Οι βολβοί βράζονται με νερό και γάλα και γίνονται καταπλάσματα κατά της φλογώσεως και των πόνων
των αποστημάτων, για τους καλόγερους, τις φλεγμονές, τις πληγές, τα σκασίματα, τις χιονίστρες, τις
αιμορροϊδες, τα εγκαύματα και τις ραγάδες των θηλών. Τα καταπλάσματα των βολβών χρησιμοποιούνται
σε φλεγμονές, σε καλόγερους, σε χιονίστρες, σε πληγές, σε εγκαύματα, σε ραγισμένες θηλές των μαστών.
Οι ανθήρες είναι παυσίπονοι, αντισπασμωδικοί και εμμηναγωγοί. Σταματούν τους πόνους της κοιλιάς, των
νεφρών και των δοντιών. Το λάδι που εξάγεται μετά το βράσιμο των βολβών είναι καλό για τα εγκαύματα
πρώτου και δευτέρου βαθμού. Το απεσταγμένο νερό των κρίνων είναι καταπραϋντικό για το βήχα, τις
νευρικές παθήσεις και τους γαστρικούς ερεθισμούς, αλλά και για τις ασθένειες των ματιών.
Το αιθέριο έλαιο θεραπεύει τις πληγές και τα εγκαύματα.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή
Τα άνθη, τα φύλλα και οι βολβοί του. Η ανθοφορία γίνεται από τον Μάιο έως τον Ιούλιο και η συγκομιδή
από τον Αύγουστο έως τον Σεπτέμβριο.
Παρασκευή και δοσολογία
Για τα εγκαύματα, τις πληγές και τα δερματικά προβλήματα: Αφήνετε δέκα άνθη να χωνευτούν σε μισό
λίτρο ελαιόλαδο για 40 ημέρες στον ήλιο, σουρώνετε και φυλάτε το λάδι. Με αυτό αλείφετε πρωί και
βράδυ το δέρμα και το καλύπτετε με επίδεσμο, μέχρι να επουλωθεί η πληγή. Είναι και αναλγητικό.
Τα φύλλα του κρίνου πλυμμένα καλά και τσαλακωμένα στο χέρι, όταν τοποθετηθούν σε πυώδεις πληγές,
αιματώματα και συρίγγια απορροφούν το πύο. Τα φύλλα πρέπει να αλλάζονται 3 φορές την ημέρα.
Οι βολβοί πολτοποιημένοι μπαίνουν κατάπλασμα σε κάλους, που μαλακώνουν και αφαιρούνται. Οι βολβοί
ψημένοι στο φούρνο ή βρασμένοι σε γάλα, πολτοποιημένοι, χρησιμοποιούνται σαν κατάπλασμα, για τη
διάνοιξη πληγών με πύο και αιματωμάτων, σε παρανυχίδες και φουσκάλες και βοηθούν στη γρήγορη
επούλωσή τους. Οι βολβοί λιωμένοι και δουλεμένοι με μέλι καταπολεμούν τις ρυτίδες σε μάσκα ομορφιάς.
Την αφήνετε τη μάσκα για 2 ώρες και πλένετε το πρόσωπο με χλιαρό νερό. Για τις ρυτίδες κάνετε κυκλικό
μαζάζ με χυμό από τους βολβούς.
Το αφέψημα των βολβών βοηθά στη λευκωματουρία και στις παθήσεις των νεφρών. Βράζετε 10 βολβούς
σε 1 λίτρο νερό, μέχρι να μείνει το μισό, σουρώνετε και πίνετε 3 φορές την ημέρα από 1 φλιτζανάκι του
καφέ.
Για να αυξηθεί το γάλα των λεχώνων βράζετε 4 βολβούς σε 1/2 λίτρο γάλα, σουρώνετε και η λεχώνα πίνει
4 κουταλιές σούπας την ημέρα.
Το κρινόνερο το παίρνετε αφού βράσετε 120 γραμμάρια βολβούς σε 1/2 λίτρο νερό, μέχρι να μείνει το 1/3
του αρχικού νερού, σουρώνετε και φυλάτε στο ψυγείο και αυτό χρησιμοποιείται σαν λοσιόν για τις πανάδες
στο πρόσωπο. Απλά, αλείφετε το πρόσωπο πρωί και βράδυ και αφήνετε να στεγνώσει.
Για τις πέτρες στα νεφρά και τη χολή: Βράζετε 50 γραμμάρια μήλα κυπαρισσιού, 50 γραμμάρια μαλλιά
σιταριού, 5 βολβούς άσπρου κρίνου και 5 φυτά μαϊντανό με τις ρίζες σε 3 λίτρα νερό για 20 λεπτά,
σουρώνετε και πίνετε 1 ποτηράκι του λικέρ 4 φορές την ημέρα, μέχρι να τελειώσει. Επαναλαμβάνετε μετά
από 10 ημέρες τη συνταγή, πάλι για καλύτερα αποτελέσματα.
Αν βράσετε 2 λιωμένους βολβούς κρίνο λευκού σε μια κουταλιά ρυζάλευρου με 2 ποτήρια γάλα, το
χρησιμοποιείτε σαν ζεστό κατάπλασμα, που ανανεώνεται κάθε 3 ώρες σε παρανυχίδες, αιματώματα,
πληγές από άνθρακα, χιονίστρες, σκασμένο δέρμα και αποστήματα.
Άλλη συνταγή για τον ίδιο σκοπό: Ξεραίνετε τη ρίζα λευκού κρίνου στον ήλιο, την περνάτε σε κλωστή, τη
λιώνετε, βάζετε μέλι και ανακατεύετε και τη βάζετε στην πληγή πολλές φορές την ημέρα κι αυτή
επουλώνεται.
Προφυλάξεις
Σύμφωνα με τον Διεθνή σύνδεσμο κτηνιάτρων για τις γάτες (ISFM) oι κρίνοι είναι θανατηφόρα τοξικοί
για τις γάτες. Μια απλή δαγκωματιά στα φύλλα ενός κρίνου, μια κατάποση του νερού που βρίσκεται στο
βάζο με τους κρίνους ακόμη και ένα γλείψιμο της γύρης μπορεί να προκαλέσει καταστροφή των νεφρών
της γάτας. Εάν δεν επέλθει άμεσα ο θάνατος, το ζώο είναι πιθανό να χρειάζεται αιμοκάθαρση. Όλα τα
Σελίδα - 95 -
λίλιουμ παράγουν την τοξική χημική ουσία αλλά τα πιο επικίνδυνα είδη είναι τρία: Easter Lilies, Stargazer
lilies και Asiatic lilies. Τέλος ορισμένες γάτες είναι περισσότερο και άλλες λιγότερο ευαίσθητες στην
τοξικότητα του κρίνου.
Σελίδα - 96 -
Matricaria chamomilla, κν χαμομήλι, χαμαίμηλο
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Υφομοταξία: Αστερίδες (Asterids)
Τάξη: Αστερώδη (Asterales)
Οικογένεια: Αστεροειδή (Asteraceae)
Γένος: Matricaria
Είδος: M. chamomilla
Φυτολογικό λεξικό Π.Γ.Γεναδίου
Χαμαίμηλον (Matricaria, τ. Συνθέτων)· γ. περιλ. περὶ τὰ 70 εἴδη ἄπαντῶντα πολλαχοῦ· φ. ποώδη, τὰ
πλεῖστα ἐτήσια. Τὸ ἀξιολογώτερον εἶνε X. τὸ κοινόν (Μ. Chamomilla, γαλλ. Chamomille com., ἀγγλ.
Chamomile, τουρκ. Παπαζιά), κοινὸν ἰδίως εἰς τὰς παραμ. χώρας. Τὸ μόνον εἶδος τοῦ προκειμένου· γένους
ὅπερ ἀπαντᾶ ἐν Ἑλλάδι, ἔνθα εἶνε κοινότατον καὶ κν. γνωστὸν ὑπὸ τά ὀνόματα Χαμομῆλι, Χαμόμηλο,
Μαρτοπούλουδο (Κοραῆς)· ἐν Αἰγίνη Λουλοῦδι τοῦ Ἁγ. Γεωργίου, ἐν δέ τῇ Κύπρῳ Μουγιόχορτο. Τὸ
φ. τοῦτο εἶνε πιθανῶς τὸ Χαμαίμηλον τοῦ Γαληνοῦ, εἰς τοῦτο δὲ κατά τινας ἀναφέρεται μία τῶν
Ἀνθεμίδων (β.λ.) τοῦ Διοσκρ. Τὰ ἄνθη του φαρμακευτικὰ (φρμ. Χαμαιμήλου ἄνθος, Flores Chamomilleae
vulgaris)· ἀλεθόμενα καὶ μεταβαλλόμενα εἰς λεπτὴν κόνιν δυνατὸν ν’ ἀντικαταστήσωσι τὸ Πύρεθρον (β.λ.)
ἐν τῇ καταπολεμήσει πολλῶν ἐντόμων, ἀποσταζόμενα δὲ παρέχουσι κυανοῦν φαρμακευτικὸν αἰθέριον
ἔλαιον πολύτιμον (ἀξίας 1000 ὡς ἔγγιστα δρχ.κατ’ ὀκ.). Τὰς αὐτὰς περίπου δυνάμεις ἔχουσι καὶ τά ἄνθη
Ἀνθεμίδος τῆς εὐγενοῦς (περὶ ἧς ἐγένετο λόγος ἐν τοῖς πρόσθεν) καὶ Χαμαιμήλου τοῦ δισκοειδοῦς (Μ.
discoidea), ἰθαγ. τῆς Καλιφορνίας, ὅπερ ἐνίοτε θεραπεύεται πρὸς κόσμον.
Ονομασία
Πήρε το όνομα του από το άρωμα του και την χαμηλή ανάπτυξή του (μήλο του εδάφους). Ταπεινό σε
εμφάνιση, αλλά με πολύ σημαντικές ιδιότητες, θεωρείται από τα πιο χρήσιμα φαρμακευτικά φυτά. Η δράση
του εξάλλου είναι γνωστή από την αρχαιότητα, καθώς οι αρχαίοι Έλληνες εκμεταλλεύονταν τις πολύτιμες
και καταπραϋντικές του ιδιότητες. Σύγχρονες έρευνες επαληθεύουν την χρησιμότητα του χαμομηλιού ως
φάρμακο σε ένα ευρύτατο φάσμα παθήσεων. Το γένος του περιλαμβάνει περισσότερα από 70 είδη, ωστόσο
στην Ελλάδα συναντάμε ένα μόνο είδος. Είναι διαδεδομένο σε όλη την Ευρώπη και τη Βόρεια Ασία, σε
καλλιεργούμενους αγρούς, κήπους, πλαγιές, σε εύκρατα κλίματα. Στο κοινό χαμομήλι, τα άνθη
κατανέμονται σε ταξιανθίες - κεφάλια που μοιάζουν ιδιαίτερα με αυτές της μαργαρίτας.
Ιστορικά στοιχεία
Το χαμομήλι είναι ένα πασίγνωστο θεραπευτικό φυτό, ίσως το πιο δημοφιλές. Από τα παλιά χρόνια είναι
γνωστό ότι οι Γερμανοί το είχαν αφιερώσει στο θεό Μπαλντούρ. Το χαμομήλι, που συλλέγεται την ημέρα
του Ιωάννη του Προδρόμου, τη γιορτή του θεού Μπαλντούρ, θεωρείται ότι έχει ιδιαίτερα θεραπευτικές
δυνάμεις. Η λέξη χαμομήλι προέρχεται από το αρχαίο “χαμαίμηλον” (χαμαί + μήλον)
Σελίδα - 97 -
Κατά τον Γαληνό οι αρχαίοι Αιγύπτιοι το χρησιμοποιούσαν ως αντιπυρετικό και κυρίως κατά των
διαλειπόντων πυρετών. Το είχαν δε αφιερώσει στον θεό Ήλιο, τον οποίο θεωρούσαν γιατρό των
μολυσματικών νόσων. Ο Αέτιος αναφέρει ότι ο Αιγύπτιος Νηχέψων το μεταχειριζόταν στις θεραπείες των
διαλειπόντων πυρετών, σε καθολικές επαλείψεις του σώματος με το λάδι του. Ο Αρίστων (ιατρός
προγενέστερος του Ιπποκράτη) όπως αναφέρει ο Γαληνός, παρασκεύαζε με το χαμομήλι φάρμακο που
ονόμαζε «κωλικήν» και το συνιστούσε κατά «παντός άλγους».
Ο Ιπποκράτης το χρησιμοποιούσε ως εμμηναγωγό, κατά της υστερίας, κατά της λευκόρροιας και στις
γυναίκες που ήταν κακόχυμες και έπασχαν από μαρασμό. Ο Διοσκουρίδης και αργότερα ο Παύλος
Αιγινίτης το συνιστούσαν ως αντιπυρετικό, διαλυτικό, παυσίπονο και εμμηναγωγό. Όπως αναφέρει ο
Κέλσος (2ο αιώνα μ.Χ.) ένα φάρμακο που χρησιμοποιούσε για ποδάγρα περιείχε εκτός των άλλων - ίσως
ναρκωτικών - βασικά χαμομήλι. Η Ασπασία (δεν γνωρίζουμε αν ήταν η γυναίκα του Περικλή ή όχι), όπως
αναφέρει ο Αέτιος, χρησιμοποιούσε το έγχυμα του χαμομηλιού στις ετοιμόγεννες γυναίκες γιατί ελάττωνε
τους πόνους του τοκετού και μετά από αυτόν.
Στη λαϊκή ιατρική αυτό ισχύει ακόμη και το χρησιμοποιούν για τον ίδιο σκοπό. Επίσης τη ρίζα του
Πυρέθρου τη χρησιμοποιούσαν για να παρασκευάζουν οδοντικά ελιξίρια, λόγω της ισχυρής δράσης της ως
σιελαγωγικό.
Στην Κρήτη το βότανο αποκαλείται καμηλάκια. Συλλέγεται «απ’ τα’ Άη Γιωργιού και πόδε» πάντα δε
μέσα στο «Χριστός Ανέστη». Οι Κρητικοί το μάζευαν και το στέγνωναν πάνω σε εφημερίδα μέσα σε
κάμαρα. Όταν ξεραινόταν το έραβαν μέσα σε πάνινα σακουλάκια. Γνώριζαν τις ιδιότητες του αιθέριου
ελαίου του βοτάνου. «Το ζεσταίνομε καλά με λάδι και ποτρίβγομε τα μωρά, οντέν είναι
σουλουχουνιασμένα (κρυωμένα)». Επίσης έβαζαν πάνω στο στηθάκι του μωρού ζεστά τα καμηλάκια «και
δεν βραχνίζει το μωρό» όπως έλεγαν. Και βέβαια οι κοπέλες το χρησιμοποιούσαν για ομορφιά! «Τώρα που
εξεπονηρέψαν οι κοπελιές, λούγουνται με καμηλάκια και ξανθαίνουν τα μαλλιά ντονε».
Περιγραφή
Το Χαμομήλι (M. chamomilla) είναι ένα φυτό με διακλαδισμένο, όρθιο και ομαλό στέλεχος , το οποίο
αναπτύσσεται σε ύψος 15-60 cm. Τα μακριά και στενά φύλλα είναι διχρωματικά. Στα δίχρωμα άνθη λευκό
& κίτρινο οι λευκές ακτινοβολίες είναι στα πέταλα και οι δίσκοι κίτρινοι. Το M. chamomilla μπορεί να
βρεθεί κοντά σε κατοικημένες περιοχές σε όλη την Ευρώπη και σε εύκρατη Ασία και έχει εισαχθεί ευρέως
στην εύκρατη Βόρεια Αμερική, Νότια Αμερική και Αυστραλία. Συχνά αναπτύσσεται κοντά σε δρόμους,
γύρω από χώρους υγειονομικής ταφής και σε καλλιεργούμενα χωράφια ως ζιζάνιο.
Συστατικά
Το χαμομήλι περιέχει αιθέριο έλαιο (προαζουλένιο, φαρνεζένιο, σπιροαιθέρα, α-βισαβολόλη),
φλαβονοειδή (αβθεμιδίνη, ρουτίνη, λουτεολίνη), κουμαρίνες, χολίνη, τανίνες και τον πικρό γλυκοζίτη
ανθεμικό οξύ και βλεννίνες. Περιέχει επίσης, πυρίτιο, άλατα ασβεστίου, μαγνησίου και καλίου.
Θεραπευτικές Ιδιότητες
Ηρεμιστικό σε καταστάσεις στρες, ημικρανίες, νευραλγίες και ζαλάδες. Το χαμομήλι είναι γνωστό για τις
φυσικές αγχολυτικές του ιδιότητες, οι οποίες βοηθούν στη χαλάρωση των νεύρων και στην ανακούφιση
από έντονα συναισθηματικά προβλήματα. Χρησιμοποιείται κατά της αϋπνίας (ενισχύοντας τον ύπνο), της
ανησυχίας και της νευρικής έντασης. Αρκεί να πιείτε λίγο χαμομήλι 30 με 45 λεπτά πριν ξαπλώσετε στο
κρεβάτι. Θα καταφέρει να διώξει τα άγχη σας, να σας χαλαρώσει με το απαλό του άρωμα και τελικά να
σας οδηγήσει σε ένα βαθύ και ποιοτικό ύπνο, δρώντας χαλαρωτικά στο νευρικό σύστημα. Τονώνει το
ανοσοποιητικό. Έχει αποδειχτεί ότι το χαμομήλι έχει τη δυνατότητα να αυξήσει την παραγωγή των λευκών
αιμοσφαιρίων, τα οποία με τη σειρά τους βελτιώνουν τη λειτουργία του ανοσοποιητικού μας συστήματος,
απαλλάσσοντάς μας από τα κρυώματα και τις ιώσεις που «κολλάμε» όταν το ανοσοποιητικό μας είναι
πεσμένο. Ακόμη, όμως, κι αν αρρωστήσουμε με γρίπη ή συνάχι, η εισπνοή ατμού από το εκχύλισμα του
χαμομηλιού μπορεί να καταπραΰνει το κρύωμά μας και να μειώσει την καταρροή. Βοηθά το πεπτικό
σύστημα. Το αφέψημα χαμομηλιού μπορεί να μας ανακουφίσει από το φούσκωμα και τα ενοχλητικά αέρια,
όπως επίσης και να ανακουφίσει τα συμπτώματα του συνδρόμου του ευερέθιστου εντέρου. Σε συνδυασμό,
μάλιστα με τσάι δυόσμου, ενδέχεται να φέρει καλύτερα αποτελέσματα. Ακόμη, μειώνει τα επεισόδια των
κολικών, όπως και τη διάρκεια της διάρροιας, ενώ βοηθά σημαντικά στη χαλάρωση του στομάχου. Έχει
Σελίδα - 98 -
αντιφλεγμονώδη δράση. Είναι ωφέλιμο απέναντι σε διάφορες φλεγμονές, (το οφείλει στα συστατικά
χαμαζουλίνη και α-δισαβολόλη) συμπεριλαμβανομένων και των γαστρεντερικών μολύνσεων, φλεγμονών
των ματιών ή του δέρματος, του εντέρου, των ελκών στο στόμα, της ουλίτιδας κ.ά Αντιμετωπίζει τα
δερματικά προβλήματα. Εφαρμόζοντας τοπικά αφέψημα χαμομηλιού, το οποίο έχουμε αφήσει να κρυώσει,
προσφέρουμε λύση σε διάφορα δερματικά προβλήματα, από ακμή, μέχρι ερεθισμούς του δέρματος και
μολύνσεις από μύκητες. Σύμφωνα με έρευνες, μάλιστα, η τοπική εφαρμογή χαμομηλιού σε έκζεμα μπορεί
να έχει το 60% της αποτελεσματικότητας μιας κρέμας με 0,25% υδροκορτιζόνης. Ακόμη, οι κομπρέσες με
αφέψημα χαμομηλιού μπορεί να είναι εξίσου αποτελεσματικές. Έχει αντισπασμωδικές ιδιότητες. Σε
περιπτώσεις γυναικολογικών προβλημάτων, όπως κράμπες περιόδου, το χαμομήλι μπορεί να καταπραΰνει
τον πόνο, ενώ ακόμη και σε περιπτώσεις κολπίτιδας, οι πλύσεις με χαμομήλι ανακουφίζουν την κατάσταση.
Ανακουφίζει από τους πόνους της παιδικής οδοντοφυΐας και τους ρευματικούς πόνους. Βοηθάει στην
καταπολέμηση της ουλίτιδας (και σε άφθες) και χρησιμεύει ως οφθαλμική πλύση (σε πόνους ματιών ή στο
κριθαράκι). Βελτιώνει τους μαύρους κύκλους και το πρήξιμο στα μάτια.
Μειώνει τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και αυξάνει την αποθήκευση γλυκογόνου στο ήπαρ, βοηθώντας
έτσι στον έλεγχο των υπεργλυκαιμικών συμπτωμάτων και του διαβήτη. Αυξάνει την όρεξη σε περιπτώσεις
ανορεξίας. Είναι ευεργετικό για υπερκινητικά και ανήσυχα παιδιά.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή
Η συλλογή γίνεται με εργαλεία (χτένες) ή μηχανές ειδικές το Μάϊο. Τα άνθη να είναι καλά ανοιγμένα (τα
κλειστά κατά στην αποξήρανση παίρνουν σκούρο χρώμα καταστρέφοντας την ποιότητα). Η συλλογή
πρέπει να γίνεται αργά το πρωί, ώστε τα φυτά να είναι απαλλαγμένα από τη δροσιά. Δεν συλλέγουμε μετά
από βροχή.
Αν τα άνθη δεν είναι καλά ανοιγμένα και συλλεχθούν τότε καταστρέφεται η ποιότητα γιατί κατά στην
αποξήρανση παίρνουν σκούρο χρώμα Τα λουλούδια ανθίζουν νωρίς στο καλοκαίρι, και έχουν μια ισχυρή,
αρωματική οσμή. Τα «κεφάλια», αποξηραμένα σε σκιά και σε θερμοκρασία χαμηλότερη των 35˚ C. Από
τα άνθη του χαμομηλιού κατασκευάζεται τo ομώνυμο αφέψημα (τσάι). Επίσης, εκχυλίσματα χαμομηλιού
χρησιμοποιούνται σε διάφορα καλλυντικά ή σαμπουάν.
Παρασκευή και δοσολογία
Το χαμομήλι δίνει κατά μέσο όρο παραγωγή 300-400kg/στρ χλωρό και φτάνει έως και 100kg/στρ ξηρό.
Αιθέριο έλαιο χαμομηλιού. Η απόδοση του αιθέριου ελαίου κυμαίνεται συνήθως από 0,2-1,9%. Εσωτερικά
-κυρίως ως έγχυμα- χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις στομαχικών διαταραχών και μολύνσεων του στόματος
ή του λάρυγγα. Εξωτερικά - με τη μορφή εγχύματος σε κομπρέσες - χρησιμοποιείται σε δερματικά
εξανθήματα, σε εγκαύματα και σε φλεγμονές των ματιών.
Προφυλάξεις
Προσοχή: Για τις πλύσεις των ματιών με χαμομήλι εφιστάται η προσοχή κατά τη διήθηση του εγχύματος,
ώστε να μην υπάρχουν κόκκοι γύρης ή σκόνη στο διήθημα, που μπορεί τελικά να επιδεινώσουν το
πρόβλημα. Επίσης, δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για παρατεταμένο χρονικό διάστημα κατά τη διάρκεια
της εγκυμοσύνης. Η κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων χαμομηλιού είναι γνωστό ότι προκαλεί πεπτικό ή
το γαστρεντερικό ερεθισμό . Λαμβάνοντας περισσότερο από τη συνιστώμενη δοσολογία του Χαμομηλιού
(η οποία περιορίζεται σε 3 έως 4 φορές την ημέρα) μπορεί να προκαλέσει διάρροια, έμετο και ναυτία. Τα
παιδιά από 5 ετών και κάτω δεν πρέπει να καταναλώνουν περισσότερο από μισό φλιτζάνι του τσαγιού την
ημέρα. Τα παιδιά κάτω των 18 ετών δεν πρέπει καταναλώνουν περισσότερο από το ήμισυ της δόσης των
ενηλίκων κάθε μέρα. Το Χαμομήλι συσσωρεύεται στο σώμα, έτσι ώστε οι παρενέργειες μπορούν να
εμφανιστούν μετά από αρκετές ημέρες.
Οι έγκυες γυναίκες μπορούν να χρησιμοποιήσουν χαμομήλι για να ανακουφίσουν την πρωινή αδιαθεσία,
ναυτία και έμετο , αλλά αν καταναλώνονται σε μεγάλες ποσότητες μπορεί να είναι επιζήμιο για την
εγκυμοσύνη.
Σε άτομα που είναι αλλεργικά στις μαργαρίτες και τα χρυσάνθεμα, μπορεί να είναι αλλεργικά και στο
χαμομήλι και για το λόγο αυτό πρέπει να το αποφεύγουν. Επίσης το χαμομήλι μπορεί να επηρεάσει την
απορρόφηση σιδήρου από το έντερο, ασθενείς που πάσχουν από έλλειψη σιδήρου πρέπει να προσέχουν.
Σελίδα - 99 -
Οι πάσχοντες από άσθμα και όσοι ακολουθούν φαρμακευτική αγωγή με αντικαταθλιπτικά, ηρεμιστικά,
υπνωτικά, και άλλα συναφή σκευάσματα, πρέπει επίσης να προσέχουν μπορεί να υπάρχει δυσμενής
αλληλοεπίδραση.
Σελίδα - 100 -
Mentha piperita, κν δυόσμος
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Τάξη: Λαμιώδη (Lamiales)
Οικογένεια: Χειλανθή (Lamiaceae)
Γένος: Μίνθη (Mentha)
Είδος: M. piperita
Φυτολογικό λεξικό Π.Γ.Γεναδίου
Ἡδύοσμος (Mentha, γαλλ. Mentlie ἤ Biume, άγγλ. Mint, τουρ. Νανέ, τ. Χειλανθῶν)· γ. ὀλιγομελὲς πλὴν
ἀντιπροσωπευόμενων σχεδὸν πανταχοῦ ἐκτὸς τῶν τροπικῶν· περιλ. φ. ποώδη πολυετῆ, ἀρωματικά,
μυριστικά, τινὰ ἀρτυματικὰ, φαρμακευτικὰ καὶ φαρμακευτικὰ καί μυρεψικά ἀπαντῶσι πυκνῶς φυόμενα
ἰδίως εἰς τόπους ὑγροὺς καὶ ἑλώδεις. Τῶν τόπων τούτων αἱ νοσογόνοι ἰδιότητες ἐλαττοῦνται κατὰ τὸ
μᾶλλον ἤ ἧττον ἤ καὶ ἐξουδετεροῦνται χάρις εἰς τὴν ἔντονον βαλσαμώδη ὀσμὴν ἥν οἱ ἐν αὐτοῖς
συνηθέστατα φυόμενοι Ἡ. ἀναδίδουσι ( βλ. Εὐκάλυπτος σελ. 385). Πάντα σχεδὸν τὰ φυτὰ ταῦτα ἔχουσι
δυνάμεις τονωτικὰς καὶ ἀντισπασμωδικάς. Εἶδος τῆς ἑλλ. χλωρ. Ἡ ὁ πράσσινος ὡς καὶ Ἡ. ὁ πεπερώδης
(Μ. piperita, γαλλ. Μ. poivree, ἀγγλ. Peppermint), εἶδος ἰθαγ. τῆς βορ. καὶ μέσης Εὐρώπης, εἶνε τὰ
συνηθέστερον καλλιεργούμενα εἰς τοὺς κήπους σχεδὸν πανταχοῦ ὡς φυτὰ ἀρτυματικὰ ἤ φαρμακευτικά (τὸ
δεύτερον φρμ. Μίνθης ἤ Ἡδυόσμου τοῦ πεπερώδους πόα, Herba Menthae piperitae). Ἀμφότερα
προστούτοις καλλιεργοῦνται ἐκτενῶς ἐνιαχοῦ τῆς Εὐρώπης καὶ τῆς βορ. Ἀμερικῆς ὡς μυρεψικά, πρὸς
λῆψιν τοῦ αἰθερίου ἐλαίου των (2-3 %), ὅπερ ἐπιτυγχάνεται δι’ ἀποστάξεως τοῦ χόρτου των. Τὸ ἄριστον
αἰθέριον ἔλαιον Ἡ. παράγει ἡ Ἀγγλία (ἰδίως ἐν τῇ περιφερεία Mitcham, τῆς κομητείας Surrey), ἔνθα ἡ πρὸς
τὸν σκοπὸν τοῦτον καλλιέργεια Ἡ. τοῦ πεπερώδους εἶνε ἐκτενής. Ἐκτενεστέρα εἶνε ἡ καλλιέργεια τοῦ Ἡ.
καὶ μεγαλειτέρα ἡ ποσότης τοῦ ὡσαύτως ἐκλεκτῆς ποιότητος ἐπιτυγχανομένου τοιούτου ἐλαίου ἐν Γαλλία,
ἧς τὰ ἐκ τούτου παρασκευαζόμενα Eau de Bolot καί Alcoof de Menthe de Rides εἶνε πασίγνωστα. Ἀλλὰ
καὶ ἡ εἰς τὴν βόρειον Ἀμερικήν παραγωγὴ τοῦ ἐλαίου τούτου εἶνε μεγάλη. Εἰς τὸ ἐμπόριον διακρίνονται
δύο κύρια εἴδη αἰθερίου ἐλαίου τοῦ Ἡ., τὸ λαμβανόμενον διὰ τῆς ἀποστάξεως Ἡ. τοῦ πρασίνου, ὅπερ
ὀνομάζεται ἡδυοσμέλαιον, καὶ τὸ ἐπιτυγχανόμενον διὰ τῆς ἀποστάξεως Ἡ. τοῦ πεπερώδους, τὸ ὁποῖον
λέγεται μινθέλαιον καὶ εἶνε πολυτιμότερον (ἀξίας 50-70 φρ. κατὰ χιλιόγρμ.). Ἀμφότερα τὰ ἔλαια ταῦτα
χρησιμοποιοῦνται κατὰ μεγάλα ποσὰ ἰδίως εἰς τὴν μυρεψίαν· ἀλλὰ καὶ εἰς τὴν φαρμακοποιὶαν καὶ τὴν
ποτοποιίαν, καὶ τὴν σακχαροπλαστικὴν γίνεται ἱκανὴ χρῆσις αὐτῶν. Τοιαῦτα ἔλαια χρησιμοποιοῦνται καὶ
εἰς τὴν κατασκευὴν τῶν καραμελῶν τῆς μέντας καὶ τῶν γνωστοτάτων σακχαρωτῶν τροχίσκων, τῶν ἀπό
τινος πωλουμένων καὶ εἰς αὐτὰς τὰς ὁδοὺς τῶν Ἀθηνῶν ὑπὸ τὸ ὄνομα μέντες (γαλλ. pastilles de menthe).
