The words you are searching are inside this book. To get more targeted content, please make full-text search by clicking here.

Ενσταση στην τροποποίηση της ονοματολογίας των ανόργανων ενώσεων - μια διαφορετική άποψη.

Discover the best professional documents and content resources in AnyFlip Document Base.
Search
Published by ΕΚΦΕ Χανίων, 2017-02-01 03:10:12

Τροποποιήσεις στην Ονοματολογία της Χημείας (Κ. Παπαθανασίου, 2014):

Ενσταση στην τροποποίηση της ονοματολογίας των ανόργανων ενώσεων - μια διαφορετική άποψη.

Keywords: Χημεία,ονοματολογία,χημικές ενώσεις

 
 
 
 
 
 
 
  

Τ   ροποποιήσεις στην Ονοματολογία 

  Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα ; 

 

 

Έν  σταση στην προτεινόμενη τροποποίηση της ονοματολογίας
  των ανοργάνων ενώσεων
 
  

ΜΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΑΠΟΨΗ 

 



Παπαθανασίου Κώστας

Χημικός Μέσης Εκπαίδευσης     

ΓΕΛ ΑΚΡΩΤΗΡΙΟΥ ‐ ΕΚΦΕ ΧΑΝΙΩΝ
[email protected]


14 Ιουνίου 2014

 

 

Προς  

τα μέλη της ΣΤΑ 

της Ένωσης Ελλήνων Χημικών  

 

Κοινοποίηση 

• Τμήμα Παιδείας της ΕΕΧ 
• Επιτροπή ΑΠΣΧ 
 

Αγαπητοί συνάδελφοι 

Στα  πλαίσια  της  κατάθεσης  της  πρότασης  νέου  αναλυτικού  προγράμματος  από  την  επιτροπή  ΑΠΣ  για 
το  μάθημα  της  Χημείας  του  Λυκείου,  τίθεται  το  ζήτημα  της  αποκαλούμενης  εναρμόνισής  μας  με  την 
ονοματολογία της IUPAC. Στα πλαίσια αυτά προτείνεται  η αντιστροφή  της τρέχουσας ονοματολογίας 
στις ανόργανες ενώσεις με σκοπό να διαβάζουμε τα τμήματα μιας ανόργανης ένωσης με την σειρά που 
τα  συναντούμε  στον  χημικό  της  τύπο,  όπως  συμβαίνει  στα  Αγγλικά.  Ο  σκοπός  είναι  ομολογουμένως 
θεμιτός.  Αγιάζει  όμως  τα  μέσα;    Διερωτώμαι:  τι  θα  πει  "εναρμόνιση"  με  διεθνή  δεδομένα  όταν 
αναφερόμαστε  σε  θέματα  γλώσσας,  ένα  κατ΄  εξοχήν  στοιχείο  ιδιοπροσωπίας  ενός  λαού;  Το  να  μιλάμε 
για "άργυρος νιτρικό" σημαίνει ότι εναρμονιζόμαστε με το "silver nitrate";  

Αντλώ  στοιχεία  από  τα  Πρακτικά  του  Συνεδρίου  Ονοματολογίας  και  Ορολογίας  της  ΕΕΧ  (εφεξής 
Πρακτικά)  που  πραγματοποιήθηκε  λίγο  καιρό  πριν  αρχίσει  η  συζήτηση  για  πρόταση  νέου  Αναλυτικού 
Προγράμματος  στο  Λύκειο.  Δεν  ήμουν  δυστυχώς  παρών,  οπότε  οι  κρίσεις  μου  βασίζονται  μόνο  στις 
γραπτές  εισηγήσεις  των  ομιλητών  με  όσα  αρνητικά  και  θετικά  το  γεγονός  αυτό  συνεπιφέρει.  Ζητώ 
συγγνώμη  από  όσους  ήταν  παρόντες  στο  Συνέδριο  που  είμαι  αναγκασμένος  να  παραπέμπω  συχνά 
αντιγράφοντας από τα ήδη λεχθέντα. 

