ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΑ ΙΕΡΑ ΛΕΙΨΑΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΧΙΛΛΙΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ
ΛΑΡΙΣΗΣ
Άγιος Αχίλλειος: Εορτάζει σήμερα 15 Μαϊου
1η ΠΗΓΗ: https://www.newsbomb.gr/ellada/ekklhsia/story/696141/agios-axilleios-eortazei-
simera-15-maioy
newsbomb
Ο Αγ. Αχίλλειος, προστάτης της Λάρισας, γεννήθηκε το 270 μ.Χ. στην Καππαδοκία.
Μετά το θάνατο των ευσεβών γονέων του, μοίρασε τη μεγάλη περιουσία τους στους
φτωχούς και πήγε στους Αγίους Τόπους. Εκεί έζησε κοντά στον Πανάγιο Τάφο.
Κατόπιν επισκέφτηκε διάφορα ασκητήρια και ασκήθηκε στη νηστεία, στην προσευχή, την
αγρυπνία και στις άλλες χριστιανικές αρετές.
Ύστερα πήγε στη Ρώμη και στη Θεσσαλία, όπου κήρυξε το Χριστό και έκανε πολλά
θαύματα. Έτσι διαδόθηκε πολύ η φήμη του και όταν χήρευσε ο θρόνος της
Λαρίσης, αναδείχτηκε Αρχιεπίσκοπος της.
Η φήμη του προέτρεξε και έφτασε στη Νίκαια της Βιθυνίας, πριν ακόμη πάει εκει ο Αγιος,
για να λάβει μέρος στην Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο (325). Γι’ αυτό ο Μέγας Κωνσταντίνος και
οι Πατέρες τον υποδέχτηκαν με μεγάλες τιμές. Τέλεσε μάλιστα στη Σύνοδο και θαύμα. Έκανε
να αναβλύσει λάδι από μια πέτρα. Όπως αναφέρεται σε χειρόγραφο που βρίσκεται στη Μονή
Βαρλαάμ Μετεώρων ο Αγιος «Τον Θεόν επικαλεσάμενος και έλαιον δι’ ευχής βλύσαι ποιεί».
Με πολλή χαρά τότε ο αυτοκράτορας ζήτησε την ευλογία του Αγίου και τον προέπεμψε στη
Λάρισα με πλούσια δώρα για ανεγέρσεις ναών και φιλανθρωπίες. Πιθανόν από την εποχή
αυτή να ήταν και το Ευαγγέλιο της Κομνηνείου Μονής, που σωζόταν ως το 1853. Ήταν
γραμμένο με χρυσά γράμματα σε περγαμηνή και είχε σημειώσεις του Αρχιεπισκόπου Λαρίσης
Αχιλλίου Α’.
Το 355 μ.Χ., ύστερα από 35 χρόνια αρχιερατείας του Αγίου στη Λάρισα, ο Θεός του
φανέρωσε πως ήρθε η ώρα της εξόδου του από το μάταιο αυτό κόσμο. Κάλεσε τότε όλο τον
κλήρο και το λαό, τους το ανακοίνωσε και τους έδωσε παραινέσεις και συμβουλές.
Τον θρήνησαν πολύ και τον κήδεψαν με μεγαλοπρέπεια. Τοποθέτησαν δε το ιερό του
λείψανο στη λάρνακα που ο ίδιος είχε κατασκευάσει.
Το χαριτόβρυτο λείψανο του ανέβλυζε μύρο κι έκανε πολλά θαύματα.Αλλά δεν έμεινε
για πάντα στη Λάρισα. Το σύλησε το 985/6 ο αποστάτης από τους Βυζαντινούς τσάρος των
Βουλγάρων Σαμουήλ και το μετέφερε στα ανάκτορά του, στο μικρό νησάκι των Πρεσπών, που
σήμερα φέρει το όνομα του Αγίου Αχιλλίου. Εκεί ανήγειρε προς τιμήν του Αγίου μεγαλοπρεπή
ναό ρυθμού Βασιλικής, του οποίου σώζονται τα ερείπια. Ήθελε με την ενέργεια του αυτή ο
Σαμουήλ να στερεώσει την κυριαρχία του.
Γιατί η κατοχή ιερών λειψάνων ονομαστών Αγίων ήταν ιδιαίτερη τιμή και ευλογία και
αποτελούσε πόλο έλξης των χριστιανικών πληθυσμών. Σκόπευε μάλιστα ο Σαμουήλ να
μεταφέρει εκεί την Αρχιεπισκοπή Οχρίδος και να την αναδείξει σε Πατριαρχείο. Είχε
μεγαλεπήβολα σχέδια, που, αν πετύχαιναν, θα άλλαζαν τον ρουν της ιστορίας, στην περιοχή.
Οι Βυζαντινοί χρονογράφοι του 11ου αιώνα Ιωάννης Σκυλίτσης και Γεώργιος Κεδρηνός
εξιστορούν τα σχετικά με την αρπαγή από το Σαμουήλ του ιερού λειψάνου του Αχίου
Αχιλλίου. Ο δεύτερος αναφέρει συγκεκριμμένως: «Μετήγαγε δε (ο Σαμουήλ) και το λείψανον
του Αγίου Αχιλλείου επισκόπου Λαρίσης χρηματίσαντος επί Κωνσταντίνου του μεγάλου καν τη
μεγάλη και πρώτη Συνόδω παρόντος συν Ρηγίνω Σκοπέλων και Διοδώρω Τρίκκης, και εις
Πρέσπαν απέθετο, ένθα ήσαν αυτώ τα βασίλεια, οίκον κάλλιστον και μέγιστον επί τω ονόματι
αυτού δομησάμενος».
