Μια ακόμη όμορφη μέρα ξημέρωνε στο στρουμφοχωριό. Ο ήλιος έλαμπε ψηλά, τα
πουλιά κελαηδούσαν και όλα τα στρουμφάκια ήταν από νωρίς στο πόδι καθώς σήμερα
ήταν μεγάλη μέρα. Σήμερα είναι η μέρα της γιορτής του βατόμουρου!!!
Κάθε στρουμφάκι, λοιπόν, είχε αναλάβει και από μια δουλειά για να είναι όλα έτοιμα
για τη γιορτή που την περίμεναν τόσο καιρό με μεγάλη ανυπομονησία.
Ο Ξεφτέρης, πολυάσχολος και εύστροφος, όπως πάντα,
είχε πάρει τα εργαλεία του για να φτιάξει ένα μεγάλο
ξύλινο τραπέζι όπου τα στρουμφάκια θα έβαζαν επάνω
ένα κάρο λιχουδιές!
Εν τω μεταξύ ο Ντορεμί, ο Λουλούκος, ο Χαχανούλης
και ο Λιχούδης είχαν ξεχυθεί στο δάσος να μαζέψουν
βατόμουρα. Έπρεπε να προλάβουν γρήγορα πριν
νυχτώσει και εμφανιστεί καμιά Ψιψινέλ… και τους κάνει
μια χαψιά! Ο Μπαμπαστρούμφ τούς είχε
προειδοποιήσει να προσέχουν γιατί οι κίνδυνοι ήταν
πολλοί έξω από το στρουμφοχωριό. Γι’ αυτό και τα
στρουμφάκια δεν έχασαν καιρό. Γρήγορα γρήγορα τα
μάζεψαν, τα έβαλαν σε ένα μεγάλο καλάθι και γύρισαν
πίσω στο χωριό τους.
Η σειρά του Μάγειρα τώρα. Με τα βατόμουρα που του
έφεραν τα υπόλοιπα στρουμφάκια ξεκίνησε αμέσως τις
σούπερ βατομουρο-συνταγές του. Και τι δεν έφτιαξε!
Σούπες από βατόμουρο, τούρτες από βατόμουρο,
βατομουροπιτάκια, βατομουροσοκολοτάκια,
βατομουροκεφταδάκια ….μέχρι και βατομουροσουφλέ
έφτιαξε.
Ο Μελένιος είχε αναλάβει να τραβάει φωτογραφίες στη
γιορτή καθώς ήταν πολύ καλός φωτογράφος. Στην περσινή
γιορτή του βατόμουρου, όμως, ο Μελένιος αντί να τραβάει
φωτογραφίες από τη γιορτή … όλο κοιταζόταν στον
καθρέφτη καθώς , όπως ξέρετε, πάσχει από μεγάλο
ναρκισσισμό. Φέτος, όμως, υποσχέθηκε στα υπόλοιπα
στρουμφάκια ότι θα είναι συνεπής και δεν θα κοιτάζεται
όλη την ώρα στον καθρέφτη. Για να δούμε. Θα τηρήσει
άραγε την υπόσχεσή του;
Ο Σκουντούφλης πήγε να μαζέψει λουλούδια
από τον κήπο. Του τα είχε ζητήσει η
Στρουμφίτα για να στολίσουν το τραπέζι και
όλο το χωριό με πολύχρωμα και αρωματικά
φυτά. Ήταν πολύ σημαντική η γιορτή του
βατόμουρου για τα στρουμφάκια και έπρεπε να
είναι όλα στην εντέλεια όπως καταλαβαίνετε.
Έτσι, λοιπόν, ο Σκουντούφλης, πέρασε το μικρό
γεφυράκι του στρουμφοχωριού και άρχισε να
μαζεύει λουλούδια. Τριαντάφυλλα, γαρδένιες,
τουλίπες, μαργαρίτες… λογιών λογιών
λουλούδια γέμισαν το καλάθι του. Βέβαια,
αδέξιος καθώς ήταν του έπεσαν κάποια στο
δρόμο, τρυπήθηκε και κάμποσες φορές από τα μυτερά αγκάθια των τριαντάφυλλων,
σκόνταψε και πέντε έξι φορές στο δρόμο αλλά τελικά κατάφερε να γυρίσει σώος και
αβλαβής στο χωριό και να δώσει τα λουλούδια στην Στρουμφίτα όπως της είχε
υποσχεθεί. Χατίρι δε χαλάει ο Σκουντούφλης… και ειδικά στην Στρουμφίτα!
Είσαι υπέροχος Ορίστε
Σκουντούφλη! Στρουμφίτα τα
λουλούδια που
μου ζήτησες
Η Στρουμφίτα πήρε τα λουλούδια και αμέσως άρχισε το στολισμό του χωριού. Έβαλε
παντού λουλούδια…πολλά λουλούδια… Σαν να το παράκανες λίγο βρε Στρουμφίτα!!!
Αλλά είπαμε… σήμερα είναι μια ξεχωριστή μέρα και το κλίμα πρέπει να είναι γιορτινό.
Μπράβο Στρουμφίτα!!!
Αγαπητά στρουμφάκια,
μαζευτήκαμε όλοι σήμερα
εδώ για να …
Ο Σπιρτούλης είχε κλειστεί στο μανιταρόσπιτό του όλη μέρα και έκανε
πρόβες την ομιλία του. Διότι γιορτή βατόμουρου χωρίς ομιλία από τον
Σπιρτούλη δε γίνεται. Όπως θα έλεγε και ο Μπαμπαστρούμφ…
Εν τω μεταξύ ο Προκόπης βγήκε να αναζητήσει τον Χουζούρη. Μα πού
έχει πάει; Δεν τον έχουν δει όλη μέρα.
«Χουζούρη; Χουζούρη;» φώναζε ο Προκόπης. Αλλά ούτε φωνή, ούτε
ακρόαση.
«Μα πού είσαι βρε Χουζούρη… έλα κι έχουμε πολλές δουλειές να
κάνουμε για τη γιορτή του βατόμουρου» ξαναφώναξε ο Προκόπης.
Πουθενά ο Χουζούρης.
