)
5423. ψιλοβόσκω = τσιαχαλίζου
5424. ψιλοβρέχε = λιανουψιχαλίζει
5425. ψιλοδουλειές = κουτσουδούλια
5426. ψιλοκοσκινίζω = ψιλουκοσκινού = τα υπολογίζω όλα, με απασχολούν και
νοιάζομαι για όλα
5427. ψιφτιά = χρησιμοποιείται κατά της ελονοσίας και του κοκίτη,
5428. ψίχα του ψωμιού = απαλό

665

5429. ψιχαλίζει = λιανουβρέχει
5430. ψιχαλίζω = ψ’χαλίζου
5431. ψίχουλα = μπουμπόλια
5432. ψίχουλα=. τρίμματα, θρύψαλα, (μτφ.) λίγα

χρήματα.
5433. ψίχουλο = τριμμόψα
5434. ψόφησα στην κούραση = μ' απουγίνκι
5435. ψοφίμι = λέσι, λέσιου = απαίσια μυρωδιά
5436. ψυχικό σθένος = τακάτι
5437. ψυχογιός = ψυχουγιός = πρωτοπαλλήκαρο του καπετάνιου.
5438. ψυχολειτουργιά = αναπάψουμα
5439. ψυχοπλακώνομαι = κουπώνει η καρδιά
5440. ψύχρα = παγάδα
5441. ψωμάκια = μοιράσματα = που μοιράζονται για τις ψυχές των νεκρών
5442. ψωμάκια μνημοσύνου = ψυχούδια = ψωμάκια που τα μοιράζουμε σε

μνημόσυνο μικρού παιδιού.
5443. ψωμί = ψουμί
5444. ψωμί = ψουμί
5445. ψωμί σιταρένιο = καθάριου
5446. ψωμί (είδος) = φταλειά = είδος σιταρένιου ψωμιού που παρασκευάζεται με

ζυμάρι και τυρί και ψήνεται στη φωτιά
5447. ψωμί (είδος) = μπομπότα = το

ψωμί από καλαμποκάλευρο
5448. ψωμί καλαμποκίσιο =

μπουμπότα
5449. ψωμι με προζύμι = ανιβατό =

ψωμί που είναι φτιαγμένο με
προζύμι (υψώνεται)

666

5450. ψωμί που δεν είναι καλά ψημένο = κρατάει του ψουμί.
5451. ψωμοτύρι = ψουμουτύρ = ψωμί με τυρί, συνήθεια
5452. ψώρα (είδος) = γκαμηλουψώρα = ψώρα που δε γιατρεύεται.

Ω

5453. ώμοι = νόμια
5454. ωμοπλάτη = πλάτη
5455. ώμος = νώμους
5456. ωραίος = καλός = όμορφος,

γερός, υγιής.
5457. ωρίμαζαν = γίνουνταν,

γένουνταν
5458. ωριμάζει το τυρί = ψένιτι

του τυρί
5459. ώριμο = γινουμένο
5460. ώριμο φρούτο = ζούλιο
5461. ωφέλειες = απουλαυές = κέρδη.

667

668

669

670


Click to View FlipBook Version