Δι’ εἰδικῆς κατεργασίας ἐκ τοῦ αἰθερίου ἐλαίου τοῦ Ἡ. ἀποχωρίζεται στερεὰ οὐσία ἐν μορφῇ ἀχρόων
κρυστάλλων ὀνομαζομένη μινθόλη, καὶ ἐκ τῆς ὁποίας κατασκευάζονται οἱ ὑπὸ τῶν φαρμακοποιῶν
πωλούμενοι ὀβελίσκοι, οἱ ὁποῖοι χρησιμεύουσι πρὸς ἐντριβὰς τοῦ μετώπου κατὰ της ἡμικρανίας. Μεγάλην
ποσότητα μινθόλης ἀποδίδει ἰδίως τὸ αἰθέριον ἔλαιον διαφορᾶς τοῦ ἀρουραίου Ἡ. (M. arvensis
piperascens) ἀπαντώσης καὶ καλλιεργουμένης ἐκτενῶς ἐν Ἰαπωνίᾳ πρὸς ἀπόσταξιν.
Σελίδα - 101 -
Πάντες οἱ Ἡ. πολλαπλασιάζονται εὐχερῶς διὰ παραφυάδων, εύδοκιμοῦσι εἰς γαίας νοτεράς, ὑγρὰς ἤ
ἀρδευομένας.
Ονομασία
Το όνομα μέντα προέρχεται από το λατινικό mentha, το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το
αρχαιοελληνικό μίνθη. Συναντάται και με την ονομασία ηδύοσμος.
Η μέντα η πιπερώδης (Μίνθη η πιπερώδης Mentha piperita) με δυνατή ευχάριστη μυρωδιά και αρωματική,
πικάντικη γεύση. Φαίνεται ότι είναι προϊόν διασταύρωσης των ειδών μέντα η πράσινη (δυόσμος) και μέντα
η υδροχαρής, που σταθεροποιήθηκε εξαιτίας του πολλαπλασιασμού της με ριζώματα.
Ιστορικά στοιχεία
Η Μίνθη ήταν Νύμφη του υποχθόνιου κόσμου, που ο Άδης επιζήτησε να κάνει ερωμένη του. Η Περσεφόνη
ή, κατ' άλλους συγγραφείς η Δήμητρα, καταδίωξε την άμοιρη και την ποδοπάτησε ή όπως λένε άλλοι, την
κατακρεούργησε. Κατά τη διάρκεια του μαρτυρίου της, ο Άδης μήτε καν κινήθηκε να τη βοηθήσει.
Περιορίστηκε να τη μεταμορφώσει σε ένα φυτό, που ξαφνικά φύτρωσε για πρώτη φορά στο βουνό Μίνθη
της Τριφυλίας. Είναι η γνωστή μέντα, αφιερωμένη από τότε στον θεό του σκοταδιού. Οι αρχαίοι Έλληνες
έτριβαν το τραπέζι με δυόσμο πριν από το γεύμα. Επίσης, αρωμάτιζαν το νερό τού μπάνιου. Από τον 6ο
αιώνα πρωτοσυναντώνται κρέμες καθαρισμού δοντιών με δυόσμο. Τα ποντίκια φαίνεται να αποφεύγουν
τη μυρωδιά του, γι' αυτό και χρησιμοποιείται για την απομάκρυνσή τους. Στην Αρχαία Ελλάδα ο
Ιπποκράτης και ο Γαληνός χρησιμοποιούσαν την μέντα κατά της δυσπεψίας, κατά των νευρικών
διαταραχών, κατά των ιλίγγων, της αϋπνίας, της γαστρίτιδας, του βήχα, του κρυολογήματος, του
πονόλαιμου και ως αντισπασμωδικό.
Οι Άραβες λατρεύουν τη μέντα, ορκίζονται στο όνομα της. Η λεπτή μυρωδιά της μέντας διαχέεται παντού
και οι αρετές της έχουν υμνηθεί ιδιαίτερα. Η Σεχραζάτ, που διηγούνταν στο Σουλτάνο τις ιστορίες στις
Χίλιες και Μία Νύχτες, οφείλει ίσως τη ζωή της σε μερικά φλιτζάνια μυρωδάτο τσάι μέντας, που της
σερβίριζαν κάθε μέρα, πριν ξημερώσει, την ίδια πάντα ώρα, για να μπορεί να συνεχίζει τις ιστορίες του
Σεβάχ του Θαλασσινού και του Αλαντίν. Πολλές αραβικές φυλές από την αρχαιότητα τη χρησιμοποιούσαν
σε μορφή ροφήματος για τη σεξουαλική διέγερση αλλά σε αρκετά μεγάλες ποσότητες, διότι αλλιώς έχει
την ακριβώς αντίθετη δράση.
Ακόμη και ο Σαίξπηρ την αναφέρει, μαζί με τη λεβάντα και το δεντρολίβανο, ως διεγερτικό για τους
κυρίους της μέσης ηλικίας.
Περιγραφή
Είναι φυτό πολυετές. Έχει βλαστό όρθιο 30 με 80 εκατοστά, τετραγωνικό, χνουδωτό και ευδοκιμεί σε
δροσερές περιοχές. Τα φύλλα είναι ωοειδή - στρογγυλά, επιφυή, τεφρόασπρα, χνουδωτά στην κάτω
επιφάνεια. Τα άνθη είναι σε ακραία στάχυα, χρώματος άσπρου ή ρόδινου. Είναι αυτοφυές σε υγρά μέρη
και στις όχθες ποταμών και ρυακιών. Το υπέργειο τμήμα του φυτού περιέχει αιθέριο έλαιο. Είναι
φαρμακευτικό, αρωματικό και μελισσοτροφικό φυτό. Μέγιστη διάμετρος κόμης 0,5 - 0,6μ.
Ο δυόσμος είναι πολυετές, αρωματικό, έρπον είδος με ωοειδή, λογχοειδή, σκουροπράσινα φύλλα και
καστανέρυθρους κλάδους. Όπως και η μέντα, έτσι και ο δυόσμος έχουν λιλά λουλούδια το καλοκαίρι.
Πολλαπλασιάζεται πολύ γρήγορα με ριζώματα, όπως η μέντα και το μελισσόχορτο. Προτιμά υγρά εδάφη
και ηλιόλουστες ή ημισκιερές θέσεις.
Συστατικά
Ο φρέσκος δυόσμος περιέχει βιταμίνη Α, βιταμίνη C, νιασίνη, φολικό οξύ (B9), λιπαρά οξέα Ω3 και Ω6,
ασβέστιο, σίδηρο, μαγνήσιο, φώσφορο, κάλιο και φυτοστερόλες.
Θεραπευτικές Ιδιότητες
Στο πεπτικό σύστημα: Ανακουφίζει αποτελεσματικά από πληθώρα προβλημάτων του πεπτικού. Βοηθά σε
δυσπεψία, μετεωρισμό, κολικούς, διάρροια. Κάψουλες του αιθέριου ελαίου χρησιμοποιούνται για την
αντιμετώπιση του συνδρόμου ευερέθιστου εντέρου. Απομακρύνει το αίσθημα του εμετού και της ναυτίας
σε όσους ταξιδεύουν ή σε έγκυες.
Σελίδα - 102 -
Στο κρυολόγημα: Είναι ιδανικό για να χρησιμοποιηθεί για εισπνοές σε περιπτώσεις ρινικής συμφόρησης
και καταρροής από κρυολόγημα και γρίπη.
Στο μασάζ: Τονώνει και βοηθά σε περιπτώσεις πονεμένων μυών και αρθρώσεων ή σε ψώρα και
δερματοφυτία (μυκητώδης δερματική λοίμωξη).
Στα δόντια: Καθαρίζει, λευκαίνει, έχει αντισηπτική δράση, βοηθά στον πονόδοντο.
Ήπιο σπασμολυτικό. Ανακουφίζει στην δυσμηνόρροια και στην μητραλγία. Συστήνεται στον πονοκέφαλο,
στην ημικρανία, στον ίλιγγο και στην αϋπνία.
Αφροδισιακό: Έχει σημαντική αφροδισιακή επίδραση, προϋποθέτει όμως ότι θα καταναλωθεί σε πολύ
μεγάλες ποσότητες, γιατί σε μικρές δόσεις φέρει το αντίθετο αποτέλεσμα.
Άλλες δράσεις: Τονώνει την ηπατική λειτουργία και είναι χολαγωγό. Βοηθά στην νεφρολιθίαση. Η μέντα
είναι γνωστό εντομοαπωθητικό. Το αιθέριο έλαιό της, εφαρμοζόμενο στο τριχωτό τη κεφαλής για 30 λεπτά
πριν από το μπάνιο, μπορεί να σας βοηθήσει να απαλλαγείτε από τις ψείρες. Επαναλάβετε αυτή τη
θεραπεία, τρεις φορές την εβδομάδα.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή
H άνθηση αρχίζει τον Ιούλιο και διαρκεί μέχρι και τον Σεπτέμβριο. Η συλλογή του δυόσμου γίνεται όλο
το χρόνο σε περίπτωση που θέλουμε να τον χρησιμοποιήσουμε χλωρό. Συλλέγεται το υπέργειο τμήμα του
φυτού, όταν αυτό βρίσκεται σε πλήρη άνθηση.
Όταν θέλουμε να τον συλλέξουμε για αποξύρανση και αποθήκευση, η καλύτερη περίοδος είναι πριν την
ανθοφορία του, δηλαδή περί τα μέσα καλοκαιριού. Η δρόγη του δυόσμου είναι τα φύλλα του, από όπου
εξάγεται το χρήσιμο και ευεργετικό αιθέριο έλαιο.
Παρασκευή και δοσολογία
Από τα φύλλα και από τα άνθη παίρνουμε το λάδι που περιέχει μινθόλη και χρησιμοποιείται στη
ζαχαροπλαστική, την ποτοποιία και την ιατρική.
Έγχυμα: Ρίξτε ένα φλιτζάνι βραστό νερό σε 1 κ.γ ξηρό βότανο και αφήστε το για 10 λεπτά. Αυτό το
ρόφημα, μπορείτε να το πίνετε όσο συχνά θέλετε.
Βάμμα: 1-2 ml βάμματος τρεις φορές την ημέρα.
Για τον πυρετό: Χρησιμοποιήστε τσάι μέντας που γίνεται από 1 κουταλάκι του γλυκού αποξηραμένα φύλλα
μέντας για κάθε φλιτζάνι βραστό νερό.
Για τον πονοκέφαλο: Ρίξτε μερικές σταγόνες έλαιο μέντας στον καρπό σας ή ρίξτε μερικές σταγόνες σε ένα
ύφασμα και στη συνέχεια εισπνεύστε το άρωμα. Μπορείτε επίσης, να κάνετε μασάζ, κατευθείαν στο
μέτωπο και τους κροτάφους σας.
Για τα κρυολογήματα και τη γρίπη, συνδυάζεται καλά με το Ευπατόριο το διατρητόφυλλο, τα άνθη
Σαμπούκου και την Αχιλλέα. Η μέντα έχει μια κυρίαρχη γεύση, οπότε να τη χρησιμοποιείτε με φειδώ με
άλλα βότανα, αν θέλετε να αναδεικνύονται τα ντελικάτα συστατικά τους.
Τα ποντίκια φαίνεται να αποφεύγουν τη μυρωδιά της μέντας γι’ αυτό και χρησιμοποιείται για την
απομάκρυνσή τους. Αν θέλετε να κρατήσετε μακριά τις αράχνες από το σπίτι σας, ψεκάστε μέντα γύρω
από τα παράθυρα, τις πόρτες σας, και οπουδήποτε νομίζετε ότι είναι αναγκαία.
Προφυλάξεις
Το λάδι και το βάμμα της μέντας δε πρέπει να χρησιμοποιούνται σε βρέφη και μικρά παιδιά. Πρέπει να
αποφεύγεται όταν υπάρχει έλκος στομάχου. Δεν χρησιμοποιείται ως βλεννολυτικό, γιατί η μενθόλη είναι
πολύ δυνατή για ερεθισμένους βλεννογόνους. Πρέπει να αποφεύγεται κατά το θηλασμό γιατί θεωρείται ότι
συμβάλλει στη διακοπή της παραγωγής του μητρικού γάλακτος.
Σελίδα - 103 -
Mentha pulegium, βλήχων, κν. φλισκούνι, φλεσκούνι, γλεχούνι
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Τάξη: Λαμιώδη (Lamiales)
Οικογένεια: Χειλανθή (Lamiaceae)
Γένος: Μίνθη (Mentha)
Είδος: M. pulegium
Φυτολογικό λεξικό Π.Γ.Γεναδίου
Ἡδύοσμος (Mentha, γαλλ. Menthe ἤ Brume, ἀγγλ. Mint, τουρ. Νανέ, τ. Χειλανθῶν)' γ. ὀλιγομελὲς πλὴν
ἀντιπροσωπευόμενον σχεδόν πανταχοῦ ἐκτὸς τῶν τροπικῶν. περιλ. φ. ποώδη πολυετῆ, ἀρωματικά,
μυριστικά, τινὰ ἀρτυματικὰ, φαρμακευτικἀ καἰ μυρεψικά. ἀπαντῶσι πυκνῶς φυόμενα ἰδίως εἰς τόπους
ὑγροὺς καὶ ἑλώδεις. Τῶν τόπων τούτων αἱ νοσογόνοι ἰδιότητες ἐλαττοῦνται κατὰ τὸ μᾶλλον ἤ ἧττον ἤ καὶ
ἐξουδετεροῦνται χάρις εἰς τὴν ἔντονον βαλσαμώδη ὀσμήν ἥν οί ἐν αὐτοῖς συνηθέστατα φυόμενοι Ἡ.
ἀναδὶδουσι (βλ. Εὐκάλυπτος σελ.385). Πάντα σχεδὸν τὰ φυτὰ ταῦτα ἔχουσι δυνάμεις τονωτικὰς καί
ἀντισπασμωδικάς. Ἡ ὁ Γλήχων (M. Pulegium), γαλλ. Pouliot, ἀγγλ. Penny-royal, τουρ. Φλησκοῦν), ὁ τοῦ
Διοσκρ. Γλήχων ἤ (τὸ) Βλῆχρον, τὀ κν. Γληφῶνι, Βληχῶνι, Βληχοῦνι, Γληχοῦνι, Φλησκοῦνι,
.
Φλουσκοῦνι, Φλασκοῦνι εἶδος φαρμακευτικόν (φρμ. Γλήχωνος πόα, Herba Pulegii) καὶ κοινότατον
πολλαχοῦ. ἀπαντᾶ ἰδίως εἰς ὑγρἀς ἤ καὶ ἁπλῶς νοτεράς γαὶας, ὑπὸ 3 δὲ διαφοράς.
Ονομασία
H Μίνθη η γλήχων, Μέντα η πουλέγιος (Mentha pulegium) κοινή ονομασία φλησκούνι, βληχώνι,
φλεσκούνι ή βληχούνι. Χρησιμοποιείται κυρίως για να αρωματίζονται φαγητά.
Ιστορικά στοιχεία
Πρόκειται για το Γλήχων ή Βλήχρον του Διοσκουρίδη. Οι γιατροί της αρχαιότητας θεωρούσαν ότι το
βότανο είχε εμμηναγωγικές ιδιότητες. Οι παλιοί γιατροί χρησιμοποιούσαν το άγριο φλισκούνι για κοκίτη
και γενικότερα για παθήσεις των αναπνευστικών οργάνων. Θεωρούσαν το βότανο σπουδαίο αντιαρθριτικό
φάρμακο και για τον λόγο αυτό το ονόμαζαν και «μέντα ποδαγκράρια».
ος
Ο Κέλσος (2 αιώνας μ.Χ.) συνιστούσε τον ατμό του φυτού κατά των πόνων των δοντιών.
Στη λαϊκή ιατρική πίστευαν ότι τονώνει το νευρικό σύστημα καθώς και την καρδιά, σε οινοπνευματούχα
παρασκευάσματα (λικέρ). Το συνιστούσαν ως αποχρεμπτικό κατά των βρογχικών κατάρρων και
χρησιμοποιήθηκε ιδιαίτερα από τον λαό κατά του άσθματος, κυρίως των γέρων, που τους «ανοίγει» τα
αναπνευστικά όργανα, όπως το έρπυλο, η φασκομηλιά και ο τραγορίγανος.
Το αφέψημα του φυτού σε κρασί το χρησιμοποιούσαν ως μαλακτικό και διαλυτικό, σε πλύσεις και
κομπρέσες. Με καταπλάσματα επίσης στους μαστούς των λεχώνων σταματούσαν την γαλακτόρροια.
Ο Γκίλιμπερ συνιστούσε το αιθέριο έλαιο της μέντας σε επαλείψεις κατά της γαλακτικής εμφράξεως των
μαστών.
Σελίδα - 104 -
Στην Κύπρο το λένε «Πριντζίολο» και λένε ότι σε υψηλές δόσεις είναι αφροδισιακό. Σε ένα παλιό
Ιατροσοφικόν μάλιστα δίνουν την ακόλουθη συνταγή «χόχλασε νερόν 50 δρ.βάλε μέσα 5 κλωνιά γλυφόνι,
σκέπασέ το έως να γενή χλιαρόν και πίετο και είναι ωφέλιμον».
Στην Κρήτη ήταν βότανο γνωστό στη λαϊκή ιατρική. Το χρησιμοποιούσαν σαν βραστάρι θερμαντικό, κατά
της διάρροιας και των εντερικών παρασίτων. Το χρησιμοποιούσαν ακόμη ως αντίδοτο για τις ξινίλες. Στα
παιδιά το έδιναν αν είχαν κοκίτη με μέλι ή ζάχαρη. Στην Αγιά Ρουμέλη Σφακίων το χρησιμοποιούσαν
κατά της διόγκωσης της σπλήνας. Το έβαζαν και κοπανισμένο ως κατάπλασμα σε ερεθισμούς δέρματος.
Στο Ηράκλειο το έλεγαν μέντα και θεωρούσαν ότι διέγειρε τις «επαναστάσεις της σαρκός»! Έτσι δεν έκανε
να το πίνουν τα καλά κορίτσια! Φύτρωνε άφθονο έξω από τα τείχη «έξω απ’ τω Χανιώ, την Πόρτα» στα
χεντέκια. Οι χωρικές το έβαζαν στις σταφίδες τις σπιτικές για μυρωδιά και κατά των ζουζουνιών.
Αποκαλούσαν δε «Φλισκούνη», τον καχεκτικό άνθρωπο (προφανώς λόγω του λεπτού σχήματος του
φυτού).
Περιγραφή
Είναι πολυετές φυτό με ποικιλία μορφών, με έμμισχα ωοειδή φύλλα, οδοντωτά και επιμήκη. Στέλεχος
όρθιο ή πλάγιο, πρασινωπό ή κοκκινωπό, χνουδωτό. Άνθη σε ακραίο, στρογγυλωπό κεφάλιο, χρώματος
ερυθρού μέχρι ανοιχτού ιώδους, στις μασχάλες των φύλλων. Αρχικά το Φλισκούνι σχηματίζει ένα μικρό
φυτό που αναδίνει έντονο άρωμα μέντας. Κατά την διάρκεια του καλοκαιριού, οι μίσχοι αναπτύσσονται
στητοί, σε ύψος 50 εκατοστών περίπου και το ανώτερο ζευγάρι φύλλων περιβάλλεται από σπείρες
λουλουδιών. Είναι φυτό που δείχνει την ύπαρξη νερού. Φυτρώνει κατά μήκος των ποταμών, ρυακιών, σε
υγρούς τόπους και έλη.
Το συναντούμε με τις ονομασίες Φλισκούνι (παντού), Φλεσκούνι (Κέρκυρα), Φλουσκούνι, Αγιασμός
(Κεφαλονιά), Γληφόνι ή Βληχόνι, Βρωμοδυόσμος, Γλεχούνι, Γληχούνι (Σίφνο), Γλυφωνάκι.
Είναι είδος της ανατολικής μεσογείου, κοινό στη Ν. Ελλάδα τα νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη.
Συστατικά
Όλα τα είδη μέντας μοιάζουν στα συστατικά τους με την «μέντα την πιπερώδη». Το φλισκούνι θεωρείται
ότι είναι πιο περιεκτικό σε συστατικά, πτητικό έλαιο, τανίνη, φλαβονικά γλυκοσίδια. Τα φύλλα περιέχουν
αιθέριο έλαιο, ρητίνες, πικρή ουσία και τανίνη. Το αιθέριο έλαιο δεν περιέχει μεντόλη όπως συμβαίνει με
την mentha piperita.
Θεραπευτικές Ιδιότητες
Δρα ως αντιφυσητικό, χολαγωγό, αντιδιαρροϊκό, σπασμολυτικό. Το έγχυμα των νωπών φύλλων δίνει ένα
εξαιρετικό αντιφυσητικό τσάι, σαν εκείνο της mentha piperita αλλά χωρίς τα μειονεκτήματα της μεντόλης.
Έχει επίδραση επί του ήπατος, κατά της διάρροιας και κυρίως εναντίον των μυϊκών συσπάσεων (κράμπες).
Είναι ευστόμαχη και βοηθά σε περιπτώσεις γαστραλγιών, εντεραλγιών και οδονταλγιών. Δρα κατά των
νευρικών εμέτων, των μητρόπονων, ιλίγγων και ημικρανίας. Συνδυάζεται καλά με δυόσμο, μαλοτίρα, και
γλυκάνισο ως αντιγριπικό.
Το έγχυμα του βοτάνου είναι χρήσιμο για πλύση πληγών που πυορροούν. Το κατάπλασμα του βοτάνου
βοηθά σε αποστήματα, δοθιήνες και μώλωπες. Σε γαργάρες κάνει καλό σε παθήσεις του ρινοφάρυγγα, τον
βήχα και γενικά ασθματικές και γριπώδεις καταστάσεις. Το μάσημα των νωπών φύλλων δρα ως
αντιεμετικό και είναι χρήσιμο για να απαλλαγεί κανείς από την μυρωδιά του σκόρδου.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή
Ανθίζει από τον Ιούλιο έως τον Οκτώβριο. Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται τα φύλλα και οι
ανθισμένες κορυφές. Συλλέγεται κατά τη διάρκεια της ανθοφορίας.
Παρασκευή και δοσολογία
Γνωστό βότανο για τις θεραπευτικές του ιδιότητες, με έντονο άρωμα. Χρησιμοποιείται και στη μαγειρική
με μέτρο σε σαλάτες, σούπες και σάλτσες. Τα έλαια του προστίθενται σε κρέμες που βελτιώνουν την
κυκλοφορία του αίματος στο δέρμα και προφυλάσσουν από τους ψύλλους. Λίγα αποξηραμένα φύλλα στο
μαξιλάρι ή το καλάθι των κατοικίδιων ζώων κρατά τους ψύλλους μακριά. Παρασκευάζεται ως έγχυμα.
Σελίδα - 105 -
Ρίχνουμε ένα κουτάλι του φαγητού σε ένα φλιτζάνι βραστό νερό και το αφήνουμε σκεπασμένο για 10-15
λεπτά. Σουρώνουμε και πίνουμε 2-3 φορές την ημέρα, μετά το φαγητό. Αν θέλουμε το γλυκαίνουμε με
μέλι.
Για εξωτερική χρήση, γαργάρες, κομπρέσες και μπάνια χρησιμοποιείται τσάι πιο συμπυκνωμένο.
Προφυλάξεις
Πρέπει να αποφεύγεται η υπερβολική χρήση του βοτάνου από τις εγκύους.
Σελίδα - 106 -
Mentha, κν μέντα
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Τάξη: Λαμιώδη (Lamiales)
Οικογένεια: Χειλανθή (Lamiaceae)
Γένος: Μίνθη (Mentha)
Είδος:
Φυτολογικό λεξικό Π.Γ.Γεναδίου
Ἡδύοσμος (Mentha, γαλλ. Mcntlie ή Biume, ἀγγλ. Mint, τουρ. Νανέ, τ. Χειλανθῶν)· γ. ὀλιγομελές
πλήν ἀντιπροσωπευόμενον σχεδὸν πανταχοῦ ἐκτὸς τῶν τροπικῶν· περιλ. φ. ποώδη πολυετῆ, ἀρωματικά,
μυριστικά, τινὰ ἀρτυματικὰ, φαρμακευτικὰ καὶ μυρεψικά· ἀπαντῶσι πυκνῶς φυόμενα ἰδίως εἰς τόπους
ὑγροὺς καὶ ἑλώδεις. Τῶν τόπων τούτων αἱ νοσογόνοι ἰδιότητες ἐλαττοῦνται , κατὰ τὸ μᾶλλον ἤ ἧττον ἤ
καὶ ἐξουδετεροῦνται χάρις εἰς τὴν ἔντονον βαλσαμώδη ὀσμὴν ἥν οἱ ἐν αὐτοῖς συνηθέστατα φυόμενοι Ἡ.
ἀναδίδουσι ( βλ. Εὐκάλυπτος σελ. 385). Πάντα σχεδὸν τὰ φυτὰ ταῦτα ἔέχουσι δυνάμεις τονωτικὰς καὶ
ἀντισπασμωδικάς. Εἴδη τῆς ἑλλ. χλωρ. τὰ ἐξῆς 5 : α΄) Ἡ ὁ ἄγριος (Μ. sylvestris ἤ longifolia, γαλλ. Μ.
sauvage, ἀγγλ. Horsemint), ὁ κοιν. Ἀγριόδυοσμος ἤ Καλαμίθρα καὶ ἐν Κύπρῳ Ποταμογείτανος· πιθανῶς
ἡ τρίτη Καλαμίνθη τοῦ Διοσκρ. εἶδος ἀπαντῶν ὑπὸ πολλὰς διαφοράς. β )Ἡ ὁ Γλήχων (M.Pulegium),
΄
γαλλ. Pouliot, ἀγγλ.Penny-royal, τουρ. Φλησκοῦν), ὁ τοῦ Διοσκρ. Γλήχων ἤ (τὸ) Βλῆχρον, τὸ κν.
Γληφῶνι, Βληχῶνι, Βληχοῦνι, Γληχοῦνι, Φλησκοῦνι, Φλουσκοῦνι, Φλασκοῦνι· εἶδος φαρμακευτικὸν
(φρμ. Γλήχωνος πόα, Herba Pulegii) καὶ κοινότατον πολλαχοῦ· ἀπαντᾶ ἰδίως εἰς ὑγρὰς ἤ καὶ ἀπλῶς νοτεράς
γαὶας, ὑπὸ 3 δὲ διαφοράς γ΄) Ἡ. ὁ πράσινος (Μ. viridis, γαλλ. Μ. romaine, ἀγγλ. Green ἤ Spear Mint), ὁ
τοῦ Διοσκρ. Ἡδύοσμος ἥμερος, ἡ Μίνθη δὲ ἤ Μίνθα τοῦ Θεοφρ. (ὅθεν καὶ τὸ λατινικὸν Mentha), ὁ κν.
Δυόσμος ἤ Δυόσμης· τὸ κατ’ ἐξοχὴν ἀρτυματικὸν εἶδος ἰδίως παρ’ ἡμῖν. δ΄) Ἡ ὁ στρογγυλόφυλλος (Μ.
rotuntifolia, γαλλ. Baume sauvage ἤ Μ. crepue, ἀγγλ. Apple Mint), ὁ κν. Ἀγριόδυοσμος. καὶ ε΄) Ἡ ὁ
φίλυδρος, (Μ. aquatica, γαλλ. Μ. rouge), εἶδος ἀπαντῶν ὡσαύτως ὑπὸ 3 διαφοράς. Εἰς εἶδος Ἡ.
ἀναφέρεται τὸ πρῶτον Σισύμβριον τοῦ Διοσκρ.
Ἡ. ὁ πράσινος ώς καὶ Ἡ. ὁ πεπερώδης (Μ. piperita, γαλλ. Μ. poivree, ἀγγλ. Peppermint), εἶδος ἰθαγ.
τῆς βορ. καὶ μέσης Εὐρώπης, εἶνε τὰ συνηθέστερον καλλιεργούμενα εἰς τοὺς κήπους σχεδὸν πανταχοῦ ὡς
φυτὰ ἀρτυματικὰ ἤ φαρμακευτικὰ (τὸ δεύτερον φρμ. Μίνθης ἤ Ἡδυόσμου τοῦ πεπερώδους πόα, Herba-
Menthae piperitae). Ἀμφότερα προστούτοις καλλιεργοῦνται ἐκτενῶς ἐνιαχοῦ τῆς Εὐρώπης καὶ τῆς βορ.
Ἀμερικῆς ὡς μυρεψικά, πρὸς λῆψιν τοῦ αἰθερίου ἐλαίου των (2-3 %), ὅπερ ἐπιτυγχάνεται δι’ ἀποστάξεως
τοῦ χόρτου των. Τὸ ἄριστον αἰθέριον ἔλαιον Ἡ. παράγει ἡ Ἀγγλία (ἰδίως ἐν τῇ περιφερεία Mitcham, τῆς
κομητείας Surrey), ἔνθα ἡ πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον καλλιέργεια Ἡ. τοῦ πεπερώδους εἶνε ἐκτενής.
Ἐκτενεστέρα εἶνε ἡ καλλιέργεια τοῦ Ἡ. καὶ μεγαλειτέρα ἡ ποσότης τοῦ ὡσαύτως ἐκλεκτῆς ποιότητος
ἐπιτυγχανομένου τοιούτου ἐλαίου ἐν Γαλλίᾳ, ἧς τὰ ἐκ τούτου παρασκευαζόμενα Eau de Bolot καὶ Alcoot
de Menthe de Ricles εἶνε πασίγνωστα. Ἀλλά καὶ ἡ εἰς τὴν βόρειον Ἀμερικὴν παραγωγὴ τοῦ ἐλαίου τούτου
εἶνε μεγάλη. Εἰς τὸ ἐμπόριον διακρίνονται δύο κύρια εἴδη αἰθερίου ἐλαίου τοῦ Ἡ., τὸ λαμβανόμενον διὰ
τῆς ἀποστάςεως Ἡ. τοῦ πρασίνου, ὅπερ ὀνομάζεται ἡδυοσμέλαιον, καὶ τὸ ἐπιτυγχανόμενον διὰ τῆς
Σελίδα - 107 -
ἀποστάξεως Ἡ. τοῦ πεπερώδους, τὸ ὁποῖον λέγεται μινθέλαιον καὶ εἶνε πολυτιμότερον (ἀξίας 50 - 70 φρ.
κατὰ χιλιόγρμ.). Ἀμφότερα τὰ ἔλαια ταῦτα χρησιμοποιοῦνται κατὰ μεγάλα ποςὰ ἰδίως εἰς τὴν μυρεψίαν
ἀλλὰ καὶ εἰς τὴν φαρμακοποιίαν καὶ τὴν ποτοποιίαν, καὶ τὴν σακχαροπλαστικὴν γίνεται ἱκανὴ χρῆσις
αὐτῶν. Τοιαῦτα ἔλαια χρησιμοποιοῦνται καὶ εἰς τὴν κατασκευὴν τῶν καραμελῶν τῆς μέντας καὶ τῶν
γνωστοτάτων σακχαρωτῶν τροχίσκων, τῶν ἀπό τινος πωλουμένων καὶ εἰς αὐτὰς τὰς ὁδοὺς τῶν Ἀθηνῶν
ὑπὸ τὸ ὄνομα μέντες (γαλλ. pastilles de menthe).
