The words you are searching are inside this book. To get more targeted content, please make full-text search by clicking here.

Οι μαθητές του ΣΤ3 γράφουν τις δικές τους ιστορίες γιατί δε θα μοιραστούν δώρα την Πρωτοχρονιά

Discover the best professional documents and content resources in AnyFlip Document Base.
Search
Published by alkistiskyr, 2019-01-20 05:42:51

Ιστορίες για τον Άγιο Βασίλη

Οι μαθητές του ΣΤ3 γράφουν τις δικές τους ιστορίες γιατί δε θα μοιραστούν δώρα την Πρωτοχρονιά

Στον διαδικτυακό ουρανό των
ιστοσελίδων αναβοσβήνει ένα ολόχρυσο

αστέρι με ένα μήνυμα…

Ίσως
φέτος δε θα μοιραστούν

δώρα στα παιδιά την
Πρωτοχρονιά….

Ο αγαπημένος σας

Αϊ - Βασίλης

Οι μαθητές του ΣΤ3 γράφουν τη δική
τους ιστορία για το τι μπορεί να έχει

συμβεί.

Όπως ξέρουμε, κάθε Χριστούγεννα ο Άγιος
Βασίλης ξυπνάει, ντύνεται με τα κόκκινά του και το
βράδυ της Πρωτοχρονιάς μαζί με τα δώρα και τους
ταράνδους του αναχωρεί από το Ροβανιέμι του Βόρειου
πόλου για όλο τον κόσμο . Μα φέτος τα παιδιά που
μπήκαν στο διαδίκτυο είδαν το εξής μήνυμα:
«Ίσως φέτος δε θα μοιραστούν δώρα στα παιδιά».
Σαν κάτι να έχει συμβεί στο βόρειο πόλο, στο σπίτι
του Αϊ Βασίλη, αλλά τι; Όλοι αυτό αναρωτιούνται.

Ένα όμορφο πρωινό ο Αϊ Βασίλης ξύπνησε
χαρούμενος, γιατί ήταν η μέρα που θα μοίραζε τα
δώρα. Όπως κάνει κάθε χρόνο ντύθηκε, φτιάχτηκε και
έπρεπε να περιμένει μέχρι το βράδυ της πρωτοχρονιάς
για να φύγει. Όμως όταν πήγε στους φίλους του, τους
ταράνδους, αντίκρισε τον πιο βασικό τάρανδο του
έλκηθρου, τον Ρούντολφ, να έχει τραυματιστεί σοβαρά
στο πόδι του. Είχε μια τεράστια πληγή στο πόδι από
ένα κλαδί δέντρου που προκλήθηκε την ώρα που
έπαιζε με τους άλλους ταράνδους.

Ευτυχώς ένα από τα ξωτικά ήξερε από ιατρική.
Δυστυχώς ο Ρούντολφ δεν μπορούσε να ακολουθήσει
την διαδρομή μαζί με τους υπόλοιπους.
- Συγνώμη Ρούντολφ, αλλά δεν μπορείς να
ακολουθήσεις τους υπόλοιπους.
Ξαφνικά το γέρο ξωτικό, ο σοφός , είπε πως υπάρχει
λύση για την πληγή. Όλοι έμειναν άναυδοι.
- Πες μου γέρο ξωτικό, πώς θα γιατρευτεί; Είναι
μεγάλη ανάγκη να έρθει μαζί μας ο Ρούντολφ.
- Το μόνο που πρέπει να κάνετε είναι να μου φέρετε
μια κούπα χαμομήλι, δύο φύλλα δάφνης και πέντε
κομματάκια μήλο. Αφήσε τα υπόλοιπα σε εμένα.

Έτσι ο Αϊ - Βασίλης πήγε στο σπίτι του, έφερε
τα υλικά και το γερο ξωτικό γιάτρεψε τον Ρούντολφ.

Ο Αϊ Βασίλης επιβιβάστηκε στο έλκηθρο. Πέταξε
πάνω από το κάθε σπίτι σ΄ όλο τον κόσμο και
παρέδωσε σ’ όλα τα παιδιά τα δώρα του.

