The words you are searching are inside this book. To get more targeted content, please make full-text search by clicking here.

ΟΙ ΠΡΩΤΟΕΛΛΗΝΕΣ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΙ

Discover the best professional documents and content resources in AnyFlip Document Base.
Search
Published by ΚΑΤΣΑΡΙΚΑΣ ΖΗΣΗΣ, 2018-05-11 23:08:18

ΟΙ ΠΡΩΤΟΕΛΛΗΝΕΣ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΙ

ΟΙ ΠΡΩΤΟΕΛΛΗΝΕΣ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΙ

Keywords: ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΙ

Το βράδυ της ίδιας μέρας οι συμπέθεροι όλοι μαζί
γλεντούσαν με ψητά και κρασί στο σπίτι του γαμπρού,
τραγουδώντας πριν το γάμο.
Το πρωί ξεκινούσε ο γαμπρός και, αφού φιλούσε το χέρι
του πατέρα του, ανέβαινε στο άλογό του να πάει, με
συνοδεία συγγενείς και φίλους σε άλογα ή και πεζούς,
για το σπίτι της νύφης. Ο πατέρας του, του περνάει ένα
ζωνάρι, του βάζουν τρεις βελόνες στο γιλέκο, για φυλαχτό
και, πατώντας ένα σίδερο για καλοτυχία και δύναμη,
ξεκινούσε.
Σ΄ όλο το δρόμο έλεγαν τραγούδια του γάμου.
Φτάνοντας στο σπίτι της νύφης σταματούσαν, έριχναν
τρεις τουφεκιές για να δηλώσουν ότι έφτασαν και άρχιζαν
τον χορό. Οι συγγενείς της νύφης απαντούσαν με
τουφεκιές για το καλωσόρισμα.
Νέοι άνδρες, οι λεγόμενοι «σχαριάτες» με αρχηγό τον
πατέρα του γαμπρού, καβάλα στ’ άλογα, έφταναν πρώτοι
στο σπίτι της νύφης τραγουδώντας.
Στη συνέχεια οι συμπέθεροι έπιναν ο ένας κρασί από το
ποτήρι του άλλου και αντάλλασσαν ευχές στην πόρτα.
Όταν έμπαιναν στο σπίτι, συνέχιζαν τα τραγούδια ενώ
ακολουθούσε η ανταλλαγή των κουλούρων και η νύφη
κρέμαγε από ένα άσπρο μαντήλι στους σχαριάτες το
οποίο θα τους χαρακτήριζε σε όλη τη διάρκεια του
γάμου.
Αφού τους κερνούσαν ένα πιοτό, επέστρεφαν στον
γαμπρό κι έλεγαν πόσο τους είχαν περιποιηθεί στο σπίτι
της νύφης.
Ύστερα ξεκινούσαν όλοι ξανά, τραγουδώντας, για το σπίτι
της νύφης όπου θα άρχιζε πάλι το γλέντι με χορό,

Σελίδα
151

φαγητό και πιοτό. Το πρωί της Κυριακής σηκώνονταν
όλοι νωρίς και ξεκίναγαν τα τραγούδια.
Οι γυναίκες και οι φίλες της νύφης την χτένιζαν, τη
έντυναν και την στόλιζαν με λουλούδια, χρυσαφικά και
σειρές φλουριά, χωρίς να σταματάνε το τραγούδι
Ο αντράδερφος της φόραγε τα παπούτσια και αφού πριν
έβαζε κρασί σε αυτά, το γυρνούσε τρεις φορές από το ένα
στο άλλο.

ΠΕΝΤΕ ΜΗΝΕΣ, ΕΞΙ ΑΔΡΑΧΤΙΑ (ΜΑΡΟΥΣΑΝΑ)

- Πέντε μήνες, έξι αδράχτια, πότε τα ’γνεσες, Μαρουσάνα
μ’;
Κι άλλους πέντε, δυο κουβάρια, πότε τα ’μασες;
- Κι άλλους τόσους γκιζιρούσα στα ψηλά βουνά,
την αγάπη μου γυρεύω, ψάχνω να τη βρώ!
Σε χρυσό μπαξέ την βρίσκω, στα τριαντάφυλλα.

Έγνεθε η νέα τότε το μαλλί στριφογυρίζοντας το σφοντύλι
και αφήνοντας το μυαλό της να κάνει όνειρα!
Η ρόκα της ερωτευμένης που την τρώει ο καημός,
βαριά! Δεν έχει πού να τα ξομολογηθεί και το μόνο
πράγμα που κάνει είναι να γνέσει αλλά να μην φέρνει
αποτέλεσμα, το μυαλό δεν είναι εκεί!
Πέντε μήνες, έξι αδράχτια μόνο, κι άλλους πέντε να
μαζέψει το νήμα απ’ τ’ αδράχτια σε δύο μόνο κουβάρια,
τόσο λίγα για να τα υφάνει αργότερα στον αργαλειό χωρίς
μιλιά, χωρίς φωνή αλλά με το μυαλό αλλού.
Ο νους στην αγάπη, τα χέρια παγωμένα!