Δι’ εἰδικῆς κατεργασίας ἐκ τοῦ αἰθερίου ἐλαίου τοῦ Ἡ. ἀποχωρίζεται στερεὰ οὐσία ἐν μορφῇ ἀχρόων
κρυστάλλων ὀνομαζομένη μινθόλη, καὶ ἐκ τῆς ὁποίας κατασκευάζονται οἱ ὑπὸ τῶν φαρμακοποιῶν
πωλούμενοι ὀβελίσκοι, οἱ ὁποῖοι χρησιμεύουσι πρὸς ἐντριβὰς τοῦ μετώπου κατὰ τῆς ἡμικρανίας. Μεγάλην
ποσότητα μινθόλης ἀποδίδει ἰδίως τὸ αἰθέριον ἔλαιον διαφορᾶς τοῦ ἀρουραίου Ἡ. (Μ. arvensis
piperascens) ἀπαντώσης καὶ καλλιεργουμένης ἐκτενῶς ἐν Ἰαπωνίᾳ πρὸς ἀπόσταξιν.
Πάντες οἱ Ἡ. πολλαπλασιάζονται εὐχερῶς διὰ παραφυάδων, ευδοκιμοῦσι δὲ εἰς γαίας νοτεράς, ὑγράς ἤ
ἀρδευομένας.
Ονομασία
Το όνομα μέντα προέρχεται από το λατινικό mentha, το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το
αρχαιοελληνικό μίνθη. Συναντάται και με την ονομασία ηδύοσμος.
Ιστορικά στοιχεία
Χρησιμοποιείται από την αρχαιότητα ως σήμερα ως αρωματικό στη μαγειρική, την οινοποιία και στη
φαρμακοποιία. Οι αρχαίοι Έλληνες έτριβαν το τραπέζι με δυόσμο πριν από το γεύμα. Επίσης, αρωμάτιζαν
το νερό τού μπάνιου. Από τον 6ο αιώνα πρωτοσυναντώνται κρέμες καθαρισμού δοντιών με δυόσμο. Τα
ποντίκια φαίνεται να αποφεύγουν τη μυρωδιά του, γι' αυτό και χρησιμοποιείται για την απομάκρυνσή τους.
Στην Αρχαία Ελλάδα ο Ιπποκράτης και ο Γαληνός χρησιμοποιούσαν την μέντα κατά της δυσπεψίας, κατά
των νευρικών διαταραχών, κατά των ιλίγγων, της αϋπνίας, της γαστρίτιδας, του βήχα, του κρυολογήματος,
του πονόλαιμου και ως αντισπασμωδικό.
Οι Άραβες λατρεύουν τη μέντα, ορκίζονται στο όνομα της. Η λεπτή μυρωδιά της μέντας διαχέεται παντού
και οι αρετές της έχουν υμνηθεί ιδιαίτερα. Η Σεχραζάτ, που διηγούνταν στο Σουλτάνο τις ιστορίες στις
Χίλιες και Μία Νύχτες, οφείλει ίσως τη ζωή της σε μερικά φλιτζάνια μυρωδάτο τσάι μέντας, που της
σερβίριζαν κάθε μέρα, πριν ξημερώσει, την ίδια πάντα ώρα, για να μπορεί να συνεχίζει τις ιστορίες του
Σεβάχ του Θαλασσινού και του Αλαντίν. Πολλές αραβικές φυλές από την αρχαιότητα τη χρησιμοποιούσαν
σε μορφή ροφήματος για τη σεξουαλική διέγερση αλλά σε αρκετά μεγάλες ποσότητες, διότι αλλιώς έχει
την ακριβώς αντίθετη δράση.
Ακόμη και ο Σαίξπηρ την αναφέρει, μαζί με τη λεβάντα και το δεντρολίβανο, ως διεγερτικό για τους κ Η
Μίνθη ήταν Νύμφη του υποχθόνιου κόσμου, που ο Άδης επιζήτησε να κάνει ερωμένη του. Η Περσεφόνη
ή, κατ' άλλους συγγραφείς, η Δήμητρα καταδίωξε την άμοιρη και την ποδοπάτησε ή όπως λένε άλλοι, την
κατακρεούργησε. Κατά τη διάρκεια του μαρτυρίου της, ο Άδης μήτε καν κινήθηκε να τη βοηθήσει.
Περιορίστηκε να τη μεταμορφώσει σε ένα φυτό, που ξαφνικά φύτρωσε για πρώτη φορά στο βουνό Μίνθη
της Τριφυλίας. Είναι η γνωστή μέντα, αφιερωμένη από τότε στον θεό του σκοταδιού. υρίους της μέσης
ηλικίας.
Περιγραφή
Είναι πολυετές φυτό, ποώδες και αρωματικό, της οικογένειας των χειλανθών των εύκρατων περιοχών. Έχει
χαρακτηριστικά τετράγωνα στελέχη με ζαρωμένα, λογχοειδή φύλλα και μικρά ροζ ή λευκά λουλούδια που
ανθίζουν στα μέσα του καλοκαιριού.
Η καλλιέργεια και η συντήρησή της είναι πολύ εύκολες, καθώς η μέντα πολλαπλασιάζεται πολύ γρήγορα,
μέσω υπόγειων ριζωμάτων. Μπορείτε όμως, για να έχετε υπό έλεγχο το φυτό, να το καλλιεργείτε σε
γλάστρες. Σπείρτε την άνοιξη ή πάρτε ριζικά μοσχεύματα ή διαιρέστε συστάδες. Στη μέντα αρέσει το
πλούσιο, υγρό χώμα, ο πολύς ήλιος ή η διάστικτη σκιά στις ζεστές περιοχές.
Η μέντα μπορεί να ευδοκιμήσει σε ποικιλία κλιμάτων και εδαφών. Άριστη θερμοκρασία ανάπτυξης για τη
μέντα είναι 17° C και, όταν αρδεύεται τακτικά, αντέχει και στις υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού. Η
Σελίδα - 108 -
μέντα είναι πολύ απαιτητική σε νερό και σε πολύ θερμό καιρό, έτσι, η καλλιέργεια μπορεί να χρειασθεί
και τρία ποτίσματα την εβδομάδα.
Συστατικά
Η μέντα έχει έως και 2% αιθέριο έλαιο (που περιέχει μενθόλη, μενθόνη και ιασμόνη), τανίνες και πικρό
στοιχείο. Περιέχει βιταμίνη Α, C, Β12, Β3 και φολικό οξύ, μαγνήσιο και σίδηρο, ασβέστιο και μαγγάνιο. Η
μέντα αποτελεί μια εξαιρετική πηγή μεταλλικών στοιχείων όπως το κάλιο. 100 γραμμάρια φρέσκιας μέντας
παρέχουν 569 mg καλίου.
Θεραπευτικές Ιδιότητες
Μπορεί να έχει θετική επίδραση στα συμπτώματα του πολυ-κυστικού συνδρόμου ωοθηκών.
Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της διάρροιας, γαστρικό πυρετό ή τοξικές λοιμώξεις. Φαίνεται ότι
βοηθάει τη μνήμη, για αυτό το λόγο, συνιστάται σε περιόδους εξετάσεων. Είναι αντισπασμωδική. Ηρεμεί
το λείο μυ που διατρέχει το πεπτικό σύστημα, μειώνοντας τους μυικούς σπασμούς. Για πεπτικά
προβλήματα, βοηθάει ανθρώπους που πάσχουν από το σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου. Μπορεί να
βοηθήσει στην αντιμετώπιση του έλκους και στη διέγερση των εκκρίσεων της χολής.
Προκλινικές έρευνες υποδεικνύουν ότι η μέντα προστατεύει από τις βλάβες στο DNA, που προξενούνται
από τη ραδιενέργεια και το θάνατο των κυττάρων. Στα συμπτώματα του κρυολογήματος και της γρίπης με
την απεμπλοκή σε αναπνευστικές διόδους και στο αναπνευστικό. Είναι βοηθητική στους πονοκεφάλους.
Μελέτη του 2009 είχε ως εύρημα ότι η εισπνοή αιθέριου ελαίου μέντας είχε την ικανότητα να μειώνει
τάχιστα τη φλεγμονή της φυματίωσης.
Είναι γνωστή για τις καταπραϋντικές της ιδιότητες κατά των πόνων αλλά και των δηγμάτων των εντόμων.
Βοηθάει σε ρινικές αλλεργίες και συστήνεται σε περιπτώσεις άσθματος, της βρογχίτιδας και της γρίπης,
λόγω της αντισπασμωδικής και ηρεμιστικής ιδιότητά της. Η ιγμορίτιδα μπορεί να αντιμετωπιστεί με την
μέντα, επειδή η μενθόλη διεγείρει τη ρινική βλεννογόνο μεμβράνη. Η μέντα φαίνεται να έχει
προστατευτικές ιδιότητες σε ασθενείς με καρκίνο, που υποβάλλονται σε ακτινοβολία.
Εργαστηριακές έρευνες έχουν αποδείξει ότι σκοτώνει τον ιό του έρπητα του στόματος και των γεννητικών
οργάνων. Η μέντα δρα ως ένα ισχυρό αντιοξειδωτικό, προστατεύοντας το σώμα από το σχηματισμό των
καρκινικών κυττάρων. Δρα επίσης, ως ήπιο ηρεμιστικό και έχει καταπραϋντικές ιδιότητες.
Χρησιμοποιείται στη θεραπεία της ελκώδους κολίτιδας και της νόσου του Crohn.
Ανακουφίζει από μικρούς ή μεγάλους πόνους, όπως μυϊκές κράμπες και διαστρέμματα. Περιορίζει τη
ναυτία και την τάση για εμετό. Βοηθά στην απαλλαγή των εμετών της εγκυμοσύνης και της ναυτίας στα
ταξίδια. Παρέχει μια αίσθηση δροσιάς στο δέρμα σε ήσσονος σημασίας εγκαύματα, φαγούρα, και για
κοινούς ερεθισμούς του δέρματος. Καθαρίζει το δέρμα από μαύρα στίγματα και ακμή, χάρη στην
αντιβακτηριδιακή της δράση. Στη δυσμηνόρροια, ανακουφίζει από τον πόνο και μειώνει τη σχετική
ένταση. Είναι ένα εξαιρετικό καθαριστικό του αίματος.
Χρησιμοποιείται κατά της κακής αναπνοής. Εξωτερικά, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ανακούφιση
από τον κνησμό και τις φλεγμονές. Το έλαιο της μέντας, εφαρμοζόμενο στο πίσω μέρος του κεφαλιού,
μετριάζει τα προβλήματα της ψυχικής κόπωσης, του άγχους, τις καταθλιπτικές καταστάσεις και τους
πονοκεφάλους.
Είναι ισχυρό διεγερτικό και τονωτικό. Διεγείρει τα νεύρα που αντιλαμβάνονται το κρύο και μειώνει τη
μετάδοση του πόνου. Το αιθέριο έλαιο της μέντας το χρησιμοποιούν για γαργάρες σε περιπτώσεις
αμυγδαλίτιδας, ουλίτιδας και φλεγμονής στο ρινοφάρυγγα. Συνιστάται για τη θεραπεία των ρευματισμών,
για την απολύμανση του στόματος και σε περιπτώσεις φλεγμονής του αυτιού.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή
Συγκομίζεται στην αρχή της ανθοφορίας (συνήθως αρχές Ιουλίου), ενώ από καλλιέργειες που είναι
εγκατεστημένες σε εύφορα αρδευόμενα χωράφια, μπορεί να γίνει άλλη μία συγκομιδή το Σεπτέμβριο. Η
απόδοση σε νωπή χορτομάζα φθάνει ή και ξεπερνά τα 1000 κιλά/στρ. στην πρώτη συγκομιδή. Η δεύτερη
συγκομιδή είναι ίσης ή μικρότερης απόδοσης.
Σελίδα - 109 -
Η συλλογή των φύλλων της πρέπει να γίνεται κατά την ωρίμανση του φυτού. Μπορείτε να μαζεύετε τα
φύλλα αλλά και ολόκληρους τους βλαστούς, όταν είναι ακόμη νέοι και φρέσκοι.
Παρασκευή και δοσολογία
Η μέντα χρησιμοποιείται τόσο στα γλυκά όσο και στα φαγητά. Προσδίδει μια μέτρια γεύση. Ταιριάζει στα
φρούτα αλλά και στα λαχανικά. Πολύ συχνά χρησιμοποιείται ως ρόφημα, τσάι με γεύση μέντας.
Έγχυμα: Ρίξτε ένα φλιτζάνι βραστό νερό σε 1 κ.γ ξηρό βότανο και αφήστε το για 10 λεπτά. Αυτό το
ρόφημα, μπορείτε να το πίνετε όσο συχνά θέλετε.
Βάμμα: 1-2 ml βάμματος τρεις φορές την ημέρα.
Για τον πυρετό: Χρησιμοποιήστε τσάι μέντας που γίνεται από 1 κουταλάκι του γλυκού αποξηραμένα φύλλα
μέντας για κάθε φλιτζάνι βραστό νερό.
Για τον πονοκέφαλο: Ρίξτε μερικές σταγόνες έλαιο μέντας στον καρπό σας ή ρίξτε μερικές σταγόνες σε ένα
ύφασμα και στη συνέχεια εισπνεύστε το άρωμα. Μπορείτε επίσης, να κάνετε μασάζ, κατευθείαν στο
μέτωπο και τους κροτάφους σας.
Για τα κρυολογήματα και τη γρίπη, συνδυάζεται καλά με το Ευπατόριο το διατρητόφυλλο, τα άνθη
Σαμπούκου και την Αχιλλέα. Η μέντα έχει μια κυρίαρχη γεύση, οπότε να τη χρησιμοποιείτε με φειδώ με
άλλα βότανα, αν θέλετε να αναδεικνύονται τα ντελικάτα συστατικά τους.
Τα ποντίκια φαίνεται να αποφεύγουν τη μυρωδιά της μέντας γι’ αυτό και χρησιμοποιείται για την
απομάκρυνσή τους. Αν θέλετε να κρατήσετε μακριά τις αράχνες από το σπίτι σας, ψεκάστε μέντα γύρω
από τα παράθυρα, τις πόρτες σας, και οπουδήποτε νομίζετε ότι είναι αναγκαία.
Προφυλάξεις
Το λάδι και το βάμμα της μέντας δε πρέπει να χρησιμοποιούνται σε βρέφη και μικρά παιδιά. Πρέπει να
αποφεύγεται όταν υπάρχει έλκος στομάχου. Δεν χρησιμοποιείται ως βλεννολυτικό, γιατί η μενθόλη είναι
πολύ δυνατή για ερεθισμένους βλεννογόνους. Πρέπει να αποφεύγεται κατά το θηλασμό γιατί θεωρείται ότι
συμβάλλει στη διακοπή της παραγωγής του μητρικού γάλακτος.
Σελίδα - 110 -
Momordica elaterium, κν πικραγγουριά
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Υφομοταξία: Διλληνιίδες (Dilleniidae)
Τάξη: Ιώδη (Violales)
Οικογένεια: Κολοκυνθοειδή (Cucurbitaceae)
Γένος: Εκβάλλιον (Ecballium)
Είδος: E. elaterium
Φυτολογικό λεξικό Π.Γ.Γεναδίου
Ἐλατήριον ὁ Ἀγριοσίκυς (Eeballium Elaterium ἤ Momordica Elaterium, γαλλ. Concombre sauvage,
Concombre d’ ane ἤ Momordique, αγγλ. Squirting Cucumber, τουρκ. Ἀτζὶ-Χιγιάρ, τ. Κολοκυνθωδῶν),
φυτὸν ἐτήσιον, ζιζὰνιον κοινότατον ἀνά τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν Ἀνατολήν, κοινὸν δὲ καὶ πολλαχοῦ τῆς λοιπῆς
Εὐρώπης. Ὀνομάζεται κν. Ἀγριαγγουριά, Γαϊδαραγγουριά, Πικραγγουριὰ ἤ Πετραγγουριὰ (ἐν Κύπρῳ)
καὶ εἶνε ὁ παρ’ ἀρχαίοις ἄγριος Σίκυος. Τὸ ἐκχύλισμα τοῦ καρποῦ του, ὅπερ ὁ Διοσκρ. ὀνομάζει ἐλατήριον,
ἀποτελεῖ δραστικώτατον καθαρτικὸν φάρμακον. Πάντα τὰ μέρη τοῦ φ. καὶ ἰδίως ὀ καρπός του, εἶνε τοξικά,
ἐνέχουσι τὴν ἐλατηρίνην (βλ. και Νευρόσπερμα).
Ονομασία
Εκβάλλιον το ελατήριο, είναι φυτό της οικογένειας των κολοκυνθοειδών, συγγενικό φυτό με την
κολοκυθιά, την αγγουριά και την καρπουζιά. Το επιστημονικό όνομά του το φυτό το πήρε επειδή όταν
κάποιος αγγίξει τους ώριμους καρπούς, αυτοί ανοίγουν και οι σπόροι εκτοξεύονται παντού.
Ιστορικά στοιχεία
Φυτό πολύ γνωστό από την αρχαιότητα. Το θεωρούσαν πανφάρμακο για όλες τις αρρώστιες και το
καλλιεργούσαν στους κήπους για ιατρική χρήση. Ο Ιπποκράτης το συνιστούσε για καρκίνους του πεπτικού
συστήματος -«καρκίνου γενομένου ..διδόναι πίνειν ελατήριον»-, σημειώνοντας ότι ο ασθενής έπρεπε να
είναι σε καλή φυσική κατάσταση για να το πιει, μια και το ρόφημα είναι ισχυρό καθαρτικό. Ο Ιπποκράτης
αναφέρει ακόμη πως έδωσε σε μια κατσίκα να φάει πικραγγουριά για να δώσει το γάλα της να το πιει ένα
παιδάκι για καθάρσιο. Ο τρόπος χορήγησης τέτοιου καθάρσιου ήταν γνωστός από την αρχαιότητα. Ο
Πλίνιος αναφέρει ότι από τη πικραγγουριά παρασκευάζεται το «ελατήριον», ο αποξηραμένος στον ήλιο
χυμός του καρπού, που θεωρούσε ότι βοηθά για πολλές αρρώστιες των ματιών, των δοντιών, των όγκων
των αυτιών, την κώφωση, την ψώρα και άλλα. Ο Θεόφραστος αναφέρει τις ρίζες της για την θεραπεία σε
ψωρίαση των ζώων. Οι αρχαίοι έκαναν μεγάλη χρήση του φυτού σαν δραστικού καθαρτικού
χρησιμοποιώντας κυρίως κατά της υδρωπικίας (για τη θεραπεία της οποίας το χρησιμοποιούσαν και
μεταγενέστεροι γιατροί), σε δόση 0,05 έως 0,15 γραμμάρια 2 με 3 φορές την ημέρα, ενωμένο με κάποια
αρωματική ουσία. Εκτιμήθηκε κυρίως για τη θεραπεία υδρωπικίας που συνοδεύει καρδιακά και νεφρικά
νοσήματα. Οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν ακόμη εξωτερικώς το χυμό για τη διάλυση αποστημάτων και
άλλων όγκων.
Σελίδα - 111 -
Περιγραφή
Είναι έρπον ετήσιο φυτό, το οποίο είναι αυτοφυές στη Μεσόγειο. Το φυτό επίσης έχει προσαρμοστεί και
σε άλλες περιοχές στις οποίες εισήχθη ως καλλωπιστικό.
Το φυτό φτάνει σε ύψος τα 30 εκατοστά και σε διάμετρο το ένα μέτρο. Κάνει έντονα κίτρινα μονόοικα
άνθη, δηλαδή τα άνθη είναι είτε αρσενικά είτε θηλυκά, αλλά υπάρχουν δύο άνθη πάνω στο φυτό. Το φυτό
μπορεί να αυτογονιμοποιηθεί. Η ανθοφορία του διαρκεί από τον Ιούνιο μέχρι το Αύγουστο. Οι καρποί
καλύπτονται από τριχίδια.
Συστατικά
Eλατετρίνη, αλφαελατετρίνη, β-ελατετρίνη, πικρές γλουκονικές ενώσεις, ιχνοστοιχεία (ασβέστιο,
μαγνήσιο, κάλιο, ψευδάργυρος), πρωτεΐνες, κουρκουμπιτακίνη Β
Θεραπευτικές Ιδιότητες
Το φυτικό εκχύλισμα χρησιμοποιείται ως καθαρτικό, αναλγητικό και αντιφλεγμονώδες. Συνιστάται για τη
θεραπεία της ρινοκολπίτιδας, της κίρρωσης του ήπατος, των ουρολοιμώξεων, του οιδήματος, που
σχετίζεται με προβλήματα στη λειτουργία των νεφρών και της καρδιάς. Εφαρμόζεται εξωτερικά στο δέρμα
για την αντιμετώπιση των ρευματισμών, του έρπητα ζωστήρα, των πόνων των αρθρώσεων και της
ιγμορίτιδας.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή
Η ανθοφορία, καρποφορία και συγκομιδή γίνονται από τον Ιούνιο έως τον Αύγουστο. Το φυτό μπορεί να
αυτογονιμοποιηθεί.
Παρασκευή και δοσολογία
Για εσωτερική χρήση το εκχύλισμα παρασκευάζεται ως εξής. Παίρνουμε τους καρπούς του φυτού, τους
καθαρίζουμε, βγάζουμε από μέσα τα σπέρματα και τα εκθλίβουμε για να βγάλουμε τον χυμό, που τον
καθαρίζουμε και τον εξατμίζουμε στη φωτιά για να πάρει τη μορφή και σύσταση εκχυλίσματος. Χορηγείται
σε δόση 2-15 εκατοστών του γραμμαρίου, σε χάπια 2-3 φορές την ημέρα, ελαττώνοντας ή αυξάνοντας τη
δόση ανάλογα με τα αποτελέσματα. Ο Διοσκουρίδης το χορηγούσε σε δόση 5-10 κόκκων (δηλαδή 25 – 50
εκατοστά του γραμμαρίου).
Εξωτερικά ο πολτός της ρίζας χρησιμοποιείται ως κατάπλασμα.
Προφυλάξεις
Παρά το γεγονός ότι στο παρελθόν το «ελατήριον» της πικραγγουριάς χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον, η
πραγματικότητα είναι ότι το βότανο αυτό πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή και μόνο μετά από
συμβουλή ιατρού ή έμπειρου βοτανοθεραπευτή.
Δόση μεγαλύτερη των 6 γραμμαρίων αρκεί για να επιφέρει τον θάνατο. Δόση ενός γραμμαρίου είναι ικανή
να προκαλέσει φλεγμονή στον βλεννογόνο του στομάχου και να φέρει έντονους εμετούς και πόνους. Είναι
βίαιο καθαρτικό και διουρητικό και κατά τον Θεόφραστο οι τρομεροί εμετοί που προκαλεί είναι σημάδι
της δύναμης του βοτάνου.
Η αναρρόφηση μίας μόνο σταγόνας από τον χυμό των καρπών της μπορεί να προκαλέσει φοβερή καταρροή
της μύτης για μία ολόκληρη εβδομάδα και να αποσυμφορήσει τελείως τον ρινικό βλεννογόνο. Αυτός ήταν
και ο λόγος που το χρησιμοποιούσαν στη θεραπεία της ιγμορίτιδας.
Τελικά μπορούμε να συμπεράνουμε ότι το βότανο αυτό καλύτερο είναι να το αποφεύγουμε με δεδομένο
ότι σήμερα υπάρχουν πολλά άλλα ασφαλή βότανα για τις ίδιες παθήσεις, που μπορούμε να
χρησιμοποιήσουμε.
Καλό όμως είναι να το γνωρίζουμε και να ενημερώνουμε, ιδιαίτερα τα παιδιά μας, ότι πρέπει να
αποφεύγουμε την επαφή με τους καρπούς του φυτού, μια και στην περίοδο ωρίμανσης όπως αναφέραμε, η
απλή επαφή με τον καρπό μπορεί να προκαλέσει το πέταγμα του χυμού με πίεση πάνω μας, πράγμα
καθόλου ευχάριστο μια και είναι εξαιρετικά ερεθιστικό.
Σελίδα - 112 -
Narcissus tazetta, κν ζαμπάκι, μανουσάκι, νάρκισσος
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Μονοκοτυλήδονα (Liliopsida)
Τάξη: Ασπαραγώδη (Asparagales)
Οικογένεια: Αμαρυλλίδες (Amaryllidaceae)
Γένος: Νάρκισσος (Narcissus)
Είδος: Ν. Tazetta
Φυτολογικό λεξικό Π.Γ.Γεναδίου
Νάρκισσος(Narcissus, γαλλ. Narcisse, ἀγγλ. Narcissus ἤ Daffodil, τουρκ. Νερτζίς, Ζερίν, Ζερίν-καδὰχ
ἤ Φοῦλ, τ. Ἀμαρυλλιδωδῶν)· γ. περιλμβ. περὶ τὰ 35 ειΟη άπαντώντα εἰς τὴν Εὐρώπην, τὴν βορ. δυτ. Ἀσίαν
καὶ τὴν βορ. Ἀφρικήν· φ. ποώδη, πολυετῆ, βολβόρριζα· τινὰ μυρεψικά, τὰ πλεῖστα κοσμητικά,
θεραπευόμενα πολλαχοῦ διὰ τὰ ὡραῖα καὶ συνήθως εὔοσμα ἄνθη των. Εἴδη τῆς ἑλλ.χλωρ. 6, ἐν οἷς τὰ καὶ
΄
ἀλλαχοῦ ἀπαντῶντα α ) Ν. ὁ κυπελλοφόρος ή ταζέττιος (Ν. Tazetta, γαλλ. Ν. a bouquets, ἀγγλ. Polyanthes
Narcissus), ὁ κατ’ ἐξοχὴν Νάρκισσος τῶν ἀρχαίων «ἐφ’ οὗ ἄνθος λευκὸν ἐν μέσῳ δὲ κοῖλον ἔχον
κροκοειδές» (Διοσκρ.)· τὸ κοινότερον ἐν Ἑλλάδι εἶδος, ὅπερ κν. ὀνομάζεται κατὰ τόπους Τσαμπάκι,
Ζαμπάκι, Μανουσάκι (ἐν Ζακύνθῳ), Βούτσινο (ἐν Μεσολογγίῳ), Γκρίζο (ἐν Χαλκίδι), Ἴτσο (ἐν Λαμίᾳ)·
ἀπαντᾶ ὑπὸ πολλὰς διαφορὰς ἐν αἷς καὶ ἡ κυπριακή (Ν. Tazetta Cypri), κοινοτάτη ἀνά τὴν Κύπρον·
συνηθέστερον θεραπεύονται αἱ πληρανθεῖς διαφοραὶ (γαλλ. Ν. de Constantinople). Β΄) Ν. ὁ ποιητικός (Ν.
Poeticus, γαλλ. Jeannette, Claudinette ἤ Herbe a la Vierge)· εἰς τὸ εἶδος τοῦτο ἀναφέρεται ὁ τοῦ Διοσκρ.
Νάρκισσος ὁ ἔχων ἄνθος λευκὸν καὶ ἐν μέςῳ «πορφυροειδές» καὶ γ΄) Ν. ὁ ὄψιμος Ν. serotinus), εἶδος
μικρανθές, λευκανθές, κοινὸν πολλαχοῦ τῆς Ἑλλάδος.
Ἐκ τῶν ἀξιολογωτέρων ἐξωτικῶν εἰδῶν εἶνε καὶ α΄) Ν. ὁ εὔοσμος (Ν. odorus, γαλλ. Grosse Jonquille.
΄
ἀγγλ. Campernel)· β ) Ν. ὁ πολυανθὴς (Ν. polyanthos, γαλλ. Tout-blanc)· γ΄) Ν. ὁ βρουλοειδὴς (Ν.
Junquilla, γαλλ. Jonquille, ἀγγλ. Jonquil ἤ Queen Anne’s Jonquil), καὶ δ΄) Ν. ὁ Ψευδονάρκισσος (Ν.
Pseudo-Narcissus, γαλλ. N.des Pres, Ν. sauvage, Bonhomme, ἀγγλ. Daffodil), καὶ τὰ τέσσαρα, ἰθαγ. ἰδίως
τῆς δυτ. Εὐρώπης, ἀπαντῶσι θεραπευόμενα ὑπὸ πολλὰς διαφοράς.
Ἐκ τῶν ἀνθέων Ν. τοῦ κυπελλοφόρου καὶ Ν. τοῦ βρουλοειδοῦς λαμβάνεται δι’ ἀπορροφήσεως
μυρεψικὸν αἰθέριον ἔλαιον. Τὰ ἄνθη Ν. τοῦ κυπελλοφόρου ἐχρησιμοποιοῦντο τὸ πάλαι πρὸς παρασκευὴν
τοῦ ναρκισσίνου μύρου· τοῦτο δὲ καὶ μύρα ῥόδου, κρίνου καὶ ἴριδος παρεσκευάζοντο ἰδίως ἐν Χαιρωνίᾳ
(Παυσανίας 9, 41, 3). Οἱ βολβοὶ ὅλων τῶν Ν. εἶνε ἐμετικοί, τὸ δὲ φύλλωμα αὑτῶν δὲν θίγεται ὑπὸ τῶν
κτηνῶν. Τὰ ἄνθη Ν. του Ψευδοναρκίσσου εἶνε λίαν τοξικά.
Οἱ Ν. πολλαπλ. συνήθως διὰ βολβῶν φυτευομένων ἐνωρὶς τὸ φθινόπωρον· ἡ καλλιέργεια τῶν φ. τούτων
ὑπὸ τὸ ἡμέτερον κλίμα οὐδεμιᾶς ἰδιαιτέρας φροντίδος χρήζει.
Ονομασία
Ο Νάρκισσος ο κυπελλοφόρος, γνωστότερο με τα ονόματα ζαμπάκι, τσαμπάκι, μανουσάκι ή βούτσινο που
απαντάται σε πολλές ποικιλίες.
Σελίδα - 113 -
Είναι ο κατ΄ εξοχήν Νάρκισσος των αρχαίων Ελλήνων από το οποίο και κατασκεύαζαν το «ναρκίσσινο
μύρο».
Το όνομα του προέρχεται από τον ήρωα της ελληνικής μυθολογίας, τον Νάρκισσο, το δε tazetta σημαίνει
μικρή κούπα, από το σχήμα της κιτρίνης κορόνας του άνθους. Ενώ για τη δύση είναι ένα σύμβολο
ματαιοδοξίας, ένεκα του μύθου του νάρκισσου, στην Κίνα είναι σύμβολο καλοτυχίας.
Ο νάρκισσος είναι ένα εντυπωσιακό βολβώδες λουλούδι που φυτεύεται μέσα στο φθινόπωρο και ανθίζει
στα τέλη του χειμώνα ή μέσα στην άνοιξη. Με καταγωγή από τη Μεσόγειο, ο νάρκισσος διαθέτει πλούσια
ανθοφορία με όμορφα λουλούδια σε σχήμα τρομπέτας, που ξεπροβάλλουν πάνω σε λεπτούς μίσχους μέσα
από τα στενόμακρα φύλλα. Τον συναντάμε σε μεγάλη ποικιλία χρωμάτων από λευκό, λευκοκίτρινο,
κιτρινο-πορτοκαλί, κοκκινωπό μέχρι και ροζέ. Ο νάρκισσος φυτεύεται σε βραχόκηπους, σε διαχωριστικά
παρτέρια στον κήπο, ακόμα και ως φυτό εσωτερικού χώρου, ενώ αποτελεί ένα από τα δημοφιλέστερα
λουλούδια για στολισμό σε βάζο κατά την περίοδο του χειμώνα.