Κωνσταντίνος

Χτες ο Άγιος Βασίλης από τον μακρινό Βόρειο
Πόλο έστειλε ένα μήνυμα τους υπολογιστές των
παιδιών. Τα παιδιά μόλις τους άνοιξαν είδαν πάνω
πάνω ένα κίτρινο αστέρι και το πάτησαν.
Εμφανίστηκε ένα γράμμα που έλεγε: « Παιδιά ίσως
φέτος τα Χριστούγεννα δε θα μοιράσω δώρα. Το
έλκηθρό μου χάλασε και τώρα καταστράφηκα, δεν ξέρω
τι θα κάνω. »

Τα παιδιά ήταν πολύ στεναχωρημένα που δεν θα
έπαιρναν δώρα. Ο Άγιος Βασίλης ήταν εξαντλημένος
δεν ήξερε τι να κάνει. Έφτιαχνε το έλκηθρό του κάθε
μέρα αλλά την τελευταία στιγμή όλο και κάτι πήγαινε
στραβά. Κουρασμένος καθώς ήταν τα παράτησε και
πήγε να ξαπλώσει. Όταν ξύπνησε είδε το έλκηθρό του
φτιαγμένο. Τα ξωτικά είπαν ότι φέτος δεν υπάρχει
περίπτωση να μην μοιραστούν τα δώρα . Τότε ο Άγιος
Βασίλης τους είπε φτιάχτε τον κατάλογο και ετοιμάστε
τα δώρα. Αύριο βράδυ πετάμε. Το επόμενο βράδυ

ήταν όλα έτοιμα. Ο ασπρομάλλης γέρος φόρτωσε τον
τεράστιο κόκκινο σάκο με τα δώρα, φόρεσε την
κατακόκκινη στολή του και γυάλισε τις μαύρες μπότες
του. «Τι δώρο θα του αφήσω κάτω από το δέντρο;»

αναλογίστηκε. Τότε του ήρθε μια ιδέα, να του αφήσει τον
σκούφο του και το γυαλιστερό του κουδουνάκι .

Ξεκίνησε να πηγαίνει από σπίτι σε σπίτι μοιράζοντας
δώρα. Μόλις έφτασε στο τελευταίο σπίτι είδε ότι ο σάκος δεν
έχει ούτε ένα δώρο. Έμεινε με το στόμα ανοιχτό .

Τα παιδιά μόλις ξύπνησαν είδαν τα δώρα κάτω από τα
δέντρα τους, μόνο ο Κώστας δεν πήρε αυτό που ήθελε.
Βρήκε ένα γράμμα πίσω από το δέντρο που έλεγε «Τα ξωτικά
δεν πρόλαβαν να φτιάξουν το τελευταίο δώρο γι’αυτό σου
άφησα το σκούφο μου και το κουδουνάκι μου. Θα σε ξαναδώ
του χρόνου που θα έχεις μεγαλώσει και αυτή τη φορά θα σου
φέρω πρώτο πρώτο το δώρο σου».

Σου εύχομαι: « Καλά Χριστούγεννα».

Θεμελίνα

Ένα κατάλευκο πρωινό στο Ροβανιέμι ήταν ώρα
να ξυπνήσει ο Αϊ-Βασίλης. Μόλις ξύπνησε, φόρεσε
τη στολή του, τις μεγάλες κατάμαυρες μπότες του και
έβαλε τα γυαλιά του στην τσέπη του. Κατόπιν πήγε
στη κουζίνα για να φάει το πρωινό του με τα
πεντανόστιμα κουλουράκια της Βασίλαινας και το
ζεστό γαλατάκι του και έφυγε για το εργοστάσιο.