Ξάφνου εκεί που περπατούσε ακούει έναν θόρυβο πίσω από έναν θάμνο που έμοιαζε
με ροχαλητό. Όχι ,δεν έμοιαζε με ροχαλητό. Ήταν στα αλήθεια ροχαλητό. Τον
Χουζούρη τον είχε πάρει ο ύπνος για τα καλά. Πλησιάζει ο Προκόπης προς το
θάμνο και βλέπει από πίσω του τον Χουζούρη.
«Εεεε…Χουζούρη ξύπνα» του είπε ο
Προκόπης.
«Ναι… ναι… τώρα σε λίγο» απάντησε
ο Χουζούρης νυσταγμένα.
«Άντε Χουζούρη… σήμερα είναι η
γιορτή του βατόμουρου. Το ξέχασες;
Πρέπει να ετοιμαστούμε» του
υπενθύμισε ο Προκόπης.
«Μμμμμμ…..» μουρμούρισε ξανά ο
Χουζούρης.
Για να μην τα πολυλογούμε, τελικά ο Χουζούρης ξύπνησε με χίλια ζόρια και
κατηφόρισε μαζί με τον Προκόπη για το χωριό όπου περίμεναν και οι υπόλοιποι.
Να και ο Γκρινιάρης! Ο Γκρινιάρης είχε καθίσει σε
ένα παγκάκι και παρακολουθούσε νευριασμένος τα
υπόλοιπα στρουμφάκια που έτρεχαν πάνω κάτω.
Στον Γκρινιάρη δεν άρεζαν καθόλου οι γιορτές. Του
την έδιναν. Και τα βατόμουρα του την έδιναν. Και τα
λουλούδια και οι σημαιοστολισμοί του την έδιναν.
Γενικώς όλα του την έδιναν. Μάταια προσπαθούσε ο
Μπαμπαστρούμφ να τον μεταπείσει.
Ο Μπαμπαστρούμφ , όπως ξέρετε, είναι ο αρχηγός του στρουμφοχωριού. Την ημέρα
της γιορτής του βατόμουρου ήταν υπεύθυνος για να επιβλέπει αν όλα πήγαιναν
σωστά. Κυρίως, όμως, ήταν υπεύθυνος για την ασφάλεια του χωριού. Και όλοι
ξέρουμε από ποιον κινδύνευαν τα στρουμφάκια. Και ειδικά μια τέτοια μέρα που όλα
τα στρουμφάκια θα ήταν αμέριμνα και απορροφημένα με τη γιορτή θα ήταν μια
πρώτης τάξεως ευκαιρία για τον Δρακουμέλ να κάνει καμία αιφνιδιαστική επίσκεψη.
Για αυτό ο Μπαμπαστρούμφ είχε το νου του. Δεν ήθελε
να πάει τίποτα στραβά μια τέτοια μέρα. Και για να είναι
καλύτερα προετοιμασμένος για κάθε ενδεχόμενο ο
Μπαμπαστρούμφ έφτιαξε ένα αντιδρακουμελικό μαγικό
φίλτρο που λειτουργούσε όπως ένας συναγερμός.
Δηλαδή, το μαγικό αυτό φίλτρο μπορούσε να ανιχνεύσει
την παρουσία του Δρακουμέλ ή της Ψιψινέλ σε απόσταση
δέκα χιλιομέτρων ενώ όσο πιο πολύ πλησίαζε ο
Δρακουμέλ στο χωριό το μπουκαλάκι με το φίλτρο «έτρεμε» όλο και πιο πολύ μέχρι
που έσπαγε αν ο Δρακουμέλ είχε καταφέρει να φτάσει σε επικίνδυνα κοντινή
απόσταση.
Κάτι τέτοιο, λοιπόν , θα βοηθούσε τα στρουμφάκια να μην πέσουν στα χέρια του
Δρακουμέλ.
~~~~~~~ ~~~~~~~ ~~~~~~
Όλα φαίνονταν έτοιμα. Η γιορτή του βατόμουρου ξεκίνησε. Τα στρουμφάκια έκαναν
την αρχή με μια φαντασμογορική παρέλαση που όμοια της δεν είχε ξαναγίνει.
Τι σαματάς και τι ενθουσιασμός ταυτόχρονα! Όλο κέφι και χαρά! Εκτός από έναν.
Ξέρετε ποιον…
Πρώτος πρώτος ο
Μπαμπαστρούμφ να δίνει το
ρυθμό και μπροστά του η
Στρουμφίτα όλο νάζι έκανε
χορευτικές κινήσεις με τα χέρια
και τα πόδια. Από πίσω
ακολουθούσαν τα υπόλοιπα
στρουμφάκια το καθένα
παίζοντας και από ένα όργανο.
Άλλο έπαιζε το τρομπόνι, άλλο
το τύμπανο, άλλο τη φλογέρα.
Ήχοι μουσικής πλημμύριζαν τον αέρα δίνοντας το έναυσμα ότι η γιορτή ξεκίνησε.
Η γιορτή συνεχίστηκε με πολύ τραγούδι και χορό, με πολλές βατομουρολιχουδιές και
βατομουροπαιχνίδια… ενώ δεν έλειψε και ο διαγωνισμός βατομουροποιημάτων.
Εν τω μεταξύ στο κάστρο του Δρακουμέλ επικρατούσε μεγάλη ησυχία. Τι άραγε
ετοίμαζε ο Δρακουμέλ;
Ο Δρακουμέλ, όπως κάθε φορά, θέλοντας να
εξοντώσει τα μικροσκοπικά, απαίσια, μπλε
τερατάκια, ήταν κλεισμένος μέσα στο εργαστήρι του
και ετοίμαζε τα δικά του σατανικά σχέδια.
Ο Δρακουμέλ είχε στείλει την Ψιψινέλ να
παρακολουθήσει τα στρουμφάκια κι έτσι έμαθε ότι
τα στρουμφάκια θα είναι όλα μαζί και θα γλεντάνε
τη γιορτή του βατόμουρου.
«Μμμμ … Τέλεια ευκαιρία!» σκέφτηκε ο Δρακουμέλ
πονηρά τρίβοντας τα χέρια του. «Αυτή τη φορά τα
απαίσια και σιχαμερά στρουμφάκια δε θα τη γλιτώσουν». Κι αμέσως στρώθηκε στη
δουλειά για να φτιάξει ένα μαγικό φίλτρο που θα τον βοηθούσε να εξοντώσει τα
κακόμοιρα στρουμφ.