Στη  συζήτηση  δημιουργήθηκε  η  εντύπωση  ότι  όλοι  οι  καθηγητές  Πανεπιστημίου  συμφωνούν  για  την 
παραπάνω  αλλαγή.  Διατρέχοντας  τα  πρακτικά  βλέπει  κανείς  αναγνώριση  διαφόρων  προβλημάτων 
στην  ονοματολογία,  παραδοχή  των  δυσκολιών,  προβληματισμούς,  προτάσεις  αλλά  όχι  καθολική  και 
ανεπιφύλακτη αποδοχή της παραπάνω πρότασης.  

Χρειάζεται να ειπωθεί εξ αρχής ότι οι ενστάσεις μου δεν έχουν χαρακτήρα ταμπού. Είναι π.χ. αυτονόητο ότι 
δεν  μπορούν  να  υπάρχουν  ταυτόχρονα  «τέσσερις  (4)  διαφορετικές  ονομασίες  για  δεδομένη  σύμπλοκη 
ένωση»1 .  Επεμβάσεις  στη  ονοματολογία  ασφαλώς  και  δικαιολογούνται  όταν  σκοπός  είναι  η  «πληρέστερη 
αντιστοιχία  ανάμεσα  στη  λέξη  και  το  εννοιολογικό  της  περιεχόμενο»2  και  μάλιστα  αποβαίνουν  σε  όφελος 
της ίδιας της γλώσσας. Στην συγκεκριμένη περίπτωση των ανοργάνων ενώσεων δεν είναι αυτό το πρόβλημα 
εφόσον, είτε για «θειικό νάτριο» είτε για «νάτριο θειικό» μιλούμε, περιγράφουμε με την ίδια επιστημονική 
ακρίβεια την χημική οντότητα της αντίστοιχης ουσίας.  
 

                                                             
1 Δανέλλη Π., Κατσουλάκου Ε., Περλεπές Σ. Π., «Η Ελληνική Ονοματολογία στη Χημεία των Συμπλόκων 

Ενώσεων: Επισημάνσεις και Ανάγκη για Ενιαία Γλώσσα» στα Πρακτικά «1ο Πανελλήνιο Συνέδριο 
Oνοματολογίας & Ορολογίας της Χημείας», σ. 51 
2 Werner Heisenberg, «Αυτοβιογραφία», αναφερόμενος στη θητεία του στην αρχαία ελληνική γλώσσα ως 
την σπουδαιότερη πνευματική του άσκηση 



 

Είναι λογικό επίσης, να προβληματίζει η περίπτωση των –ούχων αλάτων όπως εύστοχα επισημαίνεται από 
τους  καθηγητές  Ευσταθίου3  και  Κλούρα4.  Εκεί,  η  χρήση  της  ορολογίας  «νατριο‐χλωρίδιο»,  αντί  του 
παραδοσιακού «χλωριούχο νατρίο», παρακάμπτει τον σκόπελο να θεωρηθεί το NaCl ως μίγμα νατρίου και 
χλωρίου όπως υπαινίσσεται η κατάληξη  –ούχο,  χωρίς όμως να  διαταράσσει  την γλώσσα  (μιας και η λέξη 
χλωρίδιο  είναι  ουσιαστικό).  Το  ίδιο  ισχύει  για  τα  οξείδια,  σουλφίδια,  υδροξείδια.  Μπορεί  όμως  αυτή  η 
επιτυχής  έκβαση,  με  αποκλειστικό  κριτήριο  την  απόλυτη  αντιστοιχία  με  τον  χημικό  τύπο,  να  καθορίσει 
καθολικό κανόνα ονοματολογίας αγνοώντας περιπτώσεις όπου οδηγεί σε γλωσσική ασυνέπεια;  
 