Σελίδα
152

Ο αργαλειός χρησιμοποιούνταν για να υφαίνουν και
διαδραμάτισε βασικό ρόλο, καθώς αποτελούσε το κύριο
μέσο ύφανσης.
Κάποιες δεν ήξεραν ή δεν μπορούσαν να υφαίνουν κι
αυτό ήταν ντροπή.
Πολλοί ερωτευμένοι νέοι τραγουδούσαν στις νεαρές
κοπέλες που ύφαιναν:

Σαν δεν ήξερες να υφαίνεις, τα μασούρια τί τα σταίνεις;
...πάρε με στον αργαλειό σου, να με κάνεις σύντροφο σου,
να μου μάθεις τα τραγούδια, να σου μάσω εγώ μασούρια!

Όσους μήνες έφτιαχνε τ’ αδράχτια με την κλωστή και τα
κουβάρια με το νήμα, άλλους τόσους μήνες γκιζιρούσε ο
αγαπημένος της στα ψηλά βουνά για να μπορέσει να την
βρει. Την βρίσκει μέσα στον μπαξέ με τα τριαντάφυλλα,
άλλο σύμβολο του έρωτα και της αγάπης.
Μάλιστα σε χρυσό μπαξέ. Στο μύθο του Άδωνη και της
Αφροδίτης, το τριαντάφυλλο φαίνεται ως σύμβολο της
αγάπης, που κατακτά το θάνατο.
Ο μύθος λέει ότι, η Αφροδίτη ήταν ερωτευμένη με τον
Άδωνη, αλλά ο νεαρός άνδρας τραυματίστηκε θανάσιμα
από μια επίθεση αγριογούρουνου.
Καθώς η Αφροδίτη έτρεξε να τον βοηθήσει, τρυπήθηκε
από αγκάθια και το αίμα της έκανε τα όμορφα κόκκινα
τριαντάφυλλα ν’ ανθίσουν.
Ο Δίας συγκινήθηκε από τη σκηνή και άφησε τον Άδωνη
να περνάει λίγους μήνες το χρόνο στον κόσμο των
ζωντανών.

Σελίδα
153

Γι αυτό και η συχνή αναφορά στα τραγούδια μας σε
ρόδα και τριαντάφυλλα!

ΠΕΣ ΜΑΣ ΓΙΑ ΠΟΥ ΣΥΝΤΑΖΕΣΑΙ

- Πες μας για πού συντάζεσαι, γιατί είσαι αλλαμένος,
πουλάκι μου!
- Με κάλεσαν σε μια χαρά, να πάω να στεφανώσω!
- Αυτού χαρές δε γέννουνται, χαρές και πανηγύρια,
πουλάκι μου
αυτού κάθονται ανάλλαγοι, κάθονται μαραμένοι!

Ο άνθρωπος στέκεται πάντα με δέος απέναντι στον
θάνατο!
Ο Σαρακατσάνος δεν φοβάται τον θάνατο, πονάει, νιώθει,
ραγίζει η καρδιά του, αισθάνεται. Μιλάει με τον άνθρωπό
του, αυτού πού πας, στέκεις αλλαμένος, που συντάζεσαι;
Γιατί μας το έκανες αυτό;
Ο πόνος αβάσταχτος ειδικά όταν είναι αφύσικος και
άδικος ο θάνατος!
Όμως η παλικαριά του Σαρακατσάνου, η δύναμη του
δεσμού της οικογένειας, η συναίσθηση της μεγάλης
ευθύνης αυτού που μένει, τον κάνει να σφίγγει τα δόντια.
Αφήνουμε την τελευταία μας ελπίδα στην Παναγιά να τον
φροντίζει και εμείς να συνεχίζουμε γιατί πρέπει. Γιατί
κάποιοι μας έχουν ανάγκη περισσότερο τώρα..
.Καλότυχα είναι τα βουνά καλότυχοι είν’ οι κάμποι.
ΜΟΝΟΝ αυτά δεν καρτερούν θάνατο! Εσύ νιος που μας
αφήνεις και φεύγεις; Γιατί μας κοροϊδεύεις πως σε

Σελίδα
154

κάλεσαν σε χαρά; Εκεί που πας, ούτε χαρές υπάρχουν

ούτε πανηγύρια.

Εκεί όλα είναι μαύρα, μόνο σκοτάδι, εκεί ο κόσμος δεν

βάνει τα καλά του δεν χαίρεται, εκεί μονάχα στέκει

μαραμένος, πουλάκι μου!