«Λοιπόν, θα χρειαστώ δύο βατραχοπόδαρα, τρίχες από αράχνη, ζουμί από πατημένη
σαύρα, ένα φτερό από κουκουβάγια, μια κρεατοελιά από μια γριά, ένα αγκάθι από
σκαντζόχοιρο και σόδα από τα έγκατα της γης.»
Αφού, λοιπόν, ο υποχθόνιος Δρακουμέλ μάζεψε όλα τα υλικά που χρειαζόταν, τα
έριξε μέσα σε ένα μεγάλο καζάνι και άρχισε να τα ανακατεύει με μια ξύλινη κουτάλα.
Αλλά ξαφνικά ακούστηκε ένα δυνατό …
και ο Δρακουμέλ βρέθηκε πεσμένος στο πάτωμα, αναίσθητος και με τα μαλλιά όρθια.
Τι άραγε είχε συμβεί;
Δυστυχώς, ο Δρακουμέλ είχε μπερδέψει τις ποσότητες των υλικών και έτσι
προκλήθηκε μια περίεργη χημική αντίδραση που κατέληξε σε έκρηξη. Κατά την
έκρηξη ο Δρακουμέλ, τραυματίστηκε πολύ σοβαρά και άρχισε να αιμορραγεί. Το αίμα
κυλούσε στο πάτωμα χάνοντας μεγάλες ποσότητες.
Η Ψιψινέλ, βλέποντας αυτό το σκηνικό, αναστατωμένη και φοβισμένη, γυρνούσε γύρω
από τον Δρακουμέλ μην ξέροντας τι να κάνει.
«Αν δεν κάνω κάτι ο Δρακουμέλ θα πεθάνει. Πρέπει οπωσδήποτε να σκεφτώ κάτι».
Τότε σκέφτηκε πως η μόνη της επιλογή ήταν να απευθυνθεί στα στρουμφάκια πριν ο
Δρακουμέλ χάσει περισσότερο αίμα.
Δεν έχω άλλη
επιλογή. Τα
στρουμφάκια είναι
η μόνη λύση…
Σφαίρα κατευθύνεται προς το στρουμφοχωριό για να ειδοποιήσει τα στρουμφ. «Όλο
και κάποια ιδέα θα έχει ο Μπαμπαστρούμφ για να σώσει το Δρακουμέλ» σκέφτηκε η
καημένη Ψιψινέλ.
Όσο πλησίαζε η Ψιψινέλ στο στρουμφοχωριό, τόσο πιο δυνατά ακουγόταν η
στρουμφομουσική τους από τη γιορτή του βατόμουρου. Το μαγικό φίλτρο που είχε
φτιάξει ο Μπαμπαστρούμφ μάταια δονούνταν για να ειδοποιήσει τα στρουμφάκια για
την παρουσία της πανικόβλητης Ψιψινέλ που εν τω μεταξύ είχε φτάσει λίγα μέτρα
έξω από το χωριό των στρουμφ. Τα στρουμφάκια ήταν τόσο απορροφημένα με τη
γιορτή τους που δεν έδωσαν καθόλου σημασία στο μαγικό φίλτρο.
Ξάφνου η μουσική σταμάτησε. Η Ψιψινέλ βρισκόταν πλέον ακριβώς μπροστά τους.
Όλα τα στρουμφάκια παγωμένα γύρισαν προς το μέρος της Ψιψινέλ.
Χωρίς να χάσουν χρόνο άρχισαν να τρέχουν προς όλες τις κατευθύνσεις για να
σωθούν. «Παναγίτσα μου… η Ψιψινέλ. Τρέξτε να σωθείτε!»
Πού να ήξεραν τα στρουμφάκια το λόγο άφιξης της Ψιψινέλ στο χωριό τους!
Ο καημένος ο Ντορεμί μαζί με τον Χαχανούλη πήδηξαν μέσα στο πηγάδι για να
κρυφτούν, ο Μελένιος και ο Μάγειρας κρύφτηκαν μέσα σε κάτι θάμνους ενώ τα
υπόλοιπα στρουμφάκια χώθηκαν μέσα στο σπίτι του Μπαμπαστρούμφ.
«Μα πού πήγαν όλοι;» αναρωτήθηκε η Ψιψινέλ.
«Χρειάζομαι τη βοήθειά σας. Ο Δρακουμέλ έπαθε ένα ατύχημα» φώναξε μέσα στην
απελπισία της η Ψιψινέλ σε μια προσπάθεια να πείσει τα στρουμφάκια να βγουν έξω.
Τα στρουμφάκια άκουγαν μέσα από τις κρυψώνες τους τα λόγια της Ψιψινέλ αλλά δεν
έβγαιναν έξω γιατί πίστευαν ότι είναι μια ακόμα από τις παγίδες του Δρακουμέλ.
«Μην την πιστεύετε. Είναι παγίδα.» προειδοποίησε ο Γκρινιάρης τους υπόλοιπους.
«Και αν δεν είναι;» είπε η Στρουμφίτα.
«Εγώ πιστεύω ότι ο Δρακουμέλ μάς ετοιμάζει μια ακόμη έκπληξη» πετάχθηκε ο
Σπιρτούλης όπως πάντα.
«Μου τη δίνουν οι εκπλήξεις» λέει ο Γκρινιάρης που ήταν πολύ …. γκρινιάρης.
«Αααααχ… δεν ξέρω βρε παιδιά. Και αν ο Δρακουμέλ είναι στα αλήθεια άρρωστος και
χρειάζεται τη βοήθειά μας;» αναρωτήθηκε η Στρουμφίτα.
Αφού τα στρουμφάκια διαφώνησαν για κάμποσα ακόμα λεπτά -και πώς να τα
αδικήσουμε άλλωστε … λίγα τους είχε κάνει ο Δρακουμέλ; - τελικά ο σοφός της
παρέας, Μπαμπαστρούμφ πήρε την τελική απόφαση.
Εσείς περιμένετε
εδώ. Θα βγω μόνος
μου να μιλήσω στην
Ψιψινέλ. Ακούγεται
πολύ ταραγμένη.