Στο κείμενο που ακολουθεί σας παρακαλώ να λάβετε υπ΄ όψιν σας τις παρακάτω ενστάσεις: 
 

1.  Η αντιστροφή στην ονοματολογία (του τύπου άργυρος νιτρικό) αποτελεί καταστρατήγηση του 
τρόπου εκφοράς του λόγου με αρνητικές επιπτώσεις στο γλωσσικό εργαλείο των μαθητών.  
Στην  ελληνική  σύνταξη  και  στον  καθημερινό  λόγο  τα  επίθετα  (νιτρικός)  ΠΡΟΗΓΟΥΝΤΑΙ  των 
ουσιαστικών (άργυρος). Λέμε «ο μαύρος γάτος – του μαύρου γάτου» και όχι «ο γάτος μαύρος ‐ του 
γάτου μαύρου». (Με την ίδια λογική που δεν θα ήταν αποδεκτό στα λατινικά να αντιστρέψουμε το 
“aqua regia” σε “regia aqua”). Παραμένουμε επομένως, αυτονοήτως να μιλάμε (και για τη χημεία) ο 
κάθε  λαός  στην  γλώσσα  του,  σεβόμενοι  τις  ιδιαιτερότητές  της.  Εκτός  αν  πρέπει,  ανάμεσα  στους 
άλλους,  να  αποδεχτούμε  αδιαμαρτύρητα  και  τον  γλωσσικό  ιμπεριαλισμό.  Είναι  χαρακτηριστικό  ότι 
ο  καθηγητής  Κλούρας,  διερευνώντας  με  θετική  στάση  την  πρόταση  εναρμόνισης  της  IUPAC, 
συμπεραίνει  με  ευαισθησία  ότι  “τα  «συντηρητικά»  ονόματα  …..  ταιριάζουν  περισσότερο  στη 
γλώσσα  μας”  και  αλλού  ότι  “η  γλώσσα  μας  δεν  «σηκώνει»  λέξεις  σιδηρόδρομους  της  μορφής 
δισίδηρος  –  τριοξείδιο  και  η  γενική  πτώση  ονομάτων,  όπως  το  παραπάνω,  (εννοεί  του  δισιδήρου‐
τριοξειδίου)  που  συντίθενται  από  ονόματα  διαφορετικού  γένους  (αρσενικό  με  ουδέτερο),  θα 
προκαλεί σίγουρα προβλήματα …”5. 

Είναι  πανθομολογούμενο  ότι  η  εκπαίδευσή  μας,  όλη  και  εξ  αρχής,  πάσχει  κυρίως  από  κακά 
ελληνικά,  γεγονός  για  το  οποίο  καθόλου  άμοιρες  δεν  μπορούν  να  θεωρηθούν  οι  μέχρι  τώρα 
επεμβάσεις  στη  γλώσσα·  τις  πληρώνουμε  πανάκριβα  με  ασθμαίνουσα  σκέψη,  προβληματική 
αντίληψη,  λογική  ασυνέπεια,  κακή  επικοινωνία,  οριακή  αφαιρετική  και  συνθετική  ικανότητα 
(βασικές  παραμέτρους    στο  να  μάθει  κανείς  χημεία).  Σε  κάθε  περίπτωση,  οι  αλλαγές  στη  γλώσσα 
είναι  προϊόντα  ομαλής  εξέλιξης  μέσα  στο  χρόνο  για  λόγους  ακριβέστερης  επικοινωνίας.  Δεν 
μπορούν να επιβάλλονται άνωθεν. Τεχνητές αλλαγές που έρχονται σε σύγκρουση με το γλωσσικό 
εργαλείο των μαθητών‐αυριανών πολιτών προκαλούν αναπόφευκτη και πολύ επιζήμια σύγχυση. 
Όσοι  έχουν  επιχειρήσει  τροποποίηση  της  ονοματολογίας,  αντιλαμβάνονται  το  πρόβλημα.  Είναι 
χαρακτηριστικό ότι ο Όθων Ρουσόπουλος6 (υφηγητής Χημείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών στα 1888) 
στον  πίνακα  με  τροποποιήσεις  που  παραθέτει,  ενώ  δεν  δυσκολεύεται  να  μιλήσει  για 
«ανθρακοδιοξείδιο»  ή  στο  «ασβεστυδροξείδιο»,  όταν  φθάνει  στο  παράδειγμα  του  Να2CO3, 