ΕΣΕΙΣ ΠΟΥΛΑΚΙΑ ΑΠ’ ΤΟ ΖΕΡΒΟ

Εσείς πουλάκια απ’ το ζερβό, τί πολύ ψηλά πετάτε
και για μένα δεν ρωτάτε;
Σαν πάτε κατ’ τον τόπο μας, πέρα κατ’ την Καβάλα
και κατ τη γλυκιά μου μάνα,
πες της να με καρτερεί και να με περιμένει
στη στρατούλα ν’ αγναντεύει.
Έχω δυο λόγια να της πω, τρία να της μιλήσω
αχ μανούλα μ', δεν θα αργήσω!
Βαριά που είναι η ξενιτιά, βαριά που είναι τα ξένα
Αυτά μ’ αρρώστησαν εμένα!

Όταν ξεκίνησα να γράφω και να κάνω μια ανάλυση πώς
κάποια τραγούδια μίλησαν στην ψυχή μου, ήξερα από
πριν ότι κάποια θα με έφερναν σε πολύ δύσκολη θέση,
λόγω προσωπικών βιωμάτων.
Ένα από αυτά είναι και το συγκεκριμένο τραγούδι.
Τα πουλιά, το έχω πει και αλλού, πάντα ήταν στα
τραγούδια μας, φύλακες, μάρτυρες, παρατηρητές, κ.α
λόγω της ικανότητάς τους να πετούν ψηλά, να διασχίζουν
γρήγορα αποστάσεις και να παρατηρούν γεγονότα χωρίς
να γίνονται αντιληπτά.

Σελίδα
155

Εσείς πουλάκια μου, που πετάτε ψηλά, προς τον τόπο μου,
το χωριό μου, αν δείτε την μανούλα μου.
Τη μάνα, την μανούλα που είναι ό,τι πιο γλυκό στην ζωή
όλων μας, πες της να με καρτερεί υπομένοντας τις
δυσκολίες και να με περιμένει χωρίς να πιστεύει στιγμή
ότι δεν θα έρθω.
Γιατί έχω δυο λόγια να της πω και να της εξομολογηθώ.
Όσο και να περνάει ο χρόνος θα κάνω τα πάντα μανούλα
να έρθω!
Θα έρθω γιατί θέλω να σου πω ότι τα ξένα είναι φυλακή
και η ξενιτιά είναι βαριά, είναι πίκρα είναι φαρμάκι που
σε αρρωσταίνει.
Όταν όμως χάσεις και το τελευταίο στήριγμα το τελευταίο
αποκούμπι, αυτό της μάνας, τότε ο πόνος είναι δέκα
φορές πιο αβάσταχτος.
Δεν έχεις αγκαλιά να κλάψεις, δεν έχει χέρια να σε
χαϊδέψουν, να σε παρηγορήσουν.
Τότε το κλάμα είναι λύτρωση και γιατριά και θυμάσαι
τον τόπο σου με πόνο και νοσταλγία και ας σου
αποκόπηκαν οι ρίζες.

ΕΙΔΑ ΑΠΟΨΕ ΣΤ’ ΟΝΕΙΡΟ ΜΟΥ

Είδα απόψε στ’ όνειρό μου μαύρα μάτια στο πλευρό μου!
Και ξυπνώ και δεν τα βρίσκω, μου ’ρχεται να ξεψυχήσω.
Με τα ρούχα μου μαλώνω, τα ξηλώνω τα μπαλώνω:
- Ρούχα μου, παλιά μου ρούχα, πού είν’ τα μαύρα μάτια
που ’χα;
- Να τα που ’ρχονται από πέρα με βασιλικό στα χέρια!

Σελίδα
156

Το τραγούδι δηλώνει μια δυνατή σχέση του έρωτα με το
χρώμα των ματιών και πώς αλλιώς, αφού τα μάτια
θεωρούνται ο καθρέφτης της ψυχής και των
συναισθημάτων.
Έτσι, λοιπόν, ο έρωτας, ένα κορυφαίο συναίσθημα,
καθρεφτίζεται στα μάτια των ερωτευμένων και τους κάνει
να κολλάνε ο ένας στο βλέμμα του άλλου, σαν μαγνήτες.
Στον έρωτα, τα υπέροχα μάτια, για τους άντρες και για
τις γυναίκες είναι απόλυτα θέμα προτεραιότητας.
Χίλια επίθετα έχουν βρεθεί για να παινέσουν τα μάτια,
κάτι οφείλεται, κυρίως, στο ρόλο που έχουν στον έρωτα.
Η αγάπη αντανακλάται στα μάτια, βρίσκει σημείο
αναφοράς στα μάτια, πιάνεται απ’ αυτά και πορεύεται
στα χείλη, για να εγκατασταθεί πια και να ’βρει το
βασιλικό του θρόνο στην καρδιά.
Το χρώμα των ματιών του αγαπημένου προσώπου μας
μένει αξέχαστο, άσχετα αν είχε μάτια γαλάζια, μαύρα ή
ανοιχτά καστανά.
Πολλές φορές και το ίδιο το χρώμα μπερδεύεται ή είναι
όλα τα χρώματα της ίριδας μαζί, γαλανά, ξανθά και
μαύρα μου ματάκια, ανάλογα με την ερωτική διάθεση
που προκαλούν, τα μάτια είναι: όμορφα, ερωτικά,
γλυκά, ζαχαρένια, βελουδένια, μαύρα, γαλανά, σαν
μαγνήτες.
Πολλές φορές, ως μάτια, νοείται και το ίδιο το άτομο που
αγαπάμε.
Ο ερωτευμένος τα ονειρεύεται πάντα δίπλα του αλλά
ξυπνάει και δυστυχώς δεν είναι εκεί και τον τρώει ο
καημός και του φταίνε τα πάντα, ακόμα και τα ρούχα
του και ξεσπάει σ αυτά και τα ξηλώνει και τα μπαλώνει,