Μα είναι πολύ
επικίνδυνο αυτό
που πας να κάνεις
Μπαμπαστρούμφ…
Ο Μπαμπαστρούμφ, όμως, είχε πάρει την απόφασή του και ό,τι και να του έλεγαν τα
υπόλοιπα στρουμφάκια κάτι μέσα του του έλεγε ότι η Ψιψινέλ έλεγε την αλήθεια.
«Θα έρθω μαζί σου Μπαμπαστρούμφ» είπε ο Προκόπης και έτρεξε από πίσω του για
να τον προλάβει.
Έτσι, λοιπόν, οι δυο τους βγαίνουν από το σπίτι του Μπαμπαστρούμφ που είχαν
κρυφτεί αρχικά και διστακτικά προχωρούν προς το μέρος της Ψιψινέλ η οποία
καθόταν απογοητευμένη πάνω σε μια μεγάλη πέτρα χάνοντας και την τελευταία
ελπίδα ότι θα στρουμφάκια θα τη βοηθούσαν.
«Βρε λες αυτό να είναι ένα από τα κόλπα του Δρακουμέλ και να πεταχθεί από
κανέναν θάμνο ο κατεργάρης;» σκεφτόταν από μέσα του ο Μπαμπαστρούμφ. Όσο να ‘
ναι ένα άγχος το είχε.
Έπρεπε να δείξει θάρρος, όμως. Μία στο εκατομμύριο να έλεγε την αλήθεια η
Ψιψινέλ θα το είχε βάρος στην καρδιά του ο Μπαμπαστρούμφ που δε βοήθησε.
«Επιτέλους, εμφανιστήκατε!» αναθάρρεψε η Ψιψινέλ μόλις είδε τα δύο στρουμφάκια
να κοντοζυγώνουν προς το μέρος της.
«Μη μας πλησιάζεις και λίγα τα ψωμιά σου» απείλησε ο
Προκόπης την Ψιψινέλ προτάσσοντας τις μικρές μπλε
γροθίτσες του.
«Ηρέμησε Προκόπη. Ας ακούσουμε την Ψιψινέλ τι έχει
να μας πει» είπε ψύχραιμα και λίγο καχύποπτα ο
Μπαμπαστρούμφ.
Η Ψιψινέλ άρχισε γρήγορα, σχεδόν με μία ανάσα, να
εξιστορεί στα στρουμφάκια τι είχε συμβεί στον πύργο του
Δρακουμέλ.
«Ο Δρακουμέλ είναι βαριά τραυματισμένος και έχει χάσει
πολύ αίμα και όσο καθυστερούμε χάνει και περισσότερο»
είπε γεμάτη αγωνία η Ψιψινέλ.
Ο Προκόπης και ο Μπαμπαστρούμφ κοιτάχθηκαν προβληματισμένοι μεταξύ τους κι
έπειτα ο Μπαμπαστρούμφ έτρεξε μέσα στο εργαστήρι του για να πάρει το βαλιτσάκι
με τα ιατρικά του εργαλεία και τα στρουμφοματζούνια του.
«Πάμε!» είπε ο Μπαμπαστρούμφ.
«Πού πάμε;» ρώτησε έντρομος ο Προκόπης αν και ήξερε ποια ήταν η απάντηση.
Θα επισκέπτονταν τον Δρακουμέλ στον πύργο του για να του δώσουν αρχικά τις
πρώτες βοήθειες και για να δουν σε τι κατάσταση ήταν.
Αλλά μη νομίζετε ότι ο Μπαμπαστρούμφ ήταν και τόσο αθώος. Είχε πάρει και αυτός
τα μέτρα του αν τυχόν η Ψιψινέλ έλεγε ψέματα και τους οδηγούσε στο στόμα του
λύκου. Τι μέτρα;
Εεεεε… όλα θα τα λέμε; Έχετε εμπιστοσύνη στον Μπαμπαστρούμφ. Αφού είναι
σοφός.
«Να προσέχετε!» φώναξαν τα υπόλοιπα στρουμφάκια καθώς έβλεπαν τον Προκόπη
και τον Μπαμπαστρουμφ να απομακρύνονται μέσα στο δάσος ακολουθώντας την
Ψιψινέλ.
«Δε θα βγείτε από τα σπίτια σας μέχρι να γυρίσουμε πίσω» συμβούλεψε τα
στρουμφάκια ο Μπαμπαστρουμφ καθώς έφευγε.
~~~ ~~~ ~~~ ~~~
Πίσω στον πύργο ο Δρακουμέλ ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι του και βογκούσε
βαριά. Είχε χάσει μεγάλες ποσότητες αίματος και ήταν σχεδόν αναίσθητος. Δεν του
έμεναν πολλά περιθώρια πλέον. Αν τα στρουμφάκια δεν βοηθούσαν, ο Δρακουμέλ
πολύ σύντομα θα …
«Από ’δω… ελάτε γρήγορα» φώναξε η Ψιψινέλ στα δύο στρουμφάκια που την
ακολουθούσαν. Η Ψιψινέλ οδήγησε τον Μπαμπαστρούμφ και τον Προκόπη μέσα στο
δωμάτιο που βρισκόταν ο Δρακουμέλ βαριά τραυματισμένος.
Τελικά έλεγε την αλήθεια η Ψιψινέλ. Ποτέ δεν
είχαν ξαναδεί τον Δρακουμέλ σε αυτήν την
κατάσταση. Σχεδόν τον λυπήθηκαν. Ο
Μπαμπαστρούμφ τον πλησίασε, του πήρε την
πίεση η οποία ήταν πολύ χαμηλή από το πολύ
αίμα που είχε χάσει και άρχισε να του δίνει τις
πρώτες βοήθειες.
«Λοιπόν;» ρώτησε η Ψιψινέλ με αγωνία τον Μπαμπαστρούμφ. «Θα ζήσει;»
«Η κατάστασή του είναι πολύ κρίσιμη. Έχει χάσει πολύ αίμα. Πρέπει οπωσδήποτε να
το αναπληρώσει. Διαφορετικά ο Δρακουμέλ ….» της απάντησε ο Μπαμπαστρούμφ.