                                                             
3 Ευσταθίου Κων/νος Η., «Κατάταξη προβλημάτων που συναντούνται στην ελληνική χημική 

ονοματολογία & ορολογία», στα Πρακτικά, σελ. 18 
4 Κλούρας Ν.,  ΑΝΟΡΓΑΝΗ ΧΗΜΙΚΗ ΟΝΟΜΑΤΟΛΟΓΙΑ «Από τον καλομέλανα στον χλωριούχο 

υφυδράργυρο, μετά στον χλωριούχο υδράργυρο(Ι) και σήμερα στο διυδράργυρος‐διχλωρίδιο» στα 
Πρακτικά, σελ. 38  
5 Κλούρας Ν.,  ό.π. στα Πρακτικά, σελ. 41 
6 Μαυρόπουλος Α.Σ., «Η εξέλιξη της Xημικής Oνοματολογίας στην Ελλάδα κατά την περίοδο 1799‐2000», 
στα Πρακτικά, σελ.  14  

3



επιστρέφει στο «ανθρακικόν δινάτριον». Κάποιοι χαρακτηρίζουν «έμμονη»7 την ιδέα εξελληνίσεως 
των  ονομάτων  και  «λύνουν»  έτσι  το  πρόβλημα.  Αν  έτσι  έχουν  τα  πράγματα,  τότε  πρέπει  να 
παραδεχθώ  ότι  είναι  πολύ  τίμια  –  αν  και  διαφωνώ  με  αυτήν  –  η  πρόταση  του  καθηγητή 
Κουτσολέλου  ότι  «η  ορολογία  στην  Χημεία  πρέπει  να  είναι  στην  αγγλική  γλώσσα»8.  Άλλοι,  πολύ 
συνετά κατά την γνώμη μου, παραπέμπουν το πρόβλημα σε περαιτέρω διερεύνηση9. Η μέχρι τώρα 
επιτυχία του εγχειρήματος στην Οργανική Χημεία, νομίζω ότι δείχνει το δρόμο. 

2.  Δεν θα διευκολύνει ουσιαστικά την εκμάθηση ονοματολογίας από τους μαθητές.  
Η  αντιστροφή  στη  σειρά  με  την  οποία  ονομάζουμε  τα  τμήματα  μιας  ανόργανης  ένωσης  μπορεί 
πράγματι  να  ξενίζει  στην  πρώτη  επαφή.  Αυτό  όμως  συμβαίνει  κατά  την  εκμάθηση  οποιασδήποτε 
νέας γλώσσας. Κάθε γλώσσα όμως έχει τις ιδιομορφίες της τις οποίες κανείς σπουδάζει αντί να τις 
ακυρώνει.  Παράδειγμα:  ο  αρχάριος  των  αγγλικών  πρέπει  να  ΜΑΘΕΙ  ότι  η  λέξη  “foul”  δεν 

προφέρεται  «φόουλ»  αλλά  «φαούλ».  Ζητείται  κάτι  περισσότερο  από  τον  ο  αρχάριο  της  Χημείας 

όταν  χρειαστεί  να  μάθει  πώς  «ό,τι  βλέπω  δεύτερο,  το  λέω  πρώτο»  για  την  εκμάθηση  της 
ονοματολογίας; Εξ΄ άλλου, η συνέπεια μεταξύ τύπου και ονομασίας δεν φαίνεται να είναι σπουδαίο 
ζήτημα  για  τούς  ξένους  όταν  γράφουν  CH3COONa  αλλά  διαβάζουν  "sodium  acetate",  δηλαδή 
αντίθετα με την σειρά στον χημικό τύπο (ΕΜΕΙΣ στα ελληνικά!  διαβάζουμε σύμφωνα με τον τύπο). 
Φαίνεται λοιπόν ότι κι εκείνοι αντιμετωπίζουν το ζήτημα της ονοματολογίας με τη δέουσα διάκριση.  