Αλλά και μετά την αρπαγή του ιερού λειψάνου του Αγίου Αχίλλειου από το Σαμουήλ, ο
χριστιανικός λαός της Λαρίσης δεν έπαψε να τιμά τον Πολιούχο του. Τον προστάτη του Αγιο.
Και να διαλαλεί τις αριστείες του, τις υψηλές πνευματικές του επιδόσεις, όπως λέει το σχετικό
επίγραμμα: «Λαλεί Λάρισα σας αριστείας ξένας, μνήμην έχουσα και θανόντος σου, Πάτερ».
Και είχε ως τόπο αγιάσματος και κέντρο της λατρείας του, ως σημείο αναφοράς του, τον
τάφο του Αγίου και τον περικαλλή ναό του. Τον ναό, τον τόσο αγαπητό σε όλους, στον οποίο
συναθροίζονταν συνήθως οι επίσκοποι, προκειμένου να εκλέξουν ιεράρχες για τις κενούμενες
επισκοπές Θεσσαλίας, όπως αναφέρει ο Κώδικας 1472.
Ο Μητροπολιτικός αυτός ναός ήταν το ιδιαίτερο σέβασμα των Λαρισαίων. Το ιερό τους
καθίδρυμα. Το κέντρο της θρησκευτικής τους ζωής, που επηρέαζε και την κοινωνική τους. Σ’
αυτόν συνέρχονταν για να λατρεύσουν το Σωτήρα Χριστό και να ζητήσουν τις πρεσβείες του
Αγίου σε κάθε δυσκολία και ανάγκη τους. Στις πλημμύρες, στους πολέμους, στους συχνούς
σεισμούς που τους ανάγκαζαν να μην υψώνουν μεγάλα οικοδομήματα, στις επιδημίες. Ήταν
ιδιαίτερα απειλητική η πανούκλα του 1813 και του 1848, που είχε αναρίθμητα θύματα.
Ακολούθησε δε Ο ναός αυτός την πορεία της πόλης στην ιστορία. Γνώρισε δηλαδή λαμπρές
μέρες δόξας και μεγαλείου, αλλά και λεηλασίες και καταστροφές. Και αποτελεί και σήμερα ο
ναός αυτός με την τοξότη γέφυρα του «αργυροδίνη» Πηνειού ποταμού από κάτω του το
χαρακτηριστικό έμβλημα της πόλης των Λαρισαίων με τη μακριά ιστορία των τεσσάρων
χιλιετηρίδων.
Θα μάκραινε πολύ ο λόγος, αν επιχειρούσαμε λεπτομερή εξιστόρηση των περιπετειών του
ναού τού Αγίου Αχιλλίου. Γι’ αυτό περιορίζομαι στα εξής: Την εποχή της Φραγκοκρατίας και
συγκεκριμένως το 1204, επί Αλεξίου Γ’, εξαιτίας της συγκρούσεως των Φράγκων μεταξύ
τους, η Λάρισα ερημώθηκε και μεταβλήθηκε σε ακατοίκητο χωριό, ο δε ναός του Αγίου
Αχίλλειου μετατράπηκε σε ορμητήριο ληστών!
Την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας (τουρκοκρατίας) και συγκεκριμένως στις 12
Ιουνίου 1769 ο φανατισμένος τουρκικός όχλος έκαψε και γκρέμισε το Μητροπολιτικό ναό και
οι Λαρισαίοι εκκλησιάζονταν επί 25 ολόκληρα χρόνια, ως το 1794, στα γύρω χωριά! Μάλιστα οι
Τούρκοι είχαν αποφασίσει να μην ξανακτιστεί ο ναός.
Αλλά ύστερα από ενέργειες του Μητροπολίτη Λαρίσης Διονυσίου Καλλιάρχου προς την
Πύλη και με εισφορές μεγάλες των Λαρισαίων (40 πουγγιά, δηλ. 18 χιλιάδες γρόσια) εκδόθηκε,
στις 26 Φεβρουαρίου 1794, φιρμάνι του Σουλτάνου Σελίμ, που έδινε την άδεια ν’
ανοικοδομηθεί ο ναός.
Είναι ενδεικτική του θέματος η ενθύμηση (=σημείωμα), που υπάρχει στην περιήγηση η
τοπογραφία της Θετταλίας και Θετταλομαγνησίας του Νικολάου Μάγνητος και έχει ληφθεί
από τα χειρόγραφα του Αρχιμανδρίτου Ιακώβου Γυναϊτιδος Βαλβαμά: «1794 Φεβρουαρίου 4
ευγήκε φερμάνι διά την εκκλησίαν της Λαρίσης του Αγίου Αχιλλίου μέσα εις την ΚΠολιν. Και
ήλθεν ο Τάταρης μέσα εις την Λάρισαν Φεβρουαρίου 26 ημέρα Δευτέρα και εδιαβάσθη την
Πέμπτην εις τας 2 του Μαρτίου».