Μόλις έφτασε στο εργοστάσιο το είδε άδειο.
Ούτε οι καλικάντζαροι ήταν εκεί ούτε τα ξωτικά και
το κυριότερο ήταν πως η μηχανή παιχνιδιών είχε
χαλάσει. Ο Αϊ-Βασίλης έμεινε με το στόμα ανοιχτό.
Δεν ήξερε τι να πει, τι να κάνει και άρχισε να κλαίει
καθώς τα λατρεύει τα παιδιά και ήθελε να πάρουν
όλα δώρο. Τελικά αποφάσισε να πάρει τη Βασίλαινα,
τη γυναίκα του, τηλέφωνο για να έρθει να τον
βοηθήσει. Μόλις εκείνη έφτασε έμεινε άναυδη. Πήγε
κοντά στον Αϊ-Βασίλη και του είπε να μην κλαίει και
να είναι δυνατός γιατί, θα βρεθεί μια λύση. Τότε ο
Αϊ-Βασίλης ανέβασε στην ιστοσελίδα του πως φέτος
μπορεί να μη μοιράσει δώρα.

.

Όλα τα παιδιά απογοητεύτηκαν διότι, περίμεναν
πώς και πώς να πάρουν δώρο. Μονάχα ένα παιδί δεν
στενοχωρήθηκε καθώς, κατάλαβε πως κάτι θα
συνέβη. Μάλιστα ζήτησε από τους γονείς του να τον
πάνε στον Αϊ-Βασίλη γιατί ήθελε να τον βοηθήσει.
Τελικά οι γονείς του συμφώνησαν. Μόλις έφτασε στο
Ροβανιέμι και είδε τον Αϊ-Βασίλη, παρά λίγο να
λιποθυμήσει.
Αφού γνωρίστηκαν και ο Αϊ-Βασίλης του εξήγησε τι
έγινε άρχισαν να φτιάχνουν τα δώρα.

Έπειτα από μια εβδομάδα είχαν τελειώσει την
κατασκευή των δώρων και επειδή ήταν παραμονή
Πρωτοχρονιάς άρχισαν να τα μοιράζουν στα παιδιά.
Μόλις τελείωσαν, είδε ότι στο σάκο δεν είχε μείνει
κανένα δώρο. Ο Αϊ- Βασίλης στενοχωρήθηκε μια και
ήθελε να ευχαριστήσει το παιδάκι για τη βοήθειά
του. Το παιδί όμως του είπε πως όλη αυτή η
εμπειρία που πέρασε θα του μείνει αξέχαστη και πως
αυτό ήταν το δώρο που ήθελε.

Ο Αϊ-Βασίλης με ένα πλατύ χαμόγελο του είπε
ευχαριστώ. Το παιδί γύρισε σπίτι του γεμάτο χαρά
και έτσι τα Χριστούγεννα που πέρασε ήταν τέλεια.

Κέλση

,,,,,,

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε κάποτε ένας Άγιος
Βασίλης που έμενε στο Βόρειο Πόλο. Μια μέρα των
Χριστουγέννων ο Άγιος Βασίλης ξαφνικά αρρώστησε και
δεν μπορούσε να μεταφέρει τα δώρα των παιδιών. Έτσι
τα παιδιά όταν έμαθαν ότι αρρώστησε, ένιωσαν
αμηχανία, λύπη και στεναχώρια που φέτος θα έμεναν
χωρίς δώρα. είδαν ότι δεν είχαν έρθει ακόμα, τα παιδιά
το βράδυ πήγαν για ύπνο. Όμως ο Άγιος Βασίλης ένιωσε
καλύτερα και πήρε την απόφαση να πάει μοιράσει τα
δώρα και είπε στην γυναίκα του:
-« Γυναίκα πάω να δώσω τα δώρα στα παιδιά. Φέρε τη
στολή μου, γυάλισε τις μπότες μου και μην ξεχάσεις και
τα παυσίπονα.»
- Είσαι σίγουρος ότι θα τα καταφέρεις; Πριν λίγη ώρα
έλεγες πως έχεις κρυάδες και δε σε βαστάνε τα πόδια
σου.