Ιστορικά στοιχεία
Ο νάρκισσος, σύμφωνα με τους μυθολογία, ήταν ένας θαυμαστής ομορφιάς νέος της Βοιωτίας. Μια εκδοχή
του μύθου λέει, ότι απασχολημένος τόσο πολύ να θαυμάζει την ομορφιά του, δεν άκουγε την ερωτευμένη
μαζί του νύμφη Ηχώ που τον καλούσε συνέχεια και έτσι η Νέμεσις αποφάσισε να τον τιμωρήσει, έτσι τον
έκανε να δει την αντανάκλαση του στα νερά του ποταμού, να την ερωτευτεί και να πεθάνει από τη λύπη
του που δεν μπορούσε να ζήσει τον τρελό έρωτα του με τον εαυτό του. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ο
νάρκισσος αρνήθηκε τον έρωτα του Αμεινία ο οποίος αυτοκτονεί, και έτσι η Νέμεσις, (νάτη πάλι αυτή),
αποφάσισε να τον τιμωρήσει με το ίδιο νόμισμα, έτσι τον οδήγησε να δει το είδωλο του στο νερό της πηγής,
να το ερωτευτεί και να αυτοκτονήσει και αυτός, μη μπορώντας να ανταποκριθεί στον έρωτα με το είδωλο
του. Από του μύθους αυτούς βγήκε και ο όρος της ψυχολογίας: ναρκισσισμός.
Περιγραφή
Είναι βολβώδης πολυετές φυτό της οικογένειας Amaryllidaceae, με βλαστό ισχυρό, κυλινδρικό, με ύψος
από 20-60 εκατοστά. Τα κυανοπράσινα φύλλα του είναι γωνιώδη στη ράχη με μήκος ίσο μ’ αυτό του
βλαστού. Τα άνθη του είναι ερμαφρόδιτα (έχουν αρσενικά και θηλυκά όργανα), μέχρι 15, πολύ αρωματικά,
λευκά με εσωτερική στεφάνη κίτρινη ή κίτρινο-πορτοκαλί, ανθίζει από το Δεκέμβριο έως της αρχές της
Άνοιξης. Φύεται σε υγρές τοποθεσίες, φρύγανα, πετρώδεις θαμνότοπους, λιβάδια, καλλιεργημένους και
ακαλλιέργητους αγρούς.
Αυτό το είδος φθάνει ύψος τα 40 εκατοστά ο δε ανθοφόρος κλώνος του φέρει δέσμη 8-10 άνθη λευκά με
το ανώτερο σημείο της στεφάνης κιτρινωπό.
Συστατικά
Ο βολβός του κυρίως, (που μοιάζει με κρεμμύδι), αλλά και τα φύλλα περιέχουν ένα δηλητηριώδες
αλκαλοειδές, τη Lycorine, η κατανάλωση της οποίας σε μεγάλες ποσότητες την καθιστά θανατηφόρο.
Θεραπευτικές Ιδιότητες
Στην έρευνα της σύγχρονης φαρμακευτικής, στην αναζήτηση των συστατικών του "ναρκίσσινου μύρου"
που παρασκεύαζαν οι αρχαίοι Έλληνες διαπιστώθηκε ότι οι βολβοί του Νάρκισσου είναι τοξικοί. Το δε
άρωμα του άνθους του σε κλειστό χώρο όταν είναι πολλά μαζί επιφέρουν χαύνωση (νάρκωση), έτσι
επαληθεύεται πως το αρχαίο εκείνο μύρο πρέπει να ήταν φαρμακευτικό. Πρόσφατα όμως ανακαλύφθηκε
ότι ο Νάρκισσος περιέχει γαλανθαμίνη χαρακτηριστική ουσία που θεραπεύει την άνοια. Στη Σκωτία
σήμερα συνεχίζονται οι έρευνες αν αυτή η ουσία μπορεί να παραχθεί σε ποσότητα για τη θεραπεία της
νόσου Αλτσχάιμερ. Και μάλλον τα αποτελέσματα πρέπει να είναι θετικά αφού ήδη κάποιο είδος του φυτού
αυτού (μάλλον του βουρλοειδή) φέρει ήδη επίσημο όνομα Narcissus "Alois Alzheimer".
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή
Από το Δεκέμβριο μέχρι το Μάρτιο τα χωράφια μας γίνονται κήποι μυρωδάτοι γεμάτοι με τα λεπτεπίλεπτα
μανουσάκια. Τα ονόματα τους πολλά: ζουμπούλια στην 'Ηπειρο, ματσικόραδα στην Κύπρο, μαρτακούδια
στην Αμοργό. Στα Κύθηρα, τα διπλά ή ήμερα βγαίνουν πρώτα, στις αρχές του Δεκέμβρη και ακολουθούν
τα μονά. Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια εμφανίζονται όλο και λιγότερα ιδιαίτερα από τα διπλά.
Σελίδα - 114 -
Κυριώτερος λόγος της ελάττωσής τους η υπερβολική συλλογή από όλους εμάς, που γοητευόμαστε από την
ομορφιά και το άρωμά τους. Τα μεγάλα μπουκέτα που συνηθίζουμε να μαζεύουμε κάθε χειμώνα
αδυνατίζουν τη διαδικασία πολλαπλασιασμού τους.
Παρασκευή και δοσολογία
Τα ωραία άνθη του με το μεθυστικό άρωμά τους αποτελούν μια ευχάριστη έκπληξη για τα μάτια μας και
την όσφρησή μας το καταχείμωνο. Οι εμετικές του ιδιότητες ήταν γνωστές στους αρχαίους.
Χρησιμοποιήθηκε για την επιληψία, τους σπασμούς και τους διαλείποντες πυρετούς. Τα άνθη του, με
απόσταξη, δίνουν ένα εξαίσιο αιθέριο έλαιο που χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία και την παραγωγή
ποτών.
Προφυλάξεις
Μεγάλη ποσότητα ανθέων νάρκισσου σε κλειστό χώρο μπορεί να προκαλέσει ελαφρά νάρκωση. Μπορεί
ο νάρκισσος να είναι εντυπωσιακό και ελκυστικό λουλούδι, ωστόσο κρύβει τοξικές ουσιές σχεδόν σε όλα
τα μέρη του φυτού από τον βολβό μέχρι και το άνθος. Γι’ αυτό το λόγο θεωρείται επικίνδυνο φυτό για
γάτες και επικίνδυνο φυτό για σκύλους.
Σελίδα - 115 -
Ocimum basilicum, κν βασιλικός
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Angiosperms)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Eudicots)
Υφομοταξία: Αστερίδες (Asteridae)
Τάξη: Λαμιώδη (Lamiales)
Οικογένεια: Χειλανθή (Labiatae) ή Λαμιίδες (Lamiaceae)
Γένος: Ώκιμον (Ocimum)
Είδος: O. basilicum
Φυτολογικό λεξικό Π.Γ.Γεναδίου
Ὤκιμον (Ocimum, γαλλ. Basilic, ἀγγλ. Basil, τ. Χειλανθῶν)· γ. περίλαμβάνον φ. φρυγανώδη καὶ ποώδη
ἐτήσια καὶ πολυετῆ, ἰθαγ. τροπικῶν καὶ παρατροπ. Χωρῶν· πάντα ἀρωματικά, μυριστικά, κοσμητικὰ ἤ καὶ
ἄλλως χρήσιμα. Τὸ συνηθέστερον θεραπευόμενον παρ’ ἡμῖν καὶ πολλαχοῦ τῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Ἀνατολῆς
εἶνε Ὤ. ὁ Βασιλικὸς (0. Basilicum, ἀγγλ. Sweet Basil), ὁ γνωστότατος Βασιλικὸς, ἡ ἐν Κύπρῳ Βασιλιτσά,
τὸ Ὤκιμον του Διοσκρ. φ. ἐτήσιον, ἰθαγ. τῶν ἀντ. Ἰνδιῶν, κοσμητικόν, μυριστικόν, ἀρτυματικόν, ἀπὸ τῆς
ἀρχαιότητος φαρμακευτικὸν (φρμ. Ὠκίμου πόα, Herba Basilici). Ἀπαντᾷ καλλιεργούμενον ὑπὸ τὰς
διαφορὰς Βασιλικὸς πλατύφυλλος, (ὁ κατ’ ἐξοχὴν ἀρτυματικὸς καὶ φαρμακευτικός), Β. οὐλόφυλλος, Β.
μελανόφυλλος καὶ Β. μικρόφυλλος, ἡ κατ’ ἐξοχὴν θεραπευομένη ἐν γάστραις κοσμητικὴ καὶ μυριστικὴ
διαφορά. Ὁ πλατύφυλλος Β. ἐνίοτε ἀποστάζεται πρὸς λῆψιν τοῦ μυρεψικοῦ αἰθέριου ἐλαίου του (1%).
Βασιλικὰ ἤ Ὤκιμα ἀναφέρει καὶ ὁ Σηθῆς. Εἰς Ὤ. τὸ ἱερὸν (O. sanctum ἤ album ἤ Plectranthus
monachorum) ὑποτίθεται ὅτι ἀναφέρεται ἡ Ἄκινος (β.λ.) τοῦ Διοσκρ. ὅστις λέγει ὅτι ὠνομάζετο καὶ Ἄγριον
Βασιλικόν, ὑπὸ δὲ τῶν Ῥωμαίων Ὠκιμάστρουμ. Τὸ ἱερὸν Ὤ., ἰθαγ. τῶν ἀντ. Ἰνδιῶν, φρύγανον
εὐοσμότατον, χρησιμοποιούμενον ὑπὸ τῶν Ἰνδιῶν ἀντὶ τεΐου, εἶνε αὐτόθι ἀφιερωμένον εἰς τὴν νύμφην
Tulsi (διὸ καὶ ὀνομάζεται ὑπὸ τῶν Ἰνδιῶν Toolsie ἤ Tulsi), ἥτις, κατὰ τὰ εἰς τὴν Ἰνδικὴν μυθευόμενα,
μετεμορφώθη εἰς τὸ ἀρωματικὸν τοῦτο φ. ὡς κατὰ τὴν ἑλληνικὴν μυθολογίαν ἡ Δάφνη εἰς τὸ ὁμώνυμον
δένδρον. Τὰ φύλλα Ὤ. Τοῦ πρασίνου (O. viride ἤ febrifugum, ἀγγλ. Fever-plant ἡ Mosquito-plant), ἰθαγ.
τῆς δυτ. Ἀφρικῆς, θεωροῦνται αὐτόθι ἀντιπυρετικά καὶ χρησιμοποιοῦνται ὡσαύτως ἀντὶ τεΐου. Λέγεται ὅτι
γάστρα φέρουσα ἐν οἱονδήποτε εἶδος Ὠκίμου διατηρουμένη ἐν τῷ κοιτῶνι ἐκδιώκει τοῦς κώνωπας.
Ονομασία
Αν και το όνομά του στην επιστήμη (Ώκιμον) και τις ευρωπαϊκές γλώσσες είναι ελληνικό, ο βασιλικός
(Ocimum basilicum) είναι ένα φυτό που κατάγεται από τις τροπικές περιοχές της Ασίας και της Αφρικής.
Μεταφέρθηκε από τα πολύ αρχαία χρόνια στην Ελλάδα, όπου καλλιεργήθηκε και χρησιμοποιήθηκε ως
καρύκευμα για το έντονο άρωμά του. Στο βαρύ άρωμά του οφείλει και το αρχαίο ελληνικό του όνομα
«Ώκιμον» (=έντονο, οξύ). Είναι στενός συγγενής με πολλά άλλα αρωματικά φυτά: μέντα, δεντρολίβανο,
ρίγανη, φασκομηλιά, μαντζουράνα.
Σελίδα - 116 -
Ιστορικά στοιχεία
Στην αρχαιότητα ο βασιλικός αποτελούσε φάρμακο για την δυσκοιλιότητα και την καρδιά (Ιπποκράτης),
για οφθαλμικές παθήσεις και για την καλή λειτουργία των νεφρών (Διοσκουρίδης). Η λαϊκή ιατρική τον
θεωρεί κατάλληλο για ηρεμιστικό και για την λειτουργία του στομάχου.
Ο βασιλικός είναι γνωστός από την αρχαιότητα. Ως τόπος καταγωγής του θεωρείται η τροπική και η
υποτροπική ζώνη της Αφρικής και της Ασίας, με πρώτο κέντρο εξάπλωσης την Ινδία. Οι χριστιανοί τον
θεωρούν ευλογημένο φυτό, καθώς η Ιερά Παράδοση αναφέρει ότι η Αγία Ελένη ανακάλυψε τον Τίμιο
Σταυρό από το άρωμα του βασιλικού που φύτρωσε στο μέρος που ήταν θαμμένος, γι' αυτό ονομάζεται και
σταυρολούλουδο.
Ο Διοσκουρίδης συνιστούσε τη χρήση του βασιλικού για την αντιμετώπιση της δυσουρίας. Τα
πολτοποιημένα φύλλα του βασιλικού χρησιμοποιούνταν κατά παράδοση για τη θεραπεία των δειγμάτων
από έντομα και φίδια. Το τσάι από βασιλικό βοηθάει στην πέψη και καταπραΰνει το έντερο.
Το εκχύλισμα βασιλικού δρα ευεργετικά στις περιπτώσεις στοματίτιδας και επιχείλιου έρπητα. Συνιστάται
επίσης στις ημικρανίες, τους πονοκεφάλους, την απλή ναυτία και τη ναυτία της εγκυμοσύνης.
Μετά τη γέννηση του βρέφους λέγανε ότι 'οι γυναίκες μασάνε φύλλα βασιλικού για να αυξήσουν την
παραγωγή του μητρικού γάλατος'. Ο βασιλικός χρησιμοποιούνταν επίσης και στην αρωματοθεραπεία.
Περιγραφή
Είναι φυτό μονοετές και πολύκλαδο με πυκνό φύλλωμα και λαμπερά πράσινα και πολύ αρωματικά φύλλα.
Συστατικά
Οι χημικές ουσίες, οι οποίες βοηθούν να παραχθούν οι διακριτικές ευωδίες από πολλούς βασιλικούς,
ανάλογα με το ποσοστό τους σε κάθε συγκεκριμένη ράτσα, περιλαμβάνουν, citronellol (πελαργόνια,
τριανταφυλλιές και citronella), λιναλοόλη (linalool) (μια λουλουδένια ευωδία και στον κόλιανδρο),
myrcene (δαφνόφυλλο, myrcia), pinene (το οποίο, όπως υπονοεί και το όνομα, τη χημική ουσία που δίνει
στο έλαιο του πεύκου την ευωδία του), ocimene, terpineol, linalyl acetate, fenchyl acetate, trans-ocimene,
1,8-cineole, camphor octanane, μεθυλοευγενόλη (methyl eugenol), μεθυλοχαβικόλη (methyl chavicol),
ευγενόλη (eugenol) και beta-caryophyllene.
Θεραπευτικές Ιδιότητες
Πρόσφατα, έχουν υπάρξει πολλές έρευνες σχετικά με τα οφέλη στην υγεία, που απορρέουν από τα αιθέρια
έλαια, που βρέθηκαν στον βασιλικό. Εργαστηριακές επιστημονικές μελέτες, απέδειξαν ότι οι ενώσεις στο
αιθέριο έλαιο του βασιλικού έχουν ισχυρές αντιοξειδωτικές, αντιιικές και αντιμικροβιακές ιδιότητες και
δυνητικές για χρήση στην αντιμετώπιση του καρκίνου. Επιπλέον, ο βασιλικός έχει αποδειχθεί ότι μειώνει
την ύπαρξη συσσωμάτωσης αιμοπεταλίων και πειραματικών θρόμβων στα ποντίκια. Παραδοσιακά,
χρησιμοποιείται στην Ινδία, ως συμπληρωματική θεραπεία κατά του άγχους, του άσθματος και του
διαβήτη. Ο βασιλικός πέραν του υπέροχου αρώματος του και της χρήσης στη μαγειρική, έχει πολλές
θεραπευτικές ιδιότητες τόσο για το σώμα όσο για το πνεύμα. Οι θεραπευτικές του ιδιότητες βρίσκονται
κυρίως στο αιθέριο έλαιο του.
Ο βασιλικός είναι αντισπασμωδικός, αντισηπτικός και αντιμυκητιακός, καθιστώντας τον ιδανικό για
αντιμετώπιση παντός τύπου μολύνσεων, όπως στοματίτιδας δερματικών παθήσεων, εκζέματος, επιχείλιου
έρπητα, εκδορών αλλά και εσωτερικών μολύνσεων του πεπτικού συστήματος.
Η ισχυρή αντιοξειδωτική του δράση που οφείλεται στο πλούσιο αιθέριο έλαιο του, του δίνει την ευεργετική
ιδιότητα να προστατεύει τον οργανισμό από ελεύθερες ρίζες, να ενισχύει το ανοσοποιητικό μας σύστημα
και να προστατεύει από την εμφάνιση καρκινικών κυττάρων. Φυσικά η αντιοξειδωτική δράση συμβάλλει
επίσης στην προστασία του DΝΑ από εκφυλισμό. Η πρόληψη του καρκίνου δεν αφορά μόνο κάποια είδη
καρκίνου στα οποία έχει αποδειχτεί η προστασία, όπως του δέρματος της στοματικής κοιλότητας των
πνευμόνων, αλλά και την προστασία του οργανισμού και των υγιών ιστών από τις παρενέργειες της
ακτινοβολίας και της χημειοθεραπείας.
Προστατεύει την καρδιακή λειτουργία, καθώς πρόκειται για αντιοξειδωτικό και αντιφλεγμονώδες βότανο.
Μειώνει την αρτηριακή πίεση, έχει αντιθρομβωτική δράση, ρυθμίζει τη χοληστερίνη και μειώνει τον
Σελίδα - 117 -
κίνδυνο εμφάνισης σακχάρου, ρυθμίζοντας τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα. Είναι αποτοξινωτικός
παράγοντας βελτιώνοντας και ενεργοποιώντας τον μεταβολισμό. Συμβάλλει στην απώλεια βάρους και
προστατεύει από παχυσαρκία. Μπορεί να μην έχει την ίδια δράση με το γαϊδουράγκαθο, το ταραξάκο ή
την τσουκνίδα, αλλά συμβάλλει και ο βασιλικός στην αποτοξίνωση του ήπατος.
Το έγχυμα βασιλικού είναι πολύ χωνευτικό, τονωτικό για κουρασμένους οργανισμούς και φυσικά του
στομάχου, και διουρητικό προστατεύοντας τα νεφρά. Αντιμετωπίζει το φούσκωμα, την ενοχλητική και
κουραστική κατακράτηση υγρών, σκοτώνει τα πεπτικά παράσιτα, αντιμετωπίζει την οξύτητα στομάχου και
της κράμπες στομάχου! Ο βασιλικός διεγείρει την κυκλοφορία του αίματος με αποτέλεσμα να καθίσταται
ιδανικός για κρυολογήματα, ιγμορίτιδα και κατά των ιών. Βοηθά σε περιπτώσεις πονοκεφάλων, ναυτίας
αλλά και νευρικής ημικρανίας. Ευεργετικός επίσης είναι ο βασιλικός σε περιπτώσεις φλεβίτιδας και
ουρικής αρθρίτιδας.
Λόγω της υπεραιμίας που προκαλεί, είναι άψογο εφιδρωτικό, ενώ παράλληλα, ξεκουράζει τους
ταλαιπωρημένους μυς. Σε συνδυασμό με την αντιφλεγμονώδη δράση του, ο βασιλικός ανακουφίζει από
οιδήματα, πόνους και φλεγμονές ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Το αιθέριο έλαιο του βασιλικού, έχει ισχυρές
αποχρεμπτικές ιδιότητες, που βοηθούν σε περιπτώσεις βρογχίτιδας ή σε βαρύ κρυολόγημα και ως έγχυμα
αλλά και σε συσκευή αρωματοθεραπείας σε εισπνοές και σε εντριβές.
Μια ακόμα ιδιότητα του βασιλικού είναι η έντομο απωθητική του δράση είτε φρέσκος σε γλάστρα είτε
χρησιμοποιώντας το αιθέριο έλαιο του. Ενώ η αντισηπτική του δράση έχει αποτελεσματικότητα και σε
περιπτώσεις τσιμπημάτων από έντομα. Μια εξαιρετική ιδιότητα του βασιλικού, είναι πως θεωρείται ότι
ευνοεί την παραγωγή γάλακτος για τις μητέρες κατά την περίοδο του θηλασμού. Επιπλέον, θεωρείται
ισχυρό αφροδισιακό!
Ψυχολογικά, το αιθέριο έλαιο του βασιλικού καταπολεμά την κατάθλιψη, χαλαρώνει και ηρεμεί. Είναι
ιδιαίτερα τονωτικό τόσο για το σώμα όσο για το πνεύμα, ενώ παράλληλα ανακουφίζει από το στρες.
Αυξάνει τη συγκέντρωση και τη λειτουργία της μνήμης ενώ είναι ιδανικό σε περιπτώσεις πνευματικής
κόπωσης. Το έλαιο βασιλικού είναι άψογο για διεγερτικό και αγχολυτικό μασάζ.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή
Κόβουμε τα φύλλα που χρειαζόμαστε και κορφολογούμε συχνά, ώστε να αναπτύσσονται οι πλευρικοί
βλαστοί. Κόβουμε τις ταξιανθίες για να παρατείνουμε τη ζωή του φυτού. Όσο ο βασιλικός είναι στην ακμή
του, δηλαδή από τα τέλη της άνοιξης ώς τις αρχές του φθινοπώρου, και πριν ανοίξουν τα μπουμπούκια του
φυτού, μπορούμε να μαζεύουμε τα φύλλα του για να τα χρησιμοποιήσουμε φρέσκα, αλλά και για να τα
αποξηράνουμε ή να τα συντηρήσουμε.
Παρασκευή και δοσολογία
Έγχυμα: Σε 1 φλιτζάνι βραστό νερό, ρίξτε 1 κ.γ βότανο και αφήστε το σκεπασμένο για 10 λεπτά. Σουρώστε
και πιείτε τρεις φορές την ημέρα.
Αφέψημα: Βράστε 1 κ.γ φρέσκο βότανο σε ένα μπρίκι με νερό για 2-3 λεπτά. Αφήστε το για λίγο για να
βγουν όλα τα έλαιά του, σουρώστε και πιείτε τρεις φορές την ημέρα.
Τρόπος παρασκευής σαλάτας: Παίρνουμε τρυφερά κλαδάκια φρέσκου βασιλικού τα κάνουμε σαλάτα με
λάδι και τα τρώμε.
Νωπά φύλλα στο ψυγείο: Κόβουμε άφθονα φύλλα, τα ξεπλένουμε σε μια λεκάνη με κρύο νερό και τα
στεγνώνουμε στο περιστρεφόμενο σουρωτήρι, όπου στεγνώνουμε τα σαλατικά, ή σε καθαρές πετσέτες. Τα
τυλίγουμε είτε σε χαρτί κουζίνας είτε σε ένα καθαρό και λεπτό πανί και τα βάζουμε στη συντήρηση του
ψυγείου. Διατηρούνται έτσι για 3 - 4 ημέρες.
Στην κατάψυξη: Πλένουμε και στεγνώνουμε πολύ καλά τα φύλλα, όπως περιγράψαμε για τη συντήρηση
στο ψυγείο, και τα βάζουμε σε μικρά νάιλον σακουλάκια στην κατάψυξη. Εκεί διατηρούν σχεδόν
αναλλοίωτο το άρωμά τους, για τουλάχιστον 4 μήνες.
Αποξηραμένα φύλλα: Απλώνουμε νωπά φύλλα σε ένα στεγνό ποτηρόπανο και τα αφήνουμε σε ξηρό χώρο,
μέχρι να ξεραθούν. Στη συνέχεια φυλάμε τα φύλλα σε γυάλινο βαζάκι. Πολύ καλά αποξηραίνονται και στο
φούρνο του σπιτιού, στους 50° C, στη λειτουργία του αέρα. Για να ελέγξουμε τη σωστή ξήρανσή τους, τα
Σελίδα - 118 -
τρίβουμε ανάμεσα στα δάχτυλά μας: πρέπει να θρυμματίζονται αμέσως και να μην έχουν ελαστικότητα.
Αν τα φύλλα έχουν κρατήσει έστω και ελάχιστη υγρασία, το χρώμα τους σκουραίνει και είναι σίγουρο ότι
θα μουχλιάσουν μέσα στο βάζο τους.
Προφυλάξεις
Ο βασιλικός, καθώς και άλλα αρωματικά φυτά, όπως το μάραθο και το εστραγκόν, περιέχει εστραγόλη,
ένα γνωστό καρκινογόνο και τερατογόνο, σε αρουραίους και ποντίκια. Ενώ οι επιπτώσεις στον άνθρωπο
είναι επί του παρόντος άνευ μελέτης, η παρέκταση, χρησιμοποιώντας το σωματικό βάρος από τα πειράματα
τρωκτικών, υποδηλώνει ότι 100 - 1000 φορές την κανονική αναμενόμενη έκθεση, ακόμα πιθανώς παράγει
έναν ελάχιστο κίνδυνο καρκίνου.
Όπως πολλά βότανα, παρά τις ευεργετικές του ιδιότητες, θέλει ιδιαίτερη προσοχή κατά τη διάρκεια της
εγκυμοσύνης ή αν προσπαθείτε να μείνετε έγκυος, ενώ καλό είναι να αποφεύγεται από άτομα που είναι σε
αγωγή για χοληστερίνη καθώς μπορεί να ρίξει σε συνδυασμό, τα επίπεδα κάτω του φυσιολογικού ορίου.
Σελίδα - 119 -
Origanum dictamus κν δίκταμο, ερώντας
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Τάξη: Λαμιώδη (Lamiales)
Οικογένεια: Χειλανθή (Lamiaceae)
Γένος: Ορίγανον (Origanum)
Είδος: O. dictamnus
Φυτολογικό λεξικό Π.Γ.Γεναδίου
Ὀ, ἡ Δίκταμνος (0. Dictamnus, γαλλ. Dictame de Crete, ἀγγλ. Dittany of Crete), εἶδος ποῶδες,
·
πολυετές· ἀπαντᾶ ἀραιῶς μὲν εἰς ὀρεινοὺς τόπους τῆς Ἀργολίδος, πυκνότερον δὲ ἐν Κρήτη καλλιεργεῖται
πολλαχοῦ πρὸς κόσμον καὶ ὀνομάζεται κν. Δίκταμο, Δίταμο, Ἔροντας, Στομαχόχορτο καὶ
Μαλλιαρόχορτο. Εἰς τὸ εἶδος τοῦτο ἀναφέρεται ἡ Δίκταμνος, τὸ Δίκταμον ἤ Δίκταμνον τῶν ἀρχαίων,
περὶ οὗ ὁ Διοσκρ. πρὸς τοῖς ἄλλοις λέγει: «Φασὶ δὲ καὶ τὰς αἴγας ἐν Κρήτη, τοξευθείσας καὶ νεμηθείσας
τὴν πόαν, ἐκβάλλειν τὰ τοξεύματα». Τὴν ὑποτιθεμένην ταύτην ἰδιότητα τοῦ φ. τούτου ἀναφέρει καὶ ὁ ἕνα
περίπου αἰῶνα πρὸ τοῦ Διοσκρ. ἀκμάσας Βιργίλλιος, ὅστις συντομώτατα πλὴν εὐκρινέστατα περιγράφει
τὸ φ. ἐν τῷ ἑπομένῳ χωρίῳ: «Τότε ἡ Ἀφροδίτη, συγκινηθεῖσα ὑπὸ τῶν δεινῶν ὀδύνων τοῦ υἱοῦ της,
μεταβαίνει εἰς τὴν Κρήτην καὶ συλλέγει εἰς τὴν Ἴδην τὴν φέρουσαν γναφαλώδη φύλλα καὶ ἄνθη
πορφυρίζοντα Δίκταμνον, φυτὸν ὅπερ ἐπιζητεῖ ἡ ἀγρία αἶξ ὅταν τὸ ταχὺ βέλος τοῦ κυνηγοῦ τὴν πλήξη»
(«Αἰνειὰς» 12, 411). Ἀλλὰ καὶ παρὰ τῷ πολὺ προγενεστέρῳ τοῦ Βιργιλλίου Θεοφράστῳ γίνεται μνεία τῆς
ἰδιότητας ταύτης τῆς Δικτάμνου.
Κατά τον Χελδράϊ· τὴν ἐπουλωτικὴν ταύτην δύναμιν τοῦ Ὀ. τούτου πιστεύουσι καὶ σήμερον ἔτι οἱ
Σφακιῶται. Πολλὰς τῶν ὑπὸ τοῦ Θεοφρ. Καὶ τοῦ Διοσκρ. ἀμαφερομένων θεραπευτικῶν δυνάμεων τῆς
Δικτάμνου των ἀποδίδουσι σήμερον ὁ λαὸς τῆς μεσημ. Εὐρώπης (καὶ ἰδίως τῆς μεσημ. Γαλλίας) εἰς τὴν
τῶν νεωτέρων βοτανικῶν Δίκταμνον τὴν λευκὴν (β.λ.).
Ονομασία
Ίσως ονομασία από το «Δίκτη» + «θάμνος». Κατά το Μεσαίωνα λεγόταν «έρωντας», γιατί ο νέος που
ήθελε να εκφράσει τον έρωτά του σε μια νέα, έπρεπε να σκαρφλώσει στους γκρεμούς για να μαζέψει και
να της προσφέρει ανθοδέσμη με δίκταμο. Επίσης ονομάστηκε «χείλος της Αφροδίτης», ίσως για τον ίδιο
λόγο.
Ιστορικά στοιχεία
Οι αρχαίοι Μινωίτες γνώριζαν το ενδημικό αυτό φυτό της Κρήτης και το χρησιμοποιούσαν σε
γυναικολογικές περιπτώσεις. Τον δίκταμο εκθειάζουν για την φαρμακευτική του δράση πάνω από 20
συγγραφείς της αρχαιότητας (Αριστοτέλης, Θεόφραστος, Ιπποκράτης, Διοσκουρίδης, Πλούταρχος,
Ορειβάσιος, Γαληνός, Απούλειος, Κικέρων, Βιργίλιος, Πλίνιος κ.ά.). Το θεωρούσαν επουλωτικό πληγών
και ελκών, εκτρωτικό, εμμηναγωγό, βοηθητικό του τοκετού, καταπραϋντικό για παθήσεις του στομαχιού
και γενικότερα του πεπτικού συστήματος και για πόνους της σπλήνας, για ρευματικές - αρθριτικές
Σελίδα - 120 -
παθήσεις κ.λ.π. Ο ίδιος ο Αριστοτέλης (Περί ζώων ιστορίαν, ΧΙΙΙ.6) αναφέρει ότι όταν τα αγριοκάτσικα
του Ψηλορείτη δέχονταν τα δηλητηριασμένα βέλη των κυνηγών, έτρωγαν δίκταμο και έτσι απέβαλαν τα
βέλη και έκλειναν οι πληγές τους:« Αι εν Κρήτη αίγες όταν τοξευθωσι ζητούσι, ως εοικε, το δίκταμον το
εκεί φυόμενον. Όταν γαρ φάγωσι ευθύς εκβάλλουσι τα τοξεύματα.».Το ίδιο ισχυρίζεται ο Θεόφραστος
(Περί φυτών ιστορίας 9.16.1):«Λένε επίσης ότι η ιστορία σχετικά με τα βέλη είναι αληθινή, ότι δηλαδή αν
το φάνε αφού έχουν κτυπηθεί από βέλος, αποβάλλουν το βέλος». Αλλά και ο Διοσκουρίδης (Περί ύλης
ιατρικής 3.34): « Φάσι δε και τας αίγας εν Κρήτη τοξευθείσας και νεμηθείσας την ποάν, εκβάλλειν τα
τοξεύματα», επονομάζοντας το φυτό «βελουάξο» και «βελοτόκο». Έτσι το μεταχειρίζεται για να γιατρεύει
πολεμικά τραύματα. Ο Βιργίλιος γράφει στην Αινειάδα (12.411) για την ίαση του Αινεία: «Τότε η
Αφροδίτη συγκινημένη από τις δεινές οδύνες του γιου της, πηγαίνει στην Κρήτη και συλλέγει στην Ίδη
δίκταμο με γναφαλώδη φύλλα και ρόδινα άνθη, φυτό που επιζητεί η άγρια αίγα, όταν το ταχύ βέλος του
κυνηγού την πλήξει». Τα ίδια αναφέρονται και κατά τον Πλούταρχο.