Έτσι ξανακτίστηκε ο ναός. Και μάλιστα σε χρόνο ρεκόρ. Σε 36 ημέρες! Θεμελιώθηκε στις 5
Μαρτίου 1794 και τελείωσε στις 6 Απριλίου (ώρα 9.00 το βράδυ της Μεγ. Παρασκευής). Και το
επόμενο βράδυ, του Μεγ. Σαββάτου τελέστηκε εντός του ναού η Λειτουργία της Αναστάσεως
προεξάρχοντος του Μητροπολίτου Διονυσίου Καλλιάρχου. Αξίζει να σημειωθεί, πως για να
τελειώσει τόσο γρήγορα ο ναός, εργάστηκαν περισσότεροι από διακόσιοι τεχνίτες
βοηθούμενοι αφιλοκοκερδώς από όλους τους Λαρισαίους χριστιανούς. Είχε δε ο ναός και
παρεκκλήσιο του Αγίου Βησσαρίωνος.
Στις 12 Ιουνίου 1822 οι Τούρκοι μετέτρεψαν το ναό σε οπλοστάσιοκαι οι Λαρισαίοι
εκκλησιάζονταν στο εκκλησάκι της Αγίας Μαρίνας μέχρις ότου τους Αποδόθηκε και πάλι ο ναός
επί Μητροπολίτου Μελετίου Ε ! Τότε μάλιστα ορίστηκε ημέρα εβδομαδιαίας αγοράς η
Δευτέρα, αντί της Κυριακής. Έτσι ανανεώθηκε και ισχυροποιήθηκε η από του 1730 απόφαση
των Λαρισαίων εμπόρων που όριζε η απόφαση «να φυλάττουν όλας τας Κυριακάς και τας
δεσποτικάς εορτάς». Καθιέρωνε δηλαδή την αργία της Κυριακής. Στους μη συμμορφούμενους
δε με το συμφωνητικό αυτό, επιβαλλόταν η ποινή να καταβάλλουν στο Ταμείο του ναού του
Αγ. Αχιλλίου 50 ασλάνια. Έτσι έγινε πράξη ο λόγος του Απόστολου του σκλαβωμένου Γένους
μας Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, για τον οποίο μάλιστα λόγο μαρτύρησε: Να μη γίνονται
παζάρια την Κυριακή.
Τον Απρίλιο του 1827 οι Τούρκοι μετέβαλαν πάλι το ναό σε οπλοστάσιο. Αλλά γρήγορα
οι χριστιανοί κατόρθωσαν να τους αποδοθεί για τη λατρεία τους, δίνοντας μεγάλες
χρηματικές εισφορές στο δικαστή, στους πασάδες και στους μπέηδες.
Όλα αυτά μαρτυρούν την ευσέβεια των Λαρισαίων, οι οποίοι ευλαβούνταν και τιμούσαν
ιδιαιτέρως τον Πολιούχο τους Αγιο Αχίλλιο και φρόντιζαν πολύ το ναό του. Και στα χρόνια που
υπήρχε ο τάφος με το ιερό λείψανο του Αγίου μέσα του, αλλά και στα κατοπινά. Και διόριζαν
ως επιτρόπους του εκπροσώπους των σύντεχνων (γουναράδων, μπακάληδων, ψωμάδων,
ραπτάδων και άλλων), όπως συνέβη επί των ημερών του Μητροπολίτου Λαρίσης Μελετίου Ε’.
Το 1965 ανεσκάφη ο δασώδης χώρος πάνω από το ναό από τον καθηγητή του
Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Νικ. Μουτσόπουλο. Στο διακονικό (τμήμα Ιερού Βήματος), σε
συνηθισμένο για ιερά λείψανα χώρο, βρέθηκε τάφος ο οποίος, όπως και ο ναός,
κατασκευάσθηκε από Έλληνες τεχνίτες, ίσως τους Λαρισαίους αιχμαλώτους. Το απόγευμα της
14 Μαΐου του 1981, με ελικόπτερο του Στρατού επανακομίσθηκαν τα λείψανα του Αγίου στη
λαρισαϊκή γη. Τα υποδέχθηκαν στο χώρο του σταδίου ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος
Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Σεραφείμ, πολλοί Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος,
όλο το ιερατείο της Μητροπόλεως, πλήθος Λαρισαίων και Θεσσαλών προσκυνητών και οι
τοπικές αρχές.
Από τότε τα λείψανα του θαυματουργού Αγίου Αχιλλείου βρίσκονται στον
ομώνυμο Μητροπολιτικό Ναό της Λάρισας και η μνήμη του γιορτάζεται με τη μεγαλύτερη
επισημότητα κάθε χρόνο στις 15 Μαΐου.
ΤΑ ΙΕΡΑ ΛΕΙΨΑΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΧΙΛΛΙΟΥ
2η ΠΗΓΗ:
https://www.eleftheria.gr/m/%CE%B1%CF%80%CF%8C%CF%88%CE%B5%CE%B9%CF%82/ite
m/48891.html
Ιχνηλατώντας την Παλιά Λάρισα
Τα ιερά λείψανα του Αγίου Αχιλλίου
Δημοσίευση: 14 Μαϊ 2014 2:57 | Τελευταία ενημέρωση: 22 Σεπ 2015 15:37
Άρθρα
* Μια επιστολή του μητροπολίτη Δωροθέου του 1946
Στο Ιερό Βήμα του Μητροπολιτικού Ναού του Αγίου Αχιλλίου φυλάσσεται σε ειδικά
διασκευασμένη ασημένια λειψανοθήκη μικρό τεμάχιο οστού από το λείψανο του πολιούχου
μας. Επίσης στον κυρίως Ναό υπάρχει από το 1981 ένα σπουδαίο κειμήλιο το ιερό λείψανο
του Αγίου μέσα σε πολύτιμη λάρνακα. Τα λείψανα αυτά επέστρεψαν πριν από μερικά χρόνια στη
Λάρισα, αφού για δέκα περίπου αιώνες ήταν χαμένα. Όπως είναι ιστορικά γνωστό, περί το
985 μ. Χ. ο τσάρος της Βουλγαρίας Σαμουήλ κατέλαβε τη Λάρισα και από την επιδρομή αυτή
απομάκρυνε από τον τάφο το ιερό λείψανο του Αγίου Αχιλλίου, το οποίο μετέφερε στην
Πρέσπα. Έτσι η πόλη στερήθηκε για αιώνες την παρουσία των σεπτών λειψάνων του.