Η  δυσκολία  των  μαθητών  σχετικά  με  την  ονοματολογία  συνίστανται  κυρίως  στο  να  μάθουν  τα 
ονόματα  των  στοιχείων,  αριθμούς  οξείδωσης,  τύπους  και  ονομασίες  πολυατομικών  ιόντων.  Η 
έλλειψη  επαρκούς  χρόνου  για  διδασκαλία  του  συμβολισμού  της  χημείας  στο  Γυμνάσιο 10 ,  όπου,  με 
βάση  την  εμπειρία  μου,  η  εκμάθησή  της  μπορεί  να  γίνει  παιχνίδι,  επιβαρύνει  το  Λύκειο.  Έτσι, 
ανάμεσα στα άλλα, δυσχεραίνεται η εκμάθηση της ονοματολογίας, για να μην πω, της Χημείας στο 
σύνολό της. Ο καθηγητής Τσαπαρλής ορθώς επισημαίνει προβλήματα στην κατανόηση των χημικών 
εξισώσεων, της αρχής ισοστάθμισης μάζας, στη διάκριση χημικών οντοτήτων όπως του υδροξυλίου 
και του υδροξειδίου, στη διάκριση φορτίου ιόντος καθώς και στην γραφή των χημικών τύπων.11  

Θα αρκούσαν οι παραπάνω αιτιάσεις για να καταδείξουν πού βρίσκεται η ουσία των προβλημάτων 
στην  ονοματολογία  και  πού  θα  έπρεπε  να  επέμβουμε  τάχιστα.  Νομίζω,  λοιπόν,  ότι  η  όποια 
διευκόλυνση προκύψει για τους αρχαρίους από την προτεινόμενη αλλαγή είναι δυσανάλογα μικρή 
σε  σχέση  με  την  ευρύτερη  διαταραχή  που  θα  προκληθεί  στον  ρυθμό  της  γλώσσας  που  επηρεάζει 
τους  πάντες.  Αλήθεια,  η  «εναρμόνιση»  βελτίωσε  το  πρόβλημα  της  χημικής  εκπαίδευσης  των 
μαθητών στις χώρες που εφαρμόστηκε για να εναρμονιστούμε κι εμείς μαζί τους; 

                                                             
7 Γεώργιος Ματθαιόπουλος (καθηγητής Οργανικής Χημείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, 1931), στο «Η 

εξέλιξη της Xημικής Oνοματολογίας στην Ελλάδα κατά την περίοδο 1799‐2000», Μαυρόπουλος Α.Σ., 
ό.π. στα Πρακτικά, σελ.  15 
8 Κουτσολέλος Α.Γ., “Ονοματολογία, η «λογοτεχνία» της Χημείας” στα Πρακτικά , σελ. 22 
9 Θεόδωρος Βαρούνης (καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, 1944),  Μαυρόπουλος Α.Σ.,  
ό.π. στα Πρακτικά, σελ.  15 
10 Λεοντίδης Επ., Τασιόπουλος Αν., Βαλαβανίδου Χ., «Η ονοματολογία χημικών ενώσεων στην ελληνική 
και αγγλική κατά IUPAC: Αποτύπωση ορισμένων δυσκολιών που αντιμετωπίζουν πρωτοετείς 
φοιτητές», Πρακτικά, σελ. 56 
11 Τσαπαρλής. Γ., Παλαμιτζόγλου Π.Θ. «Χημικός συμβολισμός – Χημική Ορισμολογία : Μερικά 
σημαντικά προβλήματα και προτάσεις για λύση με βάση την ψυχολογία της μάθησης» στα Πρακτικά, 
σελ.30 
 