- Άκουσέ με! Νιώθω καλύτερα και πιστεύω πως θα τα
καταφέρω. Εξάλλου δεν μπορώ να απογοητεύσω τόσα παιδιά
που με περιμένουν.
- Εντάξει κάνε ό,τι νομίζεις.

Το βράδυ πήγε σε όλα τα σπίτια. Όλα τα παιδιά όταν
ξύπνησαν, είδαν τα δώρα τους και νιώσανε πάρα πολύ
χαρούμενα. Μπαίνοντας στο διαδίκτυο είδαν ότι ο Άγιος
Βασίλης δεν είναι πια άρρωστος, ότι ένιωθε πολύ καλύτερα
και κατάλαβαν ότι και φέτος τελικά μοίρασε τα δώρα.

Βασίλης

Ένα κρύο, χειμωνιάτικο πρωινό στο
Ροβανιέμι του Βόρειου Πόλου σε ένα μικρό
καταφύγιο ζούσε ο Αϊ-Βασίλης Εκείνο το
πρωινό έκανε ένα ασυνήθιστο κρύο.

Ο Αϊ-Βασίλης όμως βγήκε έξω πολύ
ελαφριά ντυμένος και αρρώστησε βαριά .
Τότε σκέφτηκε ότι αν ήθελε να παραδώσει
τα δώρα εκείνο το βράδυ θα έπρεπε να
ξαπλώσει και να ξεκουραστεί . Έτσι
πήγε, ξάπλωσε, πήρε την κόρη του
τηλέφωνο και της είπε να έρθει όσο πιο
γρήγορα μπορεί.

Εκείνη την στιγμή η κόρη του και η εγγονή
του έφυγαν για να πάνε να τον βρούνε και να
τον φροντίσουν. Όταν έφτασαν είδαν τον Αϊ-
Βασίλη στο κρεβάτι με χαρτομάντιλα πεταμένα
εδώ και εκεί . Αμέσως έτρεξαν να τον
βοηθήσουν. Πήγαν του έφεραν μια κούπα ζεστό
τσάι και μια χοντρή κουβέρτα για να σκεπαστεί.

Η εγγονή του ήθελε να γίνει καλά, γιατί αλλιώς
όλα τα παιδιά θα στεναχωριόνταν που δεν θα
έπαιρναν δώρο.
Η κόρη του πήγε στο εργοστάσιο παραγωγής
δώρων και γέμισε τον σάκο του Αϊ-Βασίλη. Η
εγγονή του έμεινε πάνω και του έδωσε ένα
φάρμακο και έγινε περδίκι.

Πήγαν και τάισαν τους ταράνδους, σήκωσαν
τον Αϊ- Βασίλη από το κρεβάτι και πήγαν όλοι
στο έλκηθρο. Τελικά γύρισαν όλο τον κόσμο
μοιράζοντας τα δώρα σε όλα τα παιδιά.

Τα παιδιά το πρωί ξύπνησαν και είδαν κάτω
από το δέντρο τους τα δώρα και χάρηκαν πολύ
που ο Αϊ-Βασίλης τα κατάφερε.

Δημήτρης

Ένα κατάλευκο πρωινό, στη Ροβανιέμι του Βόρειου
Πόλου,
ο Αϊ-Βασίλης ήταν στη βεράντα του και έπινε τον γλυκό
καφέ του. Χαιρότανε που κόντευε η Πρωτοχρονιά.