Ο μητροπολίτης Λαρίσης Δωρόθεος Κοτταράς (1935-1956), ο μετέπειτα αρχιεπίσκοπος
Αθηνών και πάσης Ελλάδος, με την ανάληψη των ιερατικών του καθηκόντων έδειξε ζωηρό
ενδιαφέρον για την ανεύρεση των λειψάνων του Αγίου Αχιλλίου. Όμως ας
παρακολουθήσουμε τις ενέργειες του αυτές όπως τις περιγράφει ο ίδιος σε επιστολή που
απηύθυνε τον Μάϊο του 1946 μέσω των εφημερίδων της Λάρισας στους κατοίκους της:
Η Εκκλησία μας σήμερον εορτάζει με πολλήν μεγαλοπρέπειαν την μνήμην των 318
Θεοφόρων Πατέρων, των συνελθόντων εν Νικαία της Βιθυνίας εις την Α΄ Οικουμενικήν
Σύνοδον τω 325 μ. Χ. επί Μεγάλου Κωνσταντίνου και στηριζόντων την ορθόδοξον
διδασκαλίαν και πίστιν εναντίον του δυσεβούς Αρείου. Μεταξύ των Πατέρων τούτων, των
σαλπίγγων αυτών του Πνεύματος, των μυριπνόων εκείνων ανθέων του Παραδείσου ήτο και ο
Αρχιεπίσκοπος Λαρίσης, ο σοφός Άγιος Αχίλλιος, όστις ενεργόν έλαβε μέρος κατ’ αυτήν,
γενόμενος εκ των πρωταγωνιστών εν τη Συνόδω εκείνη.
Την πόλιν ταύτην της Λαρίσης, κέντρον έκτοτε υπάρχουσαν εκκλησιαστικόν άμα και
ιστορικόν, εποίμανεν ο Άγιος μέχρι της τελευτής Του. Ο βίος Του και το παράδειγμά Του
εγένοντο η ωραιοτέρα συμβολή προς μίαν χριστιανικήν ζωήν. Ψυχική ανωτερότης, άκαμπτος
ηθική πολιτεία, απερίσπαστος πολυσχιδής δράσις είναι ο χαρακτηρισμός του Αγίου, όστις επί
πολλά έτη εν τη πόλει ταύτη και εν τη απεράντω Αρχιεπισκοπή Του υπήρξεν ο πυρσός ο
διαχέων το φως της αγάπης, της σοφίας, της ζωής προς πάντας. Ήτο ο πνευματικός
τροφοδότης των χριστιανών, στηρίζων εν τη πίστει και τη αρετή. Η προσωπικότης Του,
συνδεομένη με την αγιότητα του βίου και την καθαρότητα της ψυχής, συνέβαλε
αποτελεσματικώς εις την κατά πάντα προαγωγήν της πόλεως και της Αρχιεπισκοπής Του.
Απέθανε και ετάφη εν τη πόλει ταύτη και τον θησαυρόν τούτον κατείχεν αύτη μέχρι της
εισβολής των Βουλγάρων κατά τον 10ον αιώνα, οίτινες, ως εκ της ιστορίας είναι γνωστόν,
αφήρεσαν το Ιερόν Λείψανον, μετακομίσαντες αυτό εις Πρέσπαν. Έκτοτε η Λάρισα εστερήθη
του τιμιωτάτου αυτού κειμηλίου.
Η ανάληψις των καθηκόντων ημών ευθύς από της πρώτης ημέρας, συνεδέθη με
εσώτερον διάπυρον πόθον, της ανευρέσεως του ιερού τούτου θησαυρού, έστω και τεμαχίου
τούτου. Εθεωρήσαμεν ως το πρώτιστον κεφάλαιον της εκκλησιαστικής ημών διακονίας την
σύνδεσιν της πόλεώς μας προς τον Πολιούχον Άγιόν της. Και εθεωρούμεν τον εαυτόν μας
υπόχρεων και εκ καθήκοντος και εκ φιλοτιμίας.
Τα έτη εν τω μεταξύ παρήρχοντο και αι ενέργειαι ημών απέβαινον άκαρποι,
καταλείπουσαι εις ημάς λύπην άφατον, μέχρι του παρελθόντος Ιουλίου 1945, ότε επεσκέφθη
ημάς ο αείμνηστος Μητροπολίτης Τρίκκης και Σταγών Πολύκαρπος, ολίγον προ του θανάτου
του. Επειδή δε προ ολίγων ημερών είχομεν πληροφορηθεί ότι τεμάχιον του Ιερού Λειψάνου
ευρίσκετο έν τινι Ιερά Μονή της Μητροπόλεως Τρίκκης, παρεκαλέσαμεν εις σχετικήν
συζήτησιν τον αείμνηστον φίλον Μητροπολίτην όπως χορηγήση ημίν, αν μη ολόκληρον το
τεμάχιον, πάντως μέρος αυτού, τουθ’ όπερ υπεσχέθη ημίν, μη δυνηθείς όμως να το
πραγματοποιήση, καθ’ όσον μετά δεκαήμερον απεβίωσεν.