«Όοοοοοοχι…. Δε θέλω ούτε να το σκέφτομαι αυτό. Δεν υπάρχει κάτι που μπορούμε
να κάνουμε; Σίγουρα θα υπάρχει κάτι. Σκέψου Μπαμπαστρούμφ. Σκέψου!»
Ο Μπαμπαστρούμφ γύρισε προς τον Προκόπη και του είπε:
«Τρέχα γρήγορα προς το στρουμφοχωριό και ειδοποίησε όλα τα στρουμφάκια να
έρθουν εδώ.»
«Μααααα……» ψέλλισε ο Προκόπης.
«Δεν έχει μα. Κάνε γρήγορα αυτό που σου λέω» διέταξε ο Μπαμπαστρούμφ τον
Προκόπη.
Ο Προκόπης υπάκουσε τον Μπαμπαστρούμφ και πήρε γρήγορα το δρόμο για το
στρουμφοχωριό. Ακουγόταν πολύ σοβαρός ο Μπαμπαστρούμφ μα παράλληλα και
πολύ σίγουρος.
Μα τι είχε στο μυαλό του ο Μπαμπαστρούμφ; Τα είχε χάσει τελείως; Θα πήγαιναν
όλα τα στρουμφάκια μαζί στον πύργο του Δρακουμέλ; Δεν ήταν αρκετά επικίνδυνο
αυτό;
Αυτές ήταν οι σκέψεις που έκανε ο Προκόπης καθώς πήγαινε πίσω στα στρουμφάκια
για να τους πει ότι τους θέλει ο Μπαμπαστρούμφ.
Φτάνοντας λαχανιασμένος πίσω στο χωριό φωνάζει σε όλα τα στρουμφάκια να βγουν
έξω.
«Τι έγινε; Πού είναι ο Μπαμπαστρούμφ; Είναι καλά;» ρωτούσαν όλα μαζί με αγωνία.
Τα ’λεγα εγώ. Δεν ήταν
καθόλου καλή η ιδέα του
Μπαμπαστρούμφ να πάτε στον
πύργο του Δρακουμέλ.
Σταμάτα επιτέλους Σπιρτούλη
και άσε τον Προκόπη να μιλήσει.
Λέγε Προκόπη τι έγινε;
Είναι καλά ο Μπαμπαστρούμφ;
Ο Μπαμπαστρούμφ καλά
είναι. Ο Δρακουμέλ είναι
σε άσχημη κατάσταση.
Δυστυχώς έλεγε αλήθεια η
Ψιψινέλ. Ο
Μπαμπαστρούμφ είπε να
πάμε όλοι εκεί επειγόντως.
Γι ‘ αυτό ήρθα.
Τα στρουμφάκια αναρωτιόντουσαν τι τους θέλει άραγε ο Μπαμπαστρούμφ. Αλλά δεν
ήταν ώρα τώρα για αμφισβητήσεις. Κάτι θα ξέρει ο Μπαμπαστρούμφ. Έτσι, λοιπόν ,
ανταποκρίθηκαν όλα στο κάλεσμά του και ξεκίνησαν να φύγουν. Όλοι εκτός από
έναν…
Μα πού είναι ο Λιχούδης; Ο Λιχούδης είχε
ξεχαστεί σε μια γωνία και καταβρόχθιζε
μόνος του μια πίτσα- βατόμουρου. Να χάσει
τέτοια ευκαιρία;
«Άντε Λιχούδη. Πάμε.» φώναξαν όλα τα
στρουμφάκια μαζί νευριασμένα. «Στον κόσμο
σου είσαι»
«Μα καλά τι κάνετε έτσι; Αφού το ξέρετε ότι
τρώω όταν είμαι αγχωμένος» προσπάθησε να
δικαιολογηθεί ο Λιχούδης.
Με αυτά και με κείνα τελικά τα στρουμφάκια ξεκίνησαν όλα μαζί για τον πύργο του
Δρακουμέλ. Ο Μπαμπαστρούμφ τους περίμενε. Τι να τους ήθελε άραγε;
Φτάνοντας έξω από τον πύργο τα στρουμφάκια κοντοστάθηκαν λίγο και
ξεροκατάπιαν. Κρύφτηκαν πίσω από ένα δέντρο και προσπαθούσαν να ακούσουν τι
γίνεται μέσα στον πύργο. Ένα ρίγος ανατριχίλας διαπέρασε το μπλε και
λεπτοκαμωμένο σωματάκι τους. Ε δεν ήταν και συνηθισμένα να επισκέπτονται τον
πύργο του Δρακουμέλ. Ήταν απαγορευμένη ζώνη.
Αλλά τώρα ήταν διαφορετική περίπτωση. Άλλωστε ο Μπαμπατρούμφ τούς είχε πει
να πάνε να τον βρουν.
Δεν θα έκανε τίποτα ο Μπαμπαστρούμφ που θα τους έθετε σε κίνδυνο. Σωστά;
«Πάμε» έδωσε το σύνθημα ο Προκόπης. «Δεν έχουμε καιρό για χάσιμο. Ο
Μπαμπαστρούμφ μάς χρειάζεται»
«Για την ακρίβεια ο Δρακουμέλ» τον διόρθωσε ο Σπιρτούλης που ήταν όπως πάντα
ακριβολόγος και ξερόλας. Αλλά αυτή τη φορά είχε δίκιο. Πράγματι ο Δρακουμέλ
ήταν αυτός που χρειαζόταν τη βοήθεια τους.
Με το που ανοίγουν τη βαριά ξύλινη πόρτα ένα πλήθος από νυχτερίδες πετάχθηκε
έξω καθώς οι αχτίδες του ήλιου εισέβαλαν μέσα στο κάστρο διακόπτοντας τον ύπνο
τους.
Τα στρουμφάκια αιφνιδιάστηκαν αλλά στη συνέχεια προχώρησαν όλο και πιο μέσα
στον πύργο του Δρακουμέλ. Έντονη υγρασία και μούχλα μύριζε ο αέρας, ενώ
αναμμένοι πυρσοί ήταν στερεωμένοι στους τοίχους για να φωτίζουν το δρόμο.