Ξαφνικά ο Αϊ-Βασίλης ένιωσε κάτι στην κοιλιά του.
Δεν κατάλαβε κανείς τι συνέβη. Πήγε και κοιμήθηκε.
Εκείνη τη στιγμή γύρισε η γυναίκα του. Είδε τον Αϊ-
Βασίλη να βήχει δυνατά στο κρεβάτι του. Τον ρωτάει τι
τρέχει. Της λέει ότι δεν μπορεί να μοιράσει δώρα στα
παιδιά. Τον πήγανε στο νοσοκομείο. Είπαν ότι πρέπει να
ξαπλώσει, γιατί άμα είναι έξω θα χειροτερέψει. Τότε
έστειλε ένα γράμμα σε όλα τα μικρά παιδιά. Το επόμενο
πρωί τα παιδιά διάβασαν το γράμμα και στεναχωρήθηκαν
πολύ. Έλεγαν όλη την ημέρα <<Πότε θα ξανά 'ρθει ο
Αϊ-Βασίλης;>>. Οι τάρανδοι δεν θα τράβαγαν τα σχοινιά
άμα δεν θα ήταν ο Αϊ-Βασίλης. Τα ξωτικά δεν είχαν
όρεξη για να κατασκευάσουν τα δώρα των παιδιών.
. Τότε, ο γέροντας είπε στα ξωτικά να του φτιάξουν ένα
ζεστό τσάι. Τα ξωτικά του το έφεραν και αμέσως
ετοίμασαν τα δώρα των παιδιών και τάισαν τους
ταράνδους. Ο Αϊ-Βασίλης έγινε καλά.

Έβαλε την κόκκινη και χοντρή στολή του, τις μαύρες
μπότες του, τα στρογγυλά γυαλιά του και το σκουφί του.
Τα ξωτικά και οι τάρανδοι έμειναν άφωνοι από την χαρά
τους. Έβαλαν τα δώρα στο έλκηθρο, μπήκε ο Αϊ Βασίλης
με τα ξωτικά και φύγανε! Ξαφνικά ξέσπασε κρύο. Οι
τάρανδοι κρύωναν πολύ. Όμως ο Αϊ-Βασίλης δεν το έβαλε
κάτω. Τους φώναξε δυνατά <<ΓΡΗΓΟΡΑ>>. Τότε φύγανε
από το κρύο.

Φτάσανε στην Ελλάδα. Δώδεκα τα μεσάνυχτα όλα τα
παιδιά άκουσαν έναν χτύπο από την καμινάδα. Πήγανε και
ελέγξανε. Είδαν τα δώρα! Έλαμπε το πρόσωπό τους. Όλοι
ευχαριστήθηκαν και πέρασαν τα καλύτερα Χριστούγεννα
όλων των εποχών.

Αντώνης

Μια φορά κι έναν καιρό ο Αϊ-Βασίλης ζούσε σε ένα
χειμωνιάτικο και χριστουγεννιάτικο τοπίο στον Βόρειο Πόλο.

Ένα βράδυ λοιπόν σηκώθηκε πρωί, φόρεσε την κόκκινη
στολή του, τις μαύρες βαριές μπότες του και ξεκίνησε να
κατασκευάζει τα χριστουγεννιάτικα και πανέμορφα δώρα των
παιδιών . Αφού τα κατασκεύασε χρειάστηκε να τα μεταφέρει
σε κάθε γωνιά του κόσμου, με την βοήθεια βέβαια των
ταράνδων και του έλκηθρου. Φόρτωσε τα δώρα στο έλκηθρο
και ήρθε η ώρα να ξεκινήσει το ταξίδι του. Ξαφνικά δεν
μετακινιόταν μια που είχε χαλάσει η μηχανή και οι τάρανδοι
είχαν τραυματιστεί σοβαρά και δεν μπορούσαν να κουνηθούν.
Κουρασμένος και κατάκοπος ο Αϊ-Βασίλης έπειτα από την
τόση κοπιαστική δουλειά που έκανε καθόταν και συλλογιζόταν
για ώρες πολλές πώς θα μπορούσε να βρει κάποια λύση για
να μπορέσει τελικά να ευχαριστήσει τα παιδιά. Η είδηση είχε
ήδη ανακοινωθεί στο διαδίκτυο ότι ο Αϊ-Βασίλης ίσως φέτος
δεν θα μοιράσει δώρα στα παιδιά.