Επίσης κατά Διοσκουρίδη το δίκταμο είναι εκτρωτικό: «Ου μόνον γαρ πινομένη αλλά και προστιθεμένη
και υποθυμιωμένη, τεθνηκότα έμβρυα εκτινάσσει». Και ο Θεόφραστος αναφέρει: «Θαυμαστόν δε τη
δυνάμει και προς πλείω χρήσιμον μάλιστα δε προς τους τόκους των γυναικών… χρώνται δε τοις φύλλοις…
χρήσιμον δε προς πολλά μεν αλλά, μάλιστα δε προς τας δυστοκίας των γυναικών ή γαρ ευτοκείν φάσι
ποιείν ή παύειν γε τους πόνους». Ένα από τα ιερά φυτά της Ήρας. Ιερό φυτό της θεάς του τοκετού
Ειλειθυίας ή Ελεύθιας, εκείνης που βοηθούσε τις γυναίκες να γεννήσουν! Αφιερωμένο στη θεά Άρτεμη,
προστάτιδα των λεχώνων, γιατί πίστευαν ότι βοηθούσε τις γυναίκες κατά τον τοκετό. Τα αγάλματά της
στέφονταν με δίκταμο («αρτεμίδιον»).
Νωρίτερα ο Ιπποκράτης το χρησιμοποιούσε εσωτερικώς ως εμμηναγωγό, ως εκτρωτικό, προς διευκόλυνση
της κύησης και της αποβολής του πλακούντα κατά τους τοκετούς, ως ωκυτόκιον (ωκύς = ταχύς και τόκος
= τοκετός) και γενικά για τις γυναικείες παθήσεις. Επίσης για τη χολή και τους πνεύμονες. Εξωτερικώς
προς επούλωση πληγών και διάλυση οιδημάτων και αποστημάτων με μορφή καταπλασμάτων. Ο Γαληνός
γράφει: «Και την δια δικτάμου σκευαζομένην έμπλαστρον ιεράν ονομάζουσι». Κρίνοντας από την
περιγραφή του Διοσκουρίδη, βοτανοπώλες πουλούσαν στη θέση του ένα σωρό άσχετα φυτά. Ο Γαληνός
αναφέρει νοθεία βοτάνων - φαρμακευτικών φυτών από βοτανοπώλες στην Κρήτη. Ο Francisco Suriano
(αρχές 16ου αιώνα) αναφέρει ότι στην Κρήτη δεν υπάρχουν δηλητηριώδη ζώα, εκτός από μια αράχνη, διότι
«στο νησί αφθονούν τα φαρμακευτικά βότανα» και «ακόμα κι αν κάποιο από αυτά μεταφερθεί εκεί δεν
πολλαπλασιάζεται». Ο Άγγλος περιηγητής Randolph μετά τον βενετοτουρκικό πόλεμο του 17ου αιώνα,
γράφει: «κάποιοι λένε ότι ο λόγος για τον οποίο κανένα δηλητηριώδες ον δεν θα ζήσει σε αυτό το νησί
είναι η μεγάλη ποσότητα δίκταμου που φύεται εδώ».
Περιγραφή
Ο Δίκταμος (Origanum dictamnus) είναι ενδημικό φρύγανο της Κρήτης και αυτοφύεται πρακτικά σε όλα
τα βουνά του νησιού κι όχι μόνο στη Δίκτη όπως το θέλει το όνομά του. Εξαπλώνεται από το επίπεδο της
θάλασσας μέχρι τα 1.600 μ. αποκλειστικά σε γκρεμνό και φαράγγια (υποχρεωτικό χασμόφυτο) και σε
κλίμα ήπιο-μεσογειακό και όχι σε ανεμόπληκτες περιοχές.. Είναι ένα μικρό φυτό με μήκος 30 έως 40 εκ.,
πολύ δυνατής οσμής και γεύσης, τα φύλλα του είναι σχετικά μικρά αλλά παχουλά, και καλύπτονται από
χνούδι, τα άνθη του έχουν βιολετί χρώμα.
Είναι πολυετές (4-5 έτη) ενδημικό φυτό που αυτοφύεται και καλλιεργείται στην Κρήτη (Έμπαρος,
Επισκοπή Κρήτης) και αντέχει στην ξηρασία. Καταλληλότερα θεωρούνται τα αμμοαργιλώδη και
στραγγιζόμενα εδάφη.
Τρόποι Πολλαπλασιασμού, με σπόρο σε σπορείο, με μοσχεύματα (τμήμα βλαστού 6-8εκ.) και με
παραφυάδες (ο καλύτερος τρόπος).
Συστατικά
Αιθέριο έλαιο υπέρυθρο, καυστικής γεύσης.Περιέχει 1 τερπενικό σώμα -την πουλεγόνη (υπεύθυνη του
ιδιάζοντος αρώματος), μία κετόνη -την καμφορά, δύο φαινόλες - την θυμόλη και την καρβακρόλη και δύο
τριτερπενικά οξέα – ουρσολικό και ολεανολικό οξύ .Οι θυμόλη και καμφορά είναι υπεύθυνες της
αντισηπτικής δράσης.
Σελίδα - 121 -
Θεραπευτικές Ιδιότητες
Εθεωρείτο στην αρχαιότητα ‘πανάκεια’. Το δίκταμο έχει αντισηπτική δράση, τονωτική και
αντισπασμωδική. Χρησιμοποιείται για την επούλωση των τραυμάτων, ως καταπραϋντικό του πεπτικού
συστήματος, καθώς και κατά της γρίπης και του κρυολογήματος. Δρα σπασμολυτικά και συμβάλει στην
πρόληψη και στην αντιμετώπιση των κυκλοφορικών και καρδιολογικών προβλημάτων, ανακουφίζει από
πονοκεφάλους, και στομαχικές διαταραχές, πονόδοντους και αποστήματα. Ενεργεί επίσης, ως
αντιδιαβητικό, εμμηναγωγό αλλά και ως αφροδισιακό (στην Κρήτη το αναφέρουν και ως «έρωντα»).
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή
Συλλέγεται στο στάδιο της άνθησης (χωριστά οι ανθοφόροι βλαστοί από τα υπόλοιπα μέρη του φυτού).
Γίνονται 2-4 συλλογές. Η ξήρανση πραγματοποιείται σε σκιά. Η συλλογή φύλλων και κορυφάδων γίνεται
κατά την ανθοφορία (μέσα Ιουλίου συνήθως).
Παρασκευή και δοσολογία
Χρησιμοποιείται στην ποτοποιία (Vermouth, Martini, Campari) και ως αφεψήμα, αντικαθιστώντας το τσάι
με αναλογία 1 γρ δίκταμο με 100 γρ νερό.
Εσωτερικώς με μορφή εγχύματος ή δικταμινούχου οίνου(20-30 γρ. φύλλων ανά λίτρο λευκού κρασιού).
Επί νοσημάτων του πεπτικού συστήματος (δυσπεψίες, γαστραλγίες, έλκη, εντερικές παθήσεις). Επειδή
καταπραΰνει γαστρίτιδα και στομαχόπονο ονομάζεται και στομαχόχορτο. Ως ανθελμινθικό,
αντιοξειδωτικό και τονωτικό σε εξάντληση του οργανισμού. Με την ίδια μορφή ως εμμηναγωγό επί
αμηνόρροιας, ως καταπραϋντικό των πόνων σε δυσμηνόρροια, ως αντισηπτικό, στυπτικό, αποχρεμπτικό,
κατά της αμυγδαλίτιδας, του κρυολογήματος, του βήχα και του πονόλαιμου. Ως καταπραϋντικό του
πονοκεφάλου και της νευραλγίας. Επειδή σταματά τους πόνους της περιόδου και το κρύωμα λέγεται και
σταματόχορτο.
Εξωτερικώς ως κατάπλασμα προς διάλυση αποστημάτων, επούλωση πληγών (με αντισηπτική,
αντιμικροβιακή δράση) και ως αιμοστατικό. Επειδή καταπραΰνει τους ερεθισμούς μέσα στο στόμα
ονομάζεται και στοματόχορτοκι αφού σταματά την αιμορραγία, σταματόχορτο. Παραδοσιακά τα
καταπλάσματα χρησιμοποιούνται και για το συκώτι. Οι ρίζες κρύβουν αναλγητικές ιδιότητες.
Χρησιμοποιείται σε δάγκωμα από φίδι. Υπεισέρχεται στην κατασκευή φαρμάκων: βάλσαμο Fioraventi,
θηριακή, Diascordium (Γαλλία) κατά της διάρροιας. Επίσης χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία, την
Ποτοποιία (βενεδικτίνη, Martiniκ.λ.π.), ως καλλωπιστικό αλλά και ως απλό ρόφημα.
Προφυλάξεις
Απαγορεύεται η λήψη του κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης και σε γυναίκες που θηλάζουν.
Σελίδα - 122 -
Origanum heracleoticum κν ρίγανη
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Τάξη: Λαμιώδη (Lamiales)
Οικογένεια: Χειλανθή (Lamiaceae)
Γένος: Ορίγανον (Origanum)
Είδος: O. Heracleoticnm
Φυτολογικό λεξικό Π.Γ.Γεναδίου
Ὀρίγανον (Origanum, γαλλ. Origan, τ. Χειλανθῶν)· γ. περιλ. περὶ τὰ. 25 εἴδη, τὰ πλεῖστα ἰθαγ. τῶν
παραμ. χωρῶν· φ. ποώδη καὶ φρυγανώδη, πάντα ἀρωματικά, τινὰ κοσμητικά, ἀρτυματικὰ καὶ μυρεψικά.
Εἴδη τῆς ἑλλην. χλωρ. 10.
Ὀ. τὸ ἡρακλεωτικὸν (O. Heracleoticnm Siplt. ἤ O. Smyrnaicum S. et S., ἤ O. hirtum Link, ἤ O. Onites
L., ἤ O. parviflorum, Urv., ἤ O. neglectum Vog., ἤ O. creticum L. τουρ., Κιοκιοῦ), ἡ κατ’ ἐξοχὴν Ῥίγανη
τοῦ λαοῦ, ἥτις ἐν Κύπρῳ ὀνομάζεται Ῥίανο, Ῥούανο ἤ Ῥούβανο. Εἰς τὸ φ. τοῦτο ἀναφέρεται τὸ Ὀρίγανον
τοῦ Θεοφρ. καὶ ἡ ἡρακλεωτικὴ Ὀρίγανος τοῦ Διοσκρ. Εἶνε δὲ τοῦτο φρυγανῶδες, ἀρτυματικόν, μυρεψικὸν
καὶ κοινὸν πολλαχοῦ τῆς Ἑλλάδος καὶ τῆς Ἀνατολῆς. Ἀπαντᾶ εἰς τόπους ὀρεινούς, ὑπὸ πολλὰς δὲ
διαφοράς, ὅθεν καὶ τὰ πολλὰ τοῦ εἴδους συνώνυμα, ἐξ ὧν ὁ Halacsy παρεδέχθη τὸ διοσκορίδειον,
ἡρακλεωτικὸν Ὀ. Ἐκ τοῦ εἴδους τούτου ἰδίως λαμβάνεται τὸ ἐρυθρὸν ὀριγανέλαιον τοῦ ἐμπορίου (γαλλ.
essence d’ Origan de Crete, ἀγγλ. Red Thym Oil). Εἰς τὴν Κύπρον, ἔνθα τὸ φ. τοῦτο ἀπαντᾶ πυκνῶς
φυόμενον, εἰσήχθη ὑφ’ ἡμῶν ἡ βιομηχανία τῆς ἐν ποςῷ παραγωγῆς ὀριγανελαίου, ἥτις καὶ διεξάγεται
ἐπικερδῶς ἀπὸ τοῦ 1899. Πρὸς λῆψιν τοῦ ἐλαίου τούτου ἀποστάζονται οἱ κόρυμβοι τοῦ φ. ἐξ 25 δὲ ἕως 28
ὀκ. τοιούτων νωπῶν επιτυγχάνεται μία ὀκὰ ὀριγανελαίου τιμωμένου ἐν Ἀγγλίᾳ περὶ τὰ 15 φρ. Τὸ
ὀριγανέλαιον χρησιμοποιεῖται ἰδίως εἰς τὴν κατασκευὴν μυρεψικῶν σαπώνων, ἀλλ’ εἶνε καὶ πρωτίστης
ποιότητος ἀντισηπτικὴ καὶ ἀντιμιασματικὴ οὐσία. Τῷ 1898 ἐν Πύργῳ τῆς Τηλιριᾶς (διαμερίσματος
Λευκωσίας) ἔνθα ἠσχολούμην εἰς τὴν ἀπόσταξιν τοῦ ὀριγανελαίου, χωρικὸς πάσχων ἐκ χρονίας
πνευμονίας, καθ’ ἧς οὐδέν τῶν ὑποδειχθέντων αὐτῷ θεραπευτικῶν μέσων ἴσχυσε, παρατηρήσας ὅτι
ὠφελεῖτο κάπως ἐκ τῆς τυχαίας εἰσπνοῆς τῶν κατὰ τὴν παραπλεύρως τῆς οἰκίας του ἐνεργουμένην
ἀπόσταξιν τοῦ ὀριγάνου ἐκπεμπομένων ἀτμῶν, προσήρχετο καὶ ἵστατο παρὰ τὸν ἄμβυκα ὁσάκις ἐκενοῦτο
ὁ λέβης· διὰ τὴν οὕτω δὲ τρὶς καὶ τετράκις τῆς ἡμέρας εἰσπνοῆς ἀφθόνων κεκορεσμένων μὲ ὀριγανέλαιον
ἀτμῶν ἐθεραπεύθη τελείως ἐντός τινων ἡμερῶν. Ἀποτελεσματικὴ λέγεται ἡ χρῆσις τοῦ ὀριγανελαίου καὶ
κατὰ τῆς ὀδονταλγίας (δι’ εἰσαγωγῆς εἰς τὴν ὀπὴν τοῦ πάσχοντος ὀδόντος ὀλίγου βὰμβακος
ἐμπεποτισμένου ἐν τῷ ἐλαίῳ τούτῳ) καὶ κατὰ τῶν ρευματισμῶν (δι’ ἐντριβῶν). Εἶνε δὲ τὸ αἰθέριον τοῦτο
ἔλαιον καυστικώτατον, διὸ δέον νὰ γίνεται χρῆσις αὐτοῦ ἐν μέτρῳ καὶ μετὰ μεγάλης προσοχῆς.
Ονομασία
Η ρίγανη (Ορίγανο) είναι γνωστή από την αρχαιότητα σαν αρτυματικό φυτό (μπαχαρικό). Το όνομα
προέρχεται από τις λέξεις όρος και γάνος (λαμπρότητα) και σημαίνει το φυτό που λαμπρύνει το βουνό.
Από την Ομηρική εποχή επικράτησε να λέγεται οριγανίων εκείνος που έτρωγε ρίγανη.
Σελίδα - 123 -
Ιστορικά στοιχεία
Ο πατέρας της Ιατρικής Ιπποκράτης (5ος αιώνας π.Χ.) χρησιμοποιούσε τη ρίγανη για την θεραπεία της
γαστραλγίας, παθήσεων του αναπνευστικού συστήματος κ.α. Πολλά αναφέρουν για αυτό ο Θεόφραστος
(372-287 π.Χ) στο βιβλίο του «Περί φυτών ιστορίαι» και ο Διοσκουρίδης (1ος αιώνας μ.Χ.) στο έργο του
«Περί ύλης ιατρικής». Εξάλλου η αρχαίοι τοποθετούσαν στους τάφους φυτά ρίγανης γιατί πίστευαν ότι ο
νεκρός κοιμάται ήσυχα. Επίσης στις γαμήλιες τελετές τα νεαρά ζευγάρια στεφανώνονταν με φυτά
μαντζουράνας που είναι ένα από τα είδη «Οριγάνου», γιατί πίστευαν ότι αυτά αναπτύχθηκαν από την
Αφροδίτη που όταν τα άγγιξε πήραν το άρωμά της.
Η παράδοση της χρησιμοποιήσεως της ρίγανης για θεραπευτικούς σκοπούς συνεχίστηκε αργότερα και
έφτασε μέχρι την εποχή μας. Έτσι ο πατέρας της «ερμητικής» ιατρικής Παράκελσος (1493 – 1541) την
χρησιμοποίησε για την θεραπεία διαφόρων παθήσεων, ενώ ο λαός μας την θεωρεί σαν φυτό τονωτικό,
ευστόμαχο, διεγερτικό, διουρητικό, καθαρτικό, εμμηναγωγό και ανθελμινθικό. Επίσης αναφέρεται σαν
φάρμακο για την ψωρίαση, την επιληψία, την τερηδόνα, τους κολικούς, καθώς και για το φύτρωμα των
μαλλιών.
Περιγραφή
Ρίγανη πολυετής πόα, με δυνατό βλαστό, μικρά φύλλα και χαρακτηριστική μυρωδιά. Χρώμα άνθους λευκό
με ύψος μέχρι 40 εκ. και ρυθμό ανάπτυξης μέτριο.
Συστατικά
Σαν βότανο αν και μοιάζει με τα άλλα είδη ρίγανης έχει την ιδιαιτερότητά της λόγω του αιθέριου λαδιού
της. Επίσης η ρίγανη περιέχει ρητινώδη, κόμμι, καμφορά και δριμύ αρωματικό, ταννίνες, οριγανένιο. Η
ρίγανη αποτελεί ένα πολύ σημαντικό φυτικό είδος διότι περιέχει συστατικά με πολύ σημαντική βιολογική
δράση. Οι κύριες ουσίες που βρίσκονται στο αιθέριο έλαιο και στις οποίες αποδίδονται οι βιολογικές
δράσεις είναι η καρβακρόλη (5-isopropyl-o-cresol, 5-isopropyl-2-methylphenol - C10H13OH), και η
θυμόλη (6-isopropyl-m-cresol - C10H14O) δυο φαινολικές ενώσεις που δρουν συνεργιστικά
(συνδιαστικά). Εκτός όμως από αυτές τις δυο ουσίες, σε μικρότερες ποσότητες ανιχνεύονται οι: α-pinene,
linalyl acetate, camphene, methylcarvacrol, β-bisabolene, 6-methyl-3-heptanol, p-cimene, calemene, p-
cimene-8-ol, β-caryophyllene, myrcene, cineole, phellandrene, cis-dihydrocarvone, β-pinene, cis-sabinene
hydrate, sabinene, cymene, spartholerol, decane, γ-terpinene, germacrene D, terpinen-4-ol, carvacrol
acetate, terpinolene, hexanal, limonene, trans-dihydrocarvone, linalool, undecane.
Θεραπευτικές Ιδιότητες
Η ρίγανη είναι αντιοξειδωτική. Χρησιμοποιείται σε σπασμούς μυών, δηλητηριάσεις, κολικούς. Με
καταπλάσματα χρησιμοποιείται σε πρηξίματα και πληγές που πυορροούν. Χρησιμοποιείται για να μην
χαλάσουν τα κρέατα. Οι κυνηγοί, όταν σκοτώνουν θήραμα, το ξεκοιλιάζουν και το γεμίζουν με φρέσκια
ανθισμένη ρίγανη για να μην χαλάσει μέχρι να πάνε σπίτι τους. Χρησιμοποιείται στην κουζίνα γιατί είναι
γευστική.
Είναι ορεκτική, ευστόμαχη, τονωτική, προφυλάσσει από δυσπεψίες, ανορεξία και υποτονικότητα.
Βοηθά στην έκκριση των υγρών από τους αδένες του γαστρεντερικού συστήματος, βοηθάει στην
περισταλτική κίνηση των εντέρων και καταπολεμά τη δυσκοιλιότητα. Ανακουφίζει από τα αέρια στα
έντερα και προφυλάσσει από κολικούς και τονώνει τη λειτουργία της χολής και του συκωτιού. Είναι πολύ
καλή για όλο το γαστρεντερικό σύστημα.
Βοηθά σε προβλήματα αναπνευστικού συστήματος σαν αποχρεμπτική, αντισηπτική και αποσυμφορητική
και χρησιμοποιείται σε φλεγμονές, γρίπες και κρυολογήματα, σε εμπύρετες καταστάσεις, σε άσθμα, χρόνια
βρογχίτιδα και κοκκύτη, ακόμη και σε περιπτώσεις φυματίωσης. Επιδρά στο κεντρικό νευρικό σύστημα
κατευναστικά και χρησιμοποιείται σε νευρική υπερένταση, αϋπνία, νευρικό πονοκέφαλο και σε
παθολογικό σεξουαλικό ερεθισμό. Είναι εμμηναγωγό, χωρίς όμως κίνδυνο αποβολής σε περιπτώσεις
εγκυμοσύνης. Είναι διουρητική και βοηθά σε περιπτώσεις κατακράτησης των ούρων. Χρησιμοποιείται
στους χρόνιους ρευματισμούς και στο στραβολαίμιασμα. Είναι τονωτική σε αναιμία από έλλειψη σιδήρου.
Είναι παρασιτοκτόνο για τη φθειρίαση. Έχει θεραπευτικές ιδιότητες για τον καρκίνο του προστάτη, την
καλοήθη υπερτροφία του προστάτη και την προστατίτιδα.
Σελίδα - 124 -
Οι παραπάνω θεραπευτικές ιδιότητες αποδίδονται στις πολυφαινυλικές ενώσεις, στις πικραντικές ουσίες
και στο αιθέριο έλαιο που περιέχει η ρίγανη. Το τελευταίο (ριγανέλαιο) λαμβάνεται με απόσταξη και
χρησιμοποιείται εκτός από την φαρμακευτική και στην αρωματοποιία και τις βιομηχανίες τροφίμων. Το
αποξηραμένο υπέργειο τμήμα της (φύλλα και άνθη) χρησιμοποιείται κυρίως σαν άρτυμα και σε μερικές
περιπτώσεις για τον αρωματισμό της μπύρας και σάλτσας ορισμένων φαγητών.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή
Το Origanum heracleoticum 30-80 cm ύψος, ανθίζει τους μήνες Ιούνιο έως και Αύγουστο, ενώ τα άνθη της
είναι λευκά και σπανιώτερα ροζ. Την συναντάμε σε όλη την Ελλάδα. Ευδοκιμεί σε ημιορεινές περιοχές και
σε ασβεστούχα χωράφια. Χρησιμοποιείται ολόκληρο το φυτό ανθισμένο και το αιθέριο έλαιο. Μπορεί να
χρησιμοποιηθεί φρέσκο ή αποξηραμένο
Το αιθέριο έλαιο της Ελληνικής ρίγανης χρησιμοποιείται ευρύτατα τόσο στην αρωματοθεραπεία και στη
παραδοσιακή ιατρική , όσο και στη σαπωνοποιία και στη βιομηχανία τροφίμων .
Η ρίγανη καλλιεργείται είτε για την χρησιμοποίηση της σαν μπαχαρικό είτε για την παραλαβή του αιθέριου
ελαίου που όπως προ αναφέρθηκε έχει πολύ σημαντικές βιολογικές δράσεις. Το αιθέριο έλαιο είναι υγρό
με κιτρινωπό έως κόκκινο - κιτρινωπό χρώμα και έχει δυνατό άρωμα θυμαριού με έντονη γεύση.
Η κύρια μέθοδος παραλαβής του είναι με απόσταξη με τη βοήθεια ατμού. Περί τα τέλη Ιουνίου κάθε χρόνο
τα ώριμα φυτά συγκομίζονται και αφού επιλεχτούν τα καλύτερα αφήνονται να στεγνώσουν για μια με δυο
μέρες σε σκιερό και αεριζόμενο περιβάλλον. Στη συνέχεια και αφού δεματοποιηθούν μεταφέρονται στον
αποστακτήρα. Η ξηρή μάζα μπαίνει στον κυρίως θάλαμο του αποστακτήρα και καθώς περνάει από μέσα
της ο καυτός ατμός παρασύρει τα πτητικά αιθέρια έλαια. Αυτά στη συνέχεια υγροποιούνται και μαζεύονται
σε ειδικά δοχεία. Η απόδοση κυμαίνεται 4-6 kg αιθέριου ελαίου ανά 100 kg ξηρής μάζας.
Παρασκευή και δοσολογία
Έγχυμα: Αφήνετε μια κουταλιά της σούπας ρίγανης σε ένα ποτήρι καυτό νερό ή 15 γραμμάρια ρίγανης σε
ένα λίτρο νερό ή 4 γραμμάρια σκόνη σε 1 λίτρο νερό, για 5-10 λεπτά και σουρώνετε και πίνετε ένα ποτήρι
τρεις φορές την ημέρα μισή ώρα πριν ή μετά το φαγητό για όλες τις ιδιότητες. Η σκόνη σε ρίγανη προκαλεί
και πτάρνισμα.
Αφέψημα: Βράζετε καλά για 20 λεπτά, μέχρις ότου γίνει σκούρο το νερό, μια χούφτα ρίγανη σε ένα λίτρο
νερό και σουρώνετε. 3 φλιτζανάκια του καφέ κάνουν για τη διάρροια.
Εισπνοές με ρίγανη: Ενώ, βράζει το αφέψημα, σκεπαζόσαστε με μια πετσέτα και εισπνέετε τους υδρατμούς
της ρίγανης, γιατί βοηθά στα αναπνευστικά προβλήματα. Επίσης, αν στο αφέψημα αυτό προσθέσετε μια
χούφτα πίτουρα να βράσουν για λίγα λεπτά, μετά τα αφήνετε να γίνουν χλιαρά και τα κάνετε κατάπλασμα
σε ρευματικούς και αρθριτικούς πόνους. Το ριγανόνερο κάνει και για τους πόνους των δοντιών.
Αιθέριο λάδι: Χρησιμοποιείται στην αρωματοποιϊα, για αρωματισμό σαπουνιών και οδοντόκρεμων, για
παραγωγή μύρων και για φάρμακα για την ανορεξία, αεροφαγία και το στομαχόπονο. Το λάδι ρίγανης
(ριγανόλαδο) χρησιμοποιείται σαν κατευναστικό των πόνων των χαλασμένων δοντιών. 4 σταγόνες σε μια
κουταλιά μέλι 3 φορές ημερησίως. 10 σταγόνες αιθέριο έλαιο σε ένα ποτήρι νερό κάνει, επίσης, για τον
πονόδοντο. Το αιθέριο έλαιο είναι καλό για εντριβές σε ρευματισμούς.
Αντιρευματική λοσιόν: 5 γραμμάρια αιθέριο λάδι ρίγανης και 95 γραμμάρια αλκοόλης από δενδρολίβανο.
Για το στραβολαίμιασμα και τους ρευματισμούς.
Αν προσθέσετε ρίγανη στο λουτρό έχει καταπραϋντική δράση σε νευροψυχιατρικές διαταραχές.
Προφυλάξεις
Μη τη χρησιμοποιείται αλόγιστα. Αποφύγετε τη θεραπευτική χρήση της στην εγκυμοσύνη. Μην τρώτε
ρίγανη, αν πίνετε αλκοόλ.
Σελίδα - 125 -
Origanum majorana, κν ματζουράνα
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Τάξη: Λαμιώδη (Lamiales)
Οικογένεια: Χειλανθή (Lamiaceae)
Γένος: Ορίγανον (Origanum)
Είδος: O. majorana
Όνομα
Διατροφική αξία Ίχνη μετάλλων (Trace metals) Βιταμίνες
100 g (3.5 oz)
Θερμίδες (Calories) 271 Ασβέστιο (Calcium) 1.990 mg Α: 8.068 IU
Υδατάνθρακες 61 g Σίδηρος (Iron) 82,7 mg B6: 1,2 mg
(Carbohydrates)
Φυτικές Ίνες 40 g Μαγνήσιο(Magnesiumn) 346 mg B12: 0 µg
(Fibers)
Λιπαρά (Fat) 7 g Κάλιο (Potassium) 1.522 mg C: 51,4 mg
Κορεσμένα λιπαρά 0,5 g Νάτριο (Sodium) 77 mg D: 0 IU
Πολυακόρεστο λιπαρό 4,4 g
οξύ Μονάδες μέτρησης
μg = micrograms,
Μονοακόρεστο 0,9 g mg = milligrams
λιπαρό οξύ
IU = International units
Ζάχαρη (Sugar) 4,1 g
Φυτολογικό λεξικό Π.Γ.Γεναδίου
Ὀρίγανον (Origanum, γαλλ. Origan, τ. Χειλανθῶν)ׄ γ. περιλ. Περὶ τὰ 25 εἴδη, τὰ πλεῖστα ἰθαγ. Τῶν παραμ.
Χωρῶνׄ φ. ποώδη καὶ φρυγανώδη, πάντα ἀρωματικά, τινὰ κοσμητικά, ἀρτυματικὰ καὶ μυρεψικά. Εἴδη τῆς
ἑλλην. χλωρ. 10.
Ἐκ των ἐξωτικῶν εἰδῶν τὸ ἀξιολογώτερον εἴνε Ὀ. Τὸ Ἀμαράκον (Ο. Majorana ή Majorana hortensis, γαλλ.