 



 

 

3.  Δεν επιλύει κανένα πρόβλημα συνεννόησης του έλληνα επιστήμονα με τον διεθνή κοινότητα. 
Ο Έλληνας επιστήμονας για να επικοινωνήσει με την διεθνή κοινότητα ουσιαστικά δεν έχει επιλογή : 
καλώς  ή  κακώς,  είναι  υποχρεωμένος  να  χρησιμοποιήσει  άλλη  γλώσσα  και  όχι  τα  ελληνικά. 
Συνηθέστατα,  αυτή  είναι  η  Αγγλική12    απ΄  όπου  και  η  προέλευση  των  κανόνων  της  IUPAC. 
Επομένως, οι κανόνες ονοματολογίας στα Ελληνικά αφορούν μόνο στην εσωτερική μας συνεννόηση 
και  καθόλου  δεν  δυσκολεύουν  τον  έλληνα  επιστήμονα  στο  εξωτερικό  ούτε  τον  φέρνουν  σε 
μειονεκτική  θέση  ως  προς  τους  ξένους  συναδέλφους  του.  Ενδεχομένως,  μπορεί  να  δημιουργείται 
πρόβλημα  στον  (απροετοίμαστο)  live‐μεταφραστή  ελληνικών‐αγγλικών  ενός  επιστημονικού 
συνεδρίου  ή  στον  ερασιτέχνη  υποτιτλιστή  ταινιών  επιστημονικής  φαντασίας  αλλά  σε  καμιά 
περίπτωση σε σοβαρό έλληνα επιστήμονα. 

 

4.  Ο τρόπος εκφοράς του λόγου ενός λαού δεν είναι ζήτημα επιστημονικό  
Βεβαίως,  είναι  επιστημονικό  ζήτημα  το  πως  θα  οριστεί  το  mol:  με  βάση  το  1/12  της  μάζας  του 
ατόμου  του  12C  ή  το  1/16  της  μάζας  του  ατόμου  του  16Ο.  Βεβαίως,  είναι  επιστημονικό  ζήτημα  ποια 
θα  είναι  η  μέθοδος  αναφοράς  για  τον  προσδιορισμό  του  ασβεστίου  στο  νερό.  Πρόκειται  για 
αντικειμενικά  ζητήματα  όπου  άπαξ  και  το  πείραμα  αποφανθεί,  λήγει  η  συζήτηση.  Και  σ΄  αυτό  θα 
μας βοηθήσει η άποψη ενός διεθνούς φορέα.  

Μπορεί  η  αναζήτηση  της  αιτίας  που  ο  Έλληνας  ονόμασε  την  θάλασσα  «θάλασσα»  να  είναι 
αντικείμενο  επιστημονικής  ερεύνης,  όχι  όμως  και  το  αν,  κατά  την  γνώμη  ορισμένων,  θα  ήταν  π.χ. 
πρακτικότερο  να  την  αποκαλεί  «sea».  Επομένως,  ο  τρόπος  εκφοράς  των  χημικών  ονομασιών,  ως 
μερών  λόγου  του  κάθε  λαού,  είναι  εκτός  της  δικαιοδοσίας  μιας  επιστημονικής  ένωσης  όπως  η 
IUPAC. Ας θυμηθούμε τα λόγια του Ἑλύτη ότι «….η γλώσσα δέν εἶναι μόνον ἕνα μέσον ἐπικοινωνίας. 
Κουβαλάει τήν  ψυχή τοῦ λαοῦ μας κι ὅλη του τήν ἱστορία καί  ὅλη  του τήν  εὐγένεια»13 την οποία, 
υποθέτω, κανείς δεν θεωρεί αντικείμενο πειραματισμού.  
 