Σελίδα
157

θαρρείς και φταίνε, πραγματικά, εκείνα. Στα όμορφα
μάτια η αγάπη που εκδηλώνεται μπορεί να οδηγεί τον
ερωτευμένο ακόμη και στον θάνατο. Μου ’ρχεται να
αυτοκτονήσω! Όπως και στο τραγούδι που επίσης
υμνούνται τα μάτια:

Αυτά τα μάτια σ’, Δήμο μ’, τα ’μορφα…αυτά με κάνουν κι
αρρωστώ,
με κάνουν και πεθαίνω, γεια σου, αγάπη μου, σε κλαίν’ τα
μάτια μου!

Αναρωτιέται ο ίδιος και συχνορωτάει τα ρούχα: Ρούχα,
μου παλιά μου ρούχα, πού είναι τα γλυκά μάτια, τα
μαύρα, που είχα; Και σαν θαύμα, γίνεται αντιληπτός ο
καημός και ο πόθος. Να τα, τα μάτια π’ αγαπώ, έρχονται
από μακριά με βασιλικό στα χέρια.
Τιμημένος από τη θρησκεία, τραγουδισμένος στα
δημοτικά τραγούδια, ο βασιλικός που μοσχοβόλησε και
υπέδειξε στην Αγία Ελένη τη θέση που ήταν θαμμένος ο
Τίμιος Σταυρός, ο βασιλικός, υμνείται στα τραγούδια μας
ως σύμβολο της αγάπης, της ομορφιάς, της ανάμνησης
του έρωτα.
Νάτη, η αγάπη μου, που έρχεται κρατώντας στα χέρια της
τον ευωδιαστό βασιλικό, το σύμβολο της αγάπης, στα
χέρια.

ΕΝΑΣ ΠΛΑΤΑΝΟΣ (ΤΟΥ ΒΑΡΛΑΜΗ)

Ένας πλάτανος, μωρέ, (ν) ένας πλάτανος
Βαρλάμη – Βαρλαμάκη, με δεκαοχτώ κλωνάρια.

Σελίδα
158

Και στη ρίζα του, ντουφέκια ακουμπισμένα
και στους κλώνους, σπαθιά είναι κρεμασμένα
και στον ίσκιο του, οι κλέφτες ξαποσταίνουν!

Σύμφωνα με την Αρχαία Ελληνική μυθολογία, η
Πλάτανος ήταν αδερφή δύο πελώριων γιγάντων - των
Αλωαδών - και κόρη του Ποσειδώνα.
Από τον πατέρα της κληρονόμησε την αγάπη της στο
υγρό στοιχείο, αφού η Πλάτανος φυτρώνει σε μέρη όπου
υπάρχουν νερά, είτε στην επιφάνεια είτε στο υπέδαφος.
Από τα αδέρφια της, κληρονόμησε το γιγάντιο ανάστημα.
Αγαπούσε πολύ τους δύο αδερφούς της, η μυθική
πλάτανος και, όταν εκείνοι πέθαναν νέοι, αυτή από τη
θλίψη της μεταμορφώθηκε στο ομώνυμο δέντρο της
πατρίδας μας, στον Πλάτανο.
Ίσως αυτά τα στοιχεία τον κάνουν και σύμβολο του
Αγώνα του έθνους και της κλεφτουριάς!
Τον πλάτανο τον συναντάμε σε πολλά δημοτικά
τραγούδια, ιδιαίτερα στα κλέφτικα, σαν αιώνιο μάρτυρα
των γεγονότων.
Εκεί ξεκουράζονται οι κλέφτες στον ίσκιο του, εκεί
ξεδιψούν, καθόσον πάντα υπάρχει νερό στην ρίζα του.
Δέντρο της κλεφτουριάς, ο πλάτανος και σύμφωνα με τον
Βαλαωρίτη ο γέρο Δήμος παρακαλάει για τον τάφο του:

“...κι αν ξεφυτρώσει πλάτανος στον ίσκιο του από κάτω θα
΄ρχονται τα κλεφτόπουλα τα άρματα να κρεμάνε”!
Αυτό τον πίνακα ζωγραφίζει ο Σταύρος με την φωνή του
στο συγκεκριμένο τραγούδι!