Marjolaine ά coquille, ἀγγλ. Sweet ἤ Knotted Marjoram), ἡ xv. γνωστοτάτη Μαντζουράνα, μικρόν,
ἀρωματικὸν φρύγανον ἤ μᾶλλον φ.ποῶδες πολυετὲς, πολὺφυλλον δὲ, πολύκλωνον, γλαυκόφυλλον,
Σελίδα - 126 -
εὐωδὲστατον καὶ ἰθαγ. τῆς Ἀνατολῆς (1) καί τινων παραμ. χωρῶν. Θεραπεύεται πολλαχοῦ ἀπὸ τῆς
ἀρχαιότητος ὡς κοσμητικόν, μυρεψικὸν καὶ ἀρτυματικόν εἴνε ὁ ἥμερος, στεφανωματικός, ἀείφυλλος
Ἀμάρακος τοῦ Θεοφρ. καὶ ἡ πολύκλωνος, ἕρπουσα ἐπὶ τῆς γῆς πόα τοῦ Διοσκρ., ἥν οὗτος ὀνομάζει
Σάμψυχον, λέγων ὅτι ὑπὸ τῶν Κυζικινῶν καὶ τῶν Σικελῶν ἐκαλεῖτο Ἀμάρακον ὑπὸ δὲ τῶν Ῥωμαὶων
Μαντζουράνα (ὅθεν τό ἰταλ. Maggiorara καὶ τὸ γαλλ. Marjolaine), ὄνομα ὅπερ κατὰ τὸν Κοραῆν εἶνε αὐτό
(2)
τοῦτο τὸ Ἀμάρακον «χυδαϊσθὲν ἀπὸ τὸν παρακμ. λατν. εἰς τὸ Maioraca , ὅθεν ἐγεννήθη ἡ κοινῶς σήμερον
ὀνομαζομένη Μαντζουράνα» («Ἄτακτα», Δ’,416). Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἀθήναιος ὑπό τά ὀνόματα Ἀμάρακος καὶ
Σάμψουχον (3) (καὶ ἀλλαχοῦ Σάμψυχον -IE, 676,d) ἀναφέρει τὸ φυτόν. Κατά τόν Διοσκρ. Τὸ φ. τοῦτο
εἰσήγετο εἰς τὴν σκευασὶαν τοῦ ἀμαρακίνου μύρου. Ἐντούτοις ὁ Θεοφρ. λέγει: «τὸ δὲ ἀμαράκινον τὸ
χρηστόν ἐκ τῶν βελτίστων ἀρωμάτων συντὶθεσθαι χωρὶς ἀμαράκουׄ τούτῳ δ’οὐ συγχρῆσθαι μόνῳ τῶν
ἀρωμάτων τοὺς μυρεψούς οὐδ’ εἰς ἕν μύρον, ἀλλὰ ψευδώνυμός τις ἡ ἐπίκλησις» («Περὶ Ὀσμών» 30). Ὀ.
Τὸ Ἀμάρακον πανταχοῦ τῆς Ἀνατολῆς συνηθέστατα καλλιεργεῖται εἰς τοὺς κήπους ἤ ἐν γάστραις ὡς εἶδος
μυριστικόν, πολλαχοῦ δε τής Εὐρώπης καὶ ὡς ἀρτυματικόν. Δι’ ἀποστάξεως δέ τοῦ χόρτου καὶ τῶν
ἀνθοφόρων κλωνίων του ἐπιτυγχάνεται αἰθέριον ἔλαιον χρήσιμον εἰς την κατασκευὴν μυρεψικῶν
σαπώνων. Τὰ σπέρματά του εἶνε μικρότατα καὶ εὐώδη, χρησιμοπιοῦνται δὲ ὡς πυρῆνες εἰς τὴν κατασκευὴν
τῶν λεπτότατων κομφέτων. Πάντα τὰ Ὀ. εἶνε ἐκλεκτὰ μελιγόνα φ. πολλαπλασιάζονται δὲ εὐχερῶς διά
σπορᾶς, μοσχευμάτων καὶ παραφυάδων.
(1) Εἰς τήν Τοσκάνην τό φ. τοῦτο ὀνομάζεται Persa ή Persia, εἰσήχθη δὲ ἐκεῖ, κατὰ τὸν Ματθαὶολον,
ἐκ Περσὶας, ἔνθα ἀπαντᾶ αὐτοφυόμενον («Intr. Di var. piande nell agricoltura Toscana» - Ant. Targioni-
Tozzetti, σελ. 83).
(2) Ὁ Βιργὶλλιος τὸ ὀνομάζει Amaracon («Αἰνειὰς» 1,693).
(3) «Διοκλῆς δ’ ἐν τῷ περὶ Θανάσιμων φαρμάκων Ἀμάρακον, φησίν, ὅν Σάμψουχόν τινες καλοῦσιν»
(ΙΕ,681,β').
Ονομασία
Μαντζουράνα, Φυτό ποώδες με πολλές παραφυάδες, με φύλλα μικρά και μυρωδάτα, συγγενικό της
ρίγανης. Τα άνθη της είναι φαιά με λέπια. Ανθίζει από Ιούλιο μέχρι Σεπτέμβριο. Στην Ελλάδα υπάρχει σαν
αυτοφυές ωστόσο συνηθίζεται να καλλιεργείται από την αρχαιότητα. Οι αρχαίοι Έλληνες το εκτιμούσαν
πολύ και γνώριζαν τις φαρμακευτικές του ιδιότητες.
Ιστορικά στοιχεία
Η μαντζουράνα είναι γνωστή από την αρχαιότητα, στους Έλληνες, Ρωμαίους, Αιγύπτιους και Άραβες, για
τους οποίους υπήρξε το σύμβολο της ευτυχίας. Οι αρχαίοι Έλληνες που έμεναν στη σημερινή Συρία
έφτιαχναν από τη μαντζουράνα, ένα πολύ δυνατό άρωμα που ονόμαζαν «αμαρακίνον» ή «σαμψύχινον».
Το προμηθευόντουσαν οι γυναίκες της Αθήνας και όπως αναφέρεται ήταν τόσο ευώδες και δυνατό ώστε
προκαλούσε πονοκέφαλο.
Στην Αίγυπτο, τη χρησιμοποιούσαν για να ξεπερνούν το συναίσθημα της λύπης. Ο Ιπποκράτης τη
χρησιμοποιούσε σαν αντισηπτικό, ο Διοσκουρίδης για τους κολικούς και την υδρωπικία και σαν γενικό
τονωτικό του οργανισμού. Τη χρησιμοποιούσαν επίσης σαν χωνευτικό, ο Γαληνός, ο Πλίνιος και ο
Θεόφραστος. Κατά το Μεσαίωνα, τη θεωρούσαν κατάλληλο φάρμακο για το κρυολόγημα, ως
αποχρεμπτικό και ακόμη για τον πονόδοντο.
Περιγραφή
Η ματζουράνα (Ορίγανον η μαντζουράνα, λατ. Origanum majorana) είναι αγγειόσπερμο, δικότυλο,
πολυετές φυτό το οποίο ανήκει στην τάξη λαμιώδη και στην οικογένεια χειλανθή, είναι δε συγγενικό φυτό
με τη ρίγανη. Αναφέρεται στον Ψαλμό Ν΄(51), στίχο 9, ως ύσσωπος. Είναι ιθαγενές των χωρών της
Μεσογείου με 6 είδη ποωδών φυτών. Το πιο σημαντικό είδος είναι η ματζουράνα ορίγανο ή κοινή, το ύψος
της φτάνει τα 60 εκατοστά, ο βλαστός είναι τετραγωνικός, πολύκλαδος.
Σελίδα - 127 -
Συστατικά
Η μαντζουράνα είναι μια από της ισχυρότερες πηγές φυσικών αντιοξειδωτικών - όπως η ρίγανη, το θυμάρι,
η λεβάντα, το δεντρολίβανο, η τριγωνέλλα, ο ύσσωπος, το φασκόμηλο και ο γλυκάνισος και περιέχει ένα
πλήθος άλλων θρεπτικών συστατικών όπως ιχνοστοιχεία, μέταλλα, βιταμίνες και αιθέρια έλαια.
Τα βασικότερα έλαιά της είναι cis-sabinene-hydrate/ terpinen-4 και carvacrol/thymol, ισχυρότατα
αντιοξειδωτικά και τα δύο με περιεκτικότητα από 0,5 έως και 4%. Τα βασικότερα αντιοξειδωτικά της είναι
η terpinolene, γ-terpinene, α-terpineol, β-Caryophyllene, glycosides, flavonoids, tannins, phenolic acids
όπωs labiatico και rosmarinic, steroids, triterpenoids όπως το oleanolic acid – ηπατοπροστατευτικό – και
το ursolic acid. Μελέτη απέδειξε ότι το ursolic acid της μαντζουράνας εμφανίστηκε να είναι ένας ισχυρός
αναστολέας της ακετυλοχολινεστεράσης (AChE) η οποία καταστρέφει ένα νευροδιαβιβαστή - την
ακελυλοχολίνη που σαν αποτέλεσμα - μαζί με άλλους παράγοντες - έχει την ασθένεια του Alzheimer. Άλλα
φρούτα και βότανα που περιέχουν αυτό το ισχυρό τριτερπένιο - το ursolic acid - είναι τα μήλα που οι
φλούδες του περιέχουν μεγάλες ποσότητες ursolic acid, ο βασιλικός, τα μύρτιλλα, τα βατόμουρα, η μέντα,
το δεντρολίβανο, η λεβάντα, η ρίγανη, το θυμάρι, ο κράταιγος και τα δαμάσκηνα.
Τα μέταλλα και τα ιχνοστοιχεία της είναι σίδηρος, φώσφορος, κάλιο, ασβέστιο, ψευδάργυρoς, μαγγάνιο
και η βιταμίνες της, βιταμίνη C, νιασίνη (Β3), βιταμίνη Β6, βιταμίνη Α, φολικό οξύ, βιταμίνη Κ και β –
καροτίνη, αποτελείται δε από 40% φυτικές ίνες.
Βέβαια αυτό που πρέπει να γνωρίζουμε είναι ότι πάντα η περιεκτικότητα των ουσιών εξαρτώνται από την
περιοχή που αναπτύχθηκε το φυτό.
Θεραπευτικές Ιδιότητες
Οι ιδιότητες της μαντζουράνας είναι πολλές και θαυμαστές και αυτές είναι, ανοσοδιεγερτικές,
ανοσοτροποποιητικές, αντισπασμωδικές και ηρεμιστικές που κάνουν τη μαντζουράνα θαυμάσιο ρόφημα
για την αϋπνία, ποτέ όμως σε μεγάλες δόσεις διότι μπορεί να προκαλέσει ζαλάδες και παραισθήσεις.
Επίσης ιδιότητες τονωτικές και καταπραϋντικές του νευρικού συστήματος ιδανικές σε άγχος και σε
κατάθλιψη (ιδανικός ο συνδυασμός της με το μελισσοβότανο ), σε υπερευαισθησίες, σε αϋπνίες, σε
ημικρανίες, σε ίλιγγο, σε επιληψία και σε απώλεια μνήμης.
Έχει ιδιότητες αντιδιαβητικές, γαστροπροστατευτικές και καταπραϋντικές για τα προβλήματα του
στομάχου και όλου του γαστρεντερικού συστήματος, ισχυρές μυοχαλαρωτικές και αναλγητικές για
μυϊκούς πόνους, διαστρέμματα, στραμπουλίσματα και νευραλγίες. Επίσης αντισηπτικές, αντιμικροβιακές,
ισχυρές αντιμυκητιακές, ισχυρές αντιβακτηριακές (πολύτιμη η βοήθεια της μαντζουράνας στη θεραπεία
του τυφοειδούς πυρετού), αποχρεμπτικές, εφιδρωτικές. Ιδανική για τις παθήσεις του αναπνευστικού
συστήματος όπως το νευρικό βήχα, το κρυολόγημα (παρόμοια θεραπευτική του δράση με την ρίγανη), τις
αμυγδαλές, τη βρογχίτιδα, το άσθμα τις φλεγμονές των ούλων και της γλώσσας, και το σταμάτημα του
λόξιγκα . Ιδιότητες χωνευτικές, σπασμολυτικές, αντιεμετικές, ιδανική για τις ανωμαλίες του πεπτικού
συστήματος καθώς ανακουφίζει από το μετεωρισμό και τη δυσπεψία, διουρητικές, αγγειοδιασταλτικές,
υποτασικές, αντιοξειδωτικές, χολαγωγές.
Επίσης ευρήματα ερευνών παρέχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η μαντζουράνα μπορεί να είναι ένα πολλά
υποσχόμενο χημειοπροστατευτικό και θεραπευτικό βότανο για τον καρκίνο γενικά και ειδικά για τον
καρκίνο του μαστού και τις μεταστάσεις του επιβεβαιώνοντας έτσι και την εναλλακτική της ιατρική χρήση.
Το συμπέρασμα δε άλλης μελέτης ήταν πως τα εκχυλίσματα της μαντζουράνας εμφανίζουν αντι-καρκινική
και ισχυρή αντιοξειδωτική δράση η δε αντι-πολλαπλασιαστική της δράση βρέθηκε να είναι
δοσοεξαρτώμενη. Επίσης άλλες έρευνες παρέχουν βάση για την παραδοσιακή χρήση της μαντζουράνας σε
θεραπείες καρδιαγγειακών παθήσεων και της θρόμβωσης.
Επίσης η μαντζουράνα προωθεί την έμμηνο ρήση γι΄ αυτό δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά την διάρκεια
της εγκυμοσύνης παρά μόνο στο φαγητό όπου και χρησιμοποιούμε πολύ μικρές ποσότητες.
Ας δούμε τη χρήση των εγχυμάτων, των καταπλασμάτων, των κομπρεσών και του αιθέριου ελαίου της
μαντζουράνας η οποία είναι εσωτερική και εξωτερική.
Εξωτερική χρήση: Χρησιμοποιούμε το κατάπλασμα των φύλλων της σε ρευματικούς και αρθριτικούς
πόνους. Κάνουμε επαλείψεις με το αιθέριο έλαιο της σε ρευματικούς και αρθριτικούς πόνους τους οποίους
Σελίδα - 128 -
ανακουφίζει άμεσα. Χρησιμοποιούμε το αιθέριο έλαιο της μαντζουράνας με το θαυμάσιο άρωμα της όταν
έχουμε κακή διάθεση, κατάθλιψη, άγχος και στρες. Χρησιμοποιούμε τα φύλλα της πάνω σε μώλωπες ή σε
τσιμπήματα εντόμων για άμεση ανακούφιση, για να προστατέψουμε τραύματα και πληγές από τη σηψαιμία
καθώς και για την γρήγορη επούλωσή τους. Ο χυμός των φύλλων της μαντζουράνας για εντριβές σε
νευραλγίες.
Χρησιμοποιούμε κομπρέσες με ζεστό αφέψημα μαντζουράνας για να καταπραΰνουμε αρθριτικούς και
ρευματικούς πόνους καθώς και πρηξίματα, αιθέριο έλαιο μαντζουράνας με τη βοήθεια μιάς μπατονέτας
για το πονεμένο μας δόντι, έγχυμα από τα φύλλα της μαντζουράνας στο νερό του μπάνιου μας για να
ηρεμήσουμε και να τονώσουμε τον οργανισμό μας μετά από μιά κοπιαστική ημέρα.
Εσωτερική χρήση: Το έγχυμα της μαντζουράνας μπορεί να συνδυαστεί έξοχα με αρίστης ποιότητας μέλι
προσφέροντάς μας ένα θαυμάσιο ρόφημα, καταπραΰνει τους πονοκεφάλους, τους ιλίγγους και τους πόνους
από αρθριτικά και ρευματικά. Χρησιμοποιούμε έγχυμα μαντζουράνας στο βήχα, στο κρυολόγημα, στη
γρίπη, όταν νιώθουμε κουρασμένοι, αγχωμένοι, μελαγχολικοί, στρεσαρισμένοι, για τον στομαχόπονο, τη
δυσπεψία, τις εντερικές διαταραχές, αν έχουμε αϋπνίες, σαν άριστο χωνευτικό, σαν μυοχαλαρωτικό.
Μπορούμε να σταλάξουμε λίγες σταγόνες από το αιθέριο έλαιο της μαντζουράνας σε μιά κουταλιά μέλι
και να χαρούμε τη θαυμάσια γεύση του και το όμορφο άρωμά του. Χρησιμοποιούμε το αιθέριο έλαιο της
μαντζουράνας ως αντισηπτικό και αντισπασμωδικό, για επαλείψεις στις πονεμένες μας αρθρώσεις,
απευθείας στο δέρμα για να ανακουφίσουμε τους μυϊκούς πόνους, τα ελαφριά οιδήματα, τη δυσκαμψία
στις αρθρώσεις, για να θεραπεύσουμε τους μώλωπες και τις χιονίστρες. Επίσης στην οδοντόκρεμά μας.
Τα φύλλα και τα λουλούδια της μαντζουράνας τα χρησιμοποιούμε στην αρωματοποιία, την
ζαχαροπλαστική και στη μαγειρική όπου μαζί με τη ρίγανη είναι από τα βασικότερα βότανα της
μεσογειακής κουζίνας. Τη χρησιμοποιούμε στο κρέας, στις σάλτσες για τα ζυμαρικά μας, στις χορτόπιτες,
στα όσπρια, στο ψωμί, στο τυρί, σε διάφορα είδη ψαριών και οστρακοειδών, στις διάφορες σαλάτες μας
και όταν μας δίνετε η δυνατότητα τη χρησιμοποιούμε φρέσκια και πάντα την προσθέτουμε στο τέλος του
μαγειρέματος για να μην εξανεμιστούν τα αιθέρια έλαιά της και χάσει τα αρώματά της.
Αν έχουμε φρέσκια μαντζουράνα και θέλουμε να τη διατηρήσουμε για όλο το χειμώνα, γεμίζουμε μιά
παγοκύστη με νερό και σε κάθε θηκάκι βάζουμε και από λίγα φρέσκα φύλλα μαντζουράνας. Τοποθετούμε
την παγοκύστη κανονικά στη κατάψυξη και κάθε φορά που χρειαζόμαστε φρέσκια μαντζουράνα για το
φαγητό μας χρησιμοποιούμε και από ένα παγάκι. Τη χρησιμοποιούμε ακόμα για να αρωματίσουμε το λάδι
μας και τα ποτά μας και αν έχουμε από τους αρωματικούς της σπόρους, τους χρησιμοποιούμε ως άρτυμα
αλλά και ως συντηρητικό σε ποτά και γλυκά.
Τη συνδυάζουμε με το θυμάρι, τη δάφνη, το βασιλικό, με το σκόρδο, τη ρίγανη, το δεντρολίβανο, το
φασκόμηλο και με το θρούμπι.
Αυτή λοιπόν είναι η μαντζουράνα μας ένα από τα σπουδαία βότανα που φύονται στον τόπο μας μια
εξαιρετική πηγή φυσικών βιοδραστικών ενώσεων που θα πρέπει να υπάρχει στην κουζίνα μας για να μας
χαρίζει το άρωμά της και την κρυμμένη της δύναμη.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή
Χρήσιμα μέρη της μαντζουράνας, είναι τα φύλλα και τα άνθη. Ο βλαστός δεν προσφέρει κάποια ουσία.
Καταλληλότερη περίοδος συλλογής είναι κατά την περίοδο της άνθισης για τις ανθισμένες κορυφές,
δηλαδή από τον Ιούλιο έως τις αρχές του φθινοπώρου. Τα φύλλα, για να έχουν περισσότερο αιθέριο έλαιο,
καλό είναι να συλλέγονται πριν την ανθοφορία. Τα άνθη και τα φύλλα της μαντζουράνας, μεταξύ άλλων
περιέχουν, αιθέριο έλαιο, τανίνες και πικρές ουσίες.
Παρασκευή και δοσολογία
Αφέψημα: Βράζουμε 1 κ.γ βότανο σε 1 φλιτζάνι νερό. Το σουρώνουμε και το πίνουμε, σκέτο ή με μέλι,
τρεις φορές την ημέρα.
Έγχυμα: Σε ένα φλιτζάνι βραστό νερό ρίχνουμε 1 κ.γ βότανο και το αφήνουμε σκεπασμένο για 10 λεπτά. Το
σουρώνουμε και το πίνουμε, όπως το αφέψημα.
Αιθέριο έλαιο: Παίρνουμε 3-4 σταγόνες σε μία κουταλιά μέλι, 2-3 φορές την ημέρα.
Σελίδα - 129 -
Προφυλάξεις
Ορισμένες ομάδες ανθρώπων, όπως είναι οι έγκυες ή θηλάζουσες γυναίκες, τα παιδιά και τα άτομα με
αιμορραγικές διαταραχές όπως και εκείνα που πρόκειται να υποβληθούν σε χειρουργική επέμβαση καλό
είναι να συμβουλεύονται το γιατρό τους πριν χρησιμοποιήσουν τη μαντζουράνα ως φάρμακο. Όσοι επίσης
έχουν αλλεργία στο βασιλικό, τη λεβάντα, τη μέντα, τη ρίγανη και το φασκόμηλο ή οποιαδήποτε άλλα
φυτά στην οικογένεια του δυόσμου μπορεί να παρουσιάσουν αλλεργική αντίδραση στη μαντζουράνα. Το
αιθέριο έλαιό της δεν πρέπει να καταπίνεται ή να έρχεται σε επαφή με τα μάτια.
Σελίδα - 130 -
Rosa canina, κν αγριοτριανταφυλλιά
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Υφομοταξία: Ροδίδες (Rosidae)
Τάξη: Ροδώδη (Rosales)
Οικογένεια: Ροδοειδή (Rosaceae)
Γένος: Ρoδή (Rosa)
Είδος: Ρ. η κυνορρόδη (Rosa canina)
Φυτολογικό λεξικό Π.Γ.Γεναδίου
Ῥοδῆ (Rosa, γαλλ. καὶ ἀγγλ. Rose, τουρ. Γκιοῦλ, κν. Τριανταφυλλιά, Ῥοδαριά, ἤ Ῥοδανιά)’
πρώτυπον γένος τῆς ὁμωνύμου τ. τῶν Ῥοδωδῶν, περιλ. περὶ τὰ 200 εἴδη ἀπαντῶντα πολλαχοῦ· φ.
φυλλοβόλα καὶ ἀειθαλῆ, τὰ πλεῖστα ἀκανθοφόρα. Καὶ τινα μὲν εἶνε ταπεινὰ εὐθυτενῆ ἤ ἕρποντα φρύγανα,
τὰ πλεῖστα δὲ θάμνοι εὐθυτενεῖς ἤ κληματώδεις καὶ ἀναρριχώμενοι, Εἴδη τινα καλλιεργοῦνται ἀπὸ
παναρχαιοτάτης ἐποχῆς ὡς μυριστικά, μυρεψικὰ ἤ κοσμητικά χάριν τῶν περικαλεστάτων καὶ εὐωδεστάτων
ἀνθέων τῶν.
-
Ἡ Ῥ. μνημονεύεται ἐν τῷ ἀποδιδομένῳ εἰς τὸν Ὅμηρον παναρχαίῳ ὕμνῳ «Εἰς Δήμητραν»· μέ «ῥοδόεν
ἔλαιον» δὲ ἔχρισεν ἡ Ἀφροδίτη τὸν νεκρὸν τοῦ Ἕκτορος. Τὸ ῥόδον ὕμνησαν πλεῖστοι ἀρχαῖοι ποιηταὶ καὶ
ἰδίως ὁ «ὑμνοπόλος» Ἀνακρέων δι’ ἀθανάτων στίχων του ἐν οἶς φαίνεται καὶ ἡ ποικίλη παρ’ ἀρχαίοις
χρῆσις τοῦ κατ’ ἐξοχὴν μυροφόρου τούτου ἄνθους.
Ἔκπαλαι διεκρίνοντο πολλὰ εἴδη Ῥ. Τοῦτο ἄλλως φαίνεται καὶ ἐκ τοῦ ἑπομένου χωρίου τοῦ
Θεοφράστου: «Τῶν δὲ ῥόδων πολλαὶ διαφοραὶ πλήθη τε φύλλων καὶ ὀλιγότητι καὶ τραχύτητι καὶ λειότητι
καὶ εὐχροίᾳ καὶ εὐοσμίᾳ. Τὰ μὲν γὰρ πλεῖστα πεντάφυλλα, τὰ δὲ δωδεκάφυλλα καὶ εἰκοσίφυλλα, τὰ δὲ
πολλῷ πλεῖον ὑπεραίροντα τούτων· ἔνια γάρ εἶναί φασιν ἅ καὶ καλοῦσιν ἑκατοντάφυλλα· πλεῖστα δὲ τὰ
τοιαῦτά ἐστι περὶ Φιλίππους· οὗτοι γὰρ λαμβάνοντες ἐκ τοῦ Παγγαίου φυτεύουσιν· ἐκεῖ γὰρ γίνεται πολλά
σμικρὰ δὲ σφόδρα τὰ ἐντὸς φύλλα· ἡ γὰρ ἔκφυσις αὐτῶν οὕτως ὥστε εἶναι τὰ μὲν ἐκτὸς τὰ δ’ ἐντός· οὐκ
εὔοσμα δὲ οὐδὲ μεγάλα τοῖς μεγέθεσιν. Ἐν δὲ τοῖς μεγάλοις εὐώδη μᾶλλον ὧν τραχὺ τὸ κάτω. Τὸ δὲ ὅλον
ὤσπερ ἐλέχθη καὶ ἡ εὔχροια καὶ ἡ εὐοσμία παρὰ τοὺς τόπους ἐστίν· ἐπεὶ καὶ τὰ ἐν γῇ τῇ αὐτῇ γινόμενα
ποιεῖ τινα παραλλαγὴν εὐοσμίας καὶ ἀοσμίας. Εὐοσμότατα δὲ τὰ ἐν Κυρήνη, δι’ ὅ καὶ τὸ μύρον ὕδιστὸν»
(Φ. Ἱ.- 6, 6, 4). Ἀλλὰ περὶ ἑξηκονταφύλλων εὐοσμοτάτων ῥόδων ἀπαντώντων ἐν Μακεδονίᾳ ἀναφέρει καὶ
ὁ Ἡρόδοτος τὰ ἑξῆς : «Οἱ δὲ ἀπικόμενοι ἐς ἄλλην γῆν τῆς Μακεδονίης οἴκησαν πέλας τῶν κήπων τῶν
λεγομένων εἶναι Μίδεω τοῦ Γορδίεω, ἐν τοῖσι φύεται αὐτόματα ῥόδα, ἕν ἕκαστον ἔχον ἕξήκοντα φύλλα,
ὀδμῇ τε ὑπερφέροντα τῶν ἄλλων. Ἐν τούτοισι καὶ ὁ Σιληνὸς τοῖσι κήποις ἥλω, ὡς λέγεται ὑπὸ Μακεδόνων.
Ὑπὲρ δὲ τῶν κήπων οὖρος κέεται Βέρμιον οὔνομα, ἄβατον ὑπὸ χειμῶνος» (8, 138).
Τὰ ἀνά τὴν Ἑλλάδα ἀπαντῶντα αὐτοφυῆ εἴδη Ῥ. ὑπολογίζονται εἰς 25· ἕν ἐξ αὐτῶν εἶνε Ῥ. ἡ
Κυνορροδῆ (R. canina, γαλλ. Eglantier ἤ Cynorrhodon, ἀγγλ. Dog-Rose), ἡ κν. Ἀγριοτριανταφυλλιὰ καὶ
ἐν Κύπρῳ Ἀρκοτρανταφυλλιὰ ἤ Ἀρκομουσχετιά, πιθανῶς τὸ παρὰ Θεοφρ. Κυνόρροδον· θάμνος
ἀκανθώδης, ὀρθοφυής, μετ’ ἀνθέων ῥοδίνων, διατεθειμένων κατὰ κορύμβους· εἶδος πολύμορφον καὶ λίαν
Σελίδα - 131 -
παραλλάσσον· ἀπαντᾶ πολλαχοῦ τῆς Ἑλλάδος καὶ τῆς λοιπῆς Εὐρώπης ὡς καὶ ἀνὰ τὴν δυτ. Ἀσίαν·
χρησιμοποιεῖται ὡς ὑποκείμενον πρὸς μόρφωσιν (διὰ τοῦ ἐμβολιασμοῦ) τῶν λεγομένων δενδρωδῶν (γαλλ.
R. a tige)· ὁ καρπός του ἀνθελμινθικός.
Ονομασία
Η άγρια τριανταφυλλιά είναι ένας πολυετής , πολύκλαδος και αγκαθωτός θάμνος που φθάνει σε ύψος από
1-3 μέτρα, και ανήκει στην οικογένεια των Ροδανθών – Rosaceae. Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι
Rosa canina – Ροδή η κυνοροδή. Στη χώρα μας συναντούμε το φυτό με τις ονομασίες ροδαριά, κυνοροδή,
αγριοτριανταφυλλιά. Την άνοιξη συλλέγουμε τα πανέμορφα άνθη της, τα οποία χρησιμοποιούμε επίσης,
όπως και τους καρπούς της.
Ιστορικά στοιχεία
Το τριαντάφυλλο είναι ένα από τα αρχαιότερα λουλούδια στη γη. Τα πρώτα ίχνη εντοπίζονται στην Περσία
και την Κίνα πριν από πέντε χιλιάδες χρόνια. Στην Ελλάδα καλλιεργείται από την εποχή του χαλκού. Ο
Ηρόδοτος αναφέρει ότι τον 6ο αιώνα όταν ο βασιλιάς Μίδας της Λυδίας διώχθηκε από το στρατό των
Περσών, πήρε μαζί του στη Μακεδονία, τον τόπο εξορίας του, τις τριανταφυλλιές του. Στην ελληνική
μυθολογία φυτρώνουν από το νέκταρ των θεών του Ολύμπου, που έχυσε κατά λάθος στη γη ο μικρός θεός
Πόθος ενώ χόρευε. Τοιχογραφίες και αντικείμενα που απεικονίζουν τριαντάφυλλα έχουν βρεθεί στην
Αίγυπτο, σε τάφους που χρονολογούνται από τον 5ο αιώνα. Την περίοδο της ακμής της Ρωμαϊκής
αυτοκρατορίας το τριαντάφυλλο έγινε συνώνυμο της σπάταλης ζωής των αυτοκρατόρων που ζητούσαν
από τους αγρότες να καλλιεργούν τα πανέμορφα αυτά λουλούδια για να τα χρησιμοποιούν στη μαγειρική,
να γεμίζουν τα σιντριβάνια και τα λουτρά με ροδόνερο και να φτιάχνουν χαλιά με ροδοπέταλα! Ο
χριστιανισμός το ήθελε σαν σύμβολο της αγνότητας, αφιερωμένο στην Παναγία. Στην Ευρώπη, τα πρώτα
κόκκινα τριαντάφυλλα- μέχρι τότε καλλιεργούνταν μόνο λευκά και ροζ- έρχονται από την Κίνα το 19ο
αιώνα. Από τα 200 είδη που συναντάμε στην Ευρώπη, την Ασία, τη Μέση Ανατολή και τη Αμερική μια
ποικιλία, η αγριοτριανταφυλλιά, ένα αυτοφυές φυτό, έχει συγκεντρώσει, τα τελευταία χρόνια, το
ενδιαφέρον της βιομηχανίας της ομορφιάς. Είναι γνωστή και αυτή από την αρχαιότητα για τις θεραπευτικές
της, κυρίως, ιδιότητες. Σύμφωνα με τη μυθολογία, στην αρχή, το ρόδο ήταν λευκό. Βάφτηκε κόκκινο με
το αίμα της Αφροδίτης όταν πήγε με γυμνά πόδια να σώσει τον Άδωνι από τα χέρια του Άρη και πάτησε
την ακανθώδη ροδή την οποία έβαψε με αίμα. Αναφορές για τις αναζωογονητικές της ιδιότητες βρίσκουμε
και σε πολλά μεσαιωνικά κείμενα.
Περιγραφή
H αγριοτριανταφυλλιά ανήκει στην οικογένεια των Ροδανθών (Rosaceae) είναι θάμνος αυτοφυής,
πολυετής, φυλλοβόλος, πολύκλαδος, αγκαθωτός που φτάνει έως και τα 3 μέτρα ύψος, οι βλαστοί είναι
καλυμμένοι με μικρά, αιχμηρά, αγκάθια.