Ξάφνου έφτασε βράδυ τα πάντα ήταν σκοτεινά κι αόρατα
και έφτασε η ώρα για ύπνο. Την επόμενη ημέρα ξημέρωσε και
ο Αϊ-Βασίλης έπρεπε να μοιράσει τα δώρα στα παιδιά μα
ήταν αδύνατον. Σκεφτόταν τι να κάνω, τι να κάνω τα παιδιά
θα περιμένουν με ανυπομονησία να τους δώσω τα δώρα που
μου ζήτησαν. Κα όντως τα παιδιά περίμεναν με χαρά και
ενθουσιασμό τα δώρα τους.
Η ώρα όμως περνούσε και ο Αϊ-Βασίλης ακόμα να μοιράσει

τα δώρα και τα παιδιά αναρωτιόντουσαν πού να είναι άραγε

ο Αϊ-Βασίλης, πού να βρίσκεται, τα δώρα δεν έρχονται. Μετά

από λίγη ώρα τα παιδιά μπήκαν στον υπολογιστή για να

παίξουν ένα παιχνίδι και αντίκρισαν ένα μήνυμα που έλεγε

ότι ο Αϊ-Βασίλης δεν θα μοιράσει δώρα.

Εκείνη την στιγμή τα παιδιά ένιωσαν θλίψη, στενοχώρια

και κάτι άσχημο τους κυρίεψε. Τότε προσπαθούσαν να βρουν

τρόπους να τον πείσουν να τους φέρει τα δώρα και του

είπαν: « Αϊ-Βασίλη, γιατί μας το κάνεις αυτό, τα περιμέναμε

όλη τη χρονιά. Ένα άλλο παιδί του είπε ότι όλο το βράδυ

ονειρευόταν ότι ένα πρωί θα ξυπνούσε και θα έβλεπε το

δώρο του κάτω από το χριστουγεννιάτικο και λαμπερό

δέντρο .

Τα παιδιά με τα λεγόμενά τους συγκίνησαν τον Αϊ-Βασίλη,

που όλα τα μαθαίνει, κι εκείνος αγόρασε ένα καινούριο έλκηθρο

και έδωσε στους ταράνδους ένα ισχυρό φάρμακο και

κατάφερε να τους γιατρέψει. Τότε χαρούμενος ο αγαπητός

γέροντας των παιδιών ξεκίνησε το μακρινό ταξίδι του. Περνούσε

πόλεις και χωριά πλημμυρισμένα με λαμπερά και αστραφτερά

φωτάκια . Πετούσε και ονειρευόταν μαζί με τους ταράνδους.

Καταβρόχθιζε τα πάντα στο πέρασμά του. Κουρασμένος κάθισε

κάπου να ξαποστάσει κι έπειτα συνέχισε το ταξίδι του.

Βλέποντας τα παιδιά τα δώρα που περίμεναν έμειναν

άναυδα και ενθουσιασμένα. Ξεκίνησαν να ξετυλίγουν τα δώρα

με μανία. Στο τέλος τον ευχαρίστησαν καθώς έμεινε κι

εκείνος ικανοποιημένος που έκανε τα όνειρα των παιδιών

πραγματικότητα. Σοφία

Μια παγωμένη μέρα στο Ροβανιέμι ο Αϊ-Βασίλης είχε

βγάλει τους ταράνδους μια βόλτα. Ο Νισάρ, ο καλύτερος έσπασε

το πόδι του διότι γλίστρησε στον πάγο. Ο Αϊ-Βασίλης γύρισε

γρήγορα τους ταράνδους στο σπίτι. Τα ξωτικά μόλις είδαν τον

Νίσαρ προσπάθησαν να τον κάνουν καλά, όμως δεν τα

κατάφεραν. Ο Αϊ-Βασίλης απογοητεύτηκε και είπε: « Μη

δουλεύετε και ξεκουραστείτε αφού χτύπησε ο Νισάρ δεν

μπορούμε να μοιράσουμε τα δώρα.

Γράμματα έφταναν από όλο τον κόσμο για το αν θα

μοιραστούν τα δώρα. Ένας πανικός κυριαρχούσε σε

όλο τον Βόρειο Πόλο. Ο Αι Βασίλης μόλις είδε όλα αυτά

τα γράμματα κατάλαβε ότι τα

δώρα έπρεπε να μοιραστούν

οπωσδήποτε, αλλιώς κάποια παιδιά μπορεί να

έχαναν την πίστη τους σε αυτόν.