Τον αποθανόντα τούτον αδελφόν είδομεν μετά χαράς διαδεχόμενον τον επίσης
προσωπικόν και αγαπητόν αδελφόν και φίλον ήδη Μητροπολίτην Τρίκκης και Σταγών κύριον
Χερουβείμ. Προς τούτον λοιπόν εγράψαμεν υπογραμμίσαντες τον πόθον ημών και την
σημασίαν της αποκτήσεως δια την πόλιν και παρακαλέσαντες, όπως θελήση να ικανοποιήση
την αδελφικήν ημών παράκλησιν. Ο Σεβασμιώτατος έγραψεν ημίν αποδεξάμενος το φιλικόν
τούτο αίτημα, προσθείς «το δώρον αυτό έχω την επιθυμίαν να δοθή εκ μέρους της Επαρχίας
μου προς υμάς και την πολυβασανισθείσαν και πολυδοκιμασθείσαν πόλιν της Λαρίσης, ίνα
του λοιπού το Άγιον Λείψανον του Πολιούχου αυτής ευρίσκηται εις τον Ναόν του Αγίου ως
θησαυρός πολύτιμος» και κατωτέρω «ούτω η Λάρισα αποκτά ό,τι εζήτησεν ο Μητροπολίτης
της», απαντών προφρόνως εις την ημετέραν επιστολήν. Ημείς δραττόμεθα της ευκαιρίας
ταύτης όπως και δημοσία εκφράσωμεν τας προσωπικάς ημών ευχαριστίας προς τον
αγαπητόν αδελφόν Σεβασμιώτατον Τρίκκης επί τούτω.
Η πόλις, ήτις ηυλογήθη υπό του Αγίου, κατείχε τον θησαυρόν αυτόν επί επτά αιώνας,
μέχρις ού αφηρέθη τούτου, στερηθείσα ούτω αυτού επί μίαν χιλιετηρίδα άχρι τούδε. Είναι,
και πρέπει να είναι εκ τούτου απεριόριστος η χαρά όλων μας επί τη αποκτήσει έστω και
μικρού τμήματος, όπερ ως ατίμητον κειμήλιον, διαφυλασσόμενον εν τω φερωνύμω Ιερώ
Ναώ, θα αποτελή εκ νέου τον άθραυστον κρίκον τον συνδέοντα τους σημερινούς απογόνους
των αρχαίων Λαρισαίων προς τον πρώτον Αρχιερέα, τον Άγιον και σοφόν, όστις έθεσε τας
βάσεις του χριστιανικού οικοδομήματος και του ιστορικού ονόματος της πόλεως ταύτης.
Ούτω η Λάρισα επανέρχεται εις τους υψηλούς εκκλησιαστικούς και ιστορικούς εκείνους
χρόνους, οίτινες προσέδωκαν αυτή εκ της αξίας των και την ιδικήν της αξίαν.
Ανακοινούμενοι ταύτα ευχαρίστως προς τον ευσεβή λαόν της πόλεως, σημειούμεν την
ημετέραν χαράν επί των ιερώ αποκτήματι, πιστεύοντες και εις ομοίαν τοιαύτην της αγαπητής
πόλεως και του φιλοχρήστου αυτής λαού, όν θα παρακαλέσωμεν όπως μεθ’ ημών, των
Αρχών της πόλεως, των Σωματείων, κλπ. συμμετάσχη εις την πανηγυρικήν υποδοχήν του
κομισθησομένου Ιερού Λειψάνου, όταν προς τούτο ειδοποιηθή παρ’ ημών».
Και πράγματι λίγες ημέρες αργότερα, στις 16 Ιουνίου 1946, σε μια σπουδαία τελετή,
παρουσία αρκετών ιεραρχών, των αρχών της πόλεως και μεγάλου πλήθους πιστών, έγινε η
υποδοχή ενός μικρού τεμαχίου του λειψάνου του Αγίου Αχιλλίου, το οποίο ήταν
θησαυρισμένο στην Ιερά Μονή Δουσίκου, που βρίσκεται κοντά στην Πόρτα Παναγιά της
Πύλης Τρικάλων. Η τελετή είχε λάβει χώρα στον πρόχειρο ναό που είχε κτίσει η ενορία του
Αγίου Αχιλλίου μετά την καταστροφή του 1941. Η αργυρή λειψανοθήκη που το φιλοξενεί
διατηρεί μέχρι και σήμερα την επιγραφή, στην οποία αναφέρονται και οι δωρήτριες της
λειψανοθήκης: ΑΦΙΕΡΩΣΑΝ ΑΙ ΚΥΡΙΑΙ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ ΛΑΡΙΣΗΣ ΑΡΧΙΕΡΑΤΕΥΟΝΤΟΣ ΛΑΡΙΣΗΣ
ΔΩΡΟΘΕΟΥ. ΜΕΤΑΦΕΡΘΗ 16 ΙΟΥΝΙΟΥ 1946.
Αργότερα (1981), αφού είχε προηγηθεί η αποκάλυψη από τον καθηγητή Νικ.
Μουτσόπουλο, των λαφυραγωγημένων από τον τσάρο Σαμουήλ λειψάνων στο νησάκι Αχίλ
της λίμνης Πρέσπας επέστρεψε στην πόλη και το υπόλοιπο λείψανο, για να τοποθετηθεί εκεί
όπου ανήκει, στον μητροπολιτικό ναό της Λάρισας, ο οποίος είναι αφιερωμένος στη μνήμη
του.