Τα φύλλα της είναι μικρά, λεία, οδοντωτά πτεροειδή, με 5-7 φυλλάρια.
Συστατικά
Η αγριοτριανταφυλλιά περιέχει υψηλή περιεκτικότητα σε βιταμίνη C, περισσότερη και από τα
εσπεριδοειδή (5 φορές περισσότερη C από τα λεμόνια) και τα ακτινίδια (100 γρ. κυνόροδα περιέχουν 3000
μιλιγκράμ βιταμίνης C).
Επίσης περιέχει βιταμίνες Α, Β1, Β2 C, E, Κ και P, ασβέστιο, σίδηρο, φώσφορο, ανθοκυανίνες, λυκοπένιο,
βασικά λιπαρά οξέα (80%), καροτένια, πηκτίνη, νιασίνη , ρητίνη, ζάχαρα, ταννίνη, μηλικό οξύ, κιτρικό
οξύ, κιτρικά άλατα, οργανικά οξέα και φλαβονοειδή.
Θεραπευτικές Ιδιότητες
Oι καρποί έχουν μεγάλη θρεπτική αξία λόγω των πολλών βιταμινών που περιέχουν και ενισχύουν το
ανοσοποιητικό σύστημα βοηθώντας τον οργανισμό στην αντιμετώπιση του κρυολογήματος και στην καλή
απορρόφηση του σιδήρου και του ασβεστίου.
Έχει διουρητική δράση καθαρίζει το ουροποιητικό σύστημα, τα νεφρά και τη κύστη εμποδίζοντας την
κατακράτηση υγρών, είναι ήπιο καθαρτικό βοηθώντας στη καλή λειτουργία του εντέρου.
Σελίδα - 132 -
Είναι πρώτης τάξεως αντισκορβουτικό και φάρμακο για το ραχιτισμό, έχουν αντιφλεγμονώδεις
και αντιοξειδωτικές ιδιότητες και είναι τονωτικά. Βοηθά στην αποκατάσταση της διαταραγμένης
ορμονικής ισορροπίας, και στην ακανόνιστη περίοδο, στην υπερβολική εμμηνόρροια, σε συσπάσεις και
πόνους της μήτρας.
Το αιθέριο έλαιο θεωρείται πολύ αγνό και ασφαλές για χρήση, έχει αντιγηραντική δράση, βοηθά
στη φλεβίτιδα, στην ακμή, στις πληγές των ούλων. Το ροδέλαιο χρησιμοποιείται στην περιποίηση και
βελτίωση του δέρματος, σαν αντισηπτικό για μολύνσεις και ερεθισμούς των βλεφάρων και των οφθαλμών.
Το αφέψημα συνίσταται για κρυολόγημα, γρίπη, αναπνευστικές αλλεργίες, για συνάχι, μολυσματικές
ασθένειες. Έχει στυπτικές ιδιότητες και βοηθά στην καταπολέμηση της διάρροιας και στη σπαστική
κολίτιδα.
Οι Ινδιάνοι της Αμερικής χρησιμοποιούσαν τους καρπούς της αγριοτριανταφυλλιάς για να ενισχύσουν το
ανοσοποιητικό σύστημα και να αντιμετωπίσουν τυχών αρρώστιες.
Θεραπευτικές δράσεις: Αντι-οξειδωτικές, αντιφλεγμονώδεις, ανοσοτροποποιητικές, αντιδιαβητικές,
αντιλιπιδαιμικές, αντι-παχυσαρκικές, καρδιοπροστατευτικές και χονδροπροστατευτικές.
Θεραπευτικές χρήσεις: Για την αρθρίτιδα, γαστρεντερικό ερεθισμό, έλκη, λοιμώξεις, ουρική αρθρίτιδα,
σακχαρώδη διαβήτη, παχυσαρκία (διαιτητικό συμπλήρωμα), πυρετό, χολολιθίαση και χρόνια οσφυαλγία.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή
Η αγριοτριανταφυλλιά ανθίζει την άνοιξη και μαζεύουμε τα χρήσιμα μέρη που είναι τα πέταλα από τα
άνθη και τον καρπό. Τα άνθη έχουν χρώμα κυρίως ρόδινο ή λευκό, είναι πτεροειδή με 5 πέταλα.
Ο καρπός της είναι οβάλ κόκκινο-πορτοκαλί, με πολλούς σπόρους στο κέντρο που βρίσκονται ανάμεσα σε
πολλές τριχούλες, ωριμάζει το φθινόπωρο σε δεύτερης χρονιάς βλαστούς. O καρπός της, το άγριο
τριαντάφυλλο που είναι γνωστός σαν κυνόροδο συλλέγεται το φθινόπωρο, μπορεί όμως να διατηρηθεί
πάνω στο δέντρο σε καλή κατάσταση μέχρι τέλος Δεκέμβρη.
Παρασκευή και δοσολογία
Τα πέταλα και οι καρποί αποξηραίνονται και φυλάσσονται σε δοχεία. Οι καρποί είναι τροφή για τα πουλιά
και άλλα μικρά θηλαστικά. Στη Βουλγαρία, όπου αναπτύσσεται σε αφθονία, οι καρποί χρησιμοποιούνται
για τη παραγωγή ενός γλυκού κρασιού.
Τα άνθη και οι καρποί της αγριοτριανταφυλλιάς χρησιμοποιούνται για γλυκά του κουταλιού, μαρμέλαδα,
ζελέ, σιρόπια, ζεστά ροφήματα, σούπες, ποτά, ροδόμελο και άλλα.
Τους καρπούς, μετά την συλλογή, τους πλένουμε και τους στεγνώνουμε. Φορώντας γάντια, με ένα μαχαίρι
τους χαράσσουμε από τη μία πλευρά, αφαιρούμε το χνούδι και τους σπόρους και τους αφήνουμε στον ήλιο
για 4 εβδομάδες. Είναι έτοιμοι μόλις αποβάλουν όλη την υγρασία, κάτι που διαπιστώνουμε αν τσακίσουμε
το καρπό και σπάει σαν φρυγανιά. Φυλάσσονται σε σκουρόχρωμα αεροστεγή βάζα σ’ ένα ντουλάπι. Ένας
άλλος τρόπος είναι να τους τοποθετήσουμε κατευθείαν στον ήλιο χωρίς να τους αδειάσουμε για 4
εβδομάδες.
Σε ένα φλιτζάνι βραστό νερό ρίχνετε ένα γεμάτο κουταλάκι θρυμματισμένους καρπούς ή 5 gr πέταλα των
ανθών, τα αφήνετε σε έγχυμα για 10-12 λεπτά, πίνετε 2 φορές την ημέρα. Το συνδυάζουμε και με άλλο
βότανο για να δόσει γεύση στο ρόφημα.
Ροδέλαιο: Σε ένα μπολ βάζουμε τα ροδοπέταλα που μόλις έχουμε μαζέψει, το γεμίζουμε με καλό ελαιόλαδο
και το αφήνουμε για μία μέρα. Στραγγίζουμε πιέζοντας τα φύλλα και επαναλαμβάνουμε τη διαδικασία
μέχρι να πάρει το άρωμα που επιθυμούμε.
Προφυλάξεις
Ο καρπός δεν τρώγεται ωμός, δεν είναι τοξικός άλλα έχει στο εσωτερικό του σκληρές τρίχες που
προκαλούν ερεθισμό στο αναπνευστικό και πεπτικό σύστημα. προκαλεί αλλεργία στο δέρμα, στο στόμα
και στο στομάχι.
Σελίδα - 133 -
Το τριανταφυλλέλαιο (έλαιο rose hip) πρέπει να αποφεύγεται στις περιπτώσεις εγκυμοσύνης και
θηλασμού, από διαβητικούς ασθενείς και ασθενείς με ανεπάρκεια της G6-PD, λόγω της μεγάλης
περιεκτικότητας του τριανταφυλλέλαιου σε βιταμίνη C και από πάσχοντες από αναιμία, γιατί μπορεί να
επιδεινωθεί σε περιπτώσεις υπερδοσολογίας.
Σελίδα - 134 -
Rubia tinctorum, κν ριζάρι, αγριοβαφή
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Τάξη: Ερυθροδανώδη (Rubiales)
Οικογένεια: Ερυθροδανοειδή (Rubiaceae)
Γένος: Ερυθρόδανον (Rubia)
Είδος: R. tinctorum
Φυτολογικό λεξικό Π.Γ.Γεναδίου
Ἐρυθρόδανον (Rubia, γαλλ. Garance, ἀγγλ. Madder, τουρ. Κὲκ-μπογιά ἤ Φουβέ,τ. Ἐρυθροδανωδῶν)· γ.
περιλ. περὶ τὰ 30 εἴδη· φ. ποώδη πολυετῆ τα πλεῖστα ἰθαγ. εὐκρ. χωρῶν. Εἴδη τῆς ἑλλ. χλωρ. α΄) Ἐ. τὸ
ἐξωτικὸν (R. peregrina, ἀγγλ. Wilde Madder), τὸ κν. Ἀγριόρριζα ἤ Ἄγριο Ῥιζάρι β΄) Ἐ. τὸ λάμπον (R.
lucida), τὸ ἐν Κύπρῳ Τραγανίδι, πιθανῶς δὲ τὸ τοῦ Θεοφρ. Ἐρευθέδανον· και γ') Ἐ. τὸ βαφικὸν
(R.tinctorum), τὸ κν. Ῥιζάρι ἤ Ἀλιζάρι, ἐν δὲ τῆ Κύπρῳ Μπογιά. Τούτου ἰδίως τοῦ εἴδους ἡ ῥίζα εἷνε
βαφική, εἰς τὸ εἶδος τοῦτο δὲ ἀναφέρεται τὸ Ἐρευθέδανον τοῦ Ἡροδότου (4, 189) καὶ τὸ Ἐρυθρόδανον
τοῦ Διοσκορίδου, ὅστις περί αὐτοῦ λέγει : «ῥίζα ἐστὶν ἐρυθρά, βαφική· ἡ μέν τις ἀγρία, ἡ δὲ σπαρτή, ὡς ἐν
Ταβιάνη τῆς Γαλατίας καὶ Ῥαβέννῃ τῆς Ἰταλίας, καὶ ἐν Καρίᾳ μεταξὺ τῶν ἐλαιῶν σπειρόμενον, ὥσπερ ἐν
ταῖς ἀρούραις· ὠφελίμως δὲ σπείρεται, διὰ τὸ γίνεσθαι ἐκ τούτου πλείστην πρόσοδον». Ἡ καλλιέργεια τοῦ
εἴδους τούτου ἤκμαζεν ἔν Ἑλλάδι καὶ πολλαχοῦ τῆς Ἀνατολῆς μέχρι πρὸ πεντηκονταετίας περίπου, ὅτε οί
κατάλληλοι διά τὴν καλλιέργειαν αὑτοῦ ἀγροὶ (οἱ μᾶλλον ἀσβετώδεις καὶ νοτεροὶ) ἐτιμῶντο καὶ μέχρι
χιλίων δρχ. κατά στρέμμα. Ἀφ’ ἧς ὅμως ἐποχῆς εἰσήχθη ἡ χρῆσις τῶν χημικῶς παρασκευαζομένων
χρωμάτων ἡ ζήτησις τοῦ εἴδους τούτου βαθμηδὸν ἠλαττώθη σημαντικῶς και ἐπὶ τέλους σχεδὸν
ἐξεμηδενίσθη. Ἐντεῦθεν ἡ καλλιέργεια τοῦ Ἐ. ἐνιαχοῦ μὲν περιωρίσθη μεγάλως, πολλαχοῦ δὲ καὶ
ἐγκατελήφθη ἐξ ὁλοκλήρου. Ἐντούτοις πρὸς βαφὴν ὡρισμένων ὑφασμάτων καὶ ἰδίως τῶν ἐρυθρῶν ἐρεῶν
προοριζομένων διὰ στρατιωτικὰς στολὰς ἐν Γαλλίᾳ καὶ ἐν Ἀγγλία ἐξακολουθεῖ νὰ γίνεται ἀποκλειστική
χρῆσις ἐρυθροδάνου. Ἑπομένως ἄν καὶ περιωρισμένως οὐχ ἧττον καλλιεργεῖται εἰσέτι τὸ Ἐ. ἐνιαχοῦ τῆς
Εὐρώπης καὶ ἰδίως ἐν Ὁλλανδίᾳ καὶ παρὰ τὴν ἐν Γαλλὶᾳ Ἀβινεῶνα, ἤτις ἄλλοτε ἦτο τὸ σπουδαιότερον
κέντρον τῆς παραγωγῆς καὶ ἐμπορείας τοῦ βαφικοῦ τούτου προϊόντος, οὗτινος ἡ καλλιέργεια εἰσήχθη ἐκεῖ
ὑπὸ τοῦ ἐκ Περσίας καταγομένου Ἄλθεν.
Ἡ βαφικὴ οὐσία ἥν ἡ ῥίζα τοῦ Ἐ. ἐνέχει ὀνομάζεται ἀλιζαρίνη (alizarine), κατ’ἐπανάληψιν δὲ ἐβεβαιώθη
ὅτι πολὺ πλουσιώτεραι εἰς ἀλιζαρίνην εἶνε αἰ παχύτεραι, αἱ εὐτραφέστεραι ῥίζαι. Ἐπιτυγχάνονται δὲ
τοιαῦται ὅταν τὸ φ. καλλιεργῆται εἰς ἀσβεστώσεις καὶ παχεὶας, βαθεὶας, πορώδεις καὶ νοτερὰς ἤ
ἀρδευομένας γαίας. Τὸ Ἐ. Πολλπλ. διὰ ῥιζῶν καὶ συνηθέστερον διὰ σπορᾶς. Σπείρεται δὲ κατὰ Μάρτ. ἤ
περὶ τὰς ἀρχὰς Ἀπρ. εἰς πρασιὰς πλάτους 1 ½ μ. ὡς ἔγγιστα, χωριζομένας ἀπ’ἀλλήλων διὰ λωρίδων γῆς μὴ
σπειρομένων καὶ ἐχουςῶν πλάτος 30 -40 ἐ.μ. Κατά Μάϊον ἤ περἲ τὰς ἀρχὰς Ἰουνίου, ὅτε τὰ φ. ἔχουσιν
ὕψος 10 -15 ἐ.μ. βοτανίζονται καὶ ἀραιοῦνται ὅπου φύονται πυκνῶς, μεθ’ὸ καλύπτεται ἡ πρασιὰ μὲ στρῶμα
πάχους 2 – 3 ἐ.μ. χώματος λαμβανομένου ἐκ τῶν παρακειμένων αὐτῇ χέρσων λωρίδων γῆς. Κατά
Νοέμβριον αἱ πρασιαὶ καλύπτονται ἐκ δευτέρου μὲ παχύτερον (5 -8 ἐ.μ.) στρῶμα χώματος λαμβανομένου
καὶ πάλιν ἐκ τῶν παρακειμένων λωρίδων. Τὸ ἐπόμενον ἔτος κατὰ Μάϊον αἱ πρασιαὶ βοτανίζονται, κατὰ δὲ
Σελίδα - 135 -
τὸν Σεπτέμβριον θερίζονται τὰ αὐταῖς φ. κοπτόμενα εἰς ὕψος 12 -15 ἐ.μ. ἄνω τῆς ἐπιφανείας τοῦ ἐδάφους,
τὸ ἐντεῦθεν δὲ προκύπτον χόρτον ἀποτελεῖ ἀρίστης ποιότητος κτηνοτροφικὴν οὐσίαν. Τέλος κατὰ
Νοέμβριον αἱ πρασιαὶ καλύπτονται ἐκ τρίτου μὲ παχὺ (5 -8 ἐ.μ.) στρῶμα χώματος λαμβανομένου πάντοτε
ἐκ τῶν παρακειμένων αὐταῖς χέρσων λωρίδων. Αἱ ἐπανειλημμέναι αὗται προσχώσεις τῶν φ. σκοπὸν ἔχουσι
τὴν ἐνδυνάμωσιν καὶ την πολλαπλασίασιν τῶν ῥιζῶν. Ἐάν κατὰ τὸ θέρος ὑπάρχῃ διαθέσιμον ὕδωρ αἱ
πρασιαὶ ἀρδεύονται τρὶς καὶ τετράκις ἤ καὶ πλεονάκις χρησιμοποιουμένων ἀντὶ αὐλάκων πρὸς ἄρδευσιν
τῶν παρακειμένων χέρσων λωρίδων, ὦν ἡ ἐπιφάνεια βαθμηδὸν ταπεινοῦται ὡς ἐκ τῆς ἑκάστοτε
ἀφαιρέσεως χώματος πρὸς κάλυψιν τῶν πρασιῶν. Ἡ συγκομιδὴ τῆς ῥίζης γίνεται συνήθως τὸ τρίτον ἔτος
κατὰ μῆνα δε Ὀκτώβριον, ὅτε ἀνασκάπτονται αἱ πρασιαί, ἀλλ’ἀφοῦ προηγουμένως κατὰ Σεπτέμβριον
θερισθῶσι τὰ φ. καὶ συγκομισθῇ τὸ χόρτον. Αἱ συγκομιζόμενοι ῥίζαι ἀποξηραίνονται ἄπλυτοι καὶ
ἁπλωνόμεναι εἰς σύσκιον καὶ εὐάερον μέρος. Ἡ κατὰ στρέμμα ἄπόδοσις ποικίλλει ἀναλόγως τῆς ποιότητος
τοῦ ἐδάφους· ἀσβεστώδεις καὶ γόνιμοι γαῖαι συνήθως ἀποφέρουσι καὶ πλέον τῶν 1000 ὀκ. νωπῶν ῥιζῶν
κατὰ στρέμμα, αἱ ὁποῖαι ἀποξηραινόμεναι ἀποβάλλουσι σχεδὸν τὰ δύο τρίτα τοῦ βάρους των. Κατὰ τὸ
τρίτον ὡσαύτως ἔτος γίνεται ἡ συγκομιδὴ τοῦ σπόρου ἐκ πρασιῶν ἀφιεμένων πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον
ἀθερίστων μέχρι τοῦ μηνὸς Ὀκτωβρίου, ὁτε γίνεται καὶ ἡ συγκομιδὴ τῶν ῥιζῶν. Ἐν Ἰαπωνὶᾳ πρὸς
παραγωγὴν τῆς βαφικῆς ταύτης ῥίζης καλλιεργεῖται τὸ αὐτόθι ἰθαγ. καρδιόφυλλον Ἐ (R. cordifolia).
Ονομασία
Το ριζάρι (Rubia tinctorum) είναι αυτοφυής θάμνος που φύεται στη νότια Ευρώπη και την νοτιοδυτική
Ασία. Το επίσημο όνομά του είναι Ερυθρόδανο το βαφικό ή Ρούβια η βαφική (Rubia tinctorum). Το φυτό
είναι αγγειόσπερμο, δικοτυλήδονο και ανήκει στην οικογένεια των Ερυθροδανοειδών (Rubiaceae).
Ιστορικά στοιχεία
Σε πολυάριθμες περιοχές της νήσου Κρήτης και της Ελλάδος γενικότερα, ειδικότερα δε στις αυλές
μεσαιωνικών Μονών και ναυδρίων, απαντά το ερυθρόδανον ως αυτοφυές. Αυτό αγαπά εδάφη γόνιμα, υγρά
και σκιερά, όπου και ευδοκιμεί. Στην αρχαία Ελληνική Γραμματεία απαντούν συχνές αναφορές στην
Ρουβία την βαφική. Ενδεικτικά παρατίθενται τα επόμενα παραδείγματα:
Ο Θεόφραστος ο Ερέσιος ( 372-287 π. Χ.) αναφέρεται στο φυτόν « Ερευθεδανόν», όπως αποκαλεί την
Ρουβίαν την βαφικήν και γράφει τα εξής: «Εν δε τοις ανακάνθοις ούκ εστιν ούτως διαλαβείν τοις γένεσιν.
Η γαρ των φύλλων ανωμαλία μεγέθει και μικρότητι και σχήμασιν άπειρος και ασαφής. Αλλά δει πειράσθαι
κατ΄ άλλον τρόπον διαιρείν. Πλείω δέ εστι τα γένη τα τούτων και διαφοράς έχοντα μεγάλας, οίον κίσθος,
μήλωθρον, ερευθεδανόν, σπειραία, κνέωρον, ορίγανος…». (Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας 6, 1, 4).
Ο αυτός συγγραφέας αλλαχού σημειώνει: «Πολλαί δε και των ριζών διαφοραί και τρόπον τινα αι τούτων
φανερώτεραι… αυτών δε τούτων έκασται πλείστας έχουσι διαφοράς χρώμασιν, οσμαίς, χυμοίς, μεγέθεσιν.
Αι μεν γαρ λευκαί, αι δε μέλαιναι, αι δε ερυθραί, καθάπερ ή τε της αγχούσης και του ερευθεδάνου».
(Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας 4, 9, 3). Επίσης αναφέρει σχετικά τα επόμενα: «Το δε ερευθεδανόν
φύλλον όμοιον κιττώ (= κισσώ, πρόκειται για το φυτόν Helix hedera), πλην στρογγυλότερον φύεται δ΄ επί
γης, ώσπερ άγρωστις, φιλεί δε παλίσκια χωρία. Ουρητική δε, δι’ ο και χρώνται προς τα της οσφύος
αλγήματα και προς τας ισχιάδας». (Θεόφραστος, περί φυτών ιστοπρίας 9, 13, 6).
Ο Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος ή Αναζαρβεύς (7-78 μ. Χ.) ονομάζει την Ρουβία την βαφική «ερυθρόδανον»
ή «ερευθέδανον» και αναφέρει σχετικώς τα εξής: «Ερυθρόδανον ή ερυθρέδανον, ένιοι δε τεύθριον
καλούθσι. Ρίζα εστιν ερυθρά, βαφική. Η μεν τις αγρία, η δε σπαρτή, ως εν Ραβέννη της Ιταλίας μεταξύ
ελών ωφελίμως σπείρεται διά το γίνεσθαι εκ τούτου πλείστην πρόσοδον. Εισί δε αυτού οι καυλοί
τετράγωνοι, μακροί, τραχείς, όμοιοι τοις της απαρίνης κατά πάντα, μείζονες δε και ρωμαλεώτεροι, έχοντες
εκ διαστημάτων τα φύλλα καθ΄ έκαστον γόνυ ώσπερ αστέρας εν κύκλω περικείμενα, καρπόν στρογγύλον,
τα πρώτα χλωρόν, είτα ερυθρόν, πεπαινόμενον δε μέλανα. Ρίζα λεπτή, μακρά, ερυθρά, διουρητική, όθεν
ικτερικοίς μετά μελικράτου πινομένη βοηθεί ισχιαδικοίς τε και παραλελυμένοις.
΄Αγει δε και ούρα πολλά και παχέα, έσθ΄ ότε δε και αίμα. Λούειν μέντοι δει καθ’ ημέραν τους πίνοντας.
Θηριοδήκτοις τε βοηθεί ο καυλός μετά των φύλλων ποθείς. Ο δε καρπός μετ’ οξυμέλιτος πινόμενος
σπλήνα τήκει. Προστεθείσα δε η ρίζα άγει έμμηνα και έμβρυα, θεραπεύει δε και αλφούς λευκούς
μετ’ όξους καταχριομένη». (Διοσκουρίδης, Περί ύλης ιατρικής 3, 143, 1-2).
Το «ερευθεδανόν» του Θεοφράστου είναι το σήμερον καλούμενον «ερυθρέδανον» ή «ριζάρι», ήτοι η
Σελίδα - 136 -
Ρουβία η βαφική. Το ριζάρι ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο στο παρελθόν γιατί από την ρίζα του παραγόταν μία
κόκκινη χρωστική, κατάλληλη για βαφή νημάτων. Στην Θεσσαλία (Αμπελάκια) δημιουργήθηκε από τον
18ο αι. ο πρώτος αγροτικός συνεταιρισμός που ασχολείτο με τη βαφή των νημάτων από το ριζάρι, τα οποία
κατέκτησαν τις ευρωπαϊκές αγορές. Η χρήση του ριζαριού εγκαταλείφθηκε όταν η χημική βιομηχανία
παρήγαγε την ένωση ανιλίνη που έδινε το ίδιο αποτέλεσμα.
Περιγραφή
Πρόκειται για φυτό πολυετές, δικοτυλήδονο συμπέταλο με βλαστούς αναρριχωμένους (ύψους 1,00 μ.
περίπου), με αγκιστροειδή κέντρα στις γωνίες, με ρίζα παχεία, έρπουσα. Τα φύλλα είναι μεγάλα, λογχοειδή,
οδοντωτά, με οδόντες αγκιστροειδείς στα χείλη και στη μεσαία νεύρωση και καταφανές πλέγμα εκ
δευτερογενών νευρώσεων. Τα άνθη του φυτού αυτού είναι μικρά, ζωηρώς κίτρινα, διατεταγμένα κατά
ψευδοσκιάδια μασχαλιαία και επάκρια. Η στεφάνη είναι τριχοειδής, με λοβούς λογχοειδείς, οξείς, ουχί
αθερώδεις. Οι ανθήρες είναι γραμμοειδείς - προμήκεις. Τα στίγματα είναι αντωοειδώς ροπαλοειδή. Ο
καρπός είναι ράγα, υποσφαιρική και έχει το μέγεθος μπιζελιού. Βρίσκεται αυτοφυές σε άγονες περιοχές
και φράχτες.
Συστατικά
Το ριζάρι έχει φαρμακευτικές ιδιότητες. Η ρίζα του περιέχει ως σπουδαιότερες δραστικές ουσίες
γλυκοζίτες (γαλιοσίνην, ασπερουλοσίτην), κιτρικό οξύ και άλλα οξέα, δεψικές και πηκτινικές ουσίες καθώς
και σάκχαρο, λεύκωμα και λίγο λιπαρό έλαιο. Η βαφή που προκύπτει από το ριζάρι έχει ως κύριο συστατικό
την αλιζαρίνη και πουρπουρίνη.
Θεραπευτικές Ιδιότητες
Το αφέψημα της ρίζης της Ρουβίας της βαφικής, ήτοι του φυτού με το κοινόν όνομα «ριζάρι», συνιστάται
από την Λαϊκή Ιατρική για διάφορες παθήσεις και είναι γευστικό και τονωτικό. Τελευταία διαπιστώθηκε,
ότι το εκχύλισμα του είδους αυτού έχει ισχυρή λιθοδιαλυτική ενέργεια. Κατά τις γενόμενες πειραματικές
παρατηρήσεις διεπιστώθη, ότι τα συστατικά εκείνα, τα οποία περιέχονται στο εκχύλισμα αυτό, διασπούν
ταχέως το εξ ανοργάνων ουσιών περίβλημα των χολολίθων και επιδρούν επί του οργανικού αυτών
περιεχομένου, το οποίον διαλύουν τελείως. Διά τούτο και υπάρχουν βάσιμες ελπίδες, ότι τούτο στο
προσεχές μέλλον είναι δυνατόν να αποβεί το ασφαλές φάρμακον κατά της χολολιθιάσεως, το οποίον σε
πολλές περιπτώσεις θα απαλλάξει τους πάσχοντες από τις χειρουργικές επεμβάσεις.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή
Το ρίζωμα του φυτού αυτού συλλέγεται, καθαρίζεται από το χώμα, πλένεται, ξηραίνεται σε καλώς
αεριζώμενον μέρος και υπό σκιάν και στην συνέχεια κονιορτοποιείται. Βράζεται σε νερό και
χρησιμοποιείται για την βαφή νημάτων και υφασμάτων.
Τα πασχαλινά αυγά βαμμένα με ριζάρι εκτός από το μοναδικό χρώμα τους είναι και ανεξίτηλα. Δεν βάφουν
τα χέρια, ενώ η βαφή δεν εισχωρεί και στο εσωτερικό τους. Το αποτέλεσμα που δίνει είναι ένα βαθύ
κόκκινο χρώμα.
Παρασκευή και δοσολογία
Μπορούμε πολύ εύκολα με το ριζάρι να βάψουμε τα αυγά μας, με έντονο κόκκινο χρώμα, το Πάσχα.
Διαδικασία βαψίματος: 1ος τρόπος: Κοπανίζουμε το ριζάρι σε γουδί για να μπορεί να βγάλει το χρώμα
του ευκολότερα. Βράζουμε το ριζάρι σε νερό για 10 λεπτά και στη συνέχεια το αφήνουμε να κάτσει για 2-
3 ώρες ή και όλη τη νύχτα. Το πρωί σουρώνουμε το ριζάρι και κατόπιν προσθέτουμε τα αυγά και τα
βράζουμε για περίπου 15 λεπτά προσθέτοντας μισό ποτηράκι του κρασιού ξύδι (αν χρειαστεί
συμπληρώνουμε νερό, ίσα που να καλύπτει τα αυγά).
2ος τρόπος,(προτείνεται): Βράζουμε το ριζάρι όπως είναι, ακοπάνιστο, μαζί με τα αυγά. Η δοσολογία είναι
30 γρ. ριζάρι για 30 αυγά.
Σελίδα - 137 -
Rubus fruticosus κν βάτος, βατομουριά
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Τάξη: Ροδώδη (Rosales)
Οικογένεια: Ροδοειδή (Rosaceae)
Γένος: Βάτος (Rubus)
Είδος: R. fruticosus
Φυτολογικό λεξικό Π.Γ.Γεναδίου
Βάτος (Rubus, γαλλ. Ronco, αγγλ. Bramble, τουρ. Πογιουρτλέν, τ. Ροδωδῶν). γ. περιλ. Περί τά 100 εἴδη,
τά πλεῖστα θαμνώδη, κληματώδη, και ἀκανθώδη. Πολλά καλλιεργούμενα ἐκτενώς διά τάς ἐδωδίμους ῥᾶγάς
των, τά κν. βατόμουρα, βατσινόμουρα ἤ βάτσινα, ἐν δὲ τῇ Κύπρῳ βαβάτσινα (τουρ. Πογιουρτλὲν -
γεμισί - βλ. Βάτινα). Εἴδη τῆς ἐλλ. χλωρ. 8 ἐν οἴς καὶ Β. ἡ γναφαλώδης (R. tomentosus), πιθανῶς ἡ
Χαμαίβατος τοῦ Θεοφρ., καὶ Β. ἡ θαμνώδης (R frulicosus ἤ ulmifolius γαλλ. Ronce άγγλ. Black-berry)
ἡτις εἶνε ἡ κατ’ ἐξοχὴν Βάτος τῶν ἀρχαίων, ὁ κν. Βάτος, ό κοινότατος παρ’ ἡμῖν ἀκανθώδης θάμνος. Τὸ
εἶδος τοῦτο εἶνε τὸ πολλαχοῦ ἐκτενέστερον καλλιεργούμενον διὰ τὸν καρπόν του, ἀπαντᾶ δέ
αὐτοφυόμενον ὑπό πολλὰς διαφορὰς πανταχοῦ σχεδὸν τῆς Ευρώπης, τῆς βορ. Ἀσίας καὶ τῆς βορ.