Ο Αϊ-Βασίλης πήγε τον τάρανδο σε όλους

τους γιατρούς του Βόρειου Πόλου, όμως κανείς

δεν μπορούσε να τον γιατρέψει. Ήρθε η μεγάλη

νύχτα εκείνη τη στιγμή που τα ξωτικά προσπαθούσαν

να φτιάξουν ένα φάρμακο για τον Νισάρ. Τελικά ένα

μικρό ξωτικό του έδωσε ένα φάρμακο το οποίο το

είχε κατασκευάσει μόνο του.

Τα παιδιά που τον είδαν ανακουφίστηκαν και κατάλαβαν ότι θα

μοιράζοντας δώρα.Κάποια στιγμή κουράστηκε και έκατσε πάνω σε μια σκεπή για να

Ο τάρξΒεαακσνοίυδλρηοαςςσστυεντίέ. οχΤιασεπήατπηιδνιιεάδιπακονουαμτιήοντξωεαίνδδφαώννραιωνκαν.άκΌοτυατφνοίσγύτηπρκισαόενδσκιταοιτκΡαοοτβυάαλναιέέβμγαηνινεόυετχι αθκραίασπτάληρσάοευ.τνοδιώξωρτοι.κΟόΑι
ΟκαΑι κοϊ-ιμΒήθαηκσείήλσηυχςοςεξέτροονίτμαας όστει κατνέονυαςπαιτδαί δρενάθναδμοείυνεςι στκεαναιχωαρνημέέβνοη. κμεοιρσάτζοοντας

δώρα.Κάποια στιγμή κουράστηκε και έκατσε πάνω σε μια σκεπή για να ξεκουραστεί. Τα παιδιά

έλκηθρποου.τοΈν ετίδσαιν ατναοκομυφαίγστιηκκαόν κτααι κξαίτδάλιαβξαενκότίινθηασπεάρ.ουΠν δεώτροο.ΟύΑσιεΒαασίπληός συσνπέχίιστειτησνε
σπίτι κξδέιααροινοντμααήπςτόωότνι κδχαώνώρέωνρανα.πΌαταισδνίεγδύερχνιθσώαε ρσμτεαοίνΡεμοι βσοατεινρνιέαάμχηωζρεουηνχμαέτρναοίσ.ςτημσδοειώτροάριζξοαωντ.ταικςόκδκοώαρυι ακρο.Κάιάμσπήθοτηιαηκεσκτήεισγμυκήχοας ι
έκατσεκουπράάσντωηκε κσαει έκμαιτασε πσάκνωεσπεήμιαγσικαεπήνγαια ξναεξκεκοουυρρααστσείτ. Τεαί.παιδιά που τον είδαν

ανακουφίστηκαν και κατάλαβαν ότι θα πάρουν δώρο.Ο Αι Βασίλης συνέχισε την διανομή των

Κδάώπρωονι.αΌτασντγύιγριμσεήστκο οΡουβρανάιέσμτηηευκχεαρίκσταησιε έτοκι ξαωττισκόεκαπι κάονιμωήθησκεεήσμυχιοας ξέσρκονεταπςήότιγια
να ξεκκοοαπνυωέσρνδααήππσαοτιτδεεί,αδί.λενλιθΤώαςαμκάείππνοεαιιασιτπδεαινιάαδχιάωπρμηπομουέρνεοίτ.νοατνέαχαδενώίαρδναατέηνπνρπεαίπσνετηανατκομυοοςιυρσαφεσαίτυσοτύτόννη.ΟκΑαινΒασκίαληις πήγε
κατάλατοβνατάνραόνδτοισεθόαλουπς άτορυςογυιαντροδύώς τρουοΒ.όρΟιου πΑόλϊ-ουΒ, όαμσωςίλκαηνςείςσδευννμέποχριοσύσεε νταητονδιανομή