Σελίδα
159

ΘΟΛΟ ΠΟΤΑΜΙ ΠΕΡΝΑΓΑ.

Απόψε είδα στον ύπνο μου, στην υπνοφαντασιά μου
Θολό ποτάμι, πέρναγα, άντε μανούλα μ πέρναγα
Θολό ποτάμι πέρναγα, θόλο και ματωμένο
και πέρα δεν εδιάβηκα, άντε μανούλα μ διάβηκα

Πολλές φορές τα τραγούδια μας τα ταυτίζουμε με
προσωπικές μας στιγμές, γελάμε, κλαίμε, χαιρόμαστε,
λυπούμαστε! Ένα τέτοιο τραγούδι είναι και αυτό
Όταν είναι να γράψεις για την δική σου Ιστορία όμως
“γονατίζεις” και αφήνεις μόνο τους στοίχους και την
μουσική να φτερουγίζουν στα βλέφαρα και να τα
υγραίνουν.
Η πραγματική Ιστορία του τραγουδιού μάλλον
αποδίδεται στον Σαρακατσάνο αρματολό Γιώργο Χασιώτη
Με βάση τον λαïκό μύθο, το τραγούδι αναφέρεται στο
όνειρο του Κατσαντώνη, το βράδυ πριν ξημερώσει η
ηρωϊκή έξοδος των αδελφών και των συντρόφων του απ’
τη σπηλιά και η σύλληψη του ήρωα που οδήγησε στον
μαρτυρικό θάνατό του. Φαίνεται ότι ο Κατσαντώνης
εκμυστηρεύτηκε στον αδερφό του Γιώργο Χασιώτη το
όνειρο αν και, κατ’ άλλους, το όνειρο αποδίδεται στον
ίδιο τον Χασιώτη.
Aν και υπάρχει και μια παραλλαγή όμοια σχεδόν για τον
Κολοκοτρώνη και τα αδέρφια του.

......Κι ο Θοδωράκης μίλησε, κι ο Θοδωράκης λέει:
«Απόψε' είδα στον ύπνο μου, στην υπνοφαντασιά μου,
θολό ποτάμι πέρναγα και πέρα δεν εβγήκα......κτλ

Σελίδα
160

Ο Γιώργος Χασιώτης ήταν το τρίτο παιδί του τσέλιγκα

Γιάννη Μακρυγιάννη.

Βγήκε στο βουνό μαζί με τα αδέλφια του Αντώνη

Κατσαντώνη και Κώστα Λεπενιώτη.

Έδωσε με τους Κατσαντωναίους όλες τις μάχες ενάντια

στους Τούρκους πολεμώντας δίπλα στους

Σαρακατσάνους συντρόφους του.

Κάποια στιγμή που ο Αντώνης Κατσαντώνης αρρώστησε

από ευλογιά και αποσύρθηκε σε μία σπηλιά για να

αναρρώσει κοντά στο μοναστηράκι των Αγράφων , ο

Γιώργος Χασιώτης μαζί με άλλους οκτώ αγωνιστές πήγαν

μαζί του να τον φυλάνε.

Το τραγούδι αυτό όπως είναι στην αρχική εκδοχή του το

αναφέρει ένα πρωί που ξύπνησε ο Χασιώτης στον αδερφό

του σαν όνειρο:

Απόψε είδα στον ύπνο μου είδα και στο Όνειρο μου.
Θολό ποτάμι πέρναγα, θολό κατεβασμένο,
ούτε και πέρα πέρασα ,ούτε και δώθε βγήκα ,
μου πέφτει το φεσάκι μου και η φούντα του σπαθιού μου.
Βλέπω τους κάμπους κόκκινους και τα βουνά γαλάζια,
βλέπω δύο ελάφια π' όβοσκαν σε μια παλιοκαψάλα.
-Ξήγατο Αντώνη μ' ξήγα το Όνειρο μου.
Γιώργου ,το κόκκινο ,είναι αίματα και τα γαλάζια βόλια.
Τα δύο αδέρφια είμαστε εμείς παλιοκαψάλα οι Τούρκοι.