(1). Η Εκκλησία έχει ορίσει την πρώτη Κυριακή μετά την Ανάληψη του Χριστού να
εορτάζει τη μνήμη των 318 αγίων Πατέρων της Πρώτης Οικουμενικής Συνόδου, στην οποία
όπως μας διέσωσε η παράδοση έλαβε μέρος και ο Άγιος Αχίλλιος.
(2). Πολύκαρπος Ζάχος (1914-1945). Φωτισμένος ιεράρχης στη γειτονική μητρόπολη
Τρίκκης και Σταγών, την οποία ποίμανε επί 31 συναπτά έτη.
(3). Η θητεία του Χερουβείμ στον θρόνο της μητροπόλεως Τρίκκης και Σταγών ήταν
ολιγόχρονη, μόνον επτά χρόνια (1945-1952).
(4). Είχε προηγηθεί λίγα χρόνια πριν ο φοβερός σεισμός της 1ης Μαρτίου 1941 και την
ίδια χρονιά οι σφοδροί ιταλογερμανικοί βομβαρδισμοί που είχαν ισοπεδώσει ένα μεγάλο
μέρος της πόλης, μεταξύ των οποίων και τον λαμπρό προπολεμικό μητροπολιτικό ναό.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
3η ΠΗΓΗ:http://www.star-fm.gr/2013/05/14/%CE%B2%CE%AF%CE%BF%CE%B9-
%CE%B1%CE%B3%CE%AF%CF%89%CE%BD-%CE%BF-
%CE%AC%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82-
%CE%B1%CF%87%CE%AF%CE%BB%CE%BB%CE%B5%CE%B9%CE%BF%CF%82-
%CE%B1%CF%87%CE%AF%CE%BB%CE%BB%CE%B9%CE%BF%CF%82/
Καππαδοκία και έλαβε μεγάλη χριστιανική και «θύραθεν»(=εξωχριστιανική) μόρφωση.
Μετά το θάνατο των ευσεβών γονέων του, μοίρασε τη μεγάλη περιουσία τους στους
φτωχούς και πήγε στους Αγίους Τόπους. Εκεί έζησε κοντά στον Πανάγιο Τάφο.
Κατόπιν επισκέφτηκε διάφορα ασκητήρια και ασκήθηκε στη νηστεία, στην προσευχή, την
αγρυπνία και στις άλλες χριστιανικές αρετές.
Ύστερα πήγε στη Ρώμη και στη Θεσσαλία, όπου κήρυξε το Χριστό και έκανε πολλά
θαύματα. Έτσι διαδόθηκε πολύ η φήμη του και όταν χήρευσε ο θρόνος της Λαρίσης,
αναδείχτηκε Αρχιεπίσκοπος της.
Η φήμη του προέτρεξε και έφτασε στη Νίκαια της Βιθυνίας, πριν ακόμη πάει εκει ο Αγιος,
για να λάβει μέρος στην Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο (325). Γι’ αυτό ο Μέγας Κωνσταντίνος
και οι Πατέρες τον υποδέχτηκαν με μεγάλες τιμές. Τέλεσε μάλιστα στη Σύνοδο και θαύμα.
Έκανε να αναβλύσει λάδι από μια πέτρα. Όπως αναφέρεται σε χειρόγραφο που βρίσκεται
στη Μονή Βαρλαάμ Μετεώρων ο Αγιος «Τον Θεόν επικαλεσάμενος και έλαιον δι’ ευχής
βλύσαι ποιεί». Με πολλή χαρά τότε ο αυτοκράτορας ζήτησε την ευλογία του Αγίου και τον
προέπεμψε στη Λάρισα με πλούσια δώρα για ανεγέρσεις ναών και φιλανθρωπίες. Πιθανόν
από την εποχή αυτή να ήταν και το Ευαγγέλιο της Κομνηνείου Μονής, που σωζόταν ως το
1853. Ήταν γραμμένο με χρυσά γράμματα σε περγαμηνή και είχε σημειώσεις του
Αρχιεπισκόπου Λαρίσης Αχιλλίου Α’.
Το 355 μ.Χ., ύστερα από 35 χρόνια αρχιερατείας του Αγίου στη Λάρισα, ο Θεός του
φανέρωσε πως ήρθε η ώρα της εξόδου του από το μάταιο αυτό κόσμο. Κάλεσε τότε όλο τον
κλήρο και το λαό, τους το ανακοίνωσε και τους έδωσε παραινέσεις και συμβουλές.
Τον θρήνησαν πολύ και τον κήδεψαν με μεγαλοπρέπεια. Τοποθέτησαν δε το ιερό του
λείψανο στη λάρνακα που ο ίδιος είχε κατασκευάσει.
Το χαριτόβρυτο λείψανο του ανέβλυζε μύρο κι έκανε πολλά θαύματα. Αλλά δεν έμεινε
για πάντα στη Λάρισα. Το σύλησε το 985/6 ο αποστάτης από τους Βυζαντινούς τσάρος των
Βουλγάρων Σαμουήλ και το μετέφερε στα ανάκτορά του, στο μικρό νησάκι των Πρεσπών,
που σήμερα φέρει το όνομα του Αγίου Αχιλλίου. Εκεί ανήγειρε προς τιμήν του Αγίου
μεγαλοπρεπή ναό ρυθμού Βασιλικής, του οποίου σώζονται τα ερείπια. Ήθελε με την ενέργεια
του αυτή ο Σαμουήλ να στερεώσει την κυριαρχία του. Γιατί η κατοχή ιερών λειψάνων
ονομαστών Αγίων ήταν ιδιαίτερη τιμή και ευλογία και αποτελούσε πόλο έλξης των
χριστιανικών πληθυσμών. Σκόπευε μάλιστα ο Σαμουήλ να μεταφέρει εκεί την Αρχιεπισκοπή
Οχρίδος και να την αναδείξει σε Πατριαρχείο. Είχε μεγαλεπήβολα σχέδια, που, αν
πετύχαιναν, θα άλλαζαν τον ρουν της ιστορίας, στην περιοχή.