’Αφρικῆς. Ἐν Ἑλλάδι ἀπαντᾶ ὑπὸ τὴν διαφορὰν ἀνατολική (R fruticosus anatolicus), ἐν δέ τῇ Κύπρῳ ὑπὸ
τὴν διαφορὰν ἱερά (R. fruticosus sanctus). Ἄλλα συνήθως καλλιεργούμενα διὰ τὸν καρπόν των εἴδη εἶνε
Β. ἡ δυτική (R. occidentalis, άγγλ. Virginia Raspberry), ἰθαγ. τῆς βορ. Ἀμερικῆς, Β. τὸ Χαμαίμορον, (R.
Chamaemorus ἀγγλ. Cloud-berry), ἰθαγ. τῆς βορ. δυτ. Εὐρώπης, Β. ἡ λευκόφαιος (R. caesius ἀγγλ. Dew-
.
berry) καὶ Β. ἡ Ίδαία (R. Idaeus, γαλλ. Framboisier, ἀγγλ. Rasp-berry) τὰ δύο τελευταῖα, τὰ ὁποῖα εἶνε
ἰθαγ. τῆς Εὐρώπης, ἀπαντῶσι καὶ εἴς τινας ὀρεινοὺς τόπους τῆς Ἑλλάδος εἰς τὸ τελευταῖον, τὸ ὁποῖον
.
ὀνομάζεται κοινῶς Σμεουρδιά καὶ ἀπαντᾶ αὐτοφυόμενον καὶ εἰς πολλὰ μέρη τῆς δυτ.Ἀσίας, ἀναφέρεται
ἡ Βάτος ἰδαία τοῦ Δισοκρ. ὅστις λέγει ὅτι ὠνομάσθη ἰδαία «διὰ τὸ πολλὴν ἐν Ἴδη (τῆς Φρυγίας)
γεννᾶσθαι». Τοῦ εἴδους τούτου ὁ καρπὸς (ὁ κν. σμέουρδο, σμέουρο ἤ νάουρο) εἶνε ὁ χρησιμοποιούμενος
πρὸς κατασκευὴν γλυκοῦ καὶ τῶν παγωτῶν τῶν διὰ τοῦ γαλλικοῦ των ὀνόματος φραμπουὰζ (framboise)
γνωστοτέρων κν. παρ’ ἡμῖν’ ἐκ τοῦ καρποῦ δὲ τῆς Β. ταύτης σκευάζεται τὸ τῶν φαρμακοποιῶν
δροσιστικὸν καὶ διουρητικὸν σεράπιον Βάτου τῆς ἱδαίας (φρμ. Syrupus Rubi Idaei). Αἱ Β. πολλαπλ.
εὐχερῶς διὰ μοσχευμάτων καὶ παραφυάδων καὶ εὐδοκιμοῦσιν εἰς ἔνικμον καὶ νοτερὸν ἤ καὶ ὑγρὸν ἔδαφος.
.
Ἡ καλλιέργειά των εἶνε ἁπλουστάτη οὐδεμιᾶς εἰδικῆς φροντίδος χρήζουσι.
Ονομασία
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Rubus Fruticosus (Ρούβος ο θαμνώδης). Το συναντούμε με τα
ονόματα βάτος, άγριος βάτος, χαμαίβατος, μοραντζίδα, βατσινιά, Βαβάτσινα. Ανήκει στην οικογένεια των
Ροδοειδών.
Σελίδα - 138 -
Είναι ο γνωστός μας βάτος με τα ξέκλωνα κλωνάρια του που είναι γεμάτα αγκάθια και τα φύλλα του είναι
τραχιά και πριονωτά. Το στέλεχος του φυτού είναι κυρτό γωνιώδες. Όπου ο κορμός του φυτού πιάσει χώμα,
βγάζει ρίζες και γεννιέται ένα νέο φυτό. Η ρίζα του διακλαδίζεται. Ο καρπός του είναι τα άγρια βατόμουρα
που είναι πολύ μικρά και γλυκά.
Ιστορικά στοιχεία
Ο Βάτος κατά την ελληνική μυθολογία ήταν έμπορος ρούχων ο οποίος έγινε φορτικός στις γυναίκες για να
πουλήσει το εμπόρευμα του. Όταν αυτές παραπονέθηκαν στο Δία, αυτός τον μεταμόρφωσε στο γνωστό
αγκαθωτό φυτό. Έτσι τα αγκάθια του σκίζουν τα ρούχα των ανθρώπων αναγκάζοντας τους να αγοράζουν
καινούρια.
Η παρουσία απολιθωμάτων αποδεικνύουν ότι τα βατόμουρα ήταν μέρος της καθημερινής διατροφής των
αρχαίων. Ο Αισχύλος (525-456 π.χ.) αρχαίος Έλληνας συγγραφέας των αθάνατων τραγωδιών και ο
Ιπποκράτης (460-375 π.χ.) πατέρας της ιατρικής αναφέρουν το βατόμουρο.
Ο Διοσκουρίδης συνιστά το αφέψημα των κορυφών του φυτού κατά των κοιλιακών νοσημάτων, σε
καρδιακά προβλήματα, κατά των άφθων, για την στερέωση των ούλων (με το μάσημα των φύλλων), και
κατά των αιμορροΐδων και κονδυλωμάτων σε καταπλάσματα. Πρότεινε ακόμη το χυμό των φύλλων αφού
πυκνωθεί μετά την έκθεση στον ήλιο για όλα τα προαναφερόμενα νοσήματα, ενώ το χυλό του καρπού τον
πρότεινε στα στομαχικά και κοιλιακά νοσήματα.
Παραδοσιακά χρησιμοποιούσαν το ξύδι που έβγαζαν από τους καρπούς του φυτού για τον ερεθισμένο
λαιμό και τον βήχα. Το έγχυμα των φύλλων, το χρησιμοποιούσαν για την διάρροια και ως κατάπλασμα για
τις αιμορροΐδες, κατά της δυσεντερίας, της αιματουρίας κ.α., ενώ τη ρίζα του φυτού την χρησιμοποιούσαν
ως στυπτική, αντιαρθριτική, διουρητική και υποτασική.
Περιγραφή
Πρόκειται για αγκαθωτό διακλαδιζόμενο φυτό, του οποίου ο κορμός όταν ακουμπήσει σε χώμα βγάζει
ρίζες και γεννιέται ένα νέο φυτό. Κατά τη περίοδο της άνθησης βγάζει μικρά λευκά ή ροζ άνθη και μικρούς
γλυκούς καρπούς, τα άγρια βατόμουρα.
Συστατικά
Η θεραπευτική ικανότητα του βρίσκεται στη ρίζα και στα φύλλα του, όπου είναι συγκεντρωμένα και τα
θεραπευτικά συστατικά του. Περιέχουν στυπτικά, τη φραγκαρίνη, τανίνες και πολυπεπτίδια.
Οι καρποί περιέχουν βιταμίνες Α, Β, C και Ε, σάκχαρα, ανόργανες ουσίες, μηλικό και κιτρικό οξύ,
ιμβερτοσάκχαρο, μέταλλα (ασβέστιο, σίδηρο) και πτητικό έλαιο.
Θεραπευτικές Ιδιότητες
Τα βατόμουρα έχουν εξαιρετικές θεραπευτικές ιδιότητες. Το εξωτερικό τους είναι αποτελεσματικό σε
δερματοπάθειες και σε αποστήματα. Οι καρποί της βατομουριάς περιέχουν πολλές βιταμίνες, κυρίως Α, Β,
C, μία ουσία που περιέχουν πολλά σιρόπια για την καταπολέμηση του πονόλαιμου και του βήχα και ένα
πτητικό αιθέριο έλαιο. Χρησιμοποιείται επίσης ως φάρμακο κατά της φαρυγγίτιδας, της αναιμίας, της
λαρυγγίτιδας, της διάρροιας, της ουλίτιδας και βοηθά στις λοιμώξεις του αναπνευστικού. Τα φύλλα της
βατομουριάς χρησιμοποιούνται σε έγχυμα κατά της δυσεντερίας, των διαρροιών και των εσωτερικών
αιμορραγιών. Επίσης χρησιμοποιείται σε γαργάρες για την καταπολέμηση του πονόλαιμου, της ουλίτιδας,
της φαρυγγίτιδας, της διάρροιας, της αιματουρίας κτλ. Το έγχυμα αυτό της βατομουριάς, πιστεύεται ότι
βοηθά τις εγκύους στη γέννα.
Τα βατόμουρα βοηθούν στη διατήρηση του φυσιολογικού βάρους ενώ συμβάλλουν και στη μείωση της
χοληστερίνης. Πλούσια σε τανίνες δρουν κατά των αιμορραγιών και βοηθούν στην επούλωση πληγών. Οι
ανθοκυανίνες είναι φυτικές χρωστικές με αντιοξειδωτικές ιδιότητες, ορισμένες ανθοκυανίνες αναστέλλουν
την ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρων, περιέχουν φλαβονοειδή που δρουν κατά διάφορων μορφών
καρκίνου όπως του δέρματος και του πνεύμονα.
Δρα ως στυπτικό, τονωτικό, δυναμωτικό, αντιπυρετικό, ελαφρώς διουρητικό, εφιδρωτικό και
αποτοξινωτικό. Οι καρποί του βελτιώνουν την πέψη, ανοίγουν την όρεξη και αυξάνουν την
Σελίδα - 139 -
περισταλτικότητα των εντέρων. Χρησιμοποιούνται για ασθένειες του στομάχου και του συκωτιού,
φλεγμονές της χολής, γαστρίτιδα, γαστρορραγίες και σκουλήκια των εντέρων.
Τα ώριμα βατόμουρα (κυανόμαυρα) έχουν καθαρτική δράση ενώ τα άγουρα (πράσινα) έχουν
αντιδιαρροϊκή δράση. Ακόμα περιέχουν λουτείνη που προστατεύει τα μάτια, μαγγάνιο για δυνατά οστά και
φυλλικό οξύ που παίζει σημαντικό ρόλο κατά την υγιή διαίρεση και ανάπτυξη των κυττάρων. Τέλος
επιστημονικές μελέτες τείνουν στο συμπέρασμα ότι τα βατόμουρα βοηθούν και την λειτουργία του
εγκεφάλου προστατεύοντας τα κύτταρα του.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή
Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται τα νεαρά βλαστάρια, οι καρποί και οι ρίζες. Τα βλαστάρια
και τα φύλλα συλλέγονται την Άνοιξη και οι καρποί όταν ωριμάσουν (Σεπτέμβριο και Οκτώβριο).
Παρασκευή και δοσολογία
Χρησιμοποιούμε τα φύλλα, τρυφερά κλαδιά και μπουμπούκια για γαργάρες, πονόλαιμο, στοματίτιδα,
φαρυγγίτιδα, ουλίτιδα, άφθες, πονόδοντο, αντιδιαβητικό, διάρροια, διευκόλυνση της γέννας, διουρητικό,
πέτρα στα νεφρά, ολιγουρία, αρθριτικά, ρευματισμούς, αιμορροΐδες, δυσπεψία, ξινίλες, φλόγωση του
στομάχου, τονωτικό, αναιμία, κυνάγχη, μητρορραγίες και υσμηνόρροιες.
Το αφέψημα των φύλλων του λαμβάνεται στα κρυολογήματα, βήχα, ασθένειες των άνω αναπνευστικών
οδών, ως διουρητικό στην κατακράτηση ούρων, ασθένειες των νεφρών και της ουρήθρας.
Το έγχυμα που προετοιμάζεται με φύλλα, άνθη ή κορυφές του βατόμουρου, χρησιμοποιείται υπό μορφή
γαργάρων και για πλυσίματα ενάντια στον ερεθισμό και τις φλεγμονές του λαιμού, φάρυγγα, ούλων και
στοματικής κοιλότητας. Ακόμα η ρίζα του βατόμουρου μαζί με την ρίζα του πεντάνευρου (πλαντάγκο)
χρησιμοποιούνται σαν βοηθητικά ενάντια στο διαβήτη.
Οι καρποί του βατόμουρου χρησιμοποιούνται σε λικέρ, σιρόπια, μαρμελάδα, κρασί και για να δίνουν
άρωμα στο ξύδι. Το αιθέριο έλαιο των καρπών το προσθέτουν σε σαμπουάν και καλλυντικά μπάνιου.
Οι ρίζες και τα φύλλα του βοτάνου περιέχουν στυπτικά, φραγκαρίνη (τονωτικό της μήτρας), τανίνες και
πολυπεπτίδια. Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται τα νεαρά βλαστάρια, οι καρποί και οι ρίζες.
Ο καρπός του Βάτου (Blackberry) περιέχει μεγάλες ποσότητες βιταμίνης C καθώς και φυτικές ίνες όπως
οι ανθοκυανίνες, τανίνες και η λουτείνη, συνεισφέροντας στη διατήρηση ενός φυσιολογικού βάρους, στη
καλή λειτουργία του γαστρεντερικού συστήματος, στη μείωση των επιπέδων της χοληστερίνης, καθώς και
στη διατήρηση μιας καλής όρασης και ενός υγιούς δέρματος.
Η ημερήσια συνιστώμενη δόση που προτείνουν οι βοτανοθεραπευτές είναι 2-5gr (τρία ροφήματα των
1,5gr. την ημέρα) σε περιπτώσεις έντονης διάρροιας.
Προφυλάξεις
Δεν έχει αναφερθεί καμία ανεπιθύμητη ενέργεια ή τοξική εκδήλωση
Σελίδα - 140 -
Ruta graveolens, κν απήγανος
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Angiosperms)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Eudicots)
Υφομοταξία: Ροδίδες (Rosids)
Τάξη: Σαπινδώδη (Sapindales)
Οικογένεια: Ρυτοειδή (Rutaceae)
Γένος: Ruta
Είδος: R. graveolens
Φυτολογικό λεξικό Π.Γ.Γεναδίου
Ῥυτὴ (Ruta, γαλλ. Bue, ἀγγλ. Herbe of grace ἤ Rue, τουρκ. Σαδέφ, τ. Ῥυτωδῶν)· γ. περιλ. περὶ τὰ 40
-
εἴδη ἰθαγ. τῶν παραμ. Χωρῶν καὶ τῆς κεντρ. Ἀσίας φ. ποώδη πολυετῆ ἤ φρυγανώδη, τινὰ κοσμητικά,
φαρμακευτικά, ἀρτυματικά. Εἴδη τῆς ἐλλ. γλωρ. τὰ καὶ ἀλλαχοῦ ἀπαντῶντα, α΄) Ῥ. ἡ βαρύοσμος (R.
graveolens, γαλλ. Rue des jardins ἤ Herbe de Grace, ἀγγλ. ,Com. Rue), τὸ κν. Πήγανον, Πήγανος, Πήανον,
Ἀπήγανος, τὸ τοῦ Διοσκρ. ἤμερον ἤ κηπαῖον Πήγανον· φ. Φαρμακευτικὸν (φρμ. Πηγάνου πόα, Herba s.
folia Rutae), ἀρτυματικόν, κοινὸν πολλαχοῦ τῆς Ἑλλάδος καὶ συχνὰ κηπευόμενον. β΄) Ῥ. ἡ λινόφυλλος
(Η. linifolia ἤ Haplophyllum Buxhaumii), τὸ κν. Πήγανον, ἐν δὲ τῇ Κύπρῳ Πήανο, Πεάνι ἤ Φτειρόχορτο,
γ΄) Ῥ. ἡ ὀρεινή (R. montana), τὸ κν. Πήγανον καὶ Πηγάνι, πιθανῶς τὸ τοῦ Διοσκρ. Πήγανον ὀρεινὸν ἤ
Ῥυτὴ ὀρεινή, περὶ τοῦ ὁποίου οὗτος λέγει : «τὸ ὀρεινὸν δὲ καὶ ἄγριον τοῦ ἡμέρου καὶ κηπευτοῦ δριμύτερον
καὶ ἄθετον πρὸς βρῶσιν». δ΄) Ῥ. ἡ στεφανωτὴ (R.patavina ἤ Haplophyllum coronatum), τὸ κν.Πίγανον,
ἀπαντῶν εἰς ὀρεινοὺς ἰδίως τόπους· καὶ ε΄) Ῥ. ἡ χαλέπιος (R. chalepensis), εἶδος ἀπαντῶν ὑπὸ τρεῖς
διαφοράς, κοινὸν δὲ πολλαχοῦ καὶ κν. ὀνομαζόμενον Πεάνι, Πήανο, Πήγανον, Πήγανος ἤ Ἀπήγανος.
Πάντα τὰ φ. ταῦτα ἐνέχουσιν αἰθέριον ἔλαιον τοξικὸν (βλ. καὶ Πήγανον).
Ονομασία
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Ruta Graveolens (Ρυτή η βαρύοσμος) και ανήκει στην οικογένεια
των Ρυτοειδών που περιλαμβάνει 40 περίπου είδη θάμνων. Στη χώρα μας το συναντούμε με τις ονομασίες
Πήγανος, Απήγανος, Πεγάνι, Πηγάνι, Πηγουνιά, Πήγαντο, Βρωμοπήγανος.
Ιστορικά στοιχεία
Είναι γνωστός από την αρχαιότητα και αναφέρεται στην Αγία Γραφή. Σύμφωνα με αναφορές του
Αθήναιου, ο Κλέαρχος, τύραννος της Ηράκλειας του Πόντου, καλούσε τους αξιωματικούς του στα
ανάκτορα, τους έδινε να πίνουν δηλητήριο και διασκέδαζε βλέποντάς τους να σφαδάζουν. Εκείνοι έτρωγαν
απήγανο πριν τις συναντήσεις με τον τύραννο, σαν αντίδοτο στις δηλητηριάσεις. Με αυτόν τον τρόπο
υποκρίνονταν τους δηλητηριασμένους κατά την παρουσία του και έσωζαν τις ζωές τους. Αναφέρεται και
στον Ιπποκράτη. Οι αρχαίοι Έλληνες τον χρησιμοποιούσαν κατά της δυσπεψίας που τους προκαλούνταν
από το μάτιασμα όταν έτρωγαν μπροστά σε ξένους.
Σελίδα - 141 -
Από τα αρχαία χρόνια το καλλιεργούσαν στους κήπους, χρησιμοποιούμενο από τους γιατρούς της εποχής
εκείνης κατά των νευρικών παθήσεων, της υστερίας, της επιληψίας, ως διουρητικό κατά της υδρωπικίας,
ως εμμηναγωγό επί δυσμηνόρροιας και αμηνόρροιας, πάντα βέβαια με εξαιρετική προσοχή γιατί γνώριζαν
πόσο δραστικό είναι. Ο Διοσκουρίδης το χρησιμοποιούσε ως φάρμακο στις δυσκολίες της αναπνοής.
Ο Πλίνιος το αναφέρει αποδίδοντας σε αυτό πολλές μυστηριώδεις ιδιότητες. Ανάμεσα στις ιδιότητές του
ανέφερε ότι το βότανο βοηθά στη διατήρηση της καλής όρασης (λόγω της ρουτίνης που περιέχει) και ότι
ζωγράφοι της εποχής του συνήθιζαν να το καταναλώνουν γιατί έκανε της όραση τους καθαρή και κοφτερή.
Η δράση του ενάντια στα δηλητήρια το έκανε βασικό συστατικό στην παρασκευή του αντίδοτου του
Μυθριδάτη. Στην Παλαιστίνη το καλλιεργούσαν στα χρόνια του Χριστού για να το χρησιμοποιούν στις
επιδημικές νόσους (μαζί με ξύδι, σκόρδο και θυμάρι). Ο απήγανος ήταν κάποτε σημαντικό βότανο σε όλες
τις χώρες της Νότιας Ευρώπης. Ήταν συνηθισμένο φυτό στις αυλές των σπιτιών γιατί θεωρούσαν ότι
προφυλάσσει από τύφο και πανούκλα ενώ παράλληλα τα αποξηραμένα και κονιοποιημένα φύλλα του ήταν
θαυμάσιο εντομοαπωθητικό. Τα ψιλοκομμένα φύλλα έμπαιναν σε σαλάτες, σούπες και σάλτσες (ιδίως με
ψάρι). Τοποθετούσαν επίσης τους βλαστούς του φυτού μέσα στο κρασί ή το ξύδι για να δώσουν πικάντικη
γεύση. Τα πτητικά έλαια του φυτού τα τοποθετούσαν σε λικέρ όπως η ιταλική γκράπα και σε κάποια
αρώματα. Στη Βόρεια Ευρώπη τα φρέσκα φύλλα τα χρησιμοποιούσαν σπάνια λόγω της πικρής γεύσης τους
και των στομαχικών και εντερικών διαταραχών που ακολουθούσαν την υπερβολική κατανάλωση. Στην
κινέζικη ιατρική χρησιμοποιείται εδώ και εκατοντάδες χρόνια για τα δαγκώματα των φιδιών και τα
τσιμπήματα των εντόμων. Το 1625, ένας Ιταλός γιατρός, ο Piperno, τον χρησιμοποιούσε κατά της
επιληψίας και των ιλίγγων. Στη λαϊκή ιατρική χρησιμοποιήθηκε για τη θεραπεία της φυματίωσης, λύσσας,
σύφιλης κ.α. Βότανο των μαγισσών για ξεμάτιασμα.
Περιγραφή
Έχει ένα κλώνο με μικρά φύλλα και ρίζα ρηχή. Τα φύλλα του είναι μακριά με γαλαζοπράσινο χρώμα και
καλύπτονται από λευκό χνούδι. Τα άνθη του είναι μικρά πρασινοκίτρινα και σε συστάδες. Βγάζει ένα
σφαιρικό καρπό. Φτάνει σε ύψος τους 80 πόντους και έχει ποώδεις βλαστούς. Οι μέλισσες και άλλα έντομα
συρρέουν στα λουλούδια του φυτού για το νέκταρ. Το βότανο φύεται σε ξηρά και ηλιόλουστα μέρη στη
Νότια Ευρώπη, ιδίως στα Βαλκάνια. Δεν φυτρώνει εύκολα με σπόρο και για τον λόγο αυτό προτιμούν τα
μοσχεύματα που φυτεύουν σε αφράτο και κοπρισμένο χώμα σε γλάστρα και όταν πιάσουν τα
μεταφυτεύουν στον κήπο. Έχει δυνατή χαρακτηριστική μυρωδιά για τον λόγο αυτό η παράδοση αναφέρει
ότι δεν συμπαθούν το φυτό οι γάτες, οι σκύλοι και τα κακά πνεύματα. Είναι γνωστή η φράση «σε εξορκίζω
με τον απήγανο» που ο λαός μας το λέει όταν θέλει να αποκρούσει κάτι απαράδεκτο και ενοχλητικό.
Συστατικά
Ο Απήγανος περιέχει ένα αιθέριο έλαιο που περιλαμβάνει μία δεκάδα ουσιών (κετόνες, αλκοόλες, εστέρες,
τερπένια). Από αυτές η μεθυλνονυλκετόνη είναι η σημαντικότερη. Επιπλέον περιέχει ένα γλυκοσίδιο, τη
ρουτίνη ή ρουτοσίδη η οποία έχει παρόμοια δράση με τη βιταμίνη Ρ.
Θεραπευτικές Ιδιότητες
Ο Απήγανος είναι ισχυρό φάρμακο και οι μικρές δόσεις είναι κανόνας. Δρα ως αντισπασμωδικό,
εμμηναγωγό και αντιβηχικό. Βοηθά αποτελεσματικά στη ρύθμιση του εμμηνορρυσιακού κύκλου, όπου
χρησιμοποιείται για την επανέναρξη της ανεσταλμένης έμμηνης ροής. Λόγω της αντισπασμωδικής του
δράσης χρησιμοποιείται για την χαλάρωση των λείων μυϊκών ινών, ιδιαίτερα του πεπτικού συστήματος
όπου ανακουφίζει τον κολικό πόνο και την ένταση των εντέρων. Η ανακούφιση των σπασμών το κάνει
χρήσιμο για το σταμάτημα του σπασμωδικού βήχα. Αυξάνει την περιφερειακή κυκλοφορία και μειώνει την
αυξημένη αρτηριακή πίεση. Το μάσημα των φρέσκων φύλλων ανακουφίζει από τους πονοκεφάλους που
οφείλονται σε ένταση, τις ταχυπαλμίες και άλλα προβλήματα άγχους. Για την ρύθμιση της περιόδου
συνδυάζεται καλά με το Χαμαιλείριο και το Σενέκο το χρυσό.
Χρησιμοποιείται σαν φάρμακο κατά της υστερίας και επιληψίας, αντίδοτο για δηλητήρια, κατά της
δυσπεψίας, των αμοιβάδων και άλλων παρασίτων του εντέρου, της φλεβίτιδας και των κιρσών, των πόνων
των ρευματικών – αρθριτικών, των προβλημάτων εμμηνορρυσίας, του άγχους, νευρικού πονοκεφάλου, της
νευρικότητας και της αϋπνίας λόγω της ηρεμιστικών του ιδιοτήτων, των παράσιτων, σκόρου, και ψειρών.
Σελίδα - 142 -
Κατά του σακχάρου και συστήνεται σε βλάβες αγγείων ματιών που προέρχονται από διαβήτη.
Παρασιτοκτόνο για παράσιτα εντέρου. Κατάπλασμα για αιμορροΐδες. Κατά της αρτηριοσκλήρωσης.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή
Το βότανο ανθίζει από Ιούνιο μέχρι τον Σεπτέμβριο. Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται τα
φύλλα του, τα οποία συλλέγονται Μάιο και Ιούνιο.
Σαν καρύκευμα χρησιμοποιούνται οι σπόροι σε σούπες, σάλτσες και σαλάτες. Οι βλαστοί του
τοποθετούνται μέσα σε ξύδια και κρασί για δώσουν πικάντική γεύση.
Παρασκευή και δοσολογία
Τον συναντάμε και στον αρωματισμό ποτών και γλυκών με την μορφή αιθέριου ελαίου. Χρησιμοποιείται
ως αφέψημα φύλλων, σκόνη, αιθέριο έλαιο και κατάπλασμα.
Παρασκευάζεται ως έγχυμα. Ρίχνουμε σε ένα φλιτζάνι βραστό νερό σε 1-2 κουταλιές του τσαγιού ξηρό
βότανο και το αφήνουμε 10-15 λεπτά. Το ρόφημα το πίνουμε έως τρεις φορές την ημέρα.
Προφυλάξεις
Είναι πιθανό μεταλλαξογόνο. Ενδέχεται να εκδηλωθεί φωτοευαισθησία κατά την χρήση του. Σε
υπερδοσολογία εκδηλώνονται γαστρικοί πόνοι, έμετος, συστηματικές επιπλοκές και επιπλοκές από το
κεντρικό νευρικό σύστημα (ψευδαισθησιογόνο).
Σελίδα - 143 -
Salvia officinalis κν ελελίφασκος, αλισφακιά, φασκομηλιά
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Τάξη: Λαμιώδη (Lamiales)
Οικογένεια: Χειλανθή (Lamiaceae)
Γένος: Ελελίφασκος (Salvia)
Είδος: Ελελίφασκος ο φαρμακευτικός (S. officinalis)
Φυτολογικό λεξικό Π.Γ.Γεναδίου
Ἐλελίσφακον ἤ Ἐλελίσφακος (Salvia, γαλλ. Sauge, ἀγγλ. Sage, τουρ. Ἀντὰ-τζαγὶ τ. Χειλανθῶν)· γ. περιλ.
περὶ τὰ 250 εἴδη ἰθαγ. εὐκράτων καὶ θερμῶν χωρῶν· φ. ποώδη, ἐτήσια, διετῆ ἤ πολυετῆ τινὰ φρυγανώδη ἤ
θαμνώδη· πολλὰ κοσμητικὰ ἤ ἄλλως χρήσιμα. Εἴδη τῆς ἑλλ. χλωρ. 20 ἐν οἷς καὶ Ἐ. τὸ φαρμακευικὸν (S.
officinalis, γαλλ. Sauge de Province, The de France ἤ Herbe sacree ἀγγλ. Com Sage), το τοῦ Διοσκρ.
Ἐλελίσφακον, ἐξ οὗ ἐσκευάζετο ὁ ἐλελισφάκινος οἶνος τοῦ ἰδίου. Εἶνε το κν. ὀνομαζόμενον Φάσκοι,
Σφάκες, Σφακιές, Χαμομηλιές, Ἀλισφακές, Ἀλιφασκιές ἤ Φασκομηλιές, ὧν τὸ ἀφέψημα εἶνε ἐν κοινῇ
χρήσει παρὰ τῷ λαῳ, ἰδίως τὸν χειμῶνα, ὡς ποτὸν θερμαντικὸν (τὸ φασκόμηλο). Κατ’ἐξοχήν
φαρμακευτικὸν εἴνε τὸ χόρτον Ἐ. Τοῦ φαρμακευτικοῦ (φαρμ. Ἐλελισφάκου πόα, Herba Satviae), ὅπερ
ἐνιαχοῦ τῆς Εὐρώπης (καὶ ἰδίως ἐν Ἀγγλίᾳ) χρησιμοποιεῖται καὶ ὤς ἄρτυμα εἴς τινα φαγητά· τὸ φ. τοῦτο
ἀποσταζόμενον παρέχει αἰθέριον ἔλαιον χρήσιμον εἰς τὴν σαπωνοποιίαν καὶ τὴν φαρμακευτικήν.
Τὰ πρὸς κόσμον θεραπευόμενα εἴδη εἶνε πολλά· ἐξ αὐτῶν εἰς τοὺς ἐν Ἑλλάδι κήπους ἀπαντῶσι συνήθως
Ἐ. τὸ γραχάμειον (S. Grahami), ἰθαγενὲς τοῦ Μεξικοῦ, καὶ Ἐ. το μεγαλοπρεπὲς ἤ λάμπον (S. splendens),
ἰθαγ. τῆς Βραζιλίας. Ταῦτα καὶ ἄλλα τινὰ εἴδη ὀνομάζονται κν. ὑπὸ τῶν ἡμετέρων κηπουρῶν Σάλβιαι.
Ονομασία
Το φασκόμηλο ή φασκομηλιά (Σάλβια η φαρμακευτική ελλ. Ελελίφασκος ο φαρμακευτικός, Salvia
officinalis) ανήκει στο γένος των Αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών Ελελίφασκος (Salvia). Στα αγγλικά η
κοινή του ονομασία είναι sage, ή garden sage, ή common sage.
Ιστορικά στοιχεία
Η αλισφακιά είναι γνωστή από αρχαιοτάτων χρόνων και το αφέψημά της εχρησιμοποιείτο ως μαλακτικό,
αποχρεμπτικό, αντιμικροβιακό κ.λπ. Στις πινακίδες του ανακτόρου της Κνωσού της Κρήτης (γραμμική
γραφή Β) αναφέρεται ως "σφάκον", καθώς και το "σφακόεν έλαιον", το γνωστό αλισφακόλαδο, το οποίο
παρασκευάζεται και χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα ευρέως στην Κρήτη.
Ο μαθητής του Αριστοτέλους του Σταγειρίτου Θεόφραστος ο Λέσβιος ή ο Ερέσιος διακρίνει δύο είδη
αλισφακιάς, ήτοι: α) τον "σφάκον" και β) τον "ελελίσφακον": "Σφάκος δε και ελελίσφακος διαφέρουσιν
ωσάν το μεν ήμερον, το δε άγριον. Λειότερον γαρ το φύλλον του σφάκου και έλαττον και αιχμηρότερον,
το δε του ελελίσφακου τραχύτερον". (Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας, 6,2,5).
Σελίδα - 144 -