Η παραπάνω εκδοχή, πάντως, παρουσιάζει αρκετά
ζητήματα αυθεντικότητας καθώς περιλαμβάνει στίχους

Σελίδα
161

από τέσσερα γνωστά δημοτικά αλλά και ιδιωματικά
Σαρακατσάνικα τραγούδια.
Πολλές φορές ο άνθρωπος μετά στην παραζάλη της
ημέρας, όταν το κορμί χαλαρώνει για λίγο, ( περισσότερο
οι κλέφτες και αρματολοί, σαν ξαπόσταιναν απ' τις
μάχες ) αλλα και οι άνθρωποι της βιοπάλης γενικότερα
μέσα στην σκληροτράχηλη ζωή των βουνών, ζούσαν μέσα
σε κλάσματα δευτερολέπτου σκηνές μιας μεγάλης
πλοκής, άλλοτε ως αγωνία για το αύριο άλλοτε σαν
εφιάλτη.
Μια τέτοια πλοκή είναι και αυτή του τραγουδιού που
ξυπνάει το κλέφτη σαν εφιάλτης και ψάχνει να βρει
παρηγοριά στον αδερφό στον συμπολεμιστή, στον
καθημερινό σύντροφο.
Αλλα και γενικότερα τα όνειρα στα τραγούδια έχουν έναν
ρόλο ελπίδας , χαράς, αλλα κάποιες στιγμές προάγγελοι
κάποιου κακού εφιάλτη.

Ένα ίδιο θεωρώ τραγούδι είναι και η :

ΠΙΚΡΟΦΑΝΤΑΣΙΑ

Απόψε είδα στον ύπνο μου, στην πικροφαντασιά μου,
Θολό ποτάμι πέρναγα, θολό και ματωμένο!
Και πέρα δεν εδιάβηκα κι ούδ’ από δώθε βγήκα!
Ξήγα το, μάνα μ’ τα’ όνειρο!

Σελίδα
162

ΠΗΓΕΣ
 Γ. Καβαδίας: ΟΙ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΙ, Μία Ελληνική
ποιμενική κοινωνία.
 Δ. Γεωργακάς "Περί της Καταγωγής των
Σαρακατσάνων καί τού ονόματος αυτών". Αρχείο
Θρακικού Λαογραφικού καί γλωσσικού θησαυρού, 14
(1948-49)
 Δ. Στατηράς: Ηπειρωτική Εστία, τ.4, 1955.
 Αστέρης Κουκούδης: Ο ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΟΣ
ΝΟΜΑΔΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΒΛΑΧΩΝ, Ομιλία στο Σύλλογο
Σαμαριναίων Θεσσαλονίκης.
 Γιώργης Έξαρχος: ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΙ
 Αγγελική Χατζημιχάλη: ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΙ Τόμοι 1
και 2
 Μανόλης Γ Βαρβούνης: Καθητής Λαογραφίας
Δ.Π.Θ. ΣΥΜΒΟΛΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ ΣΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΕΣ ΕΝΔΥΜΑΣΙΕΣ
 Ι. Κουτσοκώστας: ΟΙ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ
ΑΓΩΝΕΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ
 Δημήτρης Γαρούφας: ΟΙ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΙ
ΟΜΟΓΕΝΕΙΣ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ
ΤΩΝ ΣΚΟΠΙΩΝ
 Χρ. Γ. Ντούμας: H κάθοδος ή η «επιστροφή» των
Δωριέων; ΑΡΧΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 21.12.2008
 Πατρίκ Λη Φερμόρ: "ΡΟΥΜΕΛΗ"
 C. Hoeg: " Les Saracatsans etude linguistique"
 John Kennedy Campbell «Fieldwork among the
Sarakatsani» (1992), Minorities in Greece: Aspects of a
Plural Society

Σελίδα
163

ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ

 Wikipedia :
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ήπειρος

 https://el.m.wikipedia.org/wiki/Αρχαία_Νικόπο

λη

 https://el.m.wikipedia.org/wiki/Κάρολος_Β΄_Τό

κκος

 https://el.m.wikipedia.org/wiki/Λεονάρδος_Γ΄_

Τόκκος

 https://el.m.wikipedia.org/wiki/Θέμα_Νικοπόλε

ως

 hhttp://www.hellas-now.com/2014/04/blog-
post_7658.htmlttps://el.m.wikipedia.org/wiki/Σκλαβη

νίες

 Ellinikos [email protected] Ellinikos

Politismos/Yliko/istoria/a-03-01.htm

 https://el.wikipedia.org/Μεγαρείς

 https://www.google.gr/maps/@39.9491727,22.