Οι Βυζαντινοί χρονογράφοι του 11ου αιώνα Ιωάννης Σκυλίτσης και Γεώργιος Κεδρηνός
εξιστορούν τα σχετικά με την αρπαγή από το Σαμουήλ του ιερού λειψάνου του Αχίου
Αχιλλίου. Ο δεύτερος αναφέρει συγκεκριμμένως: «Μετήγαγε δε (ο Σαμουήλ) και το λείψανον
του Αγίου Αχιλλείου επισκόπου Λαρίσης χρηματίσαντος επί Κωνσταντίνου του μεγάλου καν
τη μεγάλη και πρώτη Συνόδω παρόντος συν Ρηγίνω Σκοπέλων και Διοδώρω Τρίκκης, και εις
Πρέσπαν απέθετο, ένθα ήσαν αυτώ τα βασίλεια, οίκον κάλλιστον και μέγιστον επί τω ονόματι
αυτού δομησάμενος».
Αλλά και μετά την αρπαγή του ιερού λειψάνου του Αγίου Αχίλλειου από το Σαμουήλ, ο
χριστιανικός λαός της Λαρίσης δεν έπαψε να τιμά τον Πολιούχο του. Τον προστάτη του Αγιο.
Και να διαλαλεί τις αριστείες του, τις υψηλές πνευματικές του επιδόσεις, όπως λέει το
σχετικό επίγραμμα: «Λαλεί Λάρισα σας αριστείας ξένας, μνήμην έχουσα και θανόντος σου,
Πάτερ».
Και είχε ως τόπο αγιάσματος και κέντρο της λατρείας του, ως σημείο αναφοράς του, τον
τάφο του Αγίου και τον περικαλλή ναό του. Τον ναό, τον τόσο αγαπητό σε όλους, στον οποίο
συναθροίζονταν συνήθως οι επίσκοποι, προκειμένου να εκλέξουν ιεράρχες για τις
κενούμενες επισκοπές Θεσσαλίας, όπως αναφέρει ο Κώδικας 1472.
Ο Μητροπολιτικός αυτός ναός ήταν το ιδιαίτερο σέβασμα των Λαρισαίων. Το ιερό τους
καθίδρυμα. Το κέντρο της θρησκευτικής τους ζωής, που επηρέαζε και την κοινωνική τους. Σ’
αυτόν συνέρχονταν για να λατρεύσουν το Σωτήρα Χριστό και να ζητήσουν τις πρεσβείες του
Αγίου σε κάθε δυσκολία και ανάγκη τους. Στις πλημμύρες, στους πολέμους, στους συχνούς
σεισμούς που τους ανάγκαζαν να μην υψώνουν μεγάλα οικοδομήματα, στις επιδημίες. Ήταν
ιδιαίτερα απειλητική η πανούκλα του 1813 και του 1848, που είχε αναρίθμητα θύματα.
Ακολούθησε δε Ο ναός αυτός την πορεία της πόλης στην ιστορία. Γνώρισε δηλαδή
λαμπρές μέρες δόξας και μεγαλείου, αλλά και λεηλασίες και καταστροφές. Και αποτελεί και
σήμερα ο ναός αυτός με την τοξότη γέφυρα του «αργυροδίνη» Πηνειού ποταμού από κάτω
του το χαρακτηριστικό έμβλημα της πόλης των Λαρισαίων με τη μακριά ιστορία των
τεσσάρων χιλιετηρίδων.
Θα μάκραινε πολύ ο λόγος, αν επιχειρούσαμε λεπτομερή εξιστόρηση των περιπετειών
του ναού τού Αγίου Αχιλλίου. Γι’ αυτό περιορίζομαι στα εξής: Την εποχή της Φραγκοκρατίας
και συγκεκριμένως το 1204, επί Αλεξίου Γ’, εξαιτίας της συγκρούσεως των Φράγκων μεταξύ
τους, η Λάρισα ερημώθηκε και μεταβλήθηκε σε ακατοίκητο χωριό, ο δε ναός του Αγίου
Αχίλλειου μετατράπηκε σε ορμητήριο ληστών!