γιατρεύσει.Ήρθε η μεγάλη νύχτα εκείνη την στιγμή τα ξωτικά προσπαθούσαν να φτιάξουν ένα

των δώφάρρωμανκο.για τον Νισάρ.Τελικά ένα μικρό ξωτικό του έδωσε ένα φάρμακο το οποίο το είχε
Όκεαττοταίαμνσακσεγευάτύοσρυεςιισμταόερνάονστδοτουυο.Ος κτΡαάιορααβννέδαβονηςκιτεέοσμήτπιοιεέελκκυαηιχθξρααοφρ.νΈίικτσσάτιττηοοσπμόαεδγιικττόοουταέξξγίιδωνιεάτκραιχλκηάσό.Οε.ΠΑκειατΒοαιύσσίεληαςπό

κοιμήθσηπκίτιεσεήσσπίυτιχκαοιςαπόξχέώρροα νσετχαώςραόμοτιιράκζοαντναές δνώαραπ.Κάαπιοδιαί σδτιεγμνή κθουαράμστεηίκνε εκαιι έκατσε

πάνω σε μια σκεπή για να ξεκουραστεί. Τα παιδιά που τον είδαν ανακουφίστηκαν και κατάλαβαν

στεναχόωτι θραηπμάρέονυον .δώρο.Ο Αι Βασίλης συνέχισε την διανομή των δώρων.Όταν γύρισε στο Ροβανιέμη

ευχαρίστησε τοι ξωτικό και κοιμήθηκε ήσυχος ξέροντας ότι κανένα παιδί δεν θα μείνει
στεναχωρημένο.

Βαγγέλης

Χτες από τον Βόρειο Πόλο ήρθε μια θλιβερή και
παγερή είδηση. Ο Αϊ - Βασίλης είναι βαριά άρρωστος
με υψηλό πυρετό. Όλα τα παιδιά στεναχωρηθήκαμε για
την υγεία του Αϊ - Βασίλη αλλά και για το ότι δεν θα
μας φέρει φέτος δώρα.

Έτσι μια παγωμένη παραμονή των Χριστουγέννων ο
Άη Βασίλης πήρε ένα αντιπυρετικό ισχυρό και βγήκε
έξω από το σπίτι του. Όμως άλλη μια αναποδιά τον
περίμενε. Οι τάρανδοί του κοιμόντουσαν του καλού
καιρού και δεν έλεγαν να ξυπνήσουν. Ο Αϊ - Βασίλης
φώναξε με δύναμη: « Ξυπνήστε βοηθοί μου!!»

Αμέσως όλοι οι τάρανδοι ξύπνησαν από τον
λήθαργο τους και άρχισαν αμέσως για αυτό το μακρινό
ταξίδι. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού ξέσπασε μια
μεγάλη χιονοθύελλα και οι τάρανδοι από τους ανέμους
και το χιόνι πήγαιναν προς τα πίσω. Ο Αϊ - Βασίλης
όμως δεν το έβαλε κάτω.

Τέντωσε το μαστίγιο και χτύπησε τους
ταράνδους. Οι τάρανδοι με όλοι τους την δύναμη
ξεπέρασαν τους ανέμους και έφυγαν από την
χιονοθύελλα με σκοπό να φτάσουν στην Ελλάδα.
Μετά από χιλιάδες χιλιόμετρα ο
Αϊ - Βασίλης έκανε μια στάση για να ξεκουράσει
τους τάρανδους του. Αφού πέρασε μισή ώρα
ξεκίνησε και μετά από μια ώρα έφτασε επιτέλους
στην Ελλάδα.

Ο Αϊ - Βασίλης πέρασε από κάθε σπίτι
δίνοντας πολλά δώρα. Έτσι τα παιδιά το πρωί
είδαν τα δώρα κατάλαβαν ότι έγινε καλά και
αμέσως η καρδιά τους γέμισε χαρά.

Σάββας

Σάββας


Click to View FlipBook Version