8574497,6.25z

 https://el.wikipedia.org/wiki/Δωριείς

 https://el.wikipedia.org/wiki Θρησκεία στην
Ελλάδα

 (www.bnr.bg) Прочетете текста тук -

http://bnr.bg/en/post/100120238/sarakatsani-in-

bulgaria

Σελίδα
164

ΣΤΙΓΜΕΣ ΖΩΗΣ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΩΝ

Η φαμίλια ( ο πατέρας, η μάνα, εμείς και συγγενείς)

ΓΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ
(Γ. ΚΟΛΟΒΟΥ ΠΟΡΤΡΑΙΤΑ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΑΙΩΝ)

ΣΟΥΒΛΕΣ - ΚΑΚΑΒΙ - ΠΥΡΟΣΤΙΑ - ΓΑΣΤΡΟΣ
Γ. Κολοβού (Πορτραίτα Σαρακατσαναίων)

ΚΕΝΤΗΜΑ - ΡΟΚΑ (Πίνακας Δ. ΚΥΡΙΑΚΟΥ)
Σελίδα
166

ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ

κλίτσα - ξυλόγλυπτο

ΧΑΛΙΑ
ποδιά

Σελίδα
167

ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ

φλάμπουρας προζύμια

Σαρακατσάνικος γάμος και τα προικιά της νύφης
φωτογραφία Γ .Κολοβού (πορτραίτα Σαρακατσαναίων)

Σελίδα
168

ΤΑ ΜΑΝΤΛΩΜΑΤΑ της νύφης (βίντεο ΠΟΣΣ)

Μπράτιμοι με τον φλάμπουρα
Γ. Κολοβού (Πορτραίτα Σαρακατσαναίων)

Σελίδα
169

ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΙΚΙΑ ΤΗΣ ΝΥΦΗΣ
Γ. ΚΟΛΟΒΟΥ (Πορτραίτα Σαρακατσαναίων)

ΓΑΜΟΣ
Γ. ΚΟΛΟΒΟΥ από τα Πορτραίτα Σαρακατσαναίων)

Σελίδα
170

ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΙΚΑ ΕΘΙΜΑ

ΓΟΥΡΜΠΑΝΙ ΣΤΟ ΣΠΙΤΟΚΑΛΥΒΟ ΚΥΡΙΑΚΟΥ 1957
Από την συλλογή Δ. Κυριάκου

Σελίδα
171

ΕΘΙΜΟ ΚΑΠΕΤΑΝΑΡΑΙΩΝ ( Κ. ΛΑΦΑΝΤΖΗ
ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΕΣ ΣΤΟΝ ΠΟΙΜΕΝΙΚΟ ΒΙΟ

ΒΟΣΚΟΠΟΥΛΑ ΣΤΟ ΜΑΝΤΡΙ (Γ.ΚΟΛΟΒΟΥ)

ΑΡΤΗΜΑ της Βρύσης ΣΤΗ ΣΤΡΑΤΑ

Ζωγραφική Δ. Κυριάκου

Σελίδα
172

ΣΤΗ ΣΤΡΑΤΑ
Φωτογραφία Γ. ΚΟΛΟΒΟΥ Πορτραίτα Σαρακατσαναίων
ΟΙ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ

Εκτελεσθέντες Σαρακατσάνοι 1944

Αρματολός (Ζωγραφική Δ. Κυριάκου)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Πρόλογοι σελ. 4 Απόψε μην με καρτερείς
Έγραψαν σελ.11 Μαριάννα κι Μαριάννα
Αντί προλόγου σελ.19 σελ.111
Ονομασία - Καταγωγή Σ αφήνω την καλονυχτιά
σελ.21 αγάπη μου γραμμένη
Διασπορά σελ.59 σελ.112
Σύμβολα , δοξασίες σελ. Κόκκινα χείλη φίλησα
79 σελ.113
Ο χορός και το τραγούδι Ποιος να 'ταν που
σελ.89 τραγούδαγε σελ.114
Αυτού που πας πουλάκι Τα τσελιγκάτα κίνησαν
μου σελ.99 σελ.115
Αναστενάζω μάνουλα δεν Νιάτα μου και λεβεντιά
ακούς σελ.100 μου σελ.116
Σταφύλι μου κρυστάλλινο Ήρθε ο καιρός λέει
σελ.101 τρυγόνα μου σελ.117
Αργά λεβέντη μ το χορό Ένας αητός περήφανος
σελ.102 σελ.120
Ένας λεβέντης χόρευε Ποιος είδε ήλιο από
σελ.102 βραδύς σελ.121
Κατσαντώνης σελ 104 Οβρυά σελ.122
Λιάκαινα σελ.106 Κατερινάκι σελ.124
Λεπενιώτης σελ.107 Ξύπνα περδικμάτα μου
Άσπρα μου πουλιά σελ.125
σελ.110 Σαρακατσάνα πέρδικα
σελ.126