 
5.  Στην IUPAC, όπως και σε κάθε διεθνή εταιρισμό, μετέχουμε για να μπορούμε να συζητούμε ισότιμα, 
να  γνωρίζουμε  από  πρώτο  χέρι  τα  τεκταινόμενα  και  κυρίως  να  συνδιαμορφώνουμε  τις  εξελίξεις 
καταθέτοντας την ιδιαιτερότητα των δικών μας απόψεων και όχι για να αποδεχόμαστε παθητικά τις 
όποιες συστάσεις του. Εκτός κι αν στην μεταμοντέρνα εποχή μας, στην θέση των παπικών δογμάτων 
και  της  «αυθεντίας»  του  φεουδάρχη,  βάλουμε  την  «αυθεντία»  των  πάσης  φύσεως  Διεθνών 
Ενώσεων. Είναι φανερό ότι  μια τέτοιου είδους άκριτη αποδοχή των συστάσεων της IUPAC, πέραν 
των άλλων, καλλιεργεί στους μαθητές μας, στην πράξη, ήθος υποταγής.  
 
Κλείνοντας, ευελπιστώ ότι το όλο ζήτημα θα μελετηθεί ψύχραιμα και ενδελεχώς, χωρίς πίεση χρόνου ώστε 
να τύχει της προσοχής που του αρμόζει. Εύχομαι ειλικρινά να βρεθεί τρόπος να λυθούν οι δυσχέρειες στην 
ονοματολογία, όχι όμως κόβοντας το δεσμό μας με την γλώσσα που είναι ομφάλιος και όχι γόρδιος. Γι’ αυτό 
και οι διαστάσεις μιας τέτοιας επέμβασης είναι πολύ μεγαλύτερες απ΄ ό,τι εκ πρώτης όψεως φαίνεται. Μια 
λάθος απόφαση θα έχει μη αναστρέψιμες συνέπειες.  
                                                             
12 «Η γνώση της ονοματολογίας στην Αγγλική αποτελεί εφόδιο σημαντικό για το εργαστήριο, την εύρεση και 
ανάγνωση διεθνούς βιβλιογραφίας και γενικά για την περαιτέρω ακαδημαϊκή πορεία» τονίζουν οι 
Λεοντίδης Επ., Τασιόπουλος Αν., Βαλαβανίδου Χ., «Η ονοματολογία χημικών ενώσεων στην ελληνική 
και αγγλική κατά IUPAC: Αποτύπωση ορισμένων δυσκολιών που αντιμετωπίζουν πρωτοετείς 
φοιτητές», Πρακτικά, σελ. 56 
13 Ὁμιλία τοῦ Ὀδυσσέα Ἐλύτη πρός τούς Ἕλληνες μετανάστες τῆς Σουηδίας, Νοέμβριος 1979 

5

 
Όπως πολύ σωστά κατά τη γνώμη μου συνοψίζει και ο καθηγητής Ευσταθίου στα Πρακτικά του συνεδρίου 
Ονοματολογίας: «Πιστεύω πως δεν πρέπει να προτείνουμε πρόχειρες και βιαστικές αποδόσεις, που δεν 
έχουν  εξετασθεί  από  ειδικευμένους  στην  ορολογία  επιστήμονες  και  δεν  έχουν  φυσικά  τη  μέγιστη 
δυνατή αποδοχή»14. 
 
Σε  κάθε  περίπτωση,  παρακαλώ  η  εισήγησή  μου  να  διανεμηθεί  σε  όλα  τα  μέλη  της  ΣΤΑ  και  να 
συμπεριληφθεί στα πρακτικά της.  
 
Σας ευχαριστώ 
 
Με εκτίμηση 
 
 
Κώστας Παπαθανασίου 
Χανιά, 14 Ιουνίου 2014 

                                                             
14 Ευσταθίου Κων/νος Η., ό.π.στα Πρακτικά, σελ. 20 
 

 


Click to View FlipBook Version