Καθώς τα στρουμφάκια ανέβαιναν το ένα πίσω από το άλλο τις στριφογυριστές
πέτρινες σκάλες που οδηγούσαν στο δωμάτιο, όπου βρισκόταν ο Δρακουμέλ, ιστοί
από αράχνες κρέμονταν πάνω από τα κεφάλια τους. Μία μάλιστα προσγειώθηκε
πάνω στο κεφάλι του Γκρινιάρη.
Ο Γκρινιάρης αμέσως την τίναξε πάνω από το κεφάλι του λέγοντας… τι άλλο; «Μου
τη δίνουν οι αράχνες». Τα υπόλοιπα στρουμφάκια κρυφογέλασαν με την αντίδραση
του Γκρινιάρη, ενώ ο Σκουντούφλης παραλίγο να πέσει καθώς παραπάτησε σε ένα
σπασμένο σκαλοπάτι που δεν το πρόσεξε καθόλου. Ευτυχώς, ήταν δίπλα του ο
Ξεφτέρης και πρόλαβε να τον κρατήσει. Ώρα ήταν τώρα να είχαν και δεύτερο
τραυματία.
Ξαφνικά, καθώς προχωρούσαν ακούγεται η φωνή της Στρουμφίτας:
Αααααααα! Παναγίτσα μου!
Ένα ποντίκι….. Ένα ποντίκι.
Μα δεν καταλαβαίνω
γιατί αντιδρούν έτσι
όσοι με βλέπουν…
Όπως καταλαβαίνετε ο πύργος ήταν γεμάτος με αρουραίους. Όπως κάθε πύργος,
δηλαδή, που σέβεται τον εαυτό του για να είμαστε και δίκαιοι. Αμέσως, ο Προκόπης
μπήκε μπροστά και τότε ο καημένος ο αρουραίος τρόμαξε και χώθηκε πίσω στην
τρύπα του ενώ η Στρουμφίτα έδωσε ένα μεγάλο φιλί στον Προκόπη για να τον
ευχαριστήσει.
Είσαι ο ήρωάς
μου!
Βαριά αγκομαχητά άρχισαν να ακούγονται έντονα. Τα στρουμφ κατάλαβαν ότι είχαν
φτάσει έξω από το δωμάτιο του Δρακουμέλ. Άνοιξαν την πόρτα, μπήκαν μέσα και
είδαν τον Μπαμπαστρούμφ και την Ψιψινέλ να στέκονται στο προσκέφαλο του
Δρακουμέλ προσπαθώντας να ανακουφίσουν τον πόνο του.
«Μπαμπαστρούμφ ήρθαμε» είπε ο Προκόπης.
«Επιτέλους. Μα τι κάνατε τόση ώρα;» απάντησε ο Μπαμπαστρούμφ. «Λοιπόν, δεν
έχουμε άλλο καιρό για χάσιμο. Πρέπει να βοηθήσουμε όλοι. Ο Δρακουμέλ έχει χάσει
πολύ αίμα και μόνο μία λύση υπάρχει»
«Και ποια είναι αυτή … ωωωω πάνσοφε και γενναίε
Μπαμπαστρουμφ» είπε τραγουδιστά ο φάλτσος Ντορεμί
μη χάνοντας ευκαιρία να επιδείξει το τραγουδιστικό του
ταλέντο σπάζοντας τα νεύρα των υπόλοιπων και ειδικά
του Μπαμπαστρούμφ.
Παραβλέποντας τον Ντορεμί, ο Μπαμπαστρούμφ εξήγησε στα στρουμφάκια πως
αυτό που θα έσωζε τον Δρακουμέλ ήταν η
«Η αιμο……. τι;» είπε νυσταγμένα ο Χουζούρης που πρώτη φορά είχε
ακούσει αυτή τη λέξη. Και εδώ που τα λέμε δεν ήταν μόνο ο
Χουζούρης. Όλα τα στρουμφάκια άκουγαν αυτήν τη λέξη πρώτη φορά.
«Αιμοδοσία» ξαναείπε ο Μπαμπαστρούμφ.
«Τι είναι η αιμοδοσία Μπαμπαστρούμφ και τι σχέση έχει με εμάς;» ρώτησε η
Στρουμφίτα προβληματισμένη.
«Λοιπόν, ακούστε. Το αίμα που χρειάζεται κάποιος αν αρρωστήσει ή τραυματιστεί
πολύ βαριά, όπως συνέβη στον Δρακουμέλ, μπορεί πολύ εύκολα να αναπληρωθεί αν
κάποιος άλλος του χαρίσει λίγο από το δικό του και έτσι του σώζει τη ζωή.» εξήγησε
ο Μπαμπαστρούμφ.
«Ναι αλλά κι εμείς άμα δώσουμε όλο το αίμα μας … με τι θα μείνουμε;» ρώτησε ο
Μελένιος.
«Καλά μου στρουμφάκια, δε θα δώσετε όλο το αίμα σας αλλά μια μικρή ποσότητα από
αυτό. Άλλωστε το σώμα μας την ποσότητα που θα δωρίσετε μπορεί να την
αναπληρώσει. Οπότε δεν υπάρχει κάποιο πρόβλημα. Άλλα δεν φτάνει να δώσει μόνο
ένας. Πρέπει να δώσουμε ΟΛΟΙ. Για αυτό και σας φώναξα να έρθετε εδώ» είπε ο
Μπαμπαστρούμφ.
«Και πώς θα μας πάρεις αίμα Μπαμπαστρούμφ;» ρώτησε ξανά η Στρουμφίτα.
«Με ένα πολύ μικρό τσίμπημα με μια βελόνα μπορείτε όλοι να δώσετε λίγο από το
αίμα σας για να σώσουμε τον Δρακουμέλ» απάντησε ο Μπαμπαστρούμφ.
«Μου τη δίνουν οι βελόνες» πετάχθηκε ο Γκρινιάρης.
«Εγώ φοβάμαι λίγο να σας πω την αλήθεια» είπε και ο Σκουντούφλης.
«Έλα παιδιά. Τι πράγματα είναι αυτά; Να είστε γενναίοι. Εξάλλου μιλάμε για μια
ανθρώπινη ζωή. Κι εμείς θα μπορούσαμε να είμαστε στη θέση του ανά πάσα στιγμή.
Μην περιμένετε να συμβεί και σε εσάς για να καταλάβετε πόσο σημαντική είναι η
αιμοδοσία για να πεισθείτε» είπε ο Ξεφτέρης.
«Ναι αλλά εμείς είμαστε τοσοδούλικα. Πού να φτάσει το αίμα μας για τον
Δρακουμέλ; » αναρωτήθηκε ο Σκουντούφλης.
Μπορεί να είμαστε μικροί
αλλά έχουμε καρδιά
μεγάλη και αυτό φτάνει.
….. είπε ο Μπαμπαστρούμφ.
«Εγώ είμαι μέσα» φώναξε ο Προκόπης.
«Κι εγώ» φώναξε ο Ξεφτέρης.
«Κι εγώ» φώναξε η Στρουμφίτα.
«Κι εγώ» φώναξε ο Χουζούρης (όσο μπορούσε τέλος πάντων από τη νύστα του)
«Κι εγώ» ο Μελένιος.
«Κι εγώ…. Κι εγώ …. Κι εγώ» φώναζαν ένα ένα τα στρουμφάκια μας και αποφάσισαν
έτσι να δώσουν λίγο από το αίμα τους για να σώσουν τη ζωή του Δρακουμέλ. Μέχρι
και ο Γκρινιάρης συμφώνησε. Ο σκοπός ήταν ιερός! Δεν υπήρχε περιθώριο για
φόβους και δισταγμούς. Άλλωστε η αιμοδοσία δεν είναι δα και τόσο τρομερό πράγμα.
Η διαδικασία εύκολη και το αποτέλεσμα σωτήριο!
Έτσι, λοιπόν, τα στρουμφάκια οργανώθηκαν και ένα ένα με τη σειρά έδιναν λίγο από
το αίμα τους για να σωθεί ο Δρακουμέλ. Ξάπλωσαν σε μια αναπαυτική αλλά
σκοροφαγωμένη πολυθρόνα, άπλωσαν το μικρό μπρατσάκι τους και με ένα «τσιμπ»
όλα είχαν τελειώσει. Αυτό ήταν. Ο Μπαμπαστρούμφ με μια μικρή βελόνα είχε πάρει
το πολυπόθητο κόκκινο δώρο ζωής.
«Αυτό ήταν όλο και όλο; Δεν πόνεσα καθόλου» είπε ο Σπιρτούλης.
«Αυτό ήταν Σπιρτούλη μου. Δεν ήταν κάτι δύσκολο. Έτσι δεν είναι;» απάντησε ο
Μπαμπαστρούμφ.
«Απορώ γιατί δεν το κάναμε τόσο καιρό» είπε ο Σπιρτούλης.
Τελικά με το αίμα τους τα στρουμφάκια γέμισαν κάμποσες μικρές φιαλίτσες τις
οποίες ο Μπαμπαστρούμφ με ένα μαγικό στρουμφόζουμο τις μετέτρεψε σε μεγάλες
φιάλες που ήταν επαρκείς για να μεταγγιστούν στον Δρακουμέλ.
Η Ψιψινέλ κοιτούσε χαρούμενη. Τελικά υπήρχε ελπίδα να σωθεί ο Δρακουμέλ. Και
αυτό χάρη στην αιμοδοσία. Δεν ήξερε πώς να ευχαριστήσει τα στρουμφάκια για αυτήν
την πολύτιμη προσφορά τους.
Το αίμα ήταν έτοιμο. Ο Μπαμπαστρούμφ με προσεκτικές κινήσεις ξεκίνησε τη
διαδικασία της μετάγγισης. Σιγά σιγά το αίμα των στρουμφ περνούσε μέσα στις
φλέβες του Δρακουμέλ. Απόλυτη ησυχία επικρατούσε μέσα στο δωμάτιο του
Δρακουμέλ. Ο Μπαμπαστρούμφ ήξερε τι έκανε.
Το χλωμό και ταλαιπωρημένο πρόσωπο του Δρακουμέλ άρχισε να γίνεται πιο
ροδαλό. Τα βογκητά άρχισαν να εξασθενούν, δείγμα ότι οι φρικτοί πόνοι άρχισαν να
υποχωρούν.
«Σε λίγες μέρες ο Δρακουμέλ θα είναι περδίκι» είπε ο Μπαμπαστρούμφ αφού
τελείωσε τη διαδικασία της μετάγγισης. «Αυτό που χρειάζεται τώρα είναι λίγη
ξεκούραση. Ας τον αφήσουμε να ξεκουραστεί.»
Τα στρουμφάκια βγήκαν έξω από το δωμάτιο και πήραν όλα το δρόμο της επιστροφής
για το στρουμφοχωριό. Ήταν μια μεγάλη μέρα. Όχι επειδή ήταν η μέρα του
βατόμουρου αλλά επειδή ανακάλυψαν τη χαρά της αιμοδοσίας και της προσφοράς.
Είμαι πολύ περήφανος για
εσάς καλά μου στρουμφάκια!
Οι μέρες πέρασαν. Τα στρουμφάκια είχαν επιστρέψει στον συνηθισμένο καθημερινό
ρυθμό τους. Μάθαιναν, βέβαια, ότι ο Δρακουμέλ τα πήγαινε πολύ καλά. Κάθε μέρα
που περνούσε γινόταν όλο και πιο δυνατός.
Μετά από δύο εβδομάδες ο Δρακουμέλ είχε αναρρώσει πλήρως. Είχε σηκωθεί από
το κρεβάτι του και μια περίεργη αλλά ευχάριστη διάθεση τον διακατείχε. Δε θυμόταν
τίποτα απ΄ όλα όσα είχαν συμβεί. Το μόνο που ήξερε είναι ότι αισθανόταν περίεργα
χαρούμενος. Καμία σχέση με παλιό μουρτζούφλη Δρακουμέλ πριν το ατύχημα.
Να φανταστείτε είχε όρεξη για κηπουρική. Βγήκε έξω στον κήπο και άρχισε να
φυτεύει παντού λουλούδια. Ποιος; Ο Δρακουμέλ. Που στο πέρασμά του όλα τα
λουλούδια και τα φυτά μαραίνονταν. Τώρα, όμως, το κάστρο του είχε μετατραπεί σε
ένα πολύχρωμο και ευωδιαστό αρχοντικό.
Άνοιξε και τα παραθυρόφυλλα να μπει καθαρός αέρας και για να λούσει ο ήλιος τα
παλιά και μουχλιασμένα έπιπλα. Πόσα χρόνια είχαν περάσει άραγε από την τελευταία
φορά που το είχε κάνει αυτό; Ούτε που θυμάται. Αλλά τώρα μια ακατανίκητη
επιθυμία τον ωθούσε να αλλάξει την εικόνα του πύργου. Να γίνει πιο χρωματιστός,
πιο οικείος, πιο ηλιόλουστος, λιγότερο σκοτεινός, κρύος και απόμακρος.
Μα τι του συνέβαινε;
Η Ψιψινέλ τριβόταν και αυτή γεμάτη ικανοποίηση στα πόδια του. Υπό άλλες συνθήκες
ο Δρακουμέλ θα της είχε δώσει μια δυνατή κλωτσιά και θα την είχε πετάξει πάνω
στον πολυέλαιο που κρεμόταν στο ταβάνι. Αλλά αντί για αυτό άπλωσε το χέρι του και
της χάιδεψε το κεφάλι. Η Ψιψινέλ γουργούρισε γεμάτη ευχαρίστησε και ωπ! Τι ήταν
αυτό που έβλεπε;
Ένα μικρό χαμόγελο διέκρινε στο πρόσωπο του Δρακουμέλ. Τι περίεργο θέαμα! Ο
Δρακουμέλ χαμουγελούσε. Ήταν πλέον φανερό ότι η μαύρη και αραχνιασμένη καρδιά
του Δρακουμέλ είχε αντικατασταθεί από μια κατακόκκινη και τρυφερή καρδιά γεμάτη
αγάπη αντί για μίσος.
Και πώς θα γινόταν διαφορετικά άλλωστε; Αφού στις φλέβες του έρεε το αίμα των
στρουμφ! Όλα άλλαξαν, λοιπόν για τον Δρακουμέλ. Δεν ήταν αυτός που ξέραμε. Η
αιμοδοσία είχε κάνει το θαύμα της.
Η Ψιψινέλ του διηγήθηκε όλα όσα είχαν συμβεί και ο Δρακουμέλ ένιωσε την ανάγκη
ότι έπρεπε να επισκεφθεί τα στρουμφάκια. Όχι για να τα φάει αυτή τη φορά αλλά για
να τα ευχαριστήσει για τη μεγαλοψυχία που επέδειξαν και που του έσωσαν τη ζωή.
Έκοψε λουλούδια από τον πολύχρωμο και πανέμορφο κήπο του, ετοίμασε και μια
τούρτα κεράσι και κατηφόρισε προς το χωριό των στρουμφ παρέα με την Ψιψινέλ.
Φτάνοντας εκεί, συνάντησε πρώτα τον Μπαμπαστρούμφ που μελετούσε κάτι βιβλία
καθισμένος πάνω σε ένα παγκάκι.
«Καλώς ήρθες στο χωριό μας Δρακουμέλ» του είπε ο Μπαμπαστρούμφ.
Σιγά σιγά άρχισαν να μαζεύονται και τα υπόλοιπα στρουμφάκια γεμάτα περιέργεια και
ενθουσιασμό.
Ο Δρακουμέλ φανερά μετανιωμένος και αμήχανος είπε:
Δεν έχω λόγια να σας ευχαριστήσω για
αυτό που κάνατε. Ήμουν τόσο κακός
απέναντί σας ενώ εσείς τόσο καλοί.
Σας οφείλω ένα μεγάλο συγγνώμη και
υπόσχομαι κάποια στιγμή να σας
ανταποδώσω το καλό που μου κάνατε.
Εν τω μεταξύ λίγο πιο κει ο Σκουντούφλης
ξεφυσούσε τη μύτη του. «Μα τι έπαθες
Σκουντούφλη; Γιατί κλαις;» τον ρώτησε ο
Μπαμπαστρούμφ.
«Α στο καλό. Συγκινήθηκα με όλη αυτήν την
ιστορία» απάντησε ο Σκουντούφλης.
«Να ορίστε. Πάρε κάτι να σου φτιάξει τη διάθεση» τους
πλησίασε ο Χαχανούλης κρατώντας ένα μεγάλο δώρο στα
χέρια του.
«Α σε ευχαριστώ Χαχανούλη. Είσαι πολύ καλός» και ανοίγοντας το δώρο …
«ΜΠΑΜ»
Ήταν μια ακόμη φάρσα του Χαχανούλη ! Δεν θα βάλει ποτέ μυαλό αυτός τελικά.
Τελικά από εκείνη την ημέρα οι ζωές των στρουμφ και του Δρακουμέλ άλλαξαν.
Προς το καλύτερο φυσικά. Τα στρουμφάκια δεν είχαν πια να ανησυχούν για τον
Δρακουμέλ μήπως και τα βάλει σε κανένα φούρνο και τα ψήσει για να τα φάει αλλά
και ο Δρακουμέλ απέκτησε καινούριους φίλους. Όχι ότι είχε και ποτέ παλιούς
φίλους αλλά έκανε μια καλή αρχή! Και τι αρχή….
Το σημαντικότερο απ’ όλα, όμως, είναι ότι όλοι κατάλαβαν το νόημα της αιμοδοσίας
και πόσο σημαντική πράξη είναι αυτή και για αυτό το λόγο εκτός από τη γιορτή του
βατόμουρου, είχαν και τη γιορτή της αιμοδοσίας!!!
Να φανταστείτε μέχρι και τράπεζα αίματος είχαν φτιάξει και όλοι πήγαιναν εκεί να
δώσουν αίμα για παν ενδεχόμενο.
Ο Μπαμπαστρούμφ είχε εκπαιδεύσει κατάλληλα τον Σπιρτούλη για να είναι
υπεύθυνος για τις αιμοδοσίες ενώ η Στρουμφίτα είχε αναλάβει το ρόλο της
νοσοκόμας που έδινε πορτοκαλάδα και γλυκό στους εθελοντές στρουμφο-αιμοδότες.