Σελίδα
174

Σ αυτές τις ράχες τις Γιώργη μ ήρθαν οι φίλοι
ψηλές. σελ.127 σου σελ.143
Βαρκούλα σελ.129 Σον ξεκινάν εννιά
Γλυκοχαράζουν τα βουνά αδερφοί. σελ.145
σελ.130 Πέρα σε εκείνο το βουνό
Νύσταξαν τα ματάκια μου σελ.146
σελ.131 Τίνος καλύβα καίγεται
Σιγαλά βρέχει ουρανός σελ.148
σελ.132 Απόψε στο σπιτάκι μου
Γέρασα ο μαύρος γέρασα σελ 149
σελ.133 Καλώς τo γάμο που
Ανέβα πάνω στην 'ρχεται σελ.150
σκαμνιά σελ.135 Πέντε μίνες έξη αδράχτια
Φέξε μου φεγγαράκι μου (Μαρουσάνα) σελ.152
σελ.136 Πες μας για πού
Δεν δάγκωνα τα χείλη συντάζεσαι σελ.154
μου σελ.137 Εσείς πουλάκια απ το
Μια μάνα απόψε μάλωνε ζερβό σελ.155
σελ.139 Είδα απόψε στο όνειρο
Απ την γειτονιά μου μου σελ.156
βγαίνω στην αγάπη μου Ένας πλάτανος σελ. 158
πηγαίνω. σελ.140
Εγώ ήμουνα τ αντίκλαρο Θολό ποτάμι πέρναγα
σελ.141 σελ.160
Για σένα Ρούσα μ έβαλα
το στήθος μου σημάδι Πηγές σελ.163
σελ.142 Φωτογραφικό άλμπουμ
σελ.165

Περιεχόμενα σελ.175

Σελίδα
175

©Ζήσης Κατσαρίκας
"Οι πρωτοέλληνες Σαρακατσάνοι"

Ξάνθη Απρίλιος 2018

Επιμέλεια Έκδοσης : Ζήσης Κατσαρίκας
Φιλολογική, Καλλιτεχνική Συμμετοχή Βασίλη Σερμπέζη

Γραφικές Τέχνες "Δαλακάκη"
E-mail: [email protected]
Η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, η διασκευή με οποιοδήποτε τρόπο,
επιτρέπεται μόνο με γραπτή άδεια του εκδότη ν.2121/1993
ISBN: 978-960-93-9985-2

Η εικόνα του εξωφύλλου με τίτλο "Σαρακατσάνικο γλέντι" είναι ζωγραφισμένη
εξαιρετικά για το βιβλίο, από έναν Σαρακατσάνο ζωγράφο τον Δημήτρη
Κυριάκου εραστή της Σαρακατσάνικης παράδοσης. Όλα τα έργα του από την ζωή
των Σαρακατσάνων αποδίδουν επ ακριβώς τις φορεσιές τα ήθη τα έθιμα τις αξίες
και τον πολιτισμό των Σαρακατσάνων.

Σελίδα
176

Για μας, τους
Σαρακατσάνους, κάθε
ήχος είναι μουσική: ο
ήχος απ’ τα τρεχούμενα
νερά (ν΄χός = νερό, ηχός),
το βέλασμα των
προβάτων, γαυγίσματα
και καταιγίδες, όπως λένε
πολλά απ τα τραγούδια
μας. Αυτοί είναι οι ήχοι
που ακούγονταν, και
βιώνονταν καθημερινά.
Ήχοι δυναμικοί, επομένως
ερωτικοί, όπως αυτοί που
κάνουν τα κορμιά να
ανατριχιάζουν και τις
καρδιές να ανεμίζουν σ’ έναν χορό κοινό. Ήχοι και χτύποι της
καρδιάς για κάθε γεγονός. Χαρά, λύπη, γέννηση, θάνατο. Με
αυτούς τους ήχους γεννήθηκα με αυτούς τους ήχους μεγάλωσα.
Αυτές οι μουσικές με ταξίδεψαν ψηλά, ως εκεί που έζησαν οι
πρόγονοί μου. Προσπάθησα εδώ να κάνω μια αποκωδικοποίηση
των στίχων των Σαρακατσάνικων τραγουδιών, όπως αυτά τα
άκουσα με την ψυχή και την καρδιά και όχι με τ’ αυτί,
τραγουδισμένα από αγαπημένους καλλιτέχνες. Δεν είναι μια
φιλολογική ή ιστορική, κοινωνιολογική καταγραφή των
Σαρακατσάνικων τραγουδιών. Eίναι τα τραγούδια μας όπως
τραγουδήθηκαν στα γλέντια μας. Τα τραγούδια μας όπως εγώ τα
άκουσα! Είναι τραγούδια που τραγούδησα όχι τραγούδια που
διάβασα, είναι τραγούδια που δέθηκαν με στιγμές της ζωής μου.
Όπως εδώ στον μικρό κήπο του σπιτιού μας, σ’ ένα παρτέρι με
μωβ κρίνα, θυμάμαι, και μαργαρίτες όταν με τ’ αδερφάκια
παίρναμε τα πρώτα ακούσματα. Εδώ μπροστά σ’ αυτόν το μικρό
κήπο, ξεπροβόδησα την αδερφή μου με το «Χρυσή μηλίτσα
είχαμαν μάνα μου στην αυλή μας» και αργότερα τον μικρό
αδερφό μου με το «Πες μας για πού συντάζεσαι»!

Σελίδα
177


Click to View FlipBook Version