Την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας (τουρκοκρατίας) και συγκεκριμένως στις 12
Ιουνίου 1769 ο φανατισμένος τουρκικός όχλος έκαψε και γκρέμισε το Μητροπολιτικό ναό και
οι Λαρισαίοι εκκλησιάζονταν επί 25 ολόκληρα χρόνια, ως το 1794, στα γύρω χωριά! Μάλιστα
οι Τούρκοι είχαν αποφασίσει να μην ξανακτιστεί ο ναός. Αλλά ύστερα από ενέργειες του
Μητροπολίτη Λαρίσης Διονυσίου Καλλιάρχου προς την Πύλη και με εισφορές μεγάλες των
Λαρισαίων (40 πουγγιά, δηλ. 18 χιλιάδες γρόσια) εκδόθηκε, στις 26 Φεβρουαρίου 1794,
φιρμάνι του Σουλτάνου Σελίμ, που έδινε την άδεια ν’ ανοικοδομηθεί ο ναός. Είναι ενδεικτική
του θέματος η ενθύμηση (=σημείωμα), που υπάρχει στην περιήγηση η τοπογραφία της
Θετταλίας και Θετταλομαγνησίας του Νικολάου Μάγνητος και έχει ληφθεί από τα
χειρόγραφα του Αρχιμανδρίτου Ιακώβου Γυναϊτιδος Βαλβαμά: «1794 Φεβρουαρίου 4 ευγήκε
φερμάνι διά την εκκλησίαν της Λαρίσης του Αγίου Αχιλλίου μέσα εις την ΚΠολιν. Και ήλθεν ο
Τάταρης μέσα εις την Λάρισαν Φεβρουαρίου 26 ημέρα Δευτέρα και εδιαβάσθη την Πέμπτην
εις τας 2 του Μαρτίου». Έτσι ξανακτίστηκε ο ναός. Και μάλιστα σε χρόνο ρεκόρ. Σε 36 ημέρες!
Θεμελιώθηκε στις 5 Μαρτίου 1794 και τελείωσε στις 6 Απριλίου (ώρα 9.00 το βράδυ της Μεγ.
Παρασκευής). Και το επόμενο βράδυ, του Μεγ. Σαββάτου τελέστηκε εντός του ναού η
Λειτουργία της Αναστάσεως προεξάρχοντος του Μητροπολίτου Διονυσίου Καλλιάρχου. Αξίζει
να σημειωθεί, πως για να τελειώσει τόσο γρήγορα ο ναός, εργάστηκαν περισσότεροι από
διακόσιοι τεχνίτες βοηθούμενοι αφιλοκοκερδώς από όλους τους Λαρισαίους χριστιανούς.
Είχε δε ο ναός και παρεκκλήσιο του Αγίου Βησσαρίωνος.
Στις 12 Ιουνίου 1822 οι Τούρκοι μετέτρεψαν το ναό σε οπλοστάσιο και οι Λαρισαίοι
εκκλησιάζονταν στο εκκλησάκι της Αγίας Μαρίνας μέχρις ότου τους Αποδόθηκε και πάλι ο
ναός επί Μητροπολίτου Μελετίου Ε ! Τότε μάλιστα ορίστηκε ημέρα εβδομαδιαίας αγοράς η
Δευτέρα, αντί της Κυριακής. Έτσι ανανεώθηκε και ισχυροποιήθηκε η από του 1730 απόφαση
των Λαρισαίων εμπόρων που όριζε η απόφαση «να φυλάττουν όλας τας Κυριακάς και τας
δεσποτικάς εορτάς». Καθιέρωνε δηλαδή την αργία της Κυριακής. Στους μη
συμμορφούμενους δε με το συμφωνητικό αυτό, επιβαλλόταν η ποινή να καταβάλλουν στο
Ταμείο του ναού του Αγ. Αχιλλίου 50 ασλάνια. Έτσι έγινε πράξη ο λόγος του Απόστολου του
σκλαβωμένου Γένους μας Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, για τον οποίο μάλιστα λόγο μαρτύρησε:
Να μη γίνονται παζάρια την Κυριακή.
Τον Απρίλιο του 1827 οι Τούρκοι μετέβαλαν πάλι το ναό σε οπλοστάσιο. Αλλά γρήγορα οι
χριστιανοί κατόρθωσαν να τους αποδοθεί για τη λατρεία τους, δίνοντας μεγάλες χρηματικές
εισφορές στο δικαστή, στους πασάδες και στους μπέηδες.
Όλα αυτά μαρτυρούν την ευσέβεια των Λαρισαίων, οι οποίοι ευλαβούνταν και τιμούσαν
ιδιαιτέρως τον Πολιούχο τους Αγιο Αχίλλιο και φρόντιζαν πολύ το ναό του. Και στα χρόνια
που υπήρχε ο τάφος με το ιερό λείψανο του Αγίου μέσα του, αλλά και στα κατοπινά. Και
διόριζαν ως επιτρόπους του εκπροσώπους των σύντεχνων (γουναράδων, μπακάληδων,
ψωμάδων, ραπτάδων και άλλων), όπως συνέβη επί των ημερών του Μητροπολίτου Λαρίσης
Μελετίου Ε’.
Το 1965 ανεσκάφη ο δασώδης χώρος πάνω από το ναό από τον καθηγητή του
Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Νικ. Μουτσόπουλο.Στο διακονικό (τμήμα Ιερού Βήματος),
σε συνηθισμένο για ιερά λείψανα χώρο, βρέθηκε τάφος ο οποίος, όπως και ο ναός,
κατασκευάσθηκε από Έλληνες τεχνίτες, ίσως τους Λαρισαίους αιχμαλώτους. Το απόγευμα
της 14 Μαΐου του 1981, με ελικόπτερο του Στρατού επανακομίσθηκαν τα λείψανα του Αγίου
στη λαρισαϊκή γη. Τα υποδέχθηκαν στο χώρο του σταδίου ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος
Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Σεραφείμ, πολλοί Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος,
όλο το ιερατείο της Μητροπόλεως, πλήθος Λαρισαίων και Θεσσαλών προσκυνητών και οι
τοπικές αρχές.
Από τότε τα λείψανα του θαυματουργού Αγίου Αχιλλείου βρίσκονται στον ομώνυμο
Μητροπολιτικό Ναό της Λάρισας και η μνήμη του γιορτάζεται με τη μεγαλύτερη επισημότητα
κάθε χρόνο στις 15 Μαΐου.
papaioannou